Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Θέμα: Ελλάδα και Ευρώπη

Τα τεράστια κεφάλαια που διατέθηκαν για τη σωτηρία των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων από το τσουνάμι της κρίσης κινδυνεύουν να δημιουργήσουν μια νέα φούσκα, εφόσον φυσικά παραμείνουν χωρίς αντίκρισμα.
Για το λόγο αυτό, επιχειρείται μια νέα «βουτιά» στη δεξαμενή της ζωντανής εργασίας, με στόχο την αφαίμαξή της κυριολεκτικά μέχρι το μεδούλι.


του Γιώργου Παυλόπουλου







Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ


Η Ευρώπη έστρεψε τα μάτια της στην Ελλάδα τον Δεκέμβρη του 2008. Ειδικά οι αστοί –πολιτικοί, αναλυτές και ΜΜΕ– τρομοκρατήθηκαν μήπως η «φλόγα» που πυρπολούσε τις καρδιές χιλιάδων νέων και εργαζομένων (και νέων εργαζομένων) έφτανε στις δικές τους πρωτεύουσες και πόλεις. Τότε, στην κορύφωση της κρίσης και καθώς το κεφάλαιο δεν ήταν σίγουρο ούτε που πατούσε ούτε πού πήγαινε, ο φόβος μιας γενικευμένης εξέγερσης και ενός καινούριου, πιο εργατικού και πιο επαναστατικού ξεσπάσματος 40 χρόνια μετά τον Μάη του ’68, έκανε τα επιτελεία της αστικής τάξης να ξημεροβραδιάζονται έχοντας στα χείλη τους ένα ερώτημα: Έχει όντως φτάσει το τέλος του «υπαρκτού καπιταλισμού»;
Σήμερα, μετά από ένα μικρό διάλειμμα, η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, τη Φρανκφούρτη και το Βερολίνο, τη Μαδρίτη και το Παρίσι, έχοντας αποθρασυνθεί από τις αναιμικές λαϊκές αντιδράσεις και την προδοτική στάση του γραφειοκρατικοποιημένου αστικού συνδικαλισμού, οι κυβερνώντες καταστρώνουν εκ νέου τα σχέδιά τους για ολόκληρη την Ευρώπη, σε πραγματικό –ελληνικό– έδαφος. Τα τανκς (και τα θινκ τανκς…) του κεφαλαίου, αφού πέρασαν από την Ισλανδία και την Ιρλανδία ισοπεδώνοντάς τες, έχουν κηρύξει τον πόλεμο και στους έλληνες εργαζόμενους. Εφόσον νικήσουν και εδώ, θα προχωρήσουν παραπέρα –βλ. Πορτογαλία και Ισπανία, όπου ήδη ηχούν τα τύμπανα του ταξικού πολέμου– για να φτάσουν τελικά στο κυρίως μενού: στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Αυτή τη φορά, οι «πάνω» δεν μπορούν, όσο κι αν προσπαθούν, να κατασκευάσουν το μύθο ενός δικού τους ήρωα, ο οποίος δήθεν είπε το μεγάλο «όχι» στα κελεύσματα της Κομισιόν και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Άλλωστε, οι κυβερνώντες έχουν κάθε συμφέρον να υλοποιηθεί το ταχύτερο δυνατό το πρόγραμμα του Τρισέ και του Αλμούνια, καθώς το ευρωπαϊκό κεφάλαιο (το οποίο υπηρετούν πιστά) έχει αδήριτη ανάγκη να «βουτήξει» πιο βαθιά στις ζωές των εργαζομένων, ρουφώντας τους μέχρι το μεδούλι.
Η σύγκρουση οξύνεται ταχύτατα και εξελίσσεται σε ανοιχτό πόλεμο. Ένα πόλεμο πανευρωπαϊκό και, τελικά, παγκόσμιο, όπως το κεφάλαιο που κυκλοφορεί ελεύθερα. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν φραγμό και να αλλάξουν ριζικά τα δεδομένα είναι οι «κάτω», αυτοί οι οποίοι ματώνουν καθημερινά, που είναι αποδέκτες εκμετάλλευσης, χλεύης και κοροϊδίας, που βλέπουν τον Αρμαγεδών να έρχεται. Από αυτή την άποψη, η έκβαση της σύγκρουσης στην Ελλάδα, για την απόκρουση των κυβερνητικών μέτρων και τη συνολική ανατροπή της πολιτικής ΠΑΣΟΚ - ΝΔ- ΕΕ - κεφαλαίου, μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική και για την υπόλοιπη Ευρώπη, η εργατική τάξη της οποίας περιμένει το σύνθημα από μια νίκη στην Ελλάδα (ή οπουδήποτε αλλού) για να σηκώσει κεφάλι. Το αντεργατικό τσουνάμι πρέπει και μπορεί να σταματήσει – σε εμάς πέφτει μεγάλο μέρος αυτού του βάρους!



ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΝΤΕΡΓΑΤΙΚΗ ΛΑΙΛΑΠΑ




Αυτή την περίοδο, ο Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο καλείται να λύσει ένα τρομερά δύσκολο γρίφο: Tην ώρα που η ανεργία στην Ισπανία πλησιάζει επισήμως το 19% και αναμένεται ότι θα ξεπεράσει το 20% ως το τέλος του έτους, η κυβέρνησή του καλείται να επεξεργαστεί κατεπειγόντως σχέδια έκτακτης ανάγκης για να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα. Δηλαδή, όπως έχει καταστεί σαφές από την Ελλάδα, να εξωθήσει εκατομμύρια ακόμη εργαζόμενους στη φτώχεια και το περιθώριο, να κάνει τους 4,3 εκατ. άνεργους ακόμη φτωχότερους κόβοντάς τους τα επιδόματα, να αυξήσει τα όρια ηλικίας για τη συνταξιοδότηση, να επιβάλει νέους φόρους, να τσεκουρώσει τις κοινωνικές παροχές και να περιορίσει σημαντικά τις Συλλογικές Συμβάσεις Eργασίας. Αν αυτή δεν είναι συνταγή κοινωνικής έκρηξης, ε τότε, οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους!
Αν ήταν στο χέρι του Θαπατέρο, ίσως επέλεγε να αναβάλει για λίγο την εφαρμογή των επαχθών μέτρων που σχεδιάζει. Δεν είναι, όμως – κι αυτό, παρά το γεγονός ότι έχει τη στήριξη από τον ηγέτη του Λαϊκού Κόμματος, Μαριάνο Ραχόι, ο οποίος «πάγωσε» τα στελέχη του κόμματός του που ήθελαν επιθετική στάση κατά της κυβέρνησης και ξεκαθάρισε ότι δεν προτίθεται ούτε να ζητήσει πρόωρες εκλογές ούτε όμως και να καταθέσει πρόταση μομφής στη Βουλή. «Προτιμώ τη φθορά τους», φέρεται να δήλωσε ο Ραχόι – ωστόσο, είναι φανερό ότι με τη στάση του συμβάλλει αποφασιστικά στο να περάσουν άμεσα τα αντιλαϊκά μέτρα.
Αγορές, Κομισιόν, ΕΚΤ και επιχειρήσεις απαιτούν τομές εδώ και τώρα, μην αφήνοντας κανένα πρακτικά περιθώριο στον Θαπατέρο να θέσει διαφορετικό χρονοδιάγραμμα – διότι, για την ουσία ούτως ή άλλως δεν τίθεται θέμα διαφωνίας του. Για να τον προειδοποιήσουν, μάλιστα, την Πέμπτη έριξαν πυραύλους στο χρηματιστήριο, προκαλώντας του απώλειες της τάξης του 6%, ενώ τα γνωστά σπρεντ –τα οποία αποτυπώνουν πόσο ακριβότερα δανείζεται μια χώρα σε σχέση με τη Γερμανία– πήραν την ανηφόρα.
Βλέπετε, αυτή είναι μια εξαιρετικά κρίσιμη φάση για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο και δεν υπάρχει περιθώριο για υποχωρήσεις, αναβολές ή κινήσεις καλής θέλησης από την πλευρά του. Μετά τη διασωλήνωση των τραπεζών και στρατηγικής σημασίας κλάδων προκειμένου να μην παρασυρθούν από το τσουνάμι που προκάλεσε το σπάσιμο της φούσκας των «τοξικών ομολόγων», τώρα επιχειρείται να βγουν από την εντατική και να γυρίσουν, έστω και αλλαγμένες (λόγω των μεγάλων ανακατατάξεων που έχουν συντελεστεί στο μεταξύ), στην παλιά τους ζωή. Η ΕΚΤ ανήγγειλε ήδη ότι θα αρχίσει το σταδιακό κλείσιμο της αντλίας του οξυγόνου – δηλαδή, της απεριόριστης παροχής φτηνού χρήματος προς τους μεγάλους παίκτες της αγοράς. Η αιτία δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι, με τον τρόπο αυτό, κινδυνεύει να δημιουργηθεί μια νέα φούσκα, δηλαδή τα τεράστια κεφάλαια που διατέθηκαν να παραμείνουν χωρίς αντίκρισμα και να προκαλέσουν ένα νέο και πιο επώδυνο γύρο κρίσης και ύφεσης. Έτσι, επιταχύνεται η έφοδος στη μοναδική πραγματική δεξαμενή κεφαλαίων που υπάρχει, δηλαδή την υπεραξία του παραγόμενου πλούτου – κάτι που σημαίνει, με πολύ απλά λόγια, πρωτοφανή ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, σε όλες τις πλευρές της ζωής τους.
Για τους καπιταλιστές και τις κυβερνήσεις τους, τα πράγματα είναι απλά: Οι χώρες της Ευρώπης οφείλουν, η μία μετά την άλλη, να ακολουθήσουν το δρόμο που χάραξε η Ιρλανδία, η οποία έχει μειώσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά τουλάχιστον 15% και να τσακίσει τις κοινωνικές δαπάνες. «Κάντε το όπως και οι Ιρλανδοί», συστήνουν οι Βρυξέλλες, επιχειρώντας να αναγορεύσουν και πάλι σε «θαύμα» της Ευρώπης τον αποκαλούμενο κέλτικο τίγρη, έστω κι αν αυτή τη φορά το θαύμα δεν θα αφορά στην ανάπτυξη αλλά στην άγρια λιτότητα. Πιέζουν δε με κάθε τρόπο για να εφαρμοστεί η συνταγή – μόνο που, παρά τα λεγόμενά τους, κάθε άλλο παρά κερδοφόρα έχει αποδειχθεί στην πράξη. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι από το 2007 μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση του Δουβλίνου έχει παρουσιάσει όχι έναν, αλλά τρεις προϋπολογισμούς, που ο ένας συμπληρώνει τον άλλο και προσθέτει διαρκώς νέα και ακόμη πιο επαχθή μέτρα, καθώς τα προηγούμενα αποδεικνύεται ότι δεν αρκούν. Διότι μπορεί τα ιρλανδικά σπρεντ να διατηρούνται χαμηλά, όμως η πολυπόθητη ανάκαμψη και έξοδος από την κρίση δεν έρχονται.
Βεβαίως, αυτή η εικόνα δεν δείχνει να πτοεί τις κυβερνήσεις των περισσότερων χωρών, που έχουν παραμυθιαστεί ότι η «ιρλανδική συνταγή» είναι μονόδρομος. Έτσι, Γαλλία, Πορτογαλία, Βρετανία και, φυσικά, Γερμανία, έχουν πάρει σειρά για το… εμβόλιο της λιτότητας.
Ο Σαρκοζί, σύμφωνα με το «μυστικό σχέδιό» του, το οποίο παρουσίασε πρόσφατα το περιοδικό Νουβέλ Ομπσερβατέρ, εκτός από την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, προχωρά ήδη από φέτος σε μείωση κατά χιλιάδες του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ παγώνει ουσιαστικά τις αποδοχές τους για τα επόμενα χρόνια. Ο Πορτογάλος Σόκρατες κατέθεσε αυτή την εβδομάδα το δικό του προϋπολογισμό λιτότητας, ενώ δεν αποκλείεται άμεσα να πάρει και άλλα μέτρα, καθώς οι «αγορές» εξοργίστηκαν από το γεγονός ότι προβλέπει μείωση του ελλείμματος μόνο κατά 0,5% το 2010.
Στη δε Βρετανία, Εργατικοί και Τόρις προαναγγέλλουν επώδυνο πρόγραμμα περικοπής των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, χωρίς καν να πτοούνται από το ενδεχόμενο να έχουν μεγάλο πολιτικό κόστος στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Όσο για τη Γερμανία, η Μέρκελ και ο υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε προειδοποίησαν ότι μετά τον ήπιο φετινό προϋπολογισμό, οι εργαζόμενοι θα εισέλθουν σε στενωπό λιτότητας, έτσι ώστε όχι μόνο να επιστρέψει το έλλειμμα κάτω από το 3%, αλλά και να ικανοποιηθεί η συνταγματική (από πέρυσι) απαίτηση που θέλει τον προϋπολογισμό να είναι πλήρως ισοσκελισμένος.
Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχουν μάλιστα και ορισμένοι οι οποίοι προχωρούν ακόμη περισσότερο, θέλοντας να αποδείξουν ότι είναι τα καλά παιδιά της ΕΕ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Λετονία, η πρώτη που γνώρισε τις σαρωτικές συνέπειες της κρίσης και αναγκάστηκε να προσφύγει στις αγκάλες του ΔΝΤ, αλλά και η Βουλγαρία, η φτωχότερη των «27»: Ο πρωθυπουργός της Μπόικο Μπορίσοφ προχωρεί στο κλείσιμο περίπου 150 νοσοκομείων κυρίως στην επαρχία, βυθίζοντας στην απόγνωση χιλιάδες συμπατριώτες του – με στόχο, η χώρα του να είναι η μοναδική που το 2010 θα καταγράψει έλλειμμα κάτω από το 3%!
Οι πάντες καταλαβαίνουν ότι αυτές οι πολιτικές θα οξύνουν ακόμη περισσότερο το κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο ήδη έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, ο ένας στους έξη πολίτες αντιμετωπίζει άμεσα πρόβλημα στέγης ή ζει κάτω από άθλιες συνθήκες, ενώ την ίδια στιγμή, στη Βρετανία, τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν πως το χάσμα ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς είναι το μεγαλύτερο από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, ίσως και μεταπολεμικά.
Επειδή δε η κατάσταση αρχίζει να μυρίζει μπαρούτι, τα διάφορα «παπαγαλάκια», σε όλη την Ευρώπη και στην Ελλάδα, έχουν αρχίσει να μας παραμυθιάζουν με το σενάριο ότι για όλα φταίνε οι κερδοσκόποι των αγορών, οι οποίοι δήθεν έχουν βάλει στο στόχαστρο το... καλό μας το ευρώ και έχουν ξεκινήσει την επίθεση από τους πιο αδύναμους κρίκους. Συμβαίνει, δηλαδή, κάτι ανάλογο με το χρηματοπιστωτικό κραχ – που επιχειρήθηκε να αποδοθεί στα γκόλντεν μπόις και τις «ακραίες πρακτικές» των αγορών, έτσι ώστε να αθωωθεί το σύστημα συνολικά.
Όσοι υποστηρίζουν αυτή την άποψη λησμονούν, βεβαίως, ότι όλοι αυτοί οι κερδοσκόποι δεν είναι άγνωστοι, αλλά βρίσκονται εντός των ίδιων των τραπεζών και των ασφαλιστικών, που κερδίζουν δισ. ποντάροντας στα χρηματιστήρια των ομολόγων και παίζοντας στοιχήματα με τις τύχες ολόκληρων χωρών. Ξεχνούν, επίσης, να μας πουν ότι το Βερολίνο και το γερμανικό κεφάλαιο, που έχει έντονα εξαγωγικούς προσανατολισμούς, επιθυμούσε διακαώς την αποδυνάμωση του ευρώ – το οποίο έχει όντως υποχωρήσει σημαντικά τις τελευταίες εβδομάδες έναντι του δολαρίου, με το πρόσχημα της κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία.
Πάνω από όλα δε, αποκρύπτουν το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, ανεξαρτήτως αν έχει την έδρα του σε μικρές, μεσαίες και μεγάλες χώρες, απαιτεί επιτακτικά την ολοκλήρωση των μεγάλων και αντιδραστικών τομών στις εργασιακές σχέσεις και το ασφαλιστικό, έτσι ώστε να καταστεί πιο ανταγωνιστικό στο άγριο διεθνές περιβάλλον. Και οι κυβερνήσεις του, όπως είναι φυσικό, σπεύδουν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του.

Ανοιχτή συναίνεση κεντροαριστεράς


Ηανοιχτή και βαθιά συναίνεση ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κόμματα της κάθε χώρας χαρακτηρίζει την υιοθέτηση και εφαρμογή των πακέτων λιτότητας στην Ευρώπη, γεγονός που συνιστά μια ακόμη απόδειξη ότι το μπλοκ εξουσίας έχει πλέον ενοποιηθεί ουσιαστικά πάνω στον καμβά της ολοκληρωτικής επίθεσης κατά των εργαζομένων. Οι εικόνες που εκτυλίσσονται το τελευταίο διάστημα στο ελληνικό κοινοβούλιο και στα παράθυρα των ΜΜΕ, όπου εκπρόσωποι του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ, αλλά και του ΛΑΟΣ δηλώνουν –μετά ή άνευ όρων– τη συμφωνία τους με τα μέτρα που παίρνει ο Παπανδρέου, κάνουν επίσης την εμφάνισή τους στην Πορτογαλία και την Ισπανία, στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Πορτογαλία, όπου βρίσκεται στο τελικό στάδιο η συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2010, οι προτάσεις του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Ζοσέ Σόκρατες δεν θα είχαν καμία πιθανότητα να εγκριθούν χωρίς τη στήριξη της αντιπολίτευσης του δεξιού (παρά το όνομά του) Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, καθώς η κυβέρνηση δεν διαθέτει την απαραίτητη πλειοψηφία βουλευτών. Έτσι, οι δύο άτυποι εταίροι έχουν καταλήξει στην αποχή της αντιπολίτευσης από την ψηφοφορία, ώστε ο προϋπολογισμός να πάρει το πράσινο φως.
Την ίδια στιγμή, στη Γαλλία, όπου τα κόμματα προετοιμάζονται για τις κρίσιμες περιφερειακές εκλογές του Μαρτίου και, κατά συνέπεια, εμφανίζονται σχετικά συγκρατημένα, είναι εντυπωσιακή η σύμπλευση που παρατηρείται στο θέμα της αύξησης των ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση. Τόσο η δεξιά κυβέρνηση του Φρανσουά Φιγιόν όσο και η αντιπολίτευση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, του οποίου ηγείται η κόρη του Ντελόρ, Μαρτίν Ομπρί, υποστηρίζουν πως είναι απαράδεκτο ο μέσος όρος να βρίσκεται σήμερα στα 60 χρόνια. «Είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε και σίγουρα θα προχωρήσουμε προς τα 61 ή 62 χρόνια», δήλωσε πρόσφατα η Ομπρί, «αίροντας ένα ταμπού για τους Σοσιαλιστές», όπως έγραψε το περιοδικό Νουβέλ Ομπσερβατέρ.
Στη Βρετανία, οι προεκλογικές θέσεις των κομμάτων, των κυβερνώντων Νέων Εργατικών και της αντιπολίτευσης των Συντηρητικών (οι οποίοι προηγούνται με διαφορά), μιλούν από μόνες τους: Η μόνη διαφορά ανάμεσα στον ηγέτη των πρώτων Γκόρντον Μπράουν και τον πρωθυπουργό εν αναμονή Ντέιβιντ Κάμερον είναι το ποιος θα υποσχεθεί στους Βρετανούς μεγαλύτερες περικοπές και μειώσεις μισθών.
Όσο για την Γερμανία, εκεί η συναίνεση στηρίζεται σε περισσότερο σταθερές βάσεις από οπουδήποτε αλλού: Η αντιδραστική «Ατζέντα 2010» του Σρέντερ είχε ως συνέχεια την τετραετή συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών – η οποία, με τη σειρά της, έγινε μοντέλο για αρκετές ακόμη χώρες της Ευρώπης.






Εργατικές αντιστάσεις σε Ιρλανδία, Ισπανία κ.α.


Είναι αλήθεια ότι στην Ιρλανδία, στα τέλη του περασμένου Νοέμβρη και μετά την εξαγγελία του τρίτου κατά σειρά πακέτου λιτότητας, τα συνδικάτα πραγματοποίησαν τη μεγαλύτερη πανεθνική απεργία που έχει γίνει στη συγκεκριμένη χώρα εδώ και 30 χρόνια. Είναι γεγονός ότι στην Πορτογαλία, μετά το ναυάγιο της συναινετικής πολιτικής που επί μήνες ακολούθησε με συνέπεια ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός, προετοιμάζονται κινητοποιήσεις. Πράγματι, στην Ισπανία, η UGT και οι Εργατικές Επιτροπές (Κομισιόνες Οβρέρας) προχωρούν στην οργάνωση εβδομάδας αγώνα στα τέλη του Φεβρουαρίου. Στη Γερμανία, επίσης, αυτή την εβδομάδα, δεκάδες χιλιάδες ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του συνδικάτου των εργαζομένων στο Δημόσιο (Verdi) και συμμετείχαν σε προειδοποιητικές στάσεις εργασίας, απειλώντας με μεγαλύτερες και πιο εκτεταμένες κινητοποιήσεις. Και φυσικά, κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει την άρνηση των Ισλανδών να πληρώσουν «κερατιάτικα» σε Βρετανούς και Ολλανδούς, γεγονός που ανάγκασε πρόσφατα τον πρόεδρο της χώρας να αρνηθεί να υπογράψει σχετικό νόμο της (κεντροαριστερής) κυβέρνησης της χώρας.
Τίποτε από όλα αυτά, όμως, δεν μπορεί να συγκαλύψει τα δύο δεδομένα με τη μεγαλύτερη σημασία: Αφενός, οι όποιες εργατικές αντιστάσεις έχουν εκδηλωθεί μέχρι σήμερα είναι, χωρίς καμία υπερβολή, σχεδόν αμελητέες αν συγκριθούν με την ένταση, τη διάρκεια και το βάθος της επίθεσης την οποία έχουν εξαπολύσει το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του, απ’ άκρου εις άκρον της Ευρώπης (και όχι μόνο, φυσικά). Κι αυτό είναι κάτι που, αναμφίβολα, έχει επιτρέψει στο μπλοκ εξουσίας να… απασφαλίσει και να επιτίθεται ακάθεκτο, κατά κύματα και από όλες τις πλευρές στον κόσμο της εργασίας.
Αφετέρου, είναι ξεκάθαρο ότι η στάση των φορέων του αστικού συνδικαλισμού τα προηγούμενα χρόνια, που συνέβαλε αποφασιστικά στην επί τα χείρω αλλαγή των συσχετισμών για τους εργαζόμενους, δεν μπορεί να ξεπλυθεί με μερικές ντουφεκιές στον αέρα, ο μόνος στόχος των οποίων είναι να μην απολεσθεί πλήρως η «αξία χρήσης» τους για το σύστημα, ως μηχανισμών διαμεσολάβησης. Η γενικευμένη οργή που επικρατεί στην Ελλάδα απέναντι στη ΓΣΕΕ είναι κάτι που θα συναντήσει κανείς και σε άλλες χώρες της Ευρώπης – όπως στην Ισπανία, όπου η πρόταση των συνδικάτων για τη νέα ΣΣΕ (με ισχύ μεγαλύτερη του ενός έτους) περιέχει αυξήσεις της τάξης του 1-2% ή στην Ιταλία, όπου δεν έχει υπάρξει ακόμη ουσιαστική αντίδραση στις χιλιάδες απολύσεις που ανακοινώθηκαν από μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους τις τελευταίες εβδομάδες.
Η σαφής πρόθεση και η συστηματική προσπάθεια των παραδοσιακών συνδικάτων να μετατραπούν σε «υπεύθυνη δύναμη» στο πλαίσιο του αστικού πολιτικού συστήματος, αποδεχόμενα ουσιαστικά το μερίδιο ευθύνης των εργαζομένων για την εύρυθμη λειτουργία του, έχει πρακτικά αφαιρέσει από τους εκπροσώπους τους κάθε δυνατότητα να οργανώσουν την αντίσταση και τους αγώνες που απαιτεί η εποχή. Σήμερα, την περίοδο της μεγάλης αναμέτρησης, είναι περισσότερο από ποτέ φανερό ότι αποτελούν μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης.
Ταυτόχρονα, βεβαίως, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει, τουλάχιστον όχι ακόμη, η «κρίσιμη μάζα» που μπορεί να συγκροτήσει ένα νέο εργατικό κίνημα, ανεξάρτητο και ασυμβίβαστο, μαζικό και ανατρεπτικό, ικανό να αντιπαρατεθεί εφ’ όλης της ύλης, να οργανώσει τους αγώνες και να τους δώσει περιεχόμενο, προοπτική και, πάνω από όλα, νίκες. Η προσπάθεια ασφαλώς συνεχίζεται, όμως είναι αλήθεια πως κάθε μέρα που περνά τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα.

0 Τοποθετησεις: