Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Στη μάχη με ψηφοδέλτια ανατροπής

ΑΝΤΩΝΗΣ ΔΡΑΓΑΝΙΓΟΣ

Με πρόγραμμα ανατροπής της επίθεσης που έχουν εξαπολύσει κυβέρνηση, ΕΕ και ΔΝΤ στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές. Πάλη για ανατροπή της κυβέρνησης και του μνημονίου, με σαφή αντι-ΕΕ προσανατολισμό, αντικαπιταλιστική φυσιογνωμία και ορίζοντα την εργατική εξουσία. Για ταξική ανασυγκρότηση του λαϊκού κινήματος στις πόλεις κατά του «Καλλικράτη».


Πολιτική μάχη εφ’ όλης της ύλης
ΕΚΛΟΓΕΣ «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ»

Οι δημοτικές εκλογές και περιφερειακές εκλογές του Νοέμβρη έρχονται σε συνθήκες μιας οιωνεί πολιτικής κρίσης. Μεγάλα τμήματα των εργαζόμενων αποδεσμεύονται από το αστικό πολιτικό σύστημα και τον αστικό δικομματισμό, που θα μπει σε περίοδο κρίσης, αν δεν είναι κιόλας.
Η ΝΔ παρουσιάζει τη στιγμή αυτή αποσυνθετικά φαινόμενα, ενώ στο ΠΑΣΟΚ συσσωρεύονται σοβαρές προϋποθέσεις για μια πολύ βαθιά κρίση. Το κάθε μέτρο που λαμβάνει η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την όλο και μεγαλύτερη δυσπιστία και απόρριψη της κοινωνίας.

Ο χυδαίος εκβιασμός «δέχεστε το μεσαίωνα ή καταρρέουμε» εξαντλεί μέσα σε λίγους μήνες τα καύσιμά του, ιδιαίτερα όταν τα μέτρα που παίρνονται με την ευλάβεια ενός φανατικού και τη βία μιας «χούντας», όπως ο νόμος Λοβέρδου για την απαγόρευση των αυξήσεων στον ιδιωτικό τομέα, δεν έχουν καμιά σχέση με τα ελείμματα και απλά αποκαλύπτουν και στον πιο δύσπιστο τη σκληρή «ταξική επιλογή» που κρύβεται πίσω από το μνημόνιο.

Η εκλογική αντοχή που δείχνει η ΠΑΣΚΕ μέχρι πρόσφατα σε μια σειρά μεγαλους εργατικούς χώρους (πρόσφατα π.χ. στο σύλλογο της ΑΤΕ) στηρίζεται σε μια σειρά λόγους, όπως η σχετική απήχηση του εκβιασμού «μέτρα ή χρεοκοπία», η αποσύνθεση της ΝΔ, η ροή δυνάμεων προς τα κόμματα εξουσίας, τους εργοδοτικούς και ευρύτερα τους μηχανισμούς εξουσίας, αλλά και κάτι ακόμα σημαντικότερο: Την αδυναμία της Αριστεράς να εμπνεύσει ότι είναι ικανή να ηγηθεί σε ένα μεγάλο αγώνα, μια νικηφόρα σύγκρουση με το μνημόνιο και την πολιτική της τρόικας, της κυβέρνησης και του κεφαλαίου, να την ανατρέψει, να πετύχει νίκες και βελτιώσεις στη ζωή των εργαζόμενων σήμερα, αλλά και να ανοίξει το δρόμο για μια άλλη εξουσία και μια άλλη κοινωνία αύριο.

Μόνο έτσι μπορεί, πιστεύουμε να ερμηνευθεί η καχεξία της Αριστεράς που αδυνατεί να κερδίσει το ρεύμα αποστοίχισης, το οποίο, για την ώρα, προσανατολίζεται μαζικά στην αποχή, το λευκό και το άκυρο. Αλλά αυτή η πολιτική τάση –ανερχόμενη σε όλες τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις– δεν αντιστρέφεται με επικλήσεις «ενάντια στην αποχή». Αντιστρέφεται, αν οι εργαζόμενοι, ιδιαίτερα τα πιο ριζοσπαστικά τους τμήματα, πιστέψουν πραγματικά σε κάτι, εμπνευστούν, πιστέψουν ότι μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα και –τέλος– αρχίζουν να διακρίνουν ένα δρόμο για να γίνει αυτό. Αλλιώς, όσο ηρωική και να είναι η αντίσταση, οι πολιτικοί συσχτισμοί δεν πρόκειται να αλλάξουν.
Κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και τις επερχόμενες περιφερειακές και αυτοδιοικητικές εκλογές.

Πριν από όλα και πάνω από όλα λοιπόν οι εκλογές του Νοέμβρη έχουν ένα πολιτικό διακύβευμα: Θα βγουν ενισχυμένοι η κυβέρνηση και το μπλοκ εξουσίας ώστε να συνεχίσουν με ακόμα πιο βάρβαρο τρόπο την επίθεσή τους στο λαό ή θα βγουν από τη μάχη αυτή σοβαρά αδυνατισμένοι, θα εκφραστεί η οργή του κόσμου σε αριστερή, ανατρεπτική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση; Θα προκύψουν συσχετισμοί που θα «σταθεροποιούν» το πολιτικό σύστημα και την επίθεσή του ή θα αναδειχθεί η δυνατότητα και η τάση για ένα νέο συσχετισμό που θα το κλονίσει και θα το αποσταθεροποιήσει, οξύνοντας τις δυσκολίες για τη συνέχιση και κλιμάκωση της επίθεσης;

Οι προσπάθειες που κάνει ήδη η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι να «αποπολιτικοποιήσει» τη μάχη, να της προσδώσει επιμέρους, «αυτοδιοικητικά» χαρακτηριστικά. Είναι ευνόητο. Είτε η «αποπολιτικοποίηση», είτε η με οποιοδήποτε τρόπο υποτίμηση ή αποχή από τη μάχη αυτή με οποιοδήποτε μανδύα και αν προβάλλεται, ρίχνει νερό στο μύλο της κυβέρνησης και του πολιτικού συστήματος, που θα ήθελε να μετατοπίσει τη συζήτηση σε επι μέρους ζητήματα, στα πρόσωπα, ή έστω να στείλει τον κόσμο στο σπίτι του απογοητευμένο και με την αίσθηση της αδυναμίας κυρίαρχη.
Η πορεία προς τις εκλογές του Νοέμβρη πρέπει να είναι μια πορεία όξυνσης των αγώνων. Πρέπει ταυτόχρονα να είναι, πρώτα από όλα μέσα στους αγώνες, αλλά και στο εκλογικό πεδίο, ένα μαχητικό κάλεσμα για την καταδίκη του πολιτικού συστήματος συνολικά και της βάρβαρης πολιτικής του: για την καταδίκη του «μνημονίου» κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ και συνολικά της πολιτικής του κεφαλαίου και της ΕΕ, που φορτώνουν τα βάρη της κρίσης στους εργαζόμενους και στη νεολαία ξεθεμελιώνοντας τα κοινωνικά και εργασιακά τους δικαιώματα. Την καταδίκη της αδίσταχτης κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και όλων της των υποψηφίων και την ενίσχυση της πάλης για την ανατροπή της. Του ρατσιστικού και αντιδραστικού ΛΑΟΣ που ψήφισε το τερατώδες μνημόνιο, και συμπεριφέρεται σαν η αντικομμουνιστική και αντεργατική δύναμη κρούσης του συστήματος. Της ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά, που «διαφωνεί» με το μηχανισμό στήριξης, συμφωνώντας με τα μέτρα που παίρνονται.

Οι εκλογές είναι μια μεγάλη αφορμή για να ενισχυθεί μέσα στο λαό, πρώτα από όλα μέσα στα αγωνιζόμενα κομμάτια της εργατικής τάξης, της μαχόμενης νεολαίας και της ριζοσπαστικής διανόησης, η πεποίθηση ότι «διέξοδος» από την κρίση μπορεί να είναι μόνο σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, στη βάση ενός προγράμματος ρήξης με τις κεντρικές επιλογές του καπιταλισμού στο πολιτικό και στο τοπικό επίπεδο, με ορίζοντα μια νέα απελευθερωτική προοπτική για τους εργαζόμενους και την κοινωνία. Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν περιγράψει τα βασικά στοιχεία ενός τέτοιου προγράμματος.

Πρέπει να είναι πορεία ενίσχυσης της πάλης κατά της ΕΕ, που αποτελεί τον πολυεθνικό οργανωτή της ιστορικής επίθεσης ενάντια στους λαούς της Ευρώπης, η οποία μετασχηματίζεται παραπέρα σε ένα τερατώδη μηχανισμό, που τα «ελλείμματα» και οι «οικονομικοί δείκτες» ενίσχυσης της κερδοφορίας του κεφαλαίου θα αποτελούν το σύνταγμά της, ενώ τα εργατικά λαϊκά δικαιώματα και οι αγώνες θα μπαίνουν στην παρανομία. Ρήξη, απειθαρχία με το μηχανισμό της ΕΕ. Πάλη για αποδέσμευση από αυτόν και τους νόμους του κεφαλαίου και των αγορών, να ποιος είναι ο όρος για μια αριστερή, περισσότερο δε αντικαπιταλιστική απάντηση στην κρίση σήμερα.

Η καταδίκη της κυρίαρχης πολιτικής και των φορέων της έχει ως συστατικό της στοιχείο την αντίθεση και την πάλη κατά του «Καλλικράτη». Την αντιδραστική αυτή μεταρρύθμιση της κυβέρνησης και της ΕΕ, που οικοδομεί ένα ακόμα πιο αντιδημοκρατικό και γραφειοκρατικό, εχθρικό στους εργαζόμενους, φορομπηχτικό και ανταποδοτικό, άρρηκτα δεμένο με τις τράπεζες και το κεφάλαιο, πλήρως ενσωματωμένο στο «κεντρικό» κράτος και την ΕΕ, «τοπικό κράτος». Καμιά αυταπάτη ότι οι Δήμοι είναι ή μπορεί να γίνουν λαϊκός θεσμός, να παίξουν «θετικό ρόλο» στην ανάσχεση της επίθεσης, να γίνουν αντικείμενο κάποιων «αριστερών πλειοψηφιών». Οι δήμοι και οι περιφέρειες, ιδιαίτερα οι «Καλλικρατικοί» είναι απόλυτα εχθρικοί απέναντι στην εργαζόμενη πλειοψηφία. Η Αριστερά ή θα είναι αντιδιαχειριστική ή θα πάρει θέση στην αφετηρία της πολιτικής και κινηματικής αντιπολίτευσης στο μηχανισμό ΕΕ - κεντρικού κράτους - τοπικού κράτους ή δεν θα είναι Αριστερά και σε τελική ανάλυση δεν θα υπάρχει.

Η περίοδος αυτή, θα είναι περίοδος ανάδειξης των οξύτατων ιδιαίτερων τοπικών, περιβαλλοντικών και άλλων προβλημάτων που επηρεάζουν άμεσα, με ιδιαίτερο τρόπο τη ζωή των ανθρώπων στις πόλεις και τις περιφέρειες. Οι ιδιαίτερες μορφές που παίρνει η κρίση σε κάθε περιοχή, η εγκατάλειψη και η οικιστική αποσάθρωση ολόκληρων περιοχών (είτε είναι δέκα λεπτά από την Ομόνοια, είτε μεγάλα τμήματα της περιφέρειας), η οικολογική καταστροφή στην ύπαιθρο, ο κατακερματισμός και η αβίωτη ζωή των πόλεων, όλα αποτελέσματα μιας κοινωνίας που υποτάσσει, μαζί με τον άνθρωπο και τον χρόνο του, και το χώρο στην «ανταποδοτικότητα» και το κέρδος, θα αποτελέσει σημαντικό πεδίο αντικαπιταλιστικής κριτικής και παρέμβασης.

Η πάλη με αυτά τα χαρακτηριστικά απαιτεί ένα άλλο κίνημα εργατικό και «τοπικό». Στην ύπαιθρο και την πόλη. Κίνημα μαζικό, πολιτικό, σε ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική, ανεξάρτητο από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, τους δήμους, κάθε κρατική ή άλλη παρέμβαση. Η ριζοσπαστική Αριστερά έχει σημαντική συνεισφορά και στο εργατικό και στα «τοπικά» κινήματα από τη δημιουργία μορφών αυθεντικής οργάνωσης των αγωνιζόμενων και συντονισμού τους (πρωτοβουλίες σωματείων στο εργατικό κίνημα, λαϊκές συνελεύσεις και επιτροπές αγώνα στις γειτονιές κ.λπ.). Μόνο ένα τέτοιο κίνημα μπορεί σήμερα να αποτελέσει αντίπαλο δέος στην επίθεση.

Αυτή η πολιτική κατεύθυνση δεν αποτελεί μια ιδιαιτερότητα της «εκλογικής μας τακτικής». Είναι η συνολική πολιτική κατεύθυνση στη βάση της οποίας παλεύουμε όλη αυτήν την περίοδο και επομένως και στις εκλογές. Άλλωστε, αν κάτι ξεχωρίζει σε αυτήν τη μάχη, αν υπάρχει ένα ιδιαίτερο στοιχείο, τότε αυτό είναι ακριβώς ο έντονα πολιτικός της χαρακτήρας. Δεν είναι επίσης μια στενή, «δική μας», ξεροκέφαλη απαίτηση. Είναι το περιεχόμενο και η πολιτική κατεύθυνση που πρέπει να προβάλει όλη η Αριστερά για να αποτελέσει πολιτική δύναμη αντίπαλη στο καθεστώς. Είναι το περιεχόμενο στη βάση του οποίου μπορούν να συγκροτούνται σε ανώτερο επίπεδο οι πρωτοπόρες, μαχόμενες δυνάμεις του κινήματος, να εμπνεύσουν μια ευρύτερη λαϊκή αντεπίθεση. Δεν αποτελεί τέλος μια «οδηγία προς ναυτιλομένους». Αποτελεί έναν οδηγό μάχης για παρέμβαση στους εργαζόμενους, σε κάθε επίπεδο από την περιφέρεια ως τις πόλεις, μακριά από τη λογική των τεχνητών διαχωρισμών (άλλο περιφέρεια, άλλο πόλη), φυσικά σε συνάρτηση και συνδιαμόρφωση με τον κόσμο που συμμετέχει.

Σε αυτήν τη βάση εκτιμάμε ότι στην παρούσα μάχη δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για εκλογικές συνεργασίες με τις δυνάμεις της ρεφορμιστικής Αριστεράς. Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, μετά το συνέδριο και την από τα δεξιά διάσπασή του, επαναλαμβάνει με την ίδια θέρμη διαχειριστικές, «αντινεοφιλελεύθερες» θέσεις, που ενισχύονται από μια τάση συσπείρωσης πίσω από την παρούσα ηγεσία του.

Έτσι, στην απόφαση της πρόσφατης ΚΠΕ του ΣΥΝ (16-17/7) περιγράφεται, στη βάση των αποφάσεων του Συνεδρίου, μια «απάντηση στην κρίση» με στοιχεία όπως: «απεμπλοκή από τον “μηχανισμό στήριξης” και αντικατάστασή του με χρηματοδότηση από την ΕΚΤ!», λες και η ΕΚΤ δεν είναι ο πυρήνας του μηχανισμού! «Κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας και αντικατάστασή του από ένα Σύμφωνο Σταθερότητας και Αλληλεγγύης», της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, αντί ρήξης και αποδέσμευσης από αυτήν. «Επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους, μείωση των επιτοκίων και διαγραφή μέρους του» –μια κανονική πρόταση αναδιάρθρωσης– αντί παύση πληρωμών - διαγραφής του. «Κοινωνικό έλεγχο» και «δημόσιο πυλώνα» στις τράπεζες αντί εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση των ήδη χιλιοαποζημιωμένων τραπεζών. «Στρατηγικό σχέδιο μεταρρύθμισης και ανασυγκρότησης του κράτους με διαφάνεια, αξιοκρατία, που θα καταπολεμά τη γραφειοκρατία και τη ρουσφετολογία» και άλλα τέτοια τρομερά ...ριζοσπαστικά, που βέβαια λογικά καταλήγουν στο θέμα της ΤΑ στο κάλεσμα για μια «σύγχρονη, δημοκρατική, ριζοσπαστική και αποτελεσματική ΤΑ»(!) με «ενίσχυση των θέσεων της Aριστεράς» εντός της. Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα πολιτικής εκλογικής συνεργασίας με αυτές τις πολιτικές θέσεις.

Δεν υπάρχει επίσης δυνατότητα κοινής εκλογικής παρέμβασης με το ΚΚΕ, το οποίο εκτός από τις γενικότερες διαφορές που αναδείχτηκαν το διάστημα αυτό, εκτός του ότι στα τοπικά ζητήματα στέκεται απέναντι σε κάθε κίνημα στο οποίο υπάρχει και κάποιος άλλος εκτός από τις δυνάμεις του, συμβάλλοντας αντικειμενικά στην αποδυνάμωση και τη διάσπαση των αγώνων, φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για πολλές ...κουβέντες. Το ΠΓ αποφάσισε για τους συνδυασμούς, το όνομα και τους επικεφαλής, από τον Έβρο ως την Κρήτη.

Αντιδραστικός ο «Καλλικράτης»
ΥΠΟΤΑΓΜΕΝΟΣ ΣΕ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΕΕ

Αναπόσπαστο τμήμα αυτής της επίθεσης είναι και η αναδιάρθρωση των μηχανισμών του «τοπικού κράτους» μέσα από το σχέδιο Καλλικράτης. Είναι βαθιά αντιδραστική και αντιδημοκρατική μεταρρύθμιση που έρχεται να κάνει πράξη τις πολιτικές του μνημονίου, αναφέρει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο κείμενο που καταλήχθηκε στη Γεωπονική.

Ο «Καλλικράτης» γενικεύει τις ιδιωτικοποιήσεις και την ανταποδοτική λειτουργία των δήμων. Το κράτος περνάει αρμοδιότητες και υπηρεσίες στους υπερχρεωμένους Δήμους, όχι για να «αποκεντρώσει» τις λειτουργίες του, αλλά για να φορτώσει ένα νέο δυσβάσταχτο κόστος στους εργαζόμενους. Ενισχύει τις περικοπές στην υγεία και την παιδεία, στα σχολεία, στα Πανεπιστήμια και τα Νοσοκομεία. Επιβάλλει βαθύτερη σύνδεση του τοπικού κράτους με τις τράπεζες και το κεφάλαιο μέσα από το πλέγμα των επιχειρήσεων των Δήμων και των Περιφερειών, έτσι που το «τοπικό κράτος» να γίνει όμηρος των τραπεζών. Προωθεί μαζικές απολύσεις υπαλλήλων και συμβασιούχων και ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Εντείνει την αυταρχική θωράκιση του τοπικού κράτους απέναντι στο λαϊκό παράγοντα.

Ο «Καλλικράτης» επιβάλλει την πλήρη υποταγή των κάθε είδους σχεδιασμών στις κατευθύνσεις της ΕΕ, καθώς μέσα από τα «κοινοτικά κονδύλια» επιβάλλονται τα κριτήρια, οι προτεραιότητες και οι επιλογές του εθνικού και υπερεθνικού καπιταλιστικού σχεδιασμού και όχι οι ανάγκες κατοίκων και εργαζομένων. Βαθαίνει την ταξική διαφοροποίηση ανάμεσα στις πόλεις και στις περιφέρειες στο πλαίσιο της «ανταγωνιστικής» και «ανταποδοτικής» πόλης ή περιφέρειας. Θα οδηγήσει στην περαιτέρω εγκατάλειψη της επαρχίας και της υπαίθρου, ειδικά των πιο φτωχών περιοχών, και στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος στο όνομα της «ανάπτυξης». Προσπαθεί να περιορίσει τη δυνατότητα της ριζοσπαστικής κινηματικής δράσης και παρέμβασης στο τοπικό επίπεδο.

Ο «Καλικράτης» αποτελεί μια τεράστια τομή στην αντιδραστική λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Η γραφειοκρατική συνένωση των δήμων σε τεράστια έκταση, με δεκάδες χιλιόμετρα αποστάσεις μεταξύ των κοινοτήτων καταργούν κάθε έννοια «τοπικότητας» και κάθε δυνατότητα των «τοπικών κοινωνιών» να επιδρούν στις συνθήκες της ζωής τους. Το κράτος δεν «αποκεντρώνεται». Αντίθετα αποκτά πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα να ελέγχει τις τοπικές κρατικές οντότητες, ελέγχοντας απόλυτα όλους τους πραγματικούς κρίκους άσκησης πολιτικής (π.χ την χρηματοδότηση) και καθορίζοντας ένα δρακόντιο πλαίσιο ιδιωτικοοικονομικής και ανταποδοτικής λειτουργίας και σχέσεων με το κεφάλαιο και την ΕΕ, που κάθε αυταπάτη για ένα φιλολαϊκό δήμο, που παλιά ήταν «τραγωδία» για την Αριστερά, τώρα μπορεί να εκλειφθεί μόνο σαν φάρσα.

Το κράτος αποκεντρώνει (ξεφορτώνεται) τις κοινωνικές του λειτουργίες. Το κράτος, η ΕΕ και το κεφάλαιο (κατ’ αρχήν το τραπεζικό) συγκεντρώνουν απόλυτα και άτεγκτα τον ταξικό έλεγχο.

ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Πολιτικό λαϊκό κίνημα νίκης

ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΠΙΣΤΗΣ

Πάντα οι δημοτικές εκλογές είχαν έντονο πολιτικό χαρακτήρα αλλά και μια μεγαλύτερη ή μικρότερη αυτονομία για την προώθηση ιδιαίτερων ζητημάτων στη μια ή στην άλλη περιοχή. Στις εκλογές του προσεχούς Νοέμβρη ωστόσο κάθε επί μέρους επιδίωξη θα είναι χωρίς νόημα αν δεν εντάσσεται και δεν υπηρετεί το στόχο της ανατροπής του διπλού πραξικοπήματος που επιδιώκει να φορτώσει την κρίση στις πλάτες του λαού: Με την αυθαίρετη και βίαιη επιβολή μιας οικονομικής και κοινωνικής δικτατορίας απ’ τη μεριά της χούντας κυβέρνησης - ΕΕ -ΔΝΤ πέρα από κάθε δημοκρατική νομιμοποίηση που ισοπεδώνει κατακτήσεις και δικαιώματα των εργαζόμενων και των λαϊκών στρωμάτων ενός ολόκληρου αιώνα. Αλλά και με τον «Καλλικράτη» που ενταφιάζει κάθε έννοια «αυτοδιοίκησης» με τις γραφειοκρατικές συγχωνεύσεις σε δήμους και νομαρχίες, για την υποβάθμιση κάθε είδους κοινωνικής δαπάνης με τις αρμοδιότητες που τους ανατίθενται στην παιδεία, την υγεία, τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, το περιβάλλον παράλληλα με την ως τώρα περικοπή κατά 40% των παρεχόμενων πόρων, για τη μετατροπή τους σε φορομπηχτικό μηχανισμό και προεκταμένο χέρι της κεντρικής εξουσίας και της περιφερειακής πολιτικής της ΕΕ, με δεκάδες χιλιάδες απολύσεις και αναγκαστικές μετατάξεις.

Το κοινωνικό ξέσπασμα των εκατοντάδων χιλιάδων απεργών και διαδηλωτών, όσο κι αν δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη λαίλαπα των αντιλαϊκών μέτρων μέχρι σήμερα, ωστόσο δεν ηττήθηκε. Έχει φθείρει βαθιά το κυβερνητικό μπλοκ, την ίδια την ΕΕ και το ΔΝΤ, το σύνολο των αστικών πολιτικών κομμάτων, αλλά και τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Είναι ένα ρεύμα που παρά τις αμφιβολίες και τις απογοητεύσεις του παραμένει. Προμηνύει νέα ξεσπάσματα αγώνων απ’ το φθινόπωρο.

Μπροστά στις δημοτικές εκλογές, αυτή η αντεργατική και αντιλαϊκή καταιγίδα δεν πρόκειται να παρθεί πίσω με εκκλήσεις και πιέσεις αν δεν αποκτήσει συνολική πολιτική έκφραση, αν δεν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ένα συνολικό πολιτικό απεργιακό κίνημα για την ανατροπή του πολιτικού σκηνικού και της ίδιας της κυβέρνησης. Κι’ αυτό δεν μπορεί να γίνει με την αποφυγή άμεσων στόχων ρήξης και ανατροπής που μεταθέτει τη «λύση» στο απροσδιόριστο μέλλον κάποιας γενικόλογης «λαϊκής εξουσίας», όπως κάνει το ΚΚΕ. Δεν οδηγείται πουθενά με ρητορικές καταγγελίες του μνημονίου, που υποτάσσονται στην ΟΝΕ και το ευρώ, παραμένουν αυστηρά στα όρια των θεσμών, κρατούν ανοιχτές τις πόρτες στον κυβερνητισμό, αναζητούν αποστάσεις αλλά παραμένουν προσκολλημένες στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία όπως κάνει ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτό που απαιτείται αντίθετα είναι η απεύθυνση πρώτα και κύρια στους ίδιους τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, με το παράλληλο κάλεσμα κάθε καλοπροαίρετου αγωνιστή να μπει στην υπηρεσία τους, με αιτήματα και στόχους που να εκφράζουν αυθεντικά την ανάγκη για ταξική ενότητα ενάντια στο μπλοκ των αντεργατικών και αντιλαϊκών δυνάμεων. Που να τινάζουν στον αέρα κάθε προσπάθεια διάβρωσης, αποπροσανατολισμού και ποδηγέτησης της λαϊκής πάλης. Που θα εντάσσουν την πάλη κατά του «Καλλικράτη» και την παρέμβαση στις δημοτικές εκλογές στην υπηρεσία της ανατροπής της αντιδραστικής πολιτικής συνολικά. Για τη συνολική άρνηση και όχι τη μισοαναγνώριση του ληστρικού τοκογλυφικού χρέους. Για την εθνικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο. Για απαγόρευση των απολύσεων, ανατροπή του αντιασφαλιστικού εκτρώματος, αυξήσεις σε συντάξεις και μισθούς. Για δημόσια και δωρεάν παιδεία - υγεία - ασφάλιση για όλους. Νομιμοποίηση των μεταναστών. Αντικαπιταλιστική ρήξη και αποδέσμευση απ’ την ΟΝΕ, το Ευρώ και την ΕΕ που θα αποτελεί νομοτελειακή συνέπεια όλων των παραπάνω.

Σε μια τέτοια κατεύθυνση θα πρέπει κατά τη γνώμη μας η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να δώσει τη μάχη για το ξεπέρασμα των αδυναμιών της.