Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Παρακράτος ο κίτρινος Τύπος


Της Αφροδίτης Πολίτη

Ενός σκανδάλου –και ενός λουκέτου– μύρια έπονται. Δεν πέρασε μία εβδομάδα από το κλείσιμο του σκανδαλοθηρικού ταμπλόιντ News of the World, του εικονιζόμενου μεγιστάνα Ρούπερτ Μέρντοχ, και η κρίση που συμπαρασύρει τον κολοσσό των μίντια πέρασε ήδη τον Ατλαντικό: Οι τριγμοί από το παταγώδες λουκέτο στη βρετανική κίτρινη φυλλάδα κλόνισαν και την αμερικάνικη νεο-συντηρητική εφημερίδα Wall Street Journal που ανήκει στον ίδιο όμιλο. Στα απόνερα της υπόθεσης υποκλοπών, παραιτήθηκε ο 67χρονος Λες Χίντον, διευθυντής του Dow Jones της Wall Street Journal, πρωτοπαλίκαρο της News Corp. του Ρούπερτ Μέρντοχ. Παράλληλα το FBI ερευνά τις υποκλοπές του ομίλου, που ελέγχει επίσης το κανάλι Fox, σε τηλέφωνα οικογενειών θυμάτων της 11ης Σεπτεμβρίου.

Αλλά και στη Βρετανία το σκάνδαλο των υποκλοπών που ξεκίνησε να αποκαλύπτεται το 2007, εξακολουθεί να γιγαντώνεται, δημιουργώντας πολιτική κρίση. Η παραίτηση της 47χρονης Ρεμπέκα Μπρουκς, πρώην διευθύντριας της Νews Of The World και στελέχους του ομίλου, ήταν το κερασάκι στην τούρτα του μιντιακού-πολιτικού σκανδάλου, αφού η σιδηρά κυρία του κίτρινου Τύπου ήταν επίσης προσωπική φίλη και συμβούλος επικοινωνίας του πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον. Η παραίτησή της όμως, για λόγους ευθιξίας, καθώς η ίδια ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε τις υποκλοπές, ήρθε πολύ αργά για τους 200 απολυμένους δημοσιογράφους – που πιστεύουν ότι αν η «λαίδη Μάκβεθ» των υποκλοπών είχε παραιτηθεί νωρίτερα, ίσως σήμερα να μη βρισκόταν χωρίς δουλειά.

Είναι όμως πολύ αργά για δάκρυα, για τις χαμένες 200 θέσεις εργασίας, όταν τα θύματα των κοριών της βρετανικής εφημερίδας υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 4.000.

Η θρυαλλίδα που προκάλεσε την έκρηξη του σκανδάλου, ήταν η υπόθεση της εξαφάνισης και της δολοφονίας μίας 14χρονης μαθήτριας, της Μίλι Ντόουλερ, πριν από 9 χρόνια. Όπως αποδείχτηκε, η εφημερίδα είχε παγιδεύσει με κοριό το κινητό τηλέφωνο της μαθήτριας, αλλοίωνε τις κλήσεις και έστελνε ψευδείς πληροφορίες στο κοινό ότι ήταν ζωντανή, εμποδίζοντας τις έρευνες των αστυνομικών αρχών.

Μετά τη θύελλα των αποκαλύψεων, αφού είδε και απόειδε ότι το σκάνδαλο δεν μπορεί πια να συγκαλυφθεί, ο 80άχρονος Μέρντοχ αυτοπροσώπως εξέφρασε την «ειλικρινή του συγγνώμη» στην οικογένεια του θύματος και δημοσίευσε ολοσέλιδη διαφημιστική καταχώριση που γράφει με πηχυαίους τυπογραφικούς χαρακτήρες «We are sorry», για όλα όσα έγιναν όλα αυτά τα χρόνια.

Tο «σόρι» μάλλον δεν φτάνει, καθώς οι ρεπόρτερ και οι ιδιωτικοί ντετέκτιβ του ομίλου, «αλήτες - ρουφιάνοι» κατά την ελληνική διάλεκτο, παρακολουθούσαν χιλιάδες πολίτες, ανώνυμους και επώνυμους, πολιτικούς, αθλητές, οικογένειες νεκρών στρατιωτών από τον πόλεμο στο Ιρακ, θύματα των βομβιστικών επιθέσεων της 9ης Ιουλίου του 2005 αλλά και στελέχη της βρετανικής αστυνομίας.
Το σκάνδαλο εκθέτει ανεπανόρθωτα το βρετανικό πολιτικό κόσμο, που έκλεινε τα μάτια ή και πιθανότατα βοηθούσε ενεργά στη συγκάλυψη όλων αυτών των εγκλημάτων, αφού παρά τις συνεχιζόμενες αποκαλύψεις και τις καταγγελίες, η κυβέρνηση του Γκόρντον Μπράουν δεν διέταξε εισαγγελική έρευνα.

Φυσικά όπως γίνεται με κάθε σκάνδαλο, οι ίδιοι που συγκάλυπταν ή και συμμετείχαν ακόμα στη μιντιακή κόπρο, με πρώτο τον σημερινό πρωθυπουργό της Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον, που εξελέγη με τη στήριξη του ομίλου Μέρντοχ, σήμερα παρουσιάζονται ως τιμητές, υπέρμαχοι της κάθαρσης και αθώοι του αίματος. «Η κυρία Ρεμπέκα Μπρουκς έπραξε το σωστό», δήλωσε ο πρωθπουργός και προσωπικός της φίλος, όταν η πρώην διευθύντρια παραιτήθηκε, αφού ήδη η εφημερίδα είχε κλείσει και μόνο μετά την απαίτηση του σαουδάραβα πρίγκηπα και μεγαλομετόχου του ομίλου να δει κεφάλια να πέφτουν.

Το σκάνδαλο του Τύπου, που κλονίζει τον αγγλοσαξωνικό κόσμο και φανερώνει την έκταση της διαπλοκής μεταξύ «τέταρτης εξουσίας» και παρακρατικών μηχανισμών παρακολούθησης, έρχεται σε συνέχεια του σκάνδαλου παρακολουθήσεων πολιτών από μυστικές υπηρεσίες, που ξεκίνησε να αποκαλύπτεται τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ. Μάλιστα οι υποκλοπές που έκαναν οι αμερικανικές εφημερίδες του Μέρντοχ, μπαίνουν για πρώτη φορά στο στόχαστρο του FBI, ενώ υπάρχει πίεση η έρευνα να συνεχιστεί στα πεπραγμένα του ομίλου Fox, βασικού χρηματοδότη του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων και υποστηρικτή του Μπους.

Το κουβάρι της διαφθοράς, των σκανδάλων και της συνενοχής ξετυλίγεται, ξηλώνοντας όλο το πουλόβερ της επιχειρηματικής - πολιτικής διαπλοκής, από τα ξεφτίδια του λαϊκίστικου κίτρινου Τύπου, ως τα μεγάλα ειδησεογραφικά κανάλια, ναυαρχίδες του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» και του δεξιού πατριωτισμού, αλλά και τις «καθώς πρέπει» εφημρίδες του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού, όπως η Wall Street Journal.

Οι συνειρμοί για τα καθημάς είναι εύλογοι. Oι «κομιστές», οι μίζες, τα σκάνδαλα υποκλοπών που κατέληξαν στο συρτάρι, το «άπλετο φως» που θα χυνόταν και το έφαγε το σκοτάδι, το «μαχαίρι που θα έμπαινε στο κόκκαλο» αλλά τελικά πέρασε ξώφαλτσα από τους αυτουργούς των σκανδάλων, αφού στο διάβα του κατέσφαξε απλούς εργαζόμενους και άφησε θύματα όπως ο αδικοχαμένος Κώστας Τσαλικίδης, του οποίου ο θάνατος μένει ακόμα ανεξιχνίαστος, όλα αυτά αναδίδουν μια βαριά οσμή διαφθοράς που όπως αποδείχτηκε δεν είναι τριτοκοσμικό ή ελληνικό προνόμιο, αλλά ανθεί εις τας Εσπερίας.

Βέβαια, οι ντόπιοι υπέρμαχοι της μνημονιακής «κάθαρσης» υποστηρίζουν ότι η αποκάλυψη του Μερντοχ-γκέιτ δείχνει πως ο δυτικός καπιταλισμός μπορεί να πλένει τις αμαρτίες του, αφού «οι ένοχοι τιμωρούνται». Στην πραγματικότητα και το σκάνδαλο αυτό το πλήρωσαν περισσότερο όσοι έφταιγαν λιγότερο – τα ίδια τα θύματα των υποκλοπών και οι απολυμένοι εργαζόμενοι της σκανδαλοθηρικής φυλλάδας, ενώ εμφανίστηκαν ως αθώοι, μετανιωμένοι ή αποκαθαρμένοι, οι αυτουργοί των εγκλημάτων, ο μεγιστάνας Μέρντοχ και ο γιος του και ο εσμός των μεγαλοεπιχειρηματιών και στελεχών που εμπλέκονταν, ενώ τέλος βρήκαν ευκαιρία να εμφανιστούν ως τιμωροί της διαφθοράς και υπέρμαχοι της αλήθειας οι ίδιες οι αστυνομικές και κρατικές αρχές που επί χρόνια τους συγκάλυπταν.