Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

«Επιστροφή» της Ιστορίας για ένα άλμα προς το μέλλον

 «Αποκατάσταση» αγωνιστών από ΚΚΕ

Κάτω από ολόκληρες στρώσεις ανούσιας λαθολογίας και παραχαράξεις, το επαναστατικό κίνημα του αιώνα που πέρασε αποκαλύπτει γνωστούς, άγνωστους αλλά καθόλου απλούς ανθρώπους, που με τον ανιδιοτελή επαναστατικό τους αγώνα χάραξαν την ιστορία. Τέτοιοι ήταν οι Νίκος Βαβούδης, Άρης Βελουχιώτης και Νίκος Ζαχαριάδης.



 του Αλέκου Αναγνωστάκη 



Η κρίση εκτινάσσει  τον προβληματισμό




Το ενδιαφέρον και η επιστροφή στην ιστορία έχει να κάνει κυρίως με αυτά που έρχονται. Με τη νέα κατάσταση που σημαδεύεται από το ανώτερο επίπεδο της ανερχόμενης καπιταλιστικής βαρβαρότητας, αντιδραστικότητας, των αδιεξόδων και της «παροδικότητας» του καπιταλισμού. Με την εκτίναξη όλων των βασικών αντιθέσεων και εκρηκτικών δυνατοτήτων της εκμεταλλευτικής κοινωνίας. Την κρισιμότητα ενός ρευστού, μετά και την «αποκάλυψη» της κρίσης, κόσμου που περιέχει η σύγχρονη εποχή. Την εύθραυστη και αντιφατική ριζοσπαστικότητα του εργατικού κινήματος. Εξ ου και αυτή η ιδιόμορφη επιστροφή στο πιο ευμετάβλητο, το παρελθόν, αυτό το εντεινόμενο ενδιαφέρον για την Ιστορία από όλες τις τάξεις, τα στρώματα και τα ρεύματα.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που δίνει η εξαιρετικά προσεγμένη έρευνα της Καθημερινής στις 8 Φλεβάρη του 2009, το ενδιαφέρον τη κοινής γνώμης, η «ζήτηση» για Ιστορία που καταγράφεται σε ευρύ ηλικιακό φάσμα είναι ιδιαιτέρως υψηλό (7 στους 10 ερωτηθέντες δηλώνουν ότι η ιστορία του εμφυλίου τους ενδιαφέρει «πολύ» ή «αρκετά»). Στην ίδια έρευνα, το 32% των ερωτηθέντων δηλώνει πως θα έπαιρνε το μέρος της Αριστεράς αν ζούσε στον εμφύλιο και μόνο το 14% τη θέση της Δεξιάς. Το 39% δηλώνει πως δεν θα έπαιρνε μέρος και το 24% δεν απαντά. Φαίνεται λοιπόν πως η ΕΑΜική εποποιία και ο εμφύλιος, βουβός και ανομολόγητος για μεγάλο διάστημα, εξακολουθούν να αποτυπώνουν την παρουσία τους, μισό και πάνω αιώνα μετά την τυπική λήξη τους, στην άδηλη καθημερινότητα, στη συγκρότηση της συλλογικής μνήμης ακόμη και στη σχηματοποίηση στάσεων και συμπεριφορών. Επομένως, για την ελληνική αστική τάξη, το παρελθόν που εισβάλλει με τέτοια ποιότητα στο παρόν δεν μπορεί να εξακολουθεί να έχει αυτή τη μορφή. Οφείλει να μετασχηματιστεί σύμφωνα με τις σύγχρονες επιδιώξεις της. Η ιστορία πρέπει να ξαναγραφεί. Γι’ αυτό και ο καταιγισμός με αφιερώματα στον ελληνικό Τύπο, τα ντοκιμαντέρ, απομνημονεύματα, αφηγήματα, οι αυτοβιογραφίες, βιογραφίες, μαρτυρίες, συνεντεύξεις, τα ημερολόγια, ιστοριογραφικά έργα, ντοκουμέντα, φωτογραφικά λευκώματα, χρονικά. Το κρυμμένο ενδιαφέρον για την ιστορία κορυφώνεται και επιστρέφει εδώ στους σημερινούς κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς για να επιδράσει επάνω τους.
Το ΚΚΕ στη βάση ενός ενδιαφέροντος πολυσέλιδου ιστορικού τόμου που εκπονήθηκε από επιστήμονες ιστορικούς και πήρε την τελική πολιτικοϊστορική μορφή του με την ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Ιούλη του 2011, αποκαθιστά κομματικά τους Νίκο Βαβούδη, Νίκο Ζαχαριάδη και αποκαθιστά πολιτικά, αλλά όχι κομματικά, εξαιτίας της απείθειας στο κόμμα, τον Άρη Βελουχιώτη. Γι’ αυτό δε, διοργανώνει πολιτικές εκδηλώσεις.


ΟΝίκος Βαβούδης, γεννημένος στη Ρωσία, γραμματέας του Ενωτικού Εργατικού Κέντρου Πειραιά, φυλακισμένος στην Αίγινα, δραπέτης στη Σοβιετική Ένωση το 1933, αξιωματικός του Κόκκινου Στρατού, αξιωματικός του Βαλκανικού Τάγματος «Δημητρώφ» των διεθνών Ταξιαρχιών στον εμφύλιο πόλεμο της Ισπανίας, μέλος της σοβιετικής αποστολής στην Ελλάδα το 1944 με επικεφαλής το Συνταγματάρχη Ποπώφ, παρέμεινε στην Ελλάδα παράνομος στη διάρκεια και μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου αναλαμβάνοντας κομματικές αποστολές. Στις 14 Νοεμβρίου 1951, αυτοκτόνησε για να μη συλληφθεί από την αστυνομία σε έφοδο στην κρύπτη της Καλλιθέας όπου είχε εγκαταστήσει τμήμα παράνομου δικτύου ασυρμάτων του ΚΚΕ. Το ΠΓ του ΚΚΕ και ο Νίκος Ζαχαριάδης –ή Νικολάεφ Νικολάι Νικολάεβιτς όπως αναφέρεται από τον Απρίλη του ’56 σε όλα τα σοβιετικά ντοκουμέντα– υποστήριξαν ότι ο Νίκος Βαβούδης ήταν πράκτορας του εχθρού, ότι δεν σκοτώθηκε, αλλά φυγαδεύτηκε στο εξωτερικό από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Ανάλογες υπόνοιες είχε εκφράσει και η Έλλη Παππά.
Ο Άρης Βελουχιώτης ήταν και έμεινε θρύλος. Ίσως γι’ αυτό να είναι ταυτόχρονα γνωστός και άγνωστος. Αυτή «η μεγαλοφυΐα του ΕΛΑΣ» (Κρις Γούντχαουζ), αυτός, «ένα τέρας με ηγετικάς και οργανωτικάς ικανότητας αληθινά υπερφυσικάς» (Ναπολέοντας Ζέρβας), «ο δυνατός, στοχαστικός, με λεπτότητα, ...που μου έκαμε εντύπωση» (Ιταλός στρατηγός Αλφόνσο Ινφάντε), είχε εκτίμηση πως όσο αναγκαία ήταν τότε μια μορφή αντιφασιστικού μετώπου, άλλο τόσο ήταν η χάραξη μιας προλεταριακής γραμμής για το «μετά». Γι’ αυτό είχε εκτιμήσει ότι μετά την απελευθέρωση ο λαός θα αναγκαζόταν να υπερασπίσει με τα όπλα τις κατακτήσεις του και συνεπώς θα ήταν αναπόφευκτη η ένοπλη σύγκρουση του ΕΛΑΣ  με τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και συνολικά την ντόπια αστική τάξη. Το ΚΚΕ υπό τον Ζαχαριάδη στο τέλος τον διέγραψε ως «τυχοδιωκτικό και ύποπτο στοιχείο», βγάζοντας μια κατάπτυστη απόφαση με σύνθημα «ούτε φαΐ, ούτε νερό στον Μιζέρια», η οποία κατά μια ειρωνεία της τύχης ανακοινώθηκε την ίδια μέρα, 16 Ιουνίου 1945, με την αυτοκτονία και τον αποκεφαλισμό του. Τον διέγραψε γιατί είχε άλλη πολιτική από την αδιέξοδη και ηττοπαθή πολιτική της Κομμουνιστικής Διεθνούς που υπηρετούσε με συνέπεια η τότε ηγεσία του ΚΚΕ. Το 1962, δεκαεφτά χρόνια μετά, ο ίδιος ο Ζαχαριάδης θα πει στον Αχιλλέα Παπαϊωάννου, ταγματάρχη του ΕΛΑΣ, που τον επισκέφτηκε στην εξορία του στο Σουργκούτ, ότι «ο Άρης ήταν ένας άξιος καπετάνιος. Λαϊκός αγωνιστής. Ήταν και έμεινε θρύλος. Άξιος αρχηγός του ΕΛΑΣ... Τον θυσίασα μπροστά στο τοίχος της τότε ΚΕ του ΚΚΕ. Έχω βαριά την ευθύνη γι’ αυτό κι έχω ένα ασήκωτο βάρος στη συνείδησή μου...».
Ο Ν. Ζαχαριάδης, μέλος της κομμουνιστικής νεολαίας των μπολσεβίκων από το 1921, μέλος του μπολσεβίκικου κόμματος το 1922, σπουδαστής τέσσερα χρόνια στο Πανεπιστήμιο των εργαζομένων στη Μόσχα (ΚΟΥΤΒ), έρχεται στην Ελλάδα το Νοέμβρη του 1931 και με πρόταση της Κομμουνιστικής Διεθνούς αναλαμβάνει γραμματέας ενός μικρού, άμαζου ΚΚΕ για να το βγάλει «από τη βαθιά κρίση που είχε περιπέσει». Στη θέση αυτή έμεινε τη θυελλώδη 25ετια 1931-1956, με ένα παγκόσμιο πόλεμο, την ισχυρή παρουσία και ήττα του φασιστικού πολιτικοκοινωνικού ρεύματος, τη διπλή ένοπλη ελληνική επανάσταση (ΕΑΜ και ΔΣΕ), την επιχειρούμενη ανασύνταξη της Αριστεράς με τη δημιουργία της ΕΔΑ και την έκδοση της Αυγής. Το 1956, με παρέμβαση ξανά έξι κομμουνιστικών κομμάτων (ΕΣΣΔ, Ρουμανίας, Τσεχοσλοβακίας, Βουλγαρίας, Πολωνίας, Ουγγαρίας) ο Ν. Ζαχαριάδης καθαιρείται από γραμματέας του ΚΚΕ πάλι «για να βγει το ΚΚΕ από τη νέα κρίση». Στην ουσία, για να προσαρμοστεί βίαια στη νέα πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης καπιταλισμού - σοσιαλισμού που εγκαινίαζε το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Το 1957 διαγράφεται ως «αντικομματικό φραξιονιστικό αντιδιεθνιστικό εχθρικό στοιχείο», με υπόνοιες για το ρόλο του. Ζητά χειρωνακτική εργασία, αρνούμενος ανώτατες κομματικές σπουδές που του πρότεινε το ΚΚΣΕ. Οι σοβιετικοί με την ανοχή της ηγεσίας του ΚΚΕ, τον έστειλαν να δουλέψει στο δασαρχείο του Μποροβίτσι, ύστερα εξορία στο Σουργκούτ της Σιβηρίας. Θύτης και θύμα των εκφυλιζόμενων κομμουνιστικών κομμάτων, θα ζήσει εκεί απομονωμένος, με άλλο όνομα και χωρίς την ταυτότητα και τα πολιτικά δικαιώματα του πολιτικού πρόσφυγα. Την 1η Αυγούστου του 1973 θέτει ο ίδιος τέρμα στη ζωή του.
Τρεις επαναστάτες, τρεις ζωές που «δίψασαν δίψινα και είδαν βλέπινα τον κόσμο» όπως θα ’γραφε ο μπάρμπα Γιάννης ο Σκαρίμπας για να δείξει πόσο γήινα άνθρωποι ήταν, αλλά και τρεις «συμβολικές» αυτοκτονίες που συνολικά συμπυκνώνουν το κύρος, την αίγλη, τα αδιέξοδα και την πορεία προς το τέλος ενός βήματος στην έλικα της ιστορίας που άνοιξε με την πρόωρα ηττημένη Οκτωβριανή Επανάσταση.
Η επαναπροσέγγιση των βασικών ιστορικών εξελίξεων και σταθμών που διαμόρφωσαν τη σημερινή πραγματικότητα, τις δυνατότητες, την προοπτική, τη δυναμική και τους συσχετισμούς της, αποτελεί για την Αριστερά μια από τις βασικές πλευρές  του σύγχρονου προγράμματός της. Η διαπάλη επομένως για την ιστορία συνεπάγεται την επαναπροσέγγισή της με βάση τις υλικές, τις αντικειμενικές ανάγκες ώστε οι πρώτες, ανολοκλήρωτες  επαναστάσεις του περασμένου αιώνα, στην αντιφατική τους εξέλιξη –στις οποίες το ελληνικό αντάρτικο βρίσκεται ψηλά– να ενισχυθούν με τρόπο που να διαπαιδαγωγεί, να εμπνέει και να εξοπλίζει τις άμεσες προσπάθειες της εργατικής πολιτικής. Αυτός ο μετασχηματισμός των κοινωνικών επαναστάσεων σε υλική δύναμη του παρόντος και του μέλλοντος, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί στη βάση της αστικής ιστορικής ερμηνείας, τη διαρκή αβεβαιότητα, τη δογματική ακινησία, το αυτομαστίγωμα ή τις πολυποίκιλες μεταμοντέρνες και μη δηλώσεις μετανοίας. Αλλά με την ανάδειξη των αγωνιστικών, των κριτικών, των προωθητικών στοιχείων, για μια νέα επαναστατική  διαλεκτική βεβαιότητα, ταυτότητα και αυτοπεποίθηση.

Αστικός τύπος για την αποκατάσταση Ζαχαριάδη
Ανακάτεμα στο μίξερ της διαστρέβλωσης

Ο αστικός Tύπος με εκτεταμένα άρθρα αντιμετώπισε την «αποκατάσταση» των ιστορικών στελεχών του ΚΚΕ και ιδιαίτερα του Ν. Ζαχαριάδη που είχε ειδικό βάρος στο τότε ελληνικό και διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, κινούμενος ανάμεσα στην ουδέτερη δήθεν ιστορική καταγραφή ενός ανεπίστρεπτου παρελθόντος και στην καλλιέργεια της πεποίθησης πως κάθε επαναστατική επαγγελία αυτοπεριορίζεται σε ένα παρελθόν οριστικά ξεπερασμένο, ξεφτισμένο. Για δε τον Άρη Βελουχιώτη ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις, ανάμεσά τους η Δημοκρατική Αριστερά και ο Συνασπισμός, πλάθουν και προωθούν όχι την εικόνα μιας προσωπικότητας που συμπυκνώνει την εργατική-επαναστατική πολιτική γραμμή –την οποία μάλιστα αποσιωπούν– ενός αξιόλογου κοινωνικού ρεύματος εντός της ΕΑΜικής επανάστασης και του ΚΚΕ, στο οποίο μάλιστα ανδρώθηκε και το οποίο πολιτικά υπερβαίνει, αλλά ως μία αυτοφυή προσωπικότητα που ήλθε από ένα απροσδιόριστο κάπου. Δεν κάνουν επομένως ιστορία διά της πολιτικής αλλά πολιτική διά της ιστορίας. «Επιστρέφει το ΚΚΕ στην εποχή Ζαχαριάδη», σημειώνει το Βήμα. «Η τελετή αποκατάστασης περισσότερο έμοιαζε με τελετή αγιοποίησης», συμπληρώνουν Τα Νέα. «Άλλο ένα βήμα στην αποκατάσταση του “θύτη” Νίκου Ζαχαριάδη, όχι όμως και του “θύματος” Άρη Βελουχιώτη», «Το ΚΚΕ διαγράφει τα λάθη του», επισημαίνουν άλλα έντυπα. «ΚΚΕ: Άλλο ένα βήμα αποκατάστασης του σταλινισμού», επαναλαμβάνει σε πηχυαίο τίτλο η Αυγή. «Αποκατάσταση του Ζαχαριάδη: Το ΚΚΕ συμφιλιώνεται με το παρελθόν του και ίσως(;) επιλέγει το μέλλον», σημειώνουν μπλόγκερς της αναρχοαυτονομίας.
Το ζήτημα επομένως για την ιστορία έχει τεθεί. Ανακάτεμα των ιστορικών γεγονότων σε ένα αστικό μίξερ που εξομοιώνει το εμβρυακά έστω επαναστατικό, το επαναστατικά λαθεμένο με το αντεπαναστατικά μεταλλαγμένο και κυρίως, με το ταξικά, θεωρητικά αντεργατικό και αντιδραστικό; Κατάταξη των ιστορικών γεγονότων στη μεταμοντέρνα γενική κατηγορία μιας «ελεύθερης, αδέσμευτης, και ουδέτερης δήθεν αναζήτησης»; Ρηχή και αγοραία εκμετάλλευσή τους, στα όρια της αστικής ερμηνείας ή της εύκολης μηδενιστικής καταδίκης και ανούσιας λαθολογίας ή της δικαίωσης «παρά τα λάθη» ή τα «επιμέρους λάθη»; Της θανατηφόρας αυτάρκειας ως προς τις προτεινόμενες στρατηγικές λύσεις αλλά και ως προς τη σύνδεσή τους με την «άμεση» πολιτική; Προσέγγιση της ιστορίας με την Κριτική και Αυτοκριτική της στασιμότητας; Ή νηφάλια, τολμηρή, ριζική κριτική και αυτοκριτική αποτίμησή της, χωρίς απόκρυψη, μυστικοποίηση ή δαιμονοποίηση των ιστορικών γεγονότων με σκοπό την υπέρβαση όλων των τάσεων και των πλευρών του επαναστατικού ρεύματος που αποδείχτηκαν και αποδείχνονται σήμερα ιστορικά ανήμπορες να αναχαιτίσουν τις αντίπαλες δυνάμεις, για τη στρατηγική επανίδρυση μιας μαζικά ακτινοβολούσας νέας νικηφόρας προοπτικής;

Αυτοκριτική αποτίμηση και όχι μυστικοποίηση της ιστορίας


Από την τοποθέτηση του ΚΚΕ απέναντι στη δράση των Βελουχιώτη, Ζαχαριάδη και Βαβούδη προκύπτουν πολλαπλά ζητήματα από τα οποία αξιολογούμε τέσσερα.
Πρώτο: Στην περίοδο που εξετάζεται, τα κομμουνιστικά κόμματα της Δύσης, μετά τη συμμετοχή και αφομοίωσή τους σε αστικές κυβερνήσεις, τη διετία 1945-47 –υπό τον Ντε Γκολ στη Γαλλία, υπό τον Nτε Γκάσπαρι με σοσιαλιστές και χριστιανοδημοκράτες στην Ιταλία– και την αποβολή τους από αυτές, συμπυκνώνουν και μετατοπίζουν δεξιότερα την πολιτική τους, στο πλαίσιο της «ειρηνικής συνύπαρξης σοσιαλισμού - καπιταλισμού», στο τρίπτυχο «αναγέννηση της αστικής δημοκρατίας - περιορισμός της ασύδοτης δράσης των μονοπωλίων - εθνική ανεξαρτησία» και καλούν τους απανταχού κομμουνιστές πάνω σε ένα μοτίβο που αν αντικαταστήσει κανείς το όνομα της χώρας, επαναλαμβάνεται ως γενικά ισχύον, π.χ.: Το ΚΚ Βρετανίας καλεί το βρετανικό λαό να αγωνιστεί «για την εθνική ανεξαρτησία και τα πραγματικά(!) εθνικά συμφέροντα του βρετανικού λαού», αφού «η υποταγή της Μεγάλης Βρετανίας στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό είναι μια προδοσία απέναντι στο βρετανικό λαό».
Το ΚΚΕ στα ντοκουμέντα του καταγράφει χωρίς να ερμηνεύει αυτή τη περίοδο. Ωστόσο, η πολιτική αυτή είναι καρπός των αποφάσεων του 7ου Συνεδρίου της Kομμουνιστικής Διεθνούς το 1935. Τότε που σωστά επιδιώκεται η ανάγκη ενός αντιφασιστικού μετώπου. Μετώπου που όπως όμως η πράξη επαληθεύει, επικαθορίζεται από ένα στρατηγικής τελικά σημασίας στόχο. Αυτόν της υπεράσπισης και ανάπτυξης της αστικής δημοκρατίας. Σύμφωνα με τις αποφάσεις του, «το δίλημμα δεν είναι αστική ή σοσιαλιστική δημοκρατία αλλά φασισμός ή αστική δημοκρατία».

Το 7ο Συνέδριο ψηφίστηκε ομόφωνα και φέρει την υπογραφή όλων και της υπό τον Ζαχαριάδη ηγεσίας του ΚΚΕ. Επομένως, στις υπογραφές των συμφωνιών της Βάρκιζας και του Λιβάνου συνυπάρχουν είτε το θέλουμε είτε όχι, τα ονόματα των τότε επαναστατών, της Ιμπαρούρι και του Σιάντου, του Δημητρώφ και του Τολιάτι, του Ζωρέζ και του Μανουηλίσκι. Η επιχειρούμενη υποταγή του ελληνικού αντάρτικου στη στρατηγική των ομαλών δημοκρατικών εξελίξεων, η γενικότερη μετατόπιση των αντεπαναστατικά μεταλλασσόμενων κομμουνιστικών κομμάτων προς ένα αδιέξοδο κυβερνητισμό, βαραίνει στις πλάτες των τότε επαναστατών και εδράζεται βαθύτερα.

Το 7ο Συνέδριο της Kομμουνιστικής Διεθνούς δεν είναι άυλο προϊόν ανερμήνευτων υποκειμενικών επιθυμιών των πρωταγωνιστών του. Στην πραγματικότητα, οι αποφάσεις του επικαθορίζονται από την πρώιμη ήττα της ιστορικής Οκτωβριανής Επανάστασης, η επίδραση της οποίας –ακριβώς λόγω του βάρους της– εξακολουθεί να βαραίνει στα μεταλλασσόμενα κομμουνιστικά κόμματα. Η δημιουργία και διαρκής ενδυνάμωση στην ΕΣΣΔ, μετά το 1923-24, ενός στρώματος που δεν έχει ιδιόκτητα μέσα παραγωγής αλλά ειδική προνομιακή σχέση μαζί τους, λόγω της κρατικής τους θέσης (κατ’ αναλογία του πανίσχυρου οικονομικά και πολιτικά άκληρου ιερατείου των χριστιανικών εκκλησιών) είναι η κοινωνική βάση των συμφερόντων διαμόρφωσης της νέας μεταλλασσόμενης πολιτικής των ΚΚ.
Δεύτερο: Η διαπάλη στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ γίνεται πλέον –μετά την πρώιμη ήττα– ανάμεσα στις δυνάμεις που επιδιώκουν μια καθαρή οικονομία της καπιταλιστικής αγοράς και στο στρώμα που υποστηρίζει τα κρατικο-κομματικά του συμφέροντα αλλά και ενός σχετικά ισχυρού, ηττημένου επαναστατικού ρεύματος που αδυνατεί να βρει το στρατηγικό λόγο που θα επανεμπνεύσει. Και τελικά ηγεμονεύει το απολιτίκ ρεύμα της απάθειας και ακινησίας.

Το ΚΚΕ διά της καταδίκης των γεγονότων στην Τασκένδη, όπου είχε καταφύγει η πλειοψηφία των Ελλήνων παρτιζάνων, και της άθλιας συμπεριφοράς των κομμουνιστικών κομμάτων και του ελληνικού, προς τον Ν. Ζαχαριάδη, χρησιμοποιεί ως μεθοδολογικό εργαλείο το ότι κατά βάση και παρά τα σοβαρά ή επιμέρους λάθη, η πολιτική του ΚΚΣΕ ως το 1956 ήταν σε σωστή κατεύθυνση. Επιμένει για το σοσιαλιστικό ως το τέλος χαρακτήρα των χωρών της Ανατολής. Εκτιμά ότι στην κρατική πολιτική της ΕΣΣΔ «ένα από τα πιο βασικά χαρακτηριστικά της αποτέλεσε η κάθε δυνατή και ανιδιοτελής(!) βοήθειά της στους αγωνιζόμενους λαούς».

Εργαλεία που αδυνατούν να ερμηνεύσουν και να παρακολουθήσουν τουλάχιστον τις «οβιδιακές» μεταμορφώσεις, αλληλοσυγκρουόμενες και αλληλοδιαδεχόμενες κατηγορίες και τους ύμνους στην κατά καιρούς ηγεσία. Κατηγορίες, ύμνοι και πολιτικές που εκφράζουν ανάλογα συγκρουόμενα συμφέροντα και τους εκάστοτε μεταβαλλόμενους κοινωνικούς συσχετισμούς. Το ΚΚΕ αδυνατεί να τους προσδιορίσει και κατονομάσει.

Τρίτο: Το ΚΚΕ επιχειρεί να ερμηνεύσει το καθεστώς της γενικευμένης χαφιεδολογίας εντός του, «τότε που δεν κοιταζόμαστε πια, κανείς δεν κοίταζε ούτε το πρόσωπό του στον καθρέφτη. Όλοι είμαστε υποψήφιοι χαφιέδες» (Τ. Πατρίκιος). Το ερμηνεύει όμως μονόπλευρα. Ως λαθεμένη πολιτική πρακτική των κομμουνιστών που προέρχεται από την ανάγκη προστασίας από την υπαρκτή και σκληρά οργανωμένη πολιτική διείσδυσης των μυστικών υπηρεσιών στα κομμουνιστικά κόμματα. Δεν βλέπει όμως πως η πρακτορολογία γενικεύεται και αποκτά παροξυσμικά χαρακτηριστικά τη δεκαετία του ’30. Ότι είναι αποτέλεσμα του εκφυλισμού της κριτικής και αυτοκριτικής, που αντί να διευκολύνουν την αλλαγή της κοινωνίας, υποτάσσονται στην προστασία του μηχανισμού και του ηγέτη. Ότι «το λάθος δεν ήταν στους άλλους, το λάθος ήταν μέσα μας εκεί που δεν το γυρέψαμε ποτέ» (T. Πατρίκιος).
Τέταρτο: Ο απόλυτος διαχωρισμός πολιτικής - κόμματος που εμπεριέχεται και αποκαλύπτεται στην απόφαση του ΚΚΕ για πολιτική αλλά όχι κομματική αποκατάσταση του Άρη διευκολύνει την αστική παραχάραξη της ιστορίας. Εδράζεται και αναπαράγει τη χρεοκοπημένη και μη μαρξική αντίληψη για το κόμμα αυτοσκοπός και όχι μέσο. Κόμμα στο οποίο κυριαρχεί όχι η συνειδητή αυτοπειθαρχία, αλλά η γιακωβίνικη και χωρίς όρους πειθαρχία της καπιταλιστικής βιομηχανίας.

Η Παρισινή Κομμούνα, οι επαναστάσεις του περασμένου αιώνα, μαζί και η διπλή ελληνική επανάσταση του 1942-49, υλοποιήθηκαν από καθόλου ευκαταφρόνητους επαναστάτες, των οποίων η συνείδηση και συμπεριφορά –αφού ο άνθρωπος δεν είναι παρά οι ιστορικά διαμορφούμενες κοινωνικές του σχέσεις– ακολούθησε την άνοδο, παρακμή και μετάλλαξη της πρώτης προσπάθειας. Αποτελούν τις πρώτες ανολοκλήρωτες απόπειρες του ανθρώπου για το πέρασμα στον αμέσως επόμενο κοινωνικό σχηματισμό, τον κομμουνιστικό. Είναι επομένως οι δικές μας επαναστάσεις που τιμούμε και κρίνουμε για τη νίκη των επαναστάσεων του 21ου αιώνα σε μια διαρκώς παρούσα ιστορία.