Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Η ταξική πλευρά της εξέγερσης στη Συρία


Το κείμενο του Σαλαμε Καϊλε που ακολουθεί, σε μετάφραση και επιμέλεια της Έλλης Καυκιά, διερευνά τα κοινωνικά αίτια της εξέγερσης στη Συρία. Ο συγγραφέας του είναι παλαιστίνιος. Γεννήθηκε το 1955 στη Βαγδάτη και έχει σπουδάσει Νομική και Πολιτικές Επιστήμες. Συμμετέχει ενεργά στους κοινωνικούς αγώνες, αρθρογραφεί στον Τύπο ενώ έχει γράψει και πολλά βιβλία μαρξιστικής Πολιτικής Οικονομίας που αναφέρονται στην παγκοσμιοποίηση κι άλλα που αναφέρονται στο σοσιαλισμό, το μαρξισμό, κ.λπ.  




Οικονομικός μετασχηματισμός

Τον τελευταίο καιρό η Συρία γνωρίζει εξεγέρσεις σε αρκετές πόλεις της, γεγονός που την καθιστά κομμάτι του αραβικού κόσμου, ο οποίος επίσης βιώνει πολλές εξεγέρσεις. Κάποιες από τις εξεγέρσεις αυτές κατόρθωσαν να νικήσουν, ενώ κάποιες άλλες αγωνίζονται ακόμη για τη νίκη. Αρχικά, αξίζει να σημειωθεί η βία με την οποία αντιμετωπίζονται αυτά τα κινήματα, με εκστρατείες για συλλήψεις δεκάδων χιλιάδων νεολαίων.



Η αποφασιστική αυτή αντίδραση του καθεστώτος είναι αποτέλεσμα του κινδύνου τον οποίον αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι του καθεστώτος, αφού, εξάλλου, γνωρίζουν την κατάσταση που επικρατεί στην Τυνησία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη και την Υεμένη.
Tο θέμα, λοιπόν, δεν είναι ότι η Συρία είναι μια ακόμη εξεγερμένη αραβική χώρα. Ούτε είναι η επίδραση των αραβικών εξεγέρσεων, που οδήγησε τη νεολαία να παλέψει για στόχους τους οποίους ο κόσμος άλλοτε αμφισβητούσε. Ούτε ακόμη αυτό το κίνημα της νεολαίας στην Τυνησία, την Αίγυπτο, την Υεμένη, τη Λιβύη, το Μπαχρέιν, το Ομάν, την Ιορδανία, την Αλγερία και το Μαρόκο.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η Αραβική νεολαία είπε «ως εδώ» με την απογοήτευση. Ωστόσο, η ουσία είναι ότι οι συνθήκες των κατώτερων τάξεων του λαού είναι κοινές σε όλες τις προαναφερθείσες χώρες, παρά τα όσα λέγονται για διαφορές και κατατάξεις, κυρίως από πολιτική σκοπιμότητα.
Τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκαν οξείες οικονομικές αλλαγές, πολύ βαθύτερες σε σχέση με εκείνες των προηγούμενων χρόνων της «οικονομικής μεταρρύθμισης» που ξεκίνησε το 1986.
Οι ίδιες νέες αλλαγές πραγματοποιήθηκαν επίσης στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Βιομηχανίες όπως αυτή των ακινήτων (real estate) και του τουρισμού, ο τραπεζικός τομέας αλλά και ο τομέας των εισαγωγών, απέκτησαν τεράστιο ρόλο, σε βάρος της τοπικής παραγωγής και με αποτέλεσμα τον μαρασμό της.
Αυτές οι αλλαγές οδήγησαν με τη σειρά τους στην περιθωριοποίηση μεγάλου κομματιού των λαϊκών τάξεων, είτε λόγω της ανεργίας (30% της εργατικής τάξης), είτε λόγω των χαμηλών μισθών, αντίθετα με τις τιμές των διεθνών πια (και όχι ντόπιων) προϊόντων, οι οποίες ανέβαιναν μαζικά και βέβαια εξαιτίας και της μονοπώλησής τους από την άρχουσα τάξη. Ο πλούτος συγκεντρώθηκε στις τάξεις των λίγων, οικείων του καθεστώτος, οι οποίοι πλούτισαν και έκτοτε μονοπωλούν όλα τα είδη των κερδοφόρων σχεδίων ενώ ελέγχουν και τη «μαύρη αγορά».
Σύμφωνα με επίσημες κυβερνητικές έρευνες, ο μέσος μισθός στη Συρία ανέρχεται στις 11.000 λίρες (220 δολάρια) και ο κατώτατος στις 7.000 λίρες, τη στιγμή που βάσει του πιο μετριοπαθούς υπολογισμού, ο ελάχιστος απαιτούμενος για την επιβίωση, ο βασικός μισθός, δεν μπορεί να είναι κατώτερος από 31.000 λίρες (620 δολάρια), ποσό τρεις φορές μεγαλύτερο από το σημερινό μισθό. Οι έρευνες επίσης λένε ότι ο κατώτατος μισθός για να ζήσει κάποιος στη Δαμασκό είναι 40.000 λίρες (800 δολάρια).
Αυτή ακριβώς η κατάσταση εξηγεί τη δυσαρέσκεια στους κόλπους διαφόρων κομματιών της κοινωνίας, το αίσθημα της αδυναμίας να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες διαβίωσης και αυτή βέβαια είναι ακριβώς η ιδανική συνθήκη για κάθε λαϊκό ξεσηκωμό -έκρηξη που οδηγεί σε επανάσταση.


Ένα κίνημα χωρίς διακρίσεις

Μελετώντας τις συνέπειες του «ανοίγματος» της οικονομίας και του μονοπωλιακού ελέγχου των εισαγωγών, ανακαλύπτουμε ότι οι αυξανόμενες τιμές του πετρελαίου, τα τελευταία δύο χρόνια, οδήγησαν σε μια φοβερή κατάρρευση του αγροτικού τομέα, μετατρέποντας τη Συρία, που ήταν ο εξαγωγέας των καλύτερων ποικιλιών, σε ένα κράτος που εισάγει σιτάρι. Η εξαγωγή βάμβακος επίσης έφτασε σε τέλμα, ενώ ολόκληρες αγροτικές περιοχές συνετρίβησαν (όπως η Αλ Τζαζίρα, στα βορειοανατολικά της χώρας), πάνω από 1 εκατομμύριο αγροτών μετανάστευσαν στη Δαμασκό και στην πόλη Οράν (νότια Συρία) και άλλες πόλεις.
Η ίδια τραγωδία συνέβη και στη βιομηχανία υφασμάτων, ιδιαίτερα όταν οι τιμές των πρώτων υλών και των καυσίμων ανέβηκαν λόγω των μονοπωλίων, που στόχευαν σε μεγαλύτερα κέρδη, και βέβαια λόγω εισαγωγής ανταγωνιστικών κινέζικων και τούρκικων προϊόντων.
Περαιτέρω, ενδεικτική είναι η κατάρρευση του εκπαιδευτικού συστήματος και του συστήματος υγείας, η διαφθορά, ο διαλυμένος δημόσιος τομέας έπειτα από χρόνια λεηλασίας και ηγεσίας του από ανίκανους διευθυντές, οι οποίοι εξυπηρετούσαν τα στενά προσωπικά τους συμφέροντα και συνέστησαν τη «νέα τάξη» των επονομαζόμενων «νέων επιχειρηματιών», η οποία σήμερα έχει τον απόλυτο έλεγχο της οικονομίας, μιας οικονομίας των υπηρεσιών.
Παραδόξως, τα αραβικά καθεστώτα μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό. Όλα αυτά τα καθεστώτα μοιάζουν με εταιρεία της αστυνομίας, με τους λίγους να ελέγχουν τον πλούτο, να ασχολούνται με την αγορά ακινήτων και με υπηρεσίες και να βγάζουν πολλά λεφτά, και βέβαια με χαρακτηριστικό την οικογενειοκρατία.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι δικαιολογίες του καθεστώτος ότι τάχα είναι «αντι-ιμπεριαλιστικό» ή σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, δεν πιάνουν ούτε έχουν κανένα νόημα, τη στιγμή που οι άνθρωποι του καθεστώτος διάρθρωσαν την οικονομία της χώρας έτσι ώστε να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού. Τα συμφέροντα αυτά προώθησαν τη χρηματιστηριακή αγορά και τις τράπεζες, για να καταστρέψουν κάθε παραγωγική οικονομία και για να λεηλατήσουν την περιουσία του λαού, όλα αυτά δηλαδή που ο λαός κέρδισε έπειτα από δεκαετίες δουλειάς.
Επιπλέον, δεν υπάρχει κανένα νόημα στη χρησιμοποίηση της πολιτικής και της συνωμοσιολογίας σαν δικαιολογίας αυτού του καθεστώτος. Η οικονομία εκλάπη και ο λαός εξαθλιώθηκε από ένα καθεστώς στηριγμένο σε δικτατορική βάση. Σαν αποτέλεσμα, μια δικτατορία ήταν απαραίτητη γι’ αυτούς, ώστε να διευκολυνθούν στη λεηλασία και να διασφαλίσουν την παραμονή τους στην εξουσία. Όμως όταν η διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου παύει να υφίσταται, ο κόσμος απλά ξεσηκώνεται. Ο λαός δεν θέλει να πεθάνει ήσυχα μες στη σιωπή. Ο λαός εδώ θέλει εξίσου και ψωμί και ελευθερία, και έχει γίνει ο κύριος παράγοντας. Η κατάσταση εδώ χρειάζεται πραγματική αλλαγή στο οικονομικό επίπεδο, όπως επίσης και στο πολιτικό σύστημα.
Παρόλο που εντοπίζει κανείς κυρίως νεολαία να διαδηλώνει στην πρώτη γραμμή, κανένα από τα αραβικά εξεγερτικά κινήματα δεν έχει γνωρίσει διακρίσεις μεταξύ της μιας ή της άλλης τάξης, ούτε καν στο επίπεδο των ηλικιών. Όταν ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους, συγκεντρώνεται αυθόρμητα, ίσως έπειτα από ένα ισχυρό επεισόδιο ή μια ιδιαίτερη περίπτωση, ωστόσο δεν πηγαίνει κατά τάξεις. Απλώς κόσμος συγκεντρώνεται άξαφνα, δεδομένου ότι όλοι υποφέρουν από το κοινό πρόβλημα.
Στη Συρία, η νεολαία των φτωχών - εξαθλιωμένων τάξεων ή και από τη φτωχομεσαία τάξη, ξεκίνησε τα κινήματα, επηρεασμένη από τις αραβικές εξεγέρσεις (Τυνησία, Αίγυπτος και έπειτα Λιβύη) σε πρώτη φάση για την απελευθέρωση από την καταπίεση.
Ήταν ωστόσο πολύ περιορισμένα και δεν κατάφεραν να εγκαθιδρύσουν ένα δυνατό κίνημα. Στην Ντεράα (νότια Συρία) η κατεστραμμένη από τη μαφία επαρχία επέδρασε πραγματικά άσχημα στην περιοχή, κυριεύοντας τη γη προφασιζόμενη ότι πρόκειται για σύνορα σύμφωνα με το διεθνή νόμο υπ’ αριθμ. 49. Η κατάσταση εκεί εξελίχθηκε αρκετά δυναμικά μετά και από την άγρια καταστολή των ανθρώπων, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν ενάντια σε αυτή την κατάσταση.
Ξεκίνησαν λοιπόν τα κινήματα, αρχικά, από τις περιοχές τις επαρχίας, από τη Δούμα και τα προάστια της Δαμασκού, ως την Μπάνιας και το Τελ-Καλάκχ, το Ιντλέμπ και την Τζιζρ Αλ Σουγκούρ, αλλά και μερικές μεγάλες πόλεις ενεπλάκησαν επίσης, μεταξύ των οποίων η Λατάκεια (ή Λαοδίκεια), η Χομς, η Ντάιρ εσ-Τσόρ, η Αλ-Καμισλί και η Χάμα.
Μερικές περιοχές της επαρχίας δεν συμμετείχαν.

Βίαιες αναδιαρθρώσεις πίσω από την έκρηξη
Η ταυτότητα του απελευθερωτικού κινήματος

Πρωταγωνιστές της εξέγερσης στη Συρία είναι απελπισμένοι εργάτες, ξεκληρισμένοι αγρότες και άνεργοι.
Τα υπό συγκρότηση κόμματα απευθύνονται στην κοινωνική και πολιτική ελίτ όπου επιδιώκουν να αποκτήσουν βάσεις
με αποτέλεσμα να αποκόβονται από τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό.

Η απάντηση στο ερώτημα για την τοπικότητα του κινήματος βρίσκεται στην οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε κατά τα περασμένα χρόνια. Το άνοιγμα της οικονομικής πολιτικής που επιβλήθηκε την τελευταία δεκαετία, οδήγησε σε απώλεια της «ισότητας των ευκαιριών» εξαιτίας των εισαγόμενων προϊόντων και επέδρασε στη σχέση μεταξύ τιμών και μισθών. Η εισβολή των εισαγόμενων προϊόντων έθεσε την αγροτική παραγωγή υπό μεγάλη πίεση. Οι υψηλές τιμές των σπόρων, των λιπασμάτων και των καυσίμων και η συνακόλουθη «προβολή» τους πάνω στα προϊόντα, είχαν ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση υψηλών τιμών για τα ντόπια αυτά προϊόντα, κατάσταση που η αγορά δεν μπορούσε να σηκώσει, από τη στιγμή που οι μισθοί ήταν και είναι χαμηλοί ούτως ή άλλως.
Όλα τα παραπάνω αντανακλούν την κατάρρευση, η οποία συνοδεύτηκε και από τον αντίκτυπο φυσικών φαινομένων, όπως η λειψυδρία. Τα παραπάνω οδήγησαν στην εξάπλωση της φτώχιας σε ολόκληρες περιοχές της επαρχίας και στη μετανάστευση περισσότερων του ενός εκατομμύριου αγροτών, οι οποίοι ήλθαν από τη συριακή κοιλάδα της Τζαζίρα να ζήσουν στις πόλεις.
Το ίδιο συνέβη, εξάλλου, σε μερικούς βιομηχανικούς τομείς. Στην κλωστοϋφαντουργία για παράδειγμα, οι εισαγωγές από την Κίνα και την Τουρκία πραγματοποιούνται σε βάρος της ντόπιας παραγωγής την οποία ανταγωνίζονται αθέμιτα και αυτό είναι συνέπεια της πολιτικής του καθεστώτος.
Το χάσμα μεταξύ τιμών και μισθών απέκλεισε μια ευρεία τάξη εργατών και αγροτών από καλές συνθήκες ζωής (οι κατώτατοι μισθοί στο Δημόσιο ήταν 6.000 λίρες, λιγότερα από τον ιδιωτικό τομέα) ενώ οι τιμές διαμορφώθηκαν ισότιμα με τις διεθνείς τιμές (ιδιαίτερα στα προϊόντα πρώτης ανάγκης) και μερικές φορές οι τιμές ήταν πιο ακριβές από τις αντίστοιχες διεθνείς, λόγω των μονοπωλίων των αρχών των εμπόρων - καρτέλ.

Από τη στιγμή που βασικά και δευτερεύοντα προϊόντα εισάγονταν, μια μεγάλη διαταραχή του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών τάξεων συντελέστηκε, η οποία αποτυπώθηκε στη διάρθρωση της οικονομίας, όπου η ρευστότητα περιορίστηκε στους «νέους επιχειρηματίες».
Η κατάρρευση της γεωργίας γέννησε ένα μεγάλο κίνημα ανθρώπων στην επαρχία και τις κοντινές πόλεις (Ντεράα, Χομς, Χάμα και Καμισλί). Το κίνημα αυτό έχει χαρακτηριστεί ως αγροτικό, αφού περιλαμβάνει μικροϊδιοκτήτες και μερικές φορές ιδιοκτήτες της μεσαίας τάξης και ίσως και μεγαλοϊδιοκτήτες (σχετικά με τα όρια της ιδιοκτησίας εν γένει).
Ωστόσο, δεν έχουμε ακόμα ζήσει το κίνημα των εργατών, οι οποίοι εργάζονται στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα. Οι εργάτες δεν έχουν ακόμη πάρει μέρος ως «εργάτες», παρόλο που συμμετέχουν ατομικά στις διαδηλώσεις. Οι κυβερνητικοί υπάλληλοι φαίνεται να φοβούνται και παρά τους αστείους μισθούς τους, ο φόβος μήπως χάσουν τις δουλειές τους, οδήγησε στην περιορισμένη συμμετοχή τους στις αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις.

Κατ’ αυτό τον τρόπο εξηγείται και το μεγάλο ποσοστό του κόσμου που συμμετέχει. Πρόκειται για εξαθλιωμένο κόσμο, ο οποίος υποφέρει από την ανεργία (πάνω από 30% του πληθυσμού, ειδικά στους νέους) και από τους πολύ χαμηλούς μισθούς.

Τα πολιτικά κόμματα, ειδικά εκείνα της αντιπολίτευσης, απομονώθηκαν από τους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να περιοριστούν σε ένα μικρό αριθμό πόλεων - ανθρώπων. Αυτό, εξάλλου, είναι το πρόβλημα των πολιτικών κομμάτων: Το γεγονός ότι περιορίζονται εξαιτίας της καταστολής, αλλά επίσης και εξαιτίας των υποκειμενικών κρίσεών τους. Για παράδειγμα, αποφεύγουν τις κατώτερες τάξεις, για να συμπεριλάβουν μόνο «ελίτ» ανθρώπων από τις πόλεις, με αποτέλεσμα να γίνονται φιλελεύθερα κόμματα κατά τα προηγούμενα χρόνια και να ενδιαφέρονται μονάχα για τη δημοκρατία. Αυτό δείχνει και τι ζητάνε τώρα και για τι πραγματικά παλεύουν αυτά τα κόμματα, παρά τα συνθήματά τους.

Η πτώση του καθεστώτος σημαίνει απαραίτητα την ανατροπή της οικονομικής διάρθρωσης επίσης, η οποία προκάλεσε την κατάρρευση της οικονομίας και την επακόλουθη καταστροφή του πλούτου, που συνεπάγεται ανεργία, φτώχεια και χαμηλό επίπεδο συστήματος εκπαίδευσης και υγείας-πρόνοιας.
Στη Συρία το αίτημα για πτώση της κυβέρνησης ακούστηκε μετά από λίγες μέρες από τη στρατιωτική επέμβαση στην Ντεράα, κατά της βίας και των δολοφονιών των ειρηνικών διαδηλωτών και έπειτα απλώθηκε και σε άλλες πόλεις.

Ως εκ τούτου, το σύνθημα «κάτω η κυβέρνηση» έχει μια πολύ συγκεκριμένη οικονομική - πολιτική έννοια. Ο λαός στην Ντεράα ξεκίνησε έχοντας τοπικά αιτήματα, μεταξύ των οποίων και συνθήματα κατά της κυριαρχίας της γης τους από τους ανθρώπους της εξουσίας. Το σύνθημα «κάτω η κυβέρνηση» χρησιμοποιήθηκε, παρά το πολύ ευρύ και γενικό του νόημα και περιέλαβε όλα τα αιτήματα, εκτός από εκείνο της ελευθερίας, επειδή το «περί ελευθερίας» σύνθημα θεωρείται ότι χρησιμοποιείται μοναχά κατά της απολυταρχίας.

Είναι αλήθεια ότι η συριακή εξέγερση δεν έχει στόχους; Υπήρξαν μεγάλοι φόβοι λόγω αυτής στη συσκότισης, ιδιαίτερα από τότε που τα γενικά συνθήματα στις διαδηλώσεις δεν έθεταν κάποια διεκδίκηση ή κάποιο στόχο. Αυτό οδήγησε σε φόβους και παρερμηνείες, του τύπου «πρόκειται μόνο για αίτημα αντικατάστασης της κυβέρνησης αυτής με μια άλλη, ακόμα και πίσω από το αίτημα για “ελευθερία”».
Είναι αλήθεια ότι πρόκειται για ένα ζήτημα από το οποίο υποφέρει η συριακή εξέγερση, ιδιαίτερα από το «θρησκευτικό ίχνος» που βρίσκει κανείς στα συνθήματα. Αυτό όμως δεν είναι ακριβές, αφού στην ουσία πρόκειται μόνο για αποτέλεσμα της αυθόρμητης έκφρασης της φτωχής νεολαίας, η οποία είναι αποκλεισμένη και αποκομμένη από την πολιτική και τον πολιτισμό εδώ και πολλές δεκαετίες.
Από την άλλη πλευρά, δεν είναι λογικό να πιστεύει κάποιος ότι η νεολαία υφίσταται όλη αυτή την αιματηρή βία χωρίς λόγο, αυτό είναι προφανές.

Η κατάσταση μπορεί να έδειξε ότι αυτή η νεολαία δεν έχει στόχο, παρά μόνο την «ελευθερία» που δεν σημαίνει και τίποτα, αν δεν οριστεί σαφώς. Λογικό είναι: Η εξέγερση που στοχεύει να πέσει το καθεστώς, αντανακλά τα αιτήματα του κόσμου που συμμετέχει, του κόσμου από τις εξεγερμένες κοινωνικές τάξεις, ειδικά της φτωχής νεολαίας. Η χρήση του συνθήματος «κάτω η κυβέρνηση» μπορεί να μπερδεύει, παρόλο που είναι σαφές ότι η αλλαγή στοχεύει στην ικανοποίηση των συμφερόντων του λαού που αγωνίζεται και παλεύει, διαφορετικά είναι μια άχρηστη πάλη.
Αυτό το μπερδεμένο ζήτημα, οδηγεί στο να ερμηνεύονται η εξέγερση στη Συρία και η πάλη για την ελευθερία, ως πολιτικές πλευρές, διάκριση που χρησιμοποιεί προς όφελός της η αντιπολίτευση σήμερα. Αγνοούν τα πραγματικά προβλήματα τα οποία οδήγησαν σε αυτή την εξέγερση. Κάποιοι μάλιστα από την ελίτ της συριακής αντιπολίτευσης τώρα αρνούνται ότι οικονομικοί λόγοι ωθούν τον κόσμο που συμμετέχει, σαν αυτό το κίνημα να ξεκίνησε από μόνη την ανάγκη για ελευθερία και αξιοπρέπεια, και σαν να έχει μοναδικό στόχο να απελευθερώσει. Αυτές οι τάξεις που υποκρίνονται, έχουν μεγάλη έγνοια να διαφυλάξουν την οικονομική διάρθρωση στην περιοχή ως έχει ή ίσως με μικρές βελτιώσεις. Αναζητούν επίσης μια πιο φιλελεύθερη οικονομία, παρόλο που η απελευθέρωση της οικονομίας έφερε την επιδείνωση των όρων ζωής των ανθρώπων και τους οδήγησε στη συνέχεια να κινητοποιηθούν και να επαναστατήσουν ενάντια σε όλες αυτές τις αφόρητες συνθήκες.
Υπάρχει λοιπόν ήδη σύγκρουση, σχετικά με την εξέγερση, πριν ακόμη αυτή νικήσει.

Στόχοι της εξέγερσης
Νέα οικονομική οργάνωση


Θα μπορούσαμε εύκολα να περιγράψουμε τα βασικά ζητήματα της ανεργίας, των μισθών, της υγείας-πρόνοιας και της στέγασης, ως τα βασικά προβλήματα από τα οποία μαστίζεται η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας και οι άνθρωποι που βγαίνουν στους δρόμους. Τα προβλήματα αυτά είναι το αποτέλεσμα των οικονομικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια και μετέτρεψαν την οικονομία σε οικονομία βασισμένη στις υπηρεσίες. Η διάλυση της γεωργίας και της βιομηχανίας ήρθε ως αποτέλεσμα της πολιτικής του «ανοίγματος», η οποία με τη σειρά της οδήγησε σε αθέμιτο ανταγωνισμό, πέρα από την κλοπή και την κακοδιαχείριση τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.

Άρα, είναι αδιανόητο να προσποιούνται κάποιοι ότι τα αιτήματα για δουλειά, κατώτατο μισθό, δωρεάν παιδεία, στέγαση και υγεία- κοινωνική πρόνοια δεν είναι τα πραγματικά αιτήματα του λαού ο οποίος παλεύει και να προσπαθούν να βάλουν τέρμα στη μάχη οι ίδιοι. Τα αιτήματα αυτά είναι οι βασικές διεκδικήσεις για το μεγαλύτερο ποσοστό του κόσμου που διαμαρτύρεται. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι ελίτ μπορούν να τα αγνοούν προσωρινά, αλλά ο λαός δεν θα μπορούσε, αφού αυτά τα αιτήματα είναι η καρδιά του κοινωνικού κινήματος και η βάση για να επιτευχθεί ένα σταθερό κράτος. Ακόμη κι αν οι ελίτ κατορθώνουν να αγνοούν αυτά τα αιτήματα λόγω της έλλειψης πολιτικής αντιπροσώπευσης και επειδή τα πρόσφατα πολιτικά κόμματα χαρακτηρίζονται ως φιλελεύθερα δημοκρατικά, η «ψυχή» του λαού που θα σπάσει το τωρινό καθεστώς, είναι ικανή να σπάσει οτιδήποτε θα μπορούσε να τους παραπλανήσει.

Περαιτέρω, η αλλαγή της οικονομικής οργάνωσης είναι κομβικό ζήτημα σε αυτό το κίνημα και στα υπόλοιπα αραβικά κινήματα. Είναι ο κύριος ρόλος (λέω κύριος και όχι καθοριστικός, γιατί αυτό θα μπορούσε να τρομάξει τους φιλελεύθερους) που το κράτος πρέπει να παίξει, για να προστατέψει την αγορά από τον αθέμιτο ανταγωνισμό και να απασχολήσει το εργατικό δυναμικό.
Εντούτοις, η παραπάνω εξήγηση δεν περιορίζει τους στόχους του κινήματος και παρά το γεγονός ότι η αλλαγή της οικονομικής οργάνωσης επιβάλλει το χαρακτήρα και τα εργαλεία της εξουσίας, η «τάση για δημοκρατία» δεν είναι κάτι περίεργο, αλλά είναι γνήσια στις τάξεις της κοινωνίας, ιδιαίτερα στη μεσαία τάξη. Με βάση όμως αυτή την «τάση για δημοκρατία», το κίνημα μπορεί μόνο να οδηγήσει σε αστικό δημοκρατικό καθεστώς. Αυτό είναι απαραίτητο, είναι ένας στόχος που η εξέγερση θα μπορούσε να πετύχει, αλλά θα πρέπει να είναι ένα αληθινό, ένα πραγματικό δημοκρατικό κράτος πολιτών, χωρίς απάτες και παραμορφωμένες δημοκρατίες, που δεν θα βασίζεται στην ιθαγένεια και την θρησκεία (όχι κοσμικό), αλλά θα είναι χτισμένο πάνω στη λαϊκή βούληση.
Συμπερασματικά, η συριακή εξέγερση έχει πολύ συγκεκριμένους στόχους, ακόμη και αν τα συνθήματα δεν τους αποτυπώνουν και παρά τις εκδοχές των ελίτ και της αντιπολίτευσης για αυτούς τους στόχους. Το δικαίωμα στη δουλειά, τους μισθούς για να καλύπτονται οι βιοτικές ανάγκες, η δωρεάν και πραγματική παιδεία, η δωρεάν υγεία, η στέγαση, το δημοκρατικό πολιτικό κράτος, τα υψίπεδα του Γκολάν (τα εδάφη τα οποία κατέλαβε το Ισραήλ από τη Συρία κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 και που ακόμα παραμένουν υπό ισραηλινή κατοχή) εν τέλει και περαιτέρω η υιοθέτηση μιας στάσης κατά του ιμπεριαλισμού και του σιωνισμού.

Αυτό που απαιτείται είναι ένα οικονομικό κοινωνικό πολιτικό σύστημα σε αντικατάσταση και αυτό σημαίνει σύγκρουση με όλες τις φιλελεύθερες τάξεις που υιοθετούν τον ίδιο υπάρχοντα οικονομικό τρόπο οργάνωσης, μετά από την απομάκρυνση της κυρίαρχης προς το παρόν τάξης. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο με αυτή την τάξη, αλλά επίσης με την οικονομική οργάνωση η οποία βασίζεται στο «άνοιγμα» και η οποία μετατρέπει την οικονομία σε οικονομία υπηρεσιών/εισαγωγών.