Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Ιρλανδικό φρένο στη Μέρκελ

  
Στην κρίση των ιρλανδών ψηφοφόρων θα τεθεί το Δημοσιονομικό Σύμφωνο που εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, απαγορεύοντας από το ίδιο το σύνταγμα τα δημοσιονομικά ελλείμματα που πλέον θα επισείουν πρόστιμα ίσα με το 0,1% του ΑΕΠ.



της Κατερίνας Κιτίδη


Καλή μέρα για τη δημοκρατία, αλλά κακή μέρα για την Άγκελα Μέρκελ» ανακηρύχθηκε η Τρίτη, 28η Φεβρουαρίου, από το γερμανικό περιοδικό Σπίγκελ. Βασική αιτία ήταν η ανακοίνωση της ιρλανδικής κυβέρνησης πως θα προβεί σε δημοψήφισμα για το αν θα υιοθετήσει το ευρωπαϊκό Σύμφωνο για αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία.

Η ιρλανδική απόφαση προκάλεσε αγανάκτηση σε αρκετούς ευρωπαίους αξιωματούχους. Είναι η πέμπτη φορά μέσα σε έντεκα χρόνια που οι Ιρλανδοί καλούνται να επικυρώσουν μέσω της κάλπης κυβερνητικές αποφάσεις για τη μεταφορά εξουσιών στις Βρυξέλλες και η στάση τους δεν ήταν πάντα θετική. Δύο φορές στο παρελθόν απέρριψαν ευρωπαϊκές συνθήκες (της Νίκαιας και της Λισαβόνας), στις οποίες χρειάστηκε να ενσωματωθούν ειδικές εξαιρέσεις, προκειμένου να εγκριθούν από τους Ιρλανδούς. Γι’ αυτό και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο είχε εσκεμμένα συνταχθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποφευχθεί η ανάγκη δημοψηφίσματος, όπως παραδέχτηκε ο Μάικ Λινκ, υπεύθυνος για θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών.

Ωστόσο, ο ιρλανδός πρωθυπουργός Έντα Κένι δεν είχε την επιλογή να μην κυρήξει το δημοψήφισμα. Με το 72% των Ιρλανδών να το ζητούν, δεχόταν επίμονες πιέσεις από την αντιπολίτευση, με την οποία συναινούσε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Μάικλ Χίγκινς. Ο Κένι ζήτησε νομική γνωμοδότηση για το αν το δημοψήφισμα είναι αναγκαίο και οι δικαστικές αρχές της χώρας απάντησαν θετικά. Έτσι, ο λαός θα κληθεί να εγκρίνει ή να απορρίψει το Σύμφωνο μέχρι το Πάσχα ή το αργότερο, τον Ιούνιο.
Η υπερψήφιση του Συμφώνου θα σημαίνει τη νομοθετική –ή και συνταγματική– κατοχύρωση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, στους οποίους το έλλειμμα θα μπορεί να φτάνει μόλις στο 0,5% του ΑΕΠ – στα όρια του στατιστικού λάθους. Όσα κράτη παραβιάζουν τους δημοσιονομικούς κανόνες θα υφίστανται σχεδόν αυτόματα νομικές κυρώσεις από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, πληρώνοντας πρόστιμο ύψους 0,1% του ΑΕΠ τους στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο ιρλανδός ευρωβουλευτής Μάρτιν Κάλαναν, «το Δημοσιονομικό Σύμφωνο ουσιαστικά καθιστά παράνομη τη σοσιαλιστική πολιτική υψηλών κοινωνικών δαπανών». Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην παρακολούθηση των εθνικών προϋπολογισμών θα ενισχυθεί και όλες οι κρατικές αποφάσεις για διάθεση ομολόγων ή για οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα κοινοποιούνται εκ των προτέρων στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς.

Με τους Βρετανούς και τους Τσέχους να έχουν ήδη από το Δεκέμβριο ανακοινώσει την αντίθεσή τους στο Σύμφωνο, οι κυβερνήσεις των υπόλοιπων 25 κρατών - μελών της ΕΕ το υπέγραψαν την Παρασκευή, προκειμένου να ισχύσει από το 2013. Για να τεθεί σε εφαρμογή, το Σύμφωνο χρειάζεται την επικύρωση μόλις των 12 από τα 17 μέλη της ευρωζώνης. Αυτό σημαίνει ότι αφού επικυρωθεί, τα υπόλοιπα 15 κράτη - μέλη της ΕΕ θα μπορούν να το δεχτούν ή να το απορρίψουν, αλλά όχι να το μεταβάλουν. Επίσης, συνεπάγεται ότι μια πιθανή απόρριψη του Συμφώνου από τους Ιρλανδούς δεν θα επηρεάσει την εφαρμογή του στις άλλες χώρες της ΕΕ – σε αντίθεση με το 2008, όταν το ιρλανδικό «όχι» στο δημοψήφισμα για τη Συνθήκη της Λισαβόνας ισοδυναμούσε με βέτο.
Η προπαγάνδα υπέρ του Συμφώνου, πάντως, έχει ήδη λάβει δραματικές διαστάσεις, με ορολογία - καρμπόν αυτής που χρησιμοποιείται στην Ελλάδα πριν από κάθε πακέτο λιτότητας. Ενώ η απόρριψη του Συμφώνου συνεπάγεται μόνο πως οι Ιρλανδοί δεν θα έχουν πρόσβαση στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, οι υπέρμαχοι του Συμφώνου την ταυτίζουν με συνολική έξοδο από την ευρωζώνη. Υποστηρίζουν ότι το «όχι» στο Σύμφωνο θα προκαλέσει τρομακτική αστάθεια στις αγορές και θα υπονομεύσει το μέλλον του ενιαίου νομίσματος. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης δήλωσε ότι το Σύμφωνο είναι «ζωτικής σημασίας για το εθνικό συμφέρον της Ιρλανδίας», ενώ μέσα ενημέρωσης ισχυρίζονται πως η απόρριψή του θα φέρει εκλογές, οι οποίες «τώρα δεν είναι συμφέρουσες για τη χώρα».

Σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο, η ιρλανδική κοινή γνώμη είναι διχασμένη. Το 40% των Ιρλανδών λέει «ναι» στο Σύμφωνο, το 36% «όχι», ενώ ένα 24% παραμένει αναποφάσιστο. Ωστόσο, η οργή για την κατάσταση της οικονομίας είναι γενικευμένη. Το 62% των Ιρλανδών δηλώνει πως δεν εμπιστεύεται την κυβέρνηση να διαχειριστεί τα δημόσια οικονομικά. Η ανεργία ανέρχεται στο 14% και καθώς το έλλειμμα πέρυσι άγγιξε το 8,6%, ο προϋπολογισμός του 2012 συμπεριέλαβε γενναίες περικοπές, ύψους 3,8 δισ. ευρώ.

Μέτρα όπως αυτά, ωστόσο, δεν φαίνεται να έχουν αποτέλεσμα. Πρόσφατη έκθεση ενός από τα μεγαλύτερα ιρλανδικά χρηματιστηριακά γραφεία, σημείωνε πως η χώρα θα χρειαστεί και δεύτερο πακέτο «στήριξης» από το ΔΝΤ και την ΕΕ, καθώς ο ρυθμός ανάπτυξης θα αγγίξει φέτος μόλις το 0,3%. Σε ένα παρόμοιο συμπέρασμα κατέληγε και μια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία διέρρευσε στο γερμανικό κοινοβούλιο. Και σε αυτή, τα ιρλανδικά σχέδια για επιστροφή στις αγορές το 2013 εμφανίζονταν ως ανεφάρμοστα. Είναι αξιοσημείωτο πως το συγκεκριμένο περιστατικό σηματοδοτεί τη δεύτερη φορά που εμπιστευτικές πληροφορίες για την πορεία της ιρλανδικής οικονομίας φτάνουν στα χέρια πρώτα των γερμανών κι έπειτα των ιρλανδών βουλευτών.
Το ιρλανδικό δημοψήφισμα, πάντως, δεν αποτελεί το μόνο λόγο ανησυχίας για τους υπέρμαχους του Δημοσιονομικού Συμφώνου. Με τον Φρανσουά Ολάντ να προηγείται στις δημοσκοπήσεις για τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, η καγκελάριος Μέρκελ φοβάται μήπως σύντομα μειωθεί η στήριξη σε αυτό. Προεκλογικά τουλάχιστον, ο επικεφαλής των γάλλων Σοσιαλιστών δηλώνει πως το Σύμφωνο πρέπει να δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη, ενώ παράλληλα αμφισβητεί την απόδοση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του ρόλου του δημοσιονομικού χωροφύλακα. Ο ίδιος ζητά διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ, έκδοση ευρωομολόγων και φόρο στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.
Εν τω μεταξύ, πριν ακόμη στεγνώσει το μελάνι του Συμφώνου, η Ισπανία και η Ολλανδία θα θέσουν σε δοκιμασία την αποφασιστική επιβολή του. Στην πρώτη, το έλλειμμα άγγιξε το 8,5% την προηγούμενη χρονιά. Στη δεύτερη, επίσημες αναλύσεις προβλέπουν ελλείμματα της τάξης του 4,5%, 4,1% και 3,3% για τα επόμενα τρία χρόνια. Η ανάγκη, λοιπόν, λήψης μέτρων λιτότητας ύψους δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ προβληματίζει βαθύτατα τη συμμαχία Φιλελευθέρων και Χριστιανοδημοκρατών που κυβερνά τη χώρα.