Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

ΝΑΡ: Αντικαπιταλιστικό μέτωπο και κοινή δράση της Αριστεράς

Εφτά μήνες σκληρού αγώνα ενάντια στην άγρια επίθεση του κεφαλαίου, με όργανο επιβολής στην πρόσφατη και πιο κρίσιμη φάση τη «χούντα» κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ, έχουν συμπληρωθεί και ολοένα περισσότεροι εργαζόμενοι συνειδητοποιούν ότι η πάλη για την ανατροπή του σύγχρονου Μεσαίωνα θα πρέπει να πάρει πιο συνολικά, πιο βαθιά και πιο πολιτικά χαρακτηριστικά.



Γιάννης Ελαφρός


 Δεν αρκεί το κίνημα που σήμερα υπάρχει, ως περιεχόμενο, ως μορφές πάλης, ως πολιτικές διεκδικήσεις, ως δυνατότητα να ενοποιεί τα κατακερματισμένα τμήματα της εργατικής τάξης και των άλλων υπό εκμετάλλευση στρωμάτων. Καθώς η «ελληνική τραγωδία» αποτελεί μια εκρηκτική πλευρά της πολύπλευρης παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι το πρόγραμμα και το κίνημα, η Αριστερά και το μέτωπο που απαιτεί η εποχή μας δεν μπορούν να είναι «μία από τα ίδια», δεν μπορεί να μένουν στη διαχείριση της ήττας και στην υποταγή, αλλά οφείλουν να προχωρήσουν με φρεσκάδα και τόλμη σε μια γραμμή ανατροπής, από την ανατροπή της συνολικής επίθεσης του κεφαλαίου μέχρι τον κλονισμό της αστικής κυριαρχίας και την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, της αιτίας της κρίσης. Πώς θα συμβάλει η Αριστερά σε αυτές τις πρωτοφανείς για τις τελευταίες δεκαετίες συνθήκες, όπου η απονομιμοποίηση της αστικής πολιτικής και ιδεολογίας έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις, όπου διαμορφώνονται (αντικειμενικά, υλικά, κοινωνικά) νέες δυνατότητες για να προσεγγίσουν ευρύτερες μάζες εργαζομένων την αντικαπιταλιστική απάντηση στην κρίση; Όπου διαμορφώνεται μια ευρύτερη ζώνη αγωνιστών και αριστερών, που τείνει να αναδειχθεί σε μια νέα πρωτοπορία, αναζητώντας αντικαπιταλιστικές απαντήσεις, γιατί τέτοια είναι τα ερωτήματα της ζωής; Την ώρα βέβαια που παραμονεύει ο Καιάδας της απογοήτευσης, του κατακερματισμού, της ήττας και της συντριβής κάθε συλλογικής και ταξικής συνειδητοποίησης.
Με βάση αυτές τις δυνατότητες και παρά τις δυσκολίες –και μέσα στην Αριστερά– από τον κληρονομημένο αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, όλες οι ανατρεπτικές τάσεις της Αριστεράς πρέπει να τολμήσουν να αναμετρηθούν με τα επιτακτικά καθήκοντα της περιόδου, σπάζοντας τα όρια του εφικτού, της διαχειριστικής λογικής και του απομονωτισμού. Το πρώτο καθήκον είναι αναμφισβήτητα η πάλη για την ανατροπή της επίθεσης, για το σπάσιμο του μνημόνιου με την τρόικα και την κατάργηση όλων των αντεργατικών αντιλαϊκών αντιδραστικών μέτρων, για την ανατροπή της χούντας κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ, με όπλο ένα ταξικά ανασυγκροτημένο, πολιτικοποιημένο μαζικό εργατικό και λαϊκό κίνημα. Σε αυτή την υπόθεση πρέπει να συμβάλει κατά τη γνώμη μας η επιτακτικά αναγκαία μετωπική κοινή δράση δυνάμεων, τάσεων και αγωνιστών της Αριστεράς και του κινήματος. Το δεύτερο, είναι η ισχυροποίηση της αντικαπιταλιστικής τάσης, η διαμόρφωση ενός ισχυρού αντικαπιταλιστικού μετώπου και πόλου στην Αριστερά. Και τέλος, αλλά καθόλου τελευταίο σε σημασία, η συμβολή στην κομμουνιστική επαναθεμελίωση, στην αναγέννηση της κομμουνιστικής δυνατότητας - αναγκαιότητας στην εποχή της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης. Σύμφωνα με τη λογική του ΝΑΡ, οι τρεις αυτές πλευρές της αριστερής παρέμβασης, πρέπει να προωθούνται αλληλένδετα και ενιαία.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, το ζήτημα της κοινής δράσης της Αριστεράς έχει έρθει στο προσκήνιο με ένταση το τελευταίο διάστημα και σειρά πρωτοβουλιών έχουν παρθεί (παρεμβάσεις ΝΑΡ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πρωτοβουλία ΚΟΕ, κινήσεις Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής, πρωτοβουλία διανοουμένων κ.ά.). Οι παρεμβάσεις αυτές, παρά το διαφορετικό τους χαρακτήρα, ξεκινούν από την αυξημένη αναζήτηση του κόσμου της Αριστεράς ενός αποτελεσματικού αντίπαλου δέους απέναντι στην ολοκληρωτική επίθεση του κεφαλαίου. Από τη διάχυτη επιθυμία μιας κοινής δράσης μέσα στο μαζικό κίνημα και στα πολιτικά μέτωπα και το άνοιγμα ενός ευρύτερου διαλόγου για τα μεγάλα ερωτήματα της εποχής μας. Αυτή η αναγκαιότητα υπάρχει και πρέπει να απαντηθεί, οι στρατηγικές διαφορές δεν αποτελούν ανυπέρβλητο εμπόδιο. Αλλά η απάντηση πρέπει να έχει νέο νικηφόρο περιεχόμενο, χωρίς επαναφορά των πρακτικών στην Αριστερά που όσο μιλούν για ενότητα τόσο διασπώνται, που θεωρούν την ενότητα «φάρμακο δια πάσα νόσο» (ξεχνώντας ότι ο σημερινός κατακερματισμός είναι σύμπτωμα της στρατηγικής ανημπόριας της Αριστεράς) ή που βλέπουν την κοινή δράση στον ελάχιστο κοινό παρανομαστή, πλαίσιο που συνήθως αναδεικνύεται ανεπαρκές για πάλη. Από την άλλη, ξεπερνώντας τις λογικές του μέγιστου κοινού διαιρέτη των αριστερών δυνάμεων, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ιδεολογικές απόψεις της κάθε μικροομάδας. Κρίσιμη αφετηρία είναι το πρόγραμμα, το περιεχόμενο. Η λογική που λέει «ας ενωθούμε και μετά τα βρίσκουμε» βάζει το κάρο πριν από το άλογο, οδηγεί σε βαθύτερες απογοητεύσεις. Ούτε δίνει απαντήσεις η λογική του «να ενωθούμε σε όσα σημεία συμφωνούμε», στα λεγόμενα «σημεία επαφής». Πρόκειται για ιστορικά αποτυχημένη προσέγγιση. Εξάλλου οι εργαζόμενοι δεν πρόκειται να συγκινηθούν από τη συνάντηση κάποιων αριστερών δυνάμεων πάνω σε όσα συμφωνούν, αλλά από το εάν καταφέρουν να δράσουν από κοινού στη βάση του αναγκαίου προγράμματος για να αποκρουστεί - ανατραπεί η επίθεση, που να απαντά στα υπαρκτά κι επιτακτικά ερωτήματα. Τι θα γίνει με το χρέος; Θα το πληρώσουμε ή θα το αρνηθούμε; Τι λέμε για την ΕΕ; Θέση αποδοχής του σφαγείου της ΟΝΕ - ευρωζώνης και προσπάθειας για μεταρρύθμιση της ΕΕ για να σώσουμε το ευρώ ή γραμμή ανυπακοής, σύγκρουσης και ρήξης με ευρώ, ΟΝΕ και την ΕΕ, με άνοιγμα της συζήτησης για την αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από τις ολοκληρώσεις του κεφαλαίου; Θα τεθεί το ζήτημα της ανάγκης ανατροπής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, που έχει συνδέσει άρρηκτα το μέλλον της με την επιτυχία του μνημονίου; Θα υιοθετηθούν ώριμες διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος για το βασικό μισθό και τις αυξήσεις, για την απαγόρευση των απολύσεων και τη μείωση των ωρών εργασίας;
H κοινή δράση δυνάμεων της Αριστεράς και του κινήματος οφείλει επίσης να ξεκαθαρίσει ποιο θα είναι το κύριο υποκείμενο της πάλης για ανατροπή και ανάλογα να προσαρμόσει και τη μορφή της. Σύμφωνα με το ΝΑΡ είναι το μαζικό πολιτικό εργατικό λαϊκό κίνημα, με όλη την πολυμορφία του, που μέσα σε συνθήκες ενός συνειδητού πολιτικού αγώνα διάρκειας, με χαρακτήρα εξέγερσης και απεργιακές μορφές - μπλακ άουτ, μπορεί να ανατρέψει την επιδρομή. Αυτό σημαίνει ότι η κοινή δράση ρίχνει το βάρος της και δίνει την πρωτοκαθεδρία στα όργανα ακριβώς αυτού του κινήματος, συμβάλλει στην ενίσχυση και στη διαμόρφωση νέων, διαφοροποιείται στην πράξη και καθαρά από τον υποταγμένο συνδικαλισμό των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ και τον πυροσβεστικό σχεδιασμό τους και συμβάλλει στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου και λαϊκού κέντρου αγώνα, μιας «βουλής των κάτω». Κοντολογίς, ρίχνει το βάρος της στον «εξωκοινοβουλευτικό» μαζικό λαϊκό αγώνα και όχι σε αδύνατες εκλογικές συνεργασίες, νέες πρωτοκαθεδρίες κομματικών ή άλλων επιτελείων, λογικές παν-αριστεράς και αναζήτησης κυβερνητικών λύσεων εντός του συστήματος. Η αναγκαία κοινή δράση δεν μπορεί ούτε πρόκειται να καταργήσει τις υπαρκτές πολιτικές και στρατηγικές διαφορές, οι οποίες θα εκφραστούν πιθανόν και με τη συγκρότηση διαφορετικών πολιτικών ή κοινωνικών μετώπων (αντινεοφιλελεύθερα, αντιμονοπωλιακά και αντικαπιταλιστικά). Κάτι τέτοιο δεν πρέπει να αποθαρρύνει από την προσπάθεια για κοινή δράση των διαφορετικών μετωπικών πρωτοβουλιών.
Αν η ανατρεπτική μετωπική κοινή δράση της Αριστεράς και των αγωνιστών μπορεί να δώσει άμεση ώθηση και ελπίδα στη γενίκευση των αγώνων για την απόκρουση της βαρβαρότητας, κάτι που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την άνθιση των ανατρεπτικών ιδεών, η αυτοτελής προώθηση μέσα στις συνθήκες αυτές του αντικαπιταλιστικού μετώπου θα δώσει προοπτική και στρατηγικό βάθος στις αντιστάσεις του σήμερα, θα μπολιάσει με τον αναγκαίο αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό και την ώριμη κοινή δράση. Αυτό σημαίνει ότι η απάντηση στην κρίση και την επίθεση δεν περνά μόνο από το κίνημα και την αριστερή κοινή δράση, αλλά σε μεγάλο βαθμό από την ενίσχυση και την αυτοτελή συσπείρωση –στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο– της αντικαπιταλιστικής κι επαναστατικής Αριστεράς. Κι αυτό γιατί ο χαρακτήρας της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης απαιτεί συνολικές αντικαπιταλιστικές απαντήσεις. Εξάλλου η ενίσχυση και η παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς επιδρά ιδιαίτερα θετικά τόσο στην ανάπτυξη του κινήματος, όσο και στην έμπρακτη προώθηση της κοινής δράσης, όπως καταγράφηκε στις κινήσεις του Συντονισμού Πρωτοβάθμιων Σωματείων. Αυτό σημαίνει ότι δίνουμε τη μάχη για την ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για την προσέγγιση στο αντικαπιταλιστικό μέτωπο των φρέσκιων ριζοσπαστικών δυνάμεων που αναδύθηκαν από τον αγώνα. Απ’ αυτή την άποψη, οι επερχόμενες εκλογές σε δήμους και περιφέρειες, με τον ξεκάθαρο πολιτικό χαρακτήρα που αποκτούν, δίνουν την ευκαιρία για τη συγκρότηση αντικαπιταλιστικών σχημάτων, που θα εμφανίζουν αυτοτελώς το τρίτο ρεύμα της ανατρεπτικής Αριστεράς, πέρα από τους συνδυασμούς ΚΚΕ και ΣΥΝ / ΣΥΡΙΖΑ.
Στοιχείο της απάντησης στην κρίση και στην επίθεση αποτελεί και η συμβολή στην ανασυγκρότηση της κομμουνιστικής προοπτικής της εποχής μας. Πρόκειται για ένα καθήκον που βρίσκεται στην καρδιά μιας εργατικής αντεπίθεσης μακράς πνοής, γιατί χωρίς να ανοίξει η συζήτηση και να γίνουν βήματα στη συγκρότηση ενός προγράμματος για τον κομμουνισμό του 21ου αιώνα, βήματα για το κόμμα - φορέα του τρίτου κύματος του κομμουνισμού, χωρίς να διαμορφώνεται μια εναλλακτική στον καπιταλισμό της κρίσης και της βαρβαρότητας, οι εργατικοί αγώνες θα χάσουν σε αυτοπεποίθηση και δυναμική. Σήμερα είναι η ώρα να αμφισβητηθούν συθέμελα όχι μόνο οι επιπτώσεις της κρίσης, αλλά οι αιτίες της, το καθεστώς της εκμετάλλευσης και της απόσπασης υπεραξίας, η μισθωτή σκλαβιά, η τυραννία του χρήματος, η μόλυνση της ζωής από το κέρδος και την εμπορευματοποίηση, η καταπίεση από τις σύγχρονες Βαστίλες της αστικής εξουσίας σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο.