Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Ο λαϊκός παράγοντας αναστατώνει το σκηνικό!


Oταν ο Γ. Παπανδρέου αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την προσπάθεια να περάσει στα μουλωχτά τις συμπληγάδες της οργής και της δυσαρέσκειας με το εφεύρημα του «αυτοδιοικητικού» χαρακτήρα των εκλογών, αδειάζοντας το αριστερό εξαπτέρυγο της Δημοκρατικής Αριστεράς, και να μιλήσει για τον «κίνδυνο αποσταθεροποίησης της χώρας», πολλοί εργαζόμενοι αντί να τρομοκρατηθούν χαμογέλασαν. Ήταν μια ζωντανή απόδειξη πως ο λαϊκός παράγοντας όχι μόνο δεν χάνει τον πολιτικό του ρόλο, αλλά μπορεί και να αναστατώνει το πολιτικό σκηνικό.




ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ



Το ΠΑΣΟΚ σε μεγάλο βαθμό την είχε πατήσει, έχοντας υπερτιμήσει τρεις παράγοντες που έδειχναν πως μπορεί να κάνει ανενόχλητο παιχνίδι. Πρώτον, το πονηρό κλείσιμο του ματιού της ΝΔ, πως δεν επρόκειτο να χοντρύνει το παιχνίδι και αυτό εξέφραζε συμβολικά η επιλογή του άχρωμου και άοσμου Β. Κικίλια για την Περιφέρεια Αττικής, που ολοφάνερα θα ήταν το βαρόμετρο των εξελίξεων. Δεύτερον, η πολιτική αφλογιστία της κοινοβουλευτικής Αριστεράς, που αποδείχτηκε για μια ακόμη φορά ανίκανη πάνω στη στροφή των εξελίξεων να σηματοδοτήσει μια λαϊκή αντεπίθεση με την προβολή στόχων για τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από ΟΝΕ και το ευρώ και να απειλήσει με ανατροπή. Δεύτερο, το καθεστώς ιδιότυπης αιχμαλωσίας και παραλυσίας των εργαζομένων εξαιτίας της υποταγής της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ στην κυβέρνηση και την πολιτική της τρόικας.

Όλα αυτά τα θετικά για την κυβέρνηση στοιχεία, είχαν και το βαρύ αντίτιμο τους για αυτήν: Η λαϊκή δυσαρέσκεια θα ακολουθούσε δρόμους βουβούς, υπόκωφους, απρόβλεπτους. Αυτό στην ουσία καταγράφηκε στις εκλογές. Με κίνδυνο να χαρακτηριστούμε υπερβολικοί, μπορούμε να πούμε πως ο λαϊκός παράγοντας δήλωσε και πάλι πολιτικά «παρών» με διάφορους τρόπους. Την ώρα που ο πρωθυπουργός σήμανε «εθνικό συναγερμό», 800.000 επιπλέον πολίτες, σε σχέση με τις βουλευτικές, δήλωναν με την αποχή τους πως τον αγνοούν, εκφράζοντας μια γενικότερη δυσπιστία (πολύχρωμη ως προς την πολιτική της κατεύθυνση) για το πολιτικό σύστημα και το ρόλο των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι ακόμη 550.000 στάθηκαν στην ουρά για να ψηφίσουν άκυρο ή λευκό (360.000 περισσότεροι από τις βουλευτικές εκλογές, ένα χρόνο πριν), σε μια σαφώς πιο ριζοσπαστική στάση σε σύγκριση με τη στάση αποχής, που εμπεριέχει στοιχεία κριτικής και προς την Αριστερά. Το ΠΑΣΟΚ χάνει 1.100.000 ψήφους και η ΝΔ 550.000, κάτι που πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα, καθώς τα ποσοστά δεν φανερώνουν πάντα όλη την ουσία (αν και αυτά κυβερνούν!). Ο κυβερνητικός υποψήφιος στην Περιφέρεια Αττικής πρέπει να αισθάνεται και τυχερός που απέσπασε ένα 24% έναντι 42% που είχε το ΠΑΣΟΚ στην Αττική, ο δε Κικίλιας είναι νικητής γιατί ξεπέρασε την… «δεύτερη κατανομή» του 17% που κυνηγούσε το ΚΚΕ το 1981. Το τελευταίο είδε μια σχετική δικαίωση για την αντι-ΕΕ ρητορική του και την προβολή της προοπτικής της εναλλακτικής λύσης της «λαϊκής οικονομίας» απέναντι στην καπιταλιστική κρίση, σημειώνοντας μια πανελλαδική άνοδο άνω των 70.000 ψήφων. Περισσότερο που ο ακατανόμαστος αντίπαλος του, που ακούει στο όνομα του ΣΥΡΙΖΑ, παραδέρνοντας μεταξύ κυβερνητισμού, διαχειριστικών συνεργασιών με το ΠΑΣΟΚ, «περίσκεψης» για το ευρώ και την ΕΕ (όταν δεν την υπεράσπιζε ανοιχτά) και διαλυτικών φαινομένων, έμεινε στάσιμος.

Τη σοβαρότητα των διεργασιών και των ανακατατάξεων στο πολιτικό σκηνικό, υπογραμμίζει με ποιοτικό τρόπο το άλμα των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς, καθώς οι συνδυασμοί της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, από τις 24.000 στις βουλευτικές εκλογές, άγγιξαν τις 100.000. Είναι γεγονός ότι βηματοδότης της όλης πολιτικής μάχης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς ήταν η Περιφέρεια της Αττικής με την υποψηφιότητα του Α. Χάγιου, ωστόσο από ένα σημείο και πέρα διαμορφώθηκε ένα σαφές και ομοιόμορφο ρεύμα πανελλαδικά, που υπερέβαινε τοπικές υστερήσεις και ιδιαιτερότητες. Η χούντα των ΜΜΕ, που επέμενε πεισματικά να αγνοεί αυτήν την ανερχόμενη τάση, δέχτηκε ένα ισχυρότατο πλήγμα.

Στο νέο πολιτικό σκηνικό η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχει χάσει κύρος και δύναμη, χωρίς αυτό να έχει μεταφερθεί στο στρατόπεδο της ΝΔ. Ο δεύτερος γύρος, λόγω του δικομματικού του χαρακτήρα, θα θολώσει σε μεγάλο βαθμό αυτή την εικόνα, αλλά δεν μπορεί να την αλλάξει. Το ΛΑΟΣ παρά την πτώση του στις εκλογές, επιχειρεί στη νέα περίοδο να κατοχυρωθεί στο ρόλο του αμολητού μαντρόσκυλου του συστήματος και όχι απλά στο ρόλο του αχθοφόρου του ΠΑΣΟΚ. Η προοπτική της κεντροαριστερής προοδευτικής πλειοψηφίας που προτάσσει η Δημοκρατική Αριστερά είναι σαφώς τραυματισμένη. Σ’ αυτές τις συνθήκες, ο ΣΕΒ με την αυτοτελή πολιτική του παρέμβαση, όπως αυτή σηματοδοτήθηκε και με τις μετεκλογικές δηλώσεις του Προέδρου του Δ. Δασκαλόπουλου, όπως και η Ν. Μπακογιάννη με τον αθάνατο μπαμπά της, θα είναι υποχρεωμένοι σε μια στάση πλήρους σχεδόν στήριξης της κυβέρνησης, ενώ που και που θα ακούγονται φωνές για οικουμενικές λύσεις.

Η τάση ραγδαίας αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών, εκφράζει έστω δια της τεθλασμένης την τεράστια κοινωνική πόλωση και την αγανάχτηση που προκαλεί η επίθεση του κεφαλαίου σε βάρος του κόσμου της εργασίας. Το θέμα είναι: Πού θα κάτσει τελικά η μπίλια; Εντάξει τα εκλογικά αναθέματα, αλλά ποιος θα σταματήσει τα μέτρα; Εντάξει, μπορεί να μην υπάρξει μια απότομη χρεοκοπία και κατάρρευση αλά ’89 στην ανατολική Ευρώπη, αλλά θα πάνε οι μισθοί και οι συντάξεις στον πάτο διά της συνεχούς διολίσθησης; Αυτά είναι τα καυτά ερωτήματα που πρέπει να τολμήσουν να τα αντιμετωπίσουν οι εργαζόμενοι, το συλλογικό τους κίνημα, η Αριστερά.

Υπάρχουν σημαντικές θετικές παρακαταθήκες τόσο στο εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής, όσο και στις θερμότατες εξελίξεις γύρω μας. Όταν στο Παρίσι, χωρίς μνημόνιο και χρέος, γίνεται για άλλη μια φορά της… Γαλλίας, αλλά και οι φλεγματικοί Βρετανοί καταλαμβάνουν τα γραφεία του κυβερνητικού κόμματος διαμαρτυρόμενοι για τις περικοπές σε παιδεία, υγεία και τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, ο μύθος περί βαλκάνιων τεμπελχανάδων που ροκανίζουν τα κρατικά ταμεία, υποχωρεί προς όφελος μιας πολιτικής ωρίμανσης.

Οι εργαζόμενες μάζες δεν είναι δοσμένες, παρά την αδυναμία να συγκροτηθεί ένα απεργιακό κύμα έκτασης, διάρκειας και βάθους που να ανατρέψει τα μέτρα και να οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου ο φόβος θα αλλάξει στρατόπεδο. Στις 5 του περασμένου Μάη ωστόσο, ο λαός έσπειρε εφιάλτες, όχι μόνο στην κυβέρνηση, την τρόικα και το ΣΕΒ, αλλά και στην καταγέλαστη ΓΣΕΕ που ίδρωσε να μαζέψει την κατάσταση και κέρδισε ένα φθινόπωρο άπνοιας.

Η διάταξη στην Αριστερά δεν είναι ούτε αιώνια, ούτε σταθερή. Η αντικαπιταλιστική Αριστερά, πρόβαλε δυναμικά μέσα στις εξελίξεις. Από το… 0,2% των γκάλοπ (στην καλύτερη περίπτωση, διότι κατά βάση …δεν υπήρχε) και τη σιωπή, βρέθηκε στο μικροσκόπιο των πολιτικών αναλυτών και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Και αυτό, παρά την εμφανή ακόμη αδυναμία της να συνδέσει τα αισθήματα λαϊκής δυσαρέσκειας με μια δουλειά ριζωμένη στην εργατική τάξη. Η κατάκτηση του θετικού εκλογικού αποτελέσματος πρέπει να σταθεροποιηθεί και να βαθύνει πολιτικά. Να μετασχηματιστεί σε δυνατότητα εργατικών κινητοποιήσεων με συνολικό πολιτικό περιεχόμενο, με ανατροπή της πολιτικής κυριαρχίας του κυβερνητικού και κρατικού συνδικαλισμού. Αλλά και να συνδεθεί γόνιμα με τις διεργασίες στην υπόλοιπη Αριστερά και κρίκος για αυτό είναι ο στρατηγικός επανεξοπλισμός, η σύνδεση των κινηματικών προσπαθειών της με τη σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική, μέσω του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και της επαναστατικής πολιτικής. Παίρνοντας οριστικά διαζύγιο, τόσο με τον επαναστατικό βερμπαλισμό με απουσία πολιτικής γραμμής, όσο και με τον τακτικισμό και ρεφορμισμό με απουσία στρατηγικής.

Καμία αστική κυβέρνηση δεν μπορεί να εφαρμόζει την πολιτική της χωρίς ισχυρή κοινωνική και πολιτική συναίνεση. Ακόμη δεν έχουμε δικτατορία…. Αυτός είναι ο πονοκέφαλος των αστικών πολιτικών δυνάμεων και η ανησυχία που προκλήθηκε από τα εκλογικά αποτελέσματα. Αλλά και καμία κυβέρνηση και καμία αντεργατική πολιτική δεν ανατράπηκε με κάποιες κοινοβουλευτικές μετατοπίσεις. Αυτό είναι το δικό μας δημιουργικό άγχος που πρέπει να σηματοδοτεί την κατεύθυνσή μας για ένα πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο και κίνημα αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης και κομμουνιστικής προοπτικής, που θα στηρίζεται στα δικά του όργανα αγώνα και επιβολής της εργατικής πολιτικής. Δεν βρισκόμαστε παρά στην αρχή μιας μεγάλης σύγκρουσης…

0 Τοποθετησεις: