Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

ΘEMA: H ιδεολογία ως καταστολή


Οι τάσεις συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης που επιταχύνονται στο χώρο των ΜΜΕ λόγω της κρίσης με το κλείσιμο δεκάδων μέσων και τη συρρίκνωση πολλών άλλων θα ενισχύσει το ρόλο τους ως ιδεολογικών μηχανισμών και την πολιτική τους επιρροή στην κοινωνία. Βασικό γνώρισμα της αστικής προπαγάνδας και αλάνθαστο τεκμήριο της βαθιάς παρακμής της είναι ο εκφοβισμός της κοινωνίας και η απάλειψη κάθε ελκτικού στοιχείου από το λόγο και το όραμά της.




του Δημήτρη Γρηγορόπουλου





Πολιορκητικός κριός τα ΜΜΕ




Στο διάστημα της όξυνσης της πολιτικής κρίσης, απ’ τα τέλη του Οκτώβρη ως την ανάληψη της διακυβέρνησης απ’ τον τραπεζίτη Παπαδήμο, ζήσαμε ημέρες «παντοδυναμίας» των ΜΜΕ. Με αιχμή του δόρατος Tα Nέα και την Καθημερινή, τα ΜΜΕ με δραματικούς τόνους και εν χορώ απαιτούσαν την απόσυρση του ΓΑΠ και το σχηματισμό κυβέρνησης «ευρύτερης αναγνώρισης», φωτογραφίζοντας Παπαδήμο. Αυτή η επέμβαση των ΜΜΕ στο πολιτικό σκηνικό, άμεση και επιτακτική, δεν υπήρξε κεραυνός εν αιθρία.
Αποτελεί εκδήλωση του αναβαθμισμένου ρόλου των ΜΜΕ στην ιδεολογική (και πολιτική) πάλη του κεφαλαίου στις συνθήκες της κρίσης. Προς επίρρωση των παραπάνω, σημειώνουμε ότι διορίστηκε υπουργός επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος
ο διευθυντής των Νέων Π. Καψής...
Εξάλλου, τα ΜΜΕ συνεχίζουν αδιάπτωτα την «αγιοποίηση» Παπαδήμου, προωθώντας την άμεση διακυβέρνηση του κεφαλαίου μέσω των τεχνοκρατών του.
Σε συνθήκες αντιδραστικής μετάλλαξης της αστικής δημοκρατίας, όταν κυριαρχεί ο αυταρχισμός και η καταστολή για την τιθάσευση του εργατικού λαϊκού κινήματος, θα μπορούσε κάποιος να πιστέψει ότι η ιδεολογική λειτουργία του κράτους, όπως η κοινωνική, έχει περιοριστεί. Αυτή η υπόθεση έχει αντικειμενική βάση, αλλά υπερβάλλει.
Η σφαιρική και βαθιά κρίση του συστήματος έχει σαφώς περιορίσει την εμβέλεια και την πειθώ (ηγεμονία) της αστικής ιδεολογίας. Οι στεντόρειες ιαχές του νεοφιλελεύθερου ιερατείου μετά το 1989, για το τέλος δήθεν της ιστορίας, άρα για την αιωνιότητα του καπιταλισμού, έχουν πλέον κοπάσει. Έχει λοιπόν τρωθεί η αστική ιδεολογία, αλλά δεν έχει νικηθεί. Μάλιστα, παρά τη διάψευση των επαγγελιών της, όχι μόνο δεν έχει υποστείλει την ιδεολογική παρέμβασή της, και διεθνώς και στη χώρα μας, απεναντίας την εντείνει, με δύναμη πληγωμένου θηρίου και επιχειρεί να την κάνει πιο χρηστική, επικεντρώνοντάς την όχι τόσο σε μεγάλες αστικές «αφηγήσεις», αλλά στην υπεράσπιση της τρέχουσας πολιτικής της, με βασικό εργαλείο τα ΜΜΕ. Χωρίς η αστική ιδεολογία να εγκαταλείπει τα άλλα μέσα επιβολής της (φιλοσοφία, επιστήμες, πολιτισμός, παιδεία, θρησκεία, σύστημα αξιών κ.ά.) έχει αναδείξει τα ΜΜΕ σε προπαγανδιστή της πολιτικής της. Μάλιστα, αυτή η ιδεολογική παρέμβαση δεν επιδιώκει κυρίως να ενσωματώσει στην αστική νεοφιλελεύθερη ιδεολογία (αγορά, λιγότερο κράτος, συντεχνίες κ.ά.) τους εργαζόμενους, αλλά να τους αναγκάσει με εκφοβιστικά διλήμματα (ευρώ ή χανόμαστε) και ιδεολογική τρομοκρατία (ανεύθυνοι, υπονομευτές του έθνους και της κοινωνικής συνοχής όσοι αντιδρούν) να υποταχτούν εκόντες άκοντες στην καπιταλιστική επιδρομή. Η κυρίαρχη λοιπόν σήμερα μορφή πάλης της αστικής ιδεολογίας δεν βασίζεται στην πειθώ (έστω σοφιστική), αλλά στον εκβιασμό και το φόβο. Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος να τη χαρακτηρίσει κατασταλτική ιδεολογία.

Η ιδεολογία της αστικής τάξης ανάπτύσσεται και προβάλλεται κυρίως απ’ τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους (παιδεία, ΜΜΕ, πολιτιστικοί οργανισμοί, ιδεολογική λειτουργία κρατικών θεσμών, όπως το κοινοβούλιο, τα κόμματα κ.ά.). Αυξάνεται όμως η παραγωγή ιδεολογίας και από ιδιωτικούς μηχανισμούς (ιδίως στα ΜΜΕ, εκκλησία, πολιτιστικούς φορείς κ.ά.). Οι ιδιωτικοί αυτοί, φορείς αναπτύσσονται συνεχώς, διαπλέκονται στενά με το κράτος, συνδυάζουν την ιδεολογική λειτουργία με την αξιοποίηση κεφαλαίου. Τα κεφάλαια που αξιοποιούνται στα ΜΜΕ, εξασφαλίζουν μια σειρά προνομίων απ’ το κράτος: Δωρεάν παραχώρηση συχνοτήτων, χαριστικά δάνεια και φοροαπαλλαγές, ανοχή στην υψηλή φοροδιαφυγή τους, ανάθεση από το κράτος στα ιδιωτικά ΜΜΕ, αλλά και σ’ άλλους ιδιωτικούς φορείς επικερδών προγραμμάτων (όπως τα σίριαλ, τα τηλεπαιχνίδια, τα ριάλιτι κ.ά.). Το τελευταίο μάλιστα διάστημα αξιοποιώντας την κρίση και την εύνοια του κράτους, έχουν εξαπολύσει άγρια επίθεση κατά των δημοσιογράφων με μειώσεις μισθών, ατομικές συμβάσεις εργασίας, απολύσεις, φίμωση της ελεύθερης έκφρασης.
Και το κυριότερο, αυτά τα κεφάλαια δημιουργούν ομίλους, σε μεγάλο βαθμό, με την ανάθεση έργων και παραγγελιών απ’ το κράτος (ιδίως στον κατασκευαστικό τομέα, π.χ. Μπόμπολας). Απ’ τη μεριά του, αυτό το κεφάλαιο επωμίζεται το ρόλο της προστασίας του κράτους και του συστήματος και, ειδικότερα, προωθεί ή υπονομεύει πολιτικές δυνάμεις ή μερίδες τους, πολιτικούς παράγοντες, ενώ τοποθετεί ή δημιουργεί εκπροσώπους του σε καίριες κρατικές και κομματικές θέσεις. Αυτή η διαπλοκή είναι τόσο ανεπτυγμένη, ώστε δύσκολα είναι διακριτό το δημόσιο απ’ το ιδιωτικό. Το φαινόμενο ενισχύεται χαρακτηριστικά στη σημερινή τάση της αμεσότερης παρέμβασης του κεφαλαίου στην εξουσία, με σαφώς υποβαθμισμένη την πολιτική διαμεσολάβηση. Είναι γνωστή η μεγάλη πολιτική επιρροή ισχυρών ομίλων που δραστηριοποιούνται στα ΜΜΕ, όπως το συγκρότημα Λαμπράκη, Αλαφούζου, Βαρδινογιάννη, Κόκκαλη, Κυριακού κ.ά. Ενδεικτική αυτής της σύμφυσης στις πρόσφατες εξελίξεις είναι η επιτακτική επέμβαση των ΜΜΕ για την πρωθυπουργοποίηση Παπαδήμου και η υπουργοποίηση του μεγαλοδημοσιογράφου Π. Καψή. Την άμεση επέμβασή τους πιστοποιούν και οι αιτιάσεις στελεχών του ΠΑΣΟΚ, φίλα προσκείμενων στον ΓΑΠ, κατά των ΜΜΕ για μεθόδευση της αποπομπής του.
Η ισχύς αυτών των ΜΜΕ θα ενισχυθεί περαιτέρω εξαιτίας των συγχωνεύσεων, στις οποίες οδηγεί η κρίση λόγω της καταστροφής ή αποδυνάμωσης των πιο αδύνατων κεφαλαίων. Αυτή η ενίσχυση θα ενισχύσει και την πολιτική τους επιρροή στο κράτος και την κοινωνία.
Απ’ τη δεκαετία του ’90 η ιδεολογική λειτουργία του κράτους επικεντρώνεται στη νομιμοποίηση της πολιτικής και στην προπαγάνδισή της. Αυτή η στροφή απορρέει απ’ την όξυνση των αντιθέσεων που γεννά η φιλελεύθερη πολιτική αλλά και οι επικοινωνιακές δυνατότητες κυρίως της τηλεόρασης. Ωστόσο, αυτή η εστίαση δεν παρατηρείται απ’ τη βασική ιδεολογική λειτουργία νομιμοποίησης του αστικού κράτους ως ουδέτερου (ακόμη και ο Παπαδήμος προβλήθηκε απ’ τα ΜΜΕ ως τεχνοκράτης υπεράνω κοινωνικών και πολιτικών αντιθέσεων!) αλλά και του καπιταλιστικού συστήματος ως ανώτερου, για το οποίο δεν υπάρχει –υποτίθεται– εναλλακτική πρόταση αντικαταστασής του. Η έμφαση στην ιδεολογική νομιμοποίηση και προπαγάνδιση της τρέχουσας πολιτικής δεν γίνεται κυρίως με όρους ιδεολογικής υπεροχής και πειθούς, αλλά με εκβιαστικά διλήμματα και ιδεολογική τρομοκρατία. Σ’ αυτή τη μορφή ιδεολογίας δεν υπερτερεί η πειθώ, αλλά ο φόβος και η απειλή για χειροτέρευση της κατάστασης και επώδυνες συνέπειες στην κοινωνία και σ’ όποιον αντιδρά.
Οι μεγάλες αστικές αφηγήσεις του σοσιαλρεφορμισμού και του νεοφιλελευθερισμού, που κυριάρχησαν στις δεκαετίες του ’80 και ’90 αντίστοιχα, έχουν σήμερα σαφώς υποχωρήσει, ιδίως η πρώτη, και περιορίζονται σε στερεότυπα και αποστεωμένα συνθήματα χωρίς σύγχρονο περιεχόμενο. Γι’ αυτό, η κυρίαρχη σήμερα λειτουργία της αστικής ιδεολογίας και προπαγάνδας αναπαράγει ιδιόμορφα την ιδεολογία της καταστολής, της αστυνόμευσης της ελεύθερης σκέψης και έκφρασης, που κυριαρχούσε στο αυταρχικό κράτος πριν τη μεταπολίτευση.
Ο υποβιβασμός της αστικής ιδεολογίας κυρίως σε εκφοβιστική προπαγάνδα τη μετατρέπει σε πλασματική πραγματικότητα, που προσπαθεί να εξαφανίσει την πραγματικότητα. Βέβαια, η αστική ιδεολογία απ’ τη φύση της είναι φετιχιστική, αποστολή της είναι να εμφανίσει ότι τα συμφέροντα της αστικής τάξης, το κράτος της, το σύστημά της, η πολιτική της, ταυτίζονται δήθεν με τα συμφέροντα όλης της κοινωνίας και τα υπηρετούν. Η ευρύτερη αστική ιδεολογία δεν εξαφανίζει την πραγματικότητα, αλλά τη στρεβλώνει, την αντιστρέφει. Δεν αρνείται την ύπαρξη αντιθέσεων, αλλά διαβεβαιώνει ότι αυτές θα αμβλυνθούν με τη συνεργασία των τάξεων και θα επικρατήσει έτσι κοινωνική ειρήνη και δικαιοσύνη.
Η υποβιβασμένη όμως κυρίως σε προπαγάνδα αστική ιδεολογία, αξιοποιώντας και τη μυθοπλαστική δύναμη της τηλεοπτικής εικόνας έχει υιοθετήσει το μότο της διαφήμισης ότι «το μέσον είναι το μήνυμα». Δηλαδή, ότι αλήθεια είναι ό,τι προβάλλει η τηλεοπτική εικόνα και ότι ο δέκτης θα πρέπει να μην αμφισβητεί την αυθεντία της. Την πλασματική πραγματικότητα της τηλεοπτικής εικόνας αξιοποιούν σ’ ορισμένες περιπτώσεις δυνάμεις της Αριστεράς και συνδικαλιστές (π.χ. συμβολική κατάληψη κτιρίων για επικοινωνιακούς λόγους). Δεν είναι απορριπτέα αυτή η μορφή, αφού στην ταξική πάλη και ο συμβολισμός έχει την αξία του. Είναι όμως υποκατάστατο μιας υπανάπτυκτης ταξικής πάλης και δεν πρέπει ασφαλώς να την αναπληρώνει και να καλλιεργεί ψευδείς εντυπώσεις. Όπως και να το κάνουμε, άλλο η συμβολική κατάληψη (ή κάποια άλλη μορφή πάλης) και άλλο η πραγματική κατάληψη.
Βέβαια, και η πλασματική πραγματικότητα της τηλοψίας δεν αποσυνδέεται πλήρως από την πραγματικότητα, έχει μια γείωση σ’ αυτήν, αλλιώς θα έχανε την αληθοφάνειά της. Προβάλλονται πραγματικά γεγονότα, προβλήματα, αντιθέσεις, αλλά παρεισφρέουν κύματα στρεβλωτικών και φανταστικών πληροφοριών και αποπροσαναλιστικών σχολίων και ερμηνειών, ώστε η πραγματικότητα να εξαερώνεται ή μεταβάλλεται σε γοητευτική παραίσθηση. Έτσι, η τηλεοπτική εικόνα προβάλλει μεν τη σκληρή πραγματικότητα, αλλά καθησυχάζει τον πολίτη ότι μετά από ένα-δύο χρόνια θυσιών θα πλέει στην ευτυχία, αν είναι όμως καλό παιδί, αφήσει τις ασωτίες (μαζί τους τάφαγε) και βοηθήσει (όχι απεργίες και διαμαρτυρίες) στην ευόδωση της πολιτικής που χαράσσουν οι σωτήρες του...
Αυτή όμως η ζαχαρωμένη (όπως έλεγε ο Δ. Σαββόπουλος) πραγματικότητα βρίσκεται σε τόσο κατάφωρη αναντιστοιχία με την αδυσώπητη πραγματικότητα που καλείται καθημερινά να αντιμετωπίσει ο εργαζόμενος, ώστε όλο και λιγότερους αποχαυνώνει. Αυτή είναι η βασική αιτία και εκδήλωση της κρίσης της αστικής ιδεολογίας και προπαγάνδας και της αδυναμίας της να πείσει για την ορθότητα της ακολουθούμενης πολιτικής.
Η κρίση, η ανασφάλεια και η κατασταλτική τελικά λειτουργία της αστικής ιδεολογίας εκδηλώνεται χαρακτηριστικά στην υποβαθμισμένη παρουσία της Αριστεράς στα ΜΜΕ και στον ολοκληρωτικό αποκλεισμό απ’ αυτά της αντικαπιταλιστικής Aριστεράς και συνεπώς, και της αντικαπιταλιστικής εναλλακτικής πρότασης εξόδου απ’ την κρίση. Ή, όταν γίνεται αναφορά σ’ αυτήν, δεν αντιμετωπίζεται ως οργανικό σύνολο, αλλά προβάλλονται επιλεκτικά και μάλιστα στρεβλωτικά, απαξιωτικά και κινδυνολογικά (ευρώ ή καταστροφή) ορισμένες πλευρές της. Το μίγμα πασπαλίζεται με σύγχρονο αλλά ιοβόλο αντικομμουνισμό με χαρακτηρισμούς, όπως: Aνεύθυνη πολιτική δύναμη, ταραχοποιός, αναχρονιστική, υπονομευτική της εθνικής σωτηρίας, μη ανήκουσα στο συνταγματικό τόξο (δηλαδή παράνομη;), ακόμη και «παλαβή Aριστερά». Τον τελευταίο χαρακτηρισμό μας επιδαψιλεύει η «σοβαρή» Καθημερινή. Ο σύγχρονος αντικομμουνισμός είναι οργουελικού τύπου (βλ. το μυθιστόρημά του «1984»).
Επιχειρεί να εμφυσήσει φόβο αλλά και ντροπή στον αριστερό για τα φρονήματά του, ώστε να τα απεμπολήσει και να «ανανήψει». Ως δείγμα της παρακμής της αστικής ιδεολογίας και της προσπάθειας ιδεολογικής χειραγώγησης των μαζών πρέπει να αναφέρουμε τον καταιγισμό υποκουλτούρας στα ΜΜΕ. Παράλληλα με την γκαιμπελική παραπληροφόρηση, η κατ’ ευφημισμόν ψυχαγωγία (αγωγή ψυχής υποτίθεται) που κυριαρχεί στην τηλεόραση, βομβαρδίζει καθημερινά εκατομμύρια θεατές με κρετίνικες εκπομπές (σίριαλ χυδαία, τηλεοπτικά παιγνίδια με οικονομικό δέλεαρ, κουτσομπολιά, αστρολογία, μαγειρέματα κ.ο.κ.). Κοινός στόχος τους ο αποπροσανατολισμός απ’ τα πραγματικά προβλήματα, η πλαστή ευφορία με γκλαμουράτες και χαζοχαρούμενες εικόνες, η αποχαύνωση του καναπέ και η αποστασιοποίηση απ’ τη συλλογικότητα και τους κοινούς αγώνες, για την πραγματική και όχι την εικονική ευτυχία.
Ωστόσο, οι εργαζόμενοι και η χειμαζόμενη νεολαία όλο και περισσότερο συνειδητοποιούν ότι οι πληροφορίες, τα σχόλια και η «ψυχαγωγία» των ΜΜΕ είναι απλά παραισθησιογόνα και ότι μόνον οι αγώνες θα τους σώσουν και όχι οι μαθητευόμενοι μάγοι της πολιτικής και της τεχνοκρατίας, ότι εχθροί τους είναι οι καπιταλιστές και όχι τα ταξικά αδέλφια τους που απεργούν, ότι η τηλεόραση είναι η Κίρκη που μετατρέπει σε γουρούνια τους αφελείς...
Η ταξική πάλη και στην ιδεολογική της έκφανση θα είναι σκληρή. Ευοίωνα σημάδια: H ογκούμενη απαξίωση της αστικής ιδεολογίας και προπαγάνδας, η αναβάθμιση της ιδεολογικής παρέμβασης της Αριστεράς, η αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας (όπως εκδηλώθηκε με μαζική απήχηση στις αραβικές χώρες, αλλά τελευταία και στη δική μας χώρα) απ’ τους νέους για τη συλλογική αντίδραση και την υπέρβαση της καπιταλιστικής αθλιότητας, η αναθέρμανση του μαρξισμού.

Σε κρίση η αστική ιδεολογία

Η κρίση της αστικής ιδεολογίας (αδυναμία ηγεμονίας - πειθούς) δεν οφείλεται στην έλλειψη σήμερα αστών διανοουμένων ολκής ούτε στη μειωμένη λόγω θετικιστικής στροφής, ενασχόληση με τις κοινωνικές επιστήμες. Αυτή η αιτιολόγηση της ιδεολογικής κρίσης, που χρησιμοποιείται και για την αιτιολόγηση της κρίσης της αστικής πολιτικής («λείπουν σήμερα οι μεγάλοι πολιτικοί ηγέτες»), είναι ιδεαλιστική, αντιστρέφει τα πράγματα και συσκοτίζει την πραγματική πηγή της ιδεολογικοπολιτικής κρίσης, που δεν είναι άλλη απ’ την οικονομική κρίση του συστήματος.
Η αλήθεια είναι ότι η ιθύνουσα τάξη με τις διάφορες μορφές της ιδεολογίας της, ακόμη και με φαινομενικά αντίθετες (όπως ο σοσιαλρεφορμισμός), κυριαρχεί στον επιστημονικό χώρο, στον πολιτισμό, στην εκπαίδευση και φυσικά στα ΜΜΕ. Εκτός απ’ την τρέχουσα παρέμβαση της αστικής ιδεολογίας απ’ τα ΜΜΕ, που είναι ιδιαίτερα παραγωγική, αφθονεί και η θεωρητική παραγωγή της ιδίως στις οικονομικές και πολιτικές επιστήμες. Εξάλλου, στους κόλπους της εντάσσεται η πλειοψηφία των διανοουμένων, διαφόρων αποχρώσεων μέχρι τις παρυφές της Αριστεράς. Ακόμη, η αντίπαλη ιδεολογία, ο μαρξισμός, έχει υποστεί μετά την κατάρρευση του 1989, ισχυρά πλήγματα και μόνο τα τελευταία χρόνια προβάλλει απειλητικός. Πώς λοιπόν εξηγείται η αδυναμία ηγεμονίας - πειθούς της αστικής ιδεολογίας, ενώ αυτή δρα από καλύτερες θέσεις;
Η αλήθεια είναι ότι η ανάλγητη επίθεση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού στους εργαζόμενους, ακόμη και στα άτομα με αναπηρίες (π.χ. ΑΜΕΑ) δεν αφήνει στην αστική ιδεολογία πολλά περιθώρια για «μεγάλες αφηγήσεις» και υποσκάπτει τη δυνατότητά της να εμφανίζει τα αστικά συμφέροντα ως παγκοινωνικά. Γι’ αυτό, η αστική ιδεολογία και προπαγάνδα επικεντρώνεται κυρίως στην ιδεολογική κάλυψη της τρέχουσας πολιτικής, με κυρίαρχο μάλιστα έναν κατασταλτικό χαρακτήρα, ιδεολογικής τρομοκράτησης και απαξίωσης των αντίπαλων απόψεων. Η αγχωτική ανάγκη του ολοκληρωτικού καπιταλισμού να επιβάλει τις επιλογές του, δεν επιτρέπει, παρά σε ελάχιστο βαθμό, την πολυτέλεια της σχετικής αυτοτέλειας του κράτους, των αστικών κομμάτων και ιδεολογικών ρευμάτων. Απαιτεί λοιπόν τη σύγκλιση κομμάτων και ιδεολογικών ρευμάτων, έστω κι αν έτσι υπονομεύει τις εναλλακτικές του δυνατότητες. Γι’ αυτό, τα κυρίαρχα αστικά ιδεολογήματα του σοσιαλρεφορμισμού και του νεοφιλελευθερισμού έχουν συγκεραστεί ουσιαστικά σ’ ένα μόρφωμα με κυρίαρχη τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη, με μετριασμένες κάπως τις «φονταμενταλιστικές» της αξιώσεις (π.χ. η ιδέα του ελάχιστου κράτους αντικαθίσταται απ’ την ιδέα του αποτελεσματικού κράτους). Δεν είναι τυχαίο ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, ιδίως το πρώτο, σχεδόν δεν προβάλλουν την ιδεολογία τους στη συγκάλυψη της πολιτικής τους, αλλά συνήθως επικαλούνται το εθνικιστικό ιδεολόγημα της «σωτηρίας της πατρίδας». Ούτε όμως αυτό, το ύστατο ιδεολογικό καταφύγιο, πείθει, αφού η πολιτική τους και την κοινωνία οδηγεί στην καταστροφή και προσφέρει «γην και ύδωρ» στις επιταγές του ιερατείου των Βρυξελλών και μάλιστα με ταπεινωτικές μορφές (εξαναγκασμός του Παπανδρέου σε παραίτηση - εγγυητικές επιστολές Σαμαρά).

Μάχη για την ηγεμονία

Είναι γεγονός ότι η χώρα μας, αλλά και οι άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αντικειμενικά εξελίσσονται σε αδύνατο κρίκο του ιμπεριαλισμού. Η ανίατη και διαρκής (με αυξομειώσεις) σύγχρονη κρίση κλονίζει συθέμελα τον καπιταλισμό. Ήδη κορυφαίοι αστοί πολιτικοί της χώρας μας, αλλά και οι τροϊκανοί, ομολογούν ότι το Mνημόνιο απέτυχε, αν και οι ίδιοι το εμπνεύστηκαν και το εφάρμοσαν! Η ιδεολογική ηγεμονία δέχεται όλο και πιο ισχυρά ραπίσματα και ελάχιστα πείθει πλέον ότι η αστική πολιτική υπηρετεί την κοινωνία ή, κατά τα λεγόμενά τους, ότι «σώζει την πατρίδα». Χρειαζόμαστε όμως κάποιες διασαφήσεις. Πρώτο: H ιδεολογική ηγεμονία της αστικής τάξης δεν ταυτίζεται με την ιδεολογική κυριαρχία της, αλλ’ αποτελεί πλευρά της ή μάλλον, την αιχμή της. Η ιδεολογική κυριαρχία εκτείνεται σφαιρικά σ’ όλα τα πεδία του ιδεολογικού εποικοδομήματος (φιλοσοφία, επιστήμες, θρησκεία, παιδεία, πολιτισμός, πληροφόρηση, ηθική κ.λπ.). Η κυρίαρχη ιδεολογία είτε με δημόσιους φορείς είτε ιδιωτικούς συνυφαίνεται με το κράτος, στηρίζεται απ’ αυτό και το στηρίζει. Εννοείται λοιπόν ότι η αστική τάξη θα χάσει την ιδεολογική κυριαρχία της, όταν θα χάσει συνολικά την κρατική εξουσία της, μετά τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης. Τότε για παράδειγμα, θα καταστεί δυνατό ν’ αλλάξει ριζικά η εκπαίδευση, το πρόγραμμα, η δομή και η λειτουργία της, αλλά και η ιδεολογική της κατεύθυνση. Η ιδεολογική ηγεμονία, ως πλευρά της ιδεολογικής κυριαρχίας, μπορεί να αφαιρεθεί απ’ την αστική τάξη στον καπιταλισμό και να κατακτηθεί απ’ την εργατική ως αντικειμενικός όρος της επανάστασης, η ιδεολογική κυριαρχία όμως θα κατακτηθεί απ’ το προλεταριάτο μόνο μετά τη νίκη της επανάστασης. Η διάκριση ιδεολογικής κυριαρχίας και ιδεολογικής ηγεμονίας, δεν είναι μόνον θεωρητικό ζήτημα, αλλά και εξόχως πολιτικό. Η ιδεολογική νίκη σε ορισμένους τομείς (πανεπιστήμια, ορισμένα έντυπα, χώροι τέχνης κ.ά.) αλλά και γενικότερα στην κοινωνία, μπορεί να τροφοδοτήσει τη ρεφορμιστική αντίληψη της σταδιακής κατάκτησης των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους, αλλά και της κρατικής εξουσίας συνολικά, αφού η κυριαρχία στους ιδεολογικούς μηχανισμούς θα «νεκρώσει» και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς (θεωρία των ιδεολογικών μηχανισμών του Λ. Αλτουσέρ). Αυτή η αντίληψη (παρωδία της λενινιστικής και γκραμσιανής ηγεμονίας) επηρέασε σοβαρά το κραταιό ευρωκομμουνιστικό ρεύμα στην επιλογή του ιστορικού συμβιβασμού με την αστική τάξη, που οδήγησε στον όλεθρό του. Παρόμοιες αντιλήψεις εκτρέφει και σήμερα η δεξιά πτέρυγα του Συνασπισμού και ένα ρεύμα οικονομολόγων (νεοκεϋνσιανών) ότι με την ιδεολογική υπεροχή των αντιλήψεών τους θα πείσουν και την υπεραντιδραστική πλέον Ευρωπαϊκή Ένωση να αποκαταστήσει το ρυθμιστικό ρόλο του κράτους, το κράτος πρόνοιας, να αναδιανείμει το εισόδημα υπέρ των εργαζομένων, να μετατραπεί, όπως λένε, σε Ευρώπη των λαών!
Δεύτερο: Η ήττα της αστικής ηγεμονίας, η σε μεγάλο βαθμό απώλεια της πειστικότητάς της δεν σημαίνει ότι ηττήθηκε οριστικά. Οι απλουστεύσεις και οι απολυτότητες δεν ωφελούν. Η αστική τάξη αγωνίζεται ν’ αποκαταστήσει την ηγεμονία της. Η επιλογή Παπαδήμου, εξυπηρετεί μια τέτοια προσπάθεια με το μυθολόγημα του «άφθαρτου» και ικανού. Παράλληλα, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η κρίση της αστικής ηγεμονίας οφείλεται περισσότερο στις εσωτερικές αντιφάσεις των αστών και λιγότερο στην ανάπτυξη (υπαρκτή βέβαια) της ταξικής πάλης. Και βέβαια, η κρίση της ηγεμονίας των αστών δεν συνεπάγεται αυτόματα μια «μετατόπιση» της ιδεολογικής ηγεμονίας στην εργατική τάξη. Χρειάζεται σκληρή πάλη, ένταση και αναβάθμισή της σ’ όλα τα επίπεδα, για να κατακτηθεί απ’ την εργατική τάξη η ιδεολογική ηγεμονία στην κοινωνία, κατάκτηση που θα συνεπάγεται την ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης (οι πάνω δεν μπορούν, οι κάτω δε θέλουν) που σήμερα μόνο εμβρυακά υπάρχει.
Ελπιδοφόρο στοιχείο στην ιδεολογική και πολιτική πάλη είναι η αναθέρμανση του ενδιαφέροντος για το μαρξισμό (επιστημονική, ιδεολογία της εργατικής τάξης) όχι μόνο στο χώρο της Αριστεράς, αλλά και σε κύκλους αστών διανοουμένων. Η δημιουργική αξιοποίησή του δεν είναι υπόθεση μόνο κάποιων διανοουμένων, αλλά αναγκαίος όρος, για να χαράξει το κίνημα το σωστό δρόμο που οδηγεί στην ιδεολογική και πολιτική νίκη.