Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

ΘEMA: Κρίση και αδιέξοδο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ

 Η λεγόμενη ευρωπαϊκή Αριστερά (και ο ΣΥΝ) έχει βαρύτατη πολιτική ευθύνη για τη συμβολή της στην εμπέδωση της λογικής του «μονόδρομου» της αγοράς, του ανταγωνισμού και της ΕΕ. Αν η κρίση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» πιστώνεται ως διάψευση της στρατηγικής του ΚΚΕ, η σημερινή βαθιά κρίση του υπαρκτού καπιταλισμού δημιουργεί το υπόβαθρο για τα εκφυλιστικά πολιτικά φαινόμενα στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.





ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ




 Συνδυασμός Α. Μητρόπουλου

Αναπολώντας το...κοινωνικό κράτος 

Μέσα σε αυτήν την εκλογική μάχη έχει γίνει περίπου κοινός τόπος η τοποθέτηση κατά του μνημονίου. Όμως το «δικό μας όχι» πρέπει να στρέφεται συνολικά κατά της αστικής πολιτικής κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ και να παλεύει για την ανατροπή της, όπως και της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ που την προωθεί. Να στρέφεται κατά της ΟΝΕ - ΕΕ και του ρόλου της, από θέσεις ρήξης και αποδέσμευσης. Να παλεύει για ένα πρόγραμμα αντικαπιταλιστικών στόχων στο σήμερα, στο πλαίσιο της ευρύτερης πάλης κατά του καπιταλισμού. Να στρέφεται κατά του «Καλικράτη» και των αυταπατών για μια «φιλολαική διαχείριση των δήμων» που έχουν καταστρέψει την Αριστερά. Να στηρίζεται στη δύναμη του λαού, του ταξικά ανασυγκροτημένου εργατικού κινήματος, ενάντια στις κοινοβουλευτικές και κυβερνητικές αυταπάτες.
Με αυτά τα κριτήρια κρίνουμε τις δυνάμεις της Αριστεράς και τον εαυτό μας. Υποστηρίζουμε αυτές τις θέσεις γιατί πιστεύουμε ότι τις έχει ανάγκη το κίνημα, ότι πρέπει να είναι θέσεις όλης της Αριστεράς.
Δεν έχουν όλοι τις ίδιες απόψεις. Στην ομιλία του κατά την παρουσίαση του συνδυασμού του για την Περιφέρεια Αττικής λέει ο Α. Μητρόπουλος: «το κοινωνικό κράτος (Ÿ) είναι το αποτέλεσμα πολλών αγώνων των εργαζόμενων για την εξισορρόπηση των ιδιωτικών συμφερόντων μέσα σε ένα καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής. Δημιουργήθηκε για να συντηρείται και να αναπαράγεται η εργατική δύναμη. Είναι ένα σύνολο θεσμών και συστημάτων που (τουλάχιστον κατά την περίοδο της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης) στις χώρες της Ευρώπης άμβλυνε τις συνέπειες της ταξικής πάλης και επέτρεπε στις μάζες των εργαζόμενων να απολαμβάνουν ένα τμήμα του εθνικού πλούτου και των δημόσιων αγαθών»Ÿ Για να καταλήξει «χωρίς το κοινωνικό κράτος η κοινωνία ρηγματώνεται (Ÿ) το μνημόνο διαλύει το κοινωνικό κράτος». Αυτή η σοσιαλδημοκρατική προοπτική σφραγίζει και το πρόγραμμα του συνδυασμού.
Ο συνδυασμός λοιπόν στρέφεται κατά του μνημονίου και των πολιτικών που απορρέουν από αυτό από τη σκοπιά ενός προγράμματος που χρωματίζει το «όχι στο μνημόνιο» με στόχους όπως την «αναδιαπραγμάτευση και τη διαγραφή μέρους του χρέους», την «παραγωγική ανασυγκρότηση της περιφέρειας», την «ενίσχυση και προστασία του κοινωνικού κράτους», την «προάσπιση της αυτονομίας των τοπικών κοινωνιών», την «κοινωνικοποίηση και αυτοδιαχείριση των δημόσιων οργανισμών και επιχειρήσεων στην Αττική», την «ενίσχυση της κοινωνικής οικονομίας» και τέλος την «συμμετοχική και αποκεντρωμένη διακυβέρνηση στην Αττική».
Άραγε η φιλοδοξία της Αριστεράς, και των αγωνιστών του χώρου αυτού, φτάνει ως την προβολή ενός ξέπνοου σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος, πολύ πίσω από το ΠΑΣΟΚ του ’80, σαν απάντηση στην ιστορική κρίση και τη βαρβαρότητα της επίθεσης του καπιταλισμού;


Εκτός από τους βράχους των Τεμπών, η τρέχουσα περίοδος συνοδεύεται από δύο άλλες καταρρεύσεις. Η πρώτη σχετίζεται με τους ογκόλιθους της κρίσης που έσκασαν πάνω στην πλάτη και την τσέπη των εργαζομένων και της στρατιάς των ανέργων. Η καταστροφή ήρθε ενώ ακόμη κουδούνιζαν στα αυτιά τους τα μυθεύματα για τις πλατιές λεωφόρους της ανάπτυξης, που προσέφερε η ΕΕ και η ΟΝΕ με το ευρώ της, όπου κατάφερε να μας βάλει ο... εθνικός ευεργέτης K. Σημίτης. Η δεύτερη κατάρρευση, αφορά στην εκφυλιστική κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, με τα θραύσματα της να σκανε πάνω στα κεφάλια των ανυποψίαστων αριστερών. Στην αβασάνιστη σκέψη πολλών αγωνιστών, μένει αναπάντητο το ερώτημα, πως είναι δυνατόν ο χώρος που κλείνει σε όλες τις πτώσεις την «ενότητα της Αριστεράς», να γίνεται ξαφνικά θρύψαλα και να κατέρχεται στις εκλογές σε τρία κομμάτια;

Θα βγουν τα αναγκαία συμπεράσματα από αυτές τις καταρρεύσεις; Όποιος νομίζει ότι οι δογματικές εμμονές και οι αγκυλώσεις σε χρεοκοπημένες πολιτικές του παρελθόντος, χαρακτηρίζουν αποκλειστικά το ΚΚΕ, θα διαψευστεί πολύ επώδυνα. Ακόμη και με την πιο προσεκτική ματιά στις πολιτικές παρεμβάσεις του Αλέξη Τσίπρα είναι δύσκολο να βρει κανείς έστω και μία φραστική αναφορά στην ΟΝΕ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Και αυτό τη στιγμή που το ζητούμενο θα ήταν η γενναία αυτοκριτική και η αποφασιστική εναντίωση στην στρατηγική του ελληνικού και ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Η λεγόμενη ευρωπαϊκή Αριστερά έχει βαρύτατη πολιτική ευθύνη για την συμβολή της στην εμπέδωση της λογικής του «μονόδρομου» της αγοράς, του ανταγωνισμού και της ΕΕ. Και τα τρία τα ύμνησε και τα υπηρέτησε με φανατισμό. Αν λοιπόν η κρίση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» πιστώνεται ως διάψευση της στρατηγικής του ΚΚΕ, η σημερινή βαθιά κρίση του υπαρκτού καπιταλισμού δημιουργεί το υπόβαθρο για τα εκφυλιστικά πολιτικά φαινόμενα και την κρίση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.

Περασμένα ξεχασμένα θα πει κανείς. «Τώρα τι κάνουμε» είναι το ερώτημα και για τον Συνασπισμό. Με δεδομένο ότι υπάρχει και ο πάντα απρόβλεπτος Λ. Λαζόπουλος, μπροστά στις περιφερειακές εκλογές, αποκλείεται να δούμε τη δύναμη αυτή να κατεβαίνει με το πάλαι ποτέ σύνθημα «Εμπρός για την ΕΕ των εργαζομένων». Τα όρια όμως της πολιτικής του, δεν πάνε παραπέρα από μια ρηχή αντι-μνημονιακή ρητορική, χωρίς αντικαπιταλιστικούς στόχους ρήξης για έξοδο από την ΟΝΕ και το ευρώ και αύξηση μισθών. Στην καλύτερη περίπτωση ο λόγος γίνεται για «αισχροκέρδεια κερδοσκόπων», και «μεγαλοεργοδότες», ενώ η περιβόητη εναλλακτική θετική πρόταση αναμασά τις σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες της προ νεο-φιλελευθερισμού περιόδου για ανάπτυξη με κέντρο το δημόσιο τομέα και μια «κρατική τράπεζα» στο ρόλο του μοχλού. Στο ζήτημα του χρέους, «ένας άλλος δανεισμός είναι εφικτός» φαίνεται να είναι το μοτίβο του ΣΥΝ. Ονειρεύεται συντονισμό με άλλες χώρες μέλη της ΕΕ για διεκδίκηση καλύτερων όρων δανεισμού, την ίδια στιγμή που από τις στήλες της Αυγής πυροβολούνται οι αριστεροί οικονομολόγοι για τον στόχο της διαγραφής του χρέους.
Εάν αυτή είναι η «αριστερή πολιτική πρόταση» του ΣΥΝ, είναι λογικό να αγνοείται η ανάγκη για ένα ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα που θα διεκδικεί δυναμικό πολιτικό ρόλο ανατροπής της επίθεσης και του ταξικού συσχετισμού. Αντίθετα, προτάσσεται η διεκδίκηση των «πολιτικών ανακατατάξεων», μέσω της περίφημης «συνάντησης με το σοσιαλιστικό χώρο», που υποτίθεται πως σηματοδοτεί και η υποστήριξη του Αλ. Μητρόπουλου για την Περιφέρεια Αττικής. Με την προσέγγιση αυτή πετιούνται βέβαια στα αζήτητα οι κατακτήσεις και η συμβολή δυνάμεων της εργατικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ που είχαν συνεισφέρει στην αγωνιστική συνάντηση μαχόμενων δυνάμεων στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Πρωτοβάθμιων Σωματείων.

Ο απώτερος πολιτικός στόχος αυτής της λογικής δεν μπορεί να είναι άλλος από την «δημιουργία προοδευτικής - ριζοσπαστικής κυβέρνησης» κατά τον Γ. Τόλιο (Αυγή 3/10/10). Η κοινή δράση των δυνάμεων της Αριστεράς, κατά τον ίδιο, αποτελεί «ακρογωνιαίο λίθο» για την προώθηση του. Καημό το είχε ο κόσμος, να συμβάλει μια δύναμη οριακά εντός του κοινοβουλίου σε μια μετα-ΠΑΣΟΚική κυβερνητική διαχείριση.







Προτάσεις Αλαβάνου
Λογικές διαχείρισης από τα παλιά
ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΟΝΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΕ




Ανεξάρτητα από το εάν η εκλογική παρέμβαση του Μετώπου Ανατροπής και Αλληλεγγύης και του Αλέκου Αλαβάνου κινείται στο πλαίσιο της συνολικής ενδυνάμωσης του ΣΥΡΙΖΑ (όπως συχνά διατυμπανίζεται) ή μιας αντιφατικής πορείας υπέρβασης του, η πολιτική βάση που προτείνεται από την Ελεύθερη Αττική και τις δυνάμεις που την στηρίζουν, κάθε άλλο παρά υπερβαίνει τα –αντινεοφιλελεύθερα– όρια που οδήγησαν σε κρίση τον ΣΥΡΙΖΑ, κάθε άλλο παρά απαντάει στις ανεπάρκειες της Αριστεράς.



Πυρήνας της πολιτικής λογικής του Α. Αλαβάνου είναι ότι με την κατάκτηση της Περιφέρειας Αττικής από τις δυνάμεις του Μετώπου είναι δυνατόν αυτή να μεταβληθεί σε ένα προμαχώνα της μάχης κατά της εφαρμογής του μνημονίου. «Μια επιτυχία της Ελεύθερης Αττικής στις εκλογές, λέει ο Αλ. Αλαβάνος σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Δρόμο, (Ÿ) θα είναι ένα συμβάν. Μια περιφερειακή αρχή που δεν θα πολιτικολογεί αλλά θα εφαρμόζει συγκεκριμένες πολιτικές έξω και ενάντια στη λογική του μνημόνιου (Ÿ) η κυβέρνηση θα αντιταχθεί υπερασπίζοντας τους νόμους της ενάντια στο Σύνταγμα (Ÿ) Από κει και πέρα το θέμα θα έχει υπερβεί την Αττική. Θα έχουμε κατάρρευση της λογικής και της δύναμης του μονόδρομου και μια νέα πολιτική πραγματικότητα»!

Πόσο «παλιά σκέψη» υπάρχει σε αυτές τις αντιλήψεις. Πόσο δοκιμασμένες και αποτυχημένες απόπειρες φιλολαϊκής διαχείρισης του κράτους που έβλεπαν τον «αριστερό δήμαρχο» και τώρα τον «αριστερό περιφερειάρχη» σαν τον Δον Κιχώτη που θα «αξιοποιήσει» τις δυνατότητες μέσα στο κράτος για να «προασπίσει τα λαϊκά συμφέροντα» έχουμε ζήσει. Πόσους «Λογοθέτηδες» πρέπει να γεννήσει η αριστερά για να καταλάβουμε ότι αυτή η λογική οδηγεί κατευθείαν στην ενσωμάτωση, την κρίση και τη διάλυση;

Περισσότερο δε που αυτή η πολιτική στόχευση –εκτός από τον έμφυτο μεταρρυθμιτισμό του χώρου αυτού– πηγάζει από μια εξαιρετικά λαθεμένη στάση απέναντι στην αντιδραστική μεταρρύθμιση του κράτους και τον «Καλλικράτη» και τελικά το ίδιο το κράτος. «Η Αριστερά», συνεχίζει ο Αλέκος Αλαβάνος, «σωστά εξέφρασε μια ισχυρή κριτική στον Καλλικράτη. Δεν εντόπισε όμως τις μεγάλες δυνατότητες που δίνει. Η πρώτη περιφερειακή αρχή της Αττικής θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το θεσμό, αν θα είναι υπαλληλικός σύμφωνα με τον “Καλλικράτη” ή ανατρεπτικός σύμφωνα με την Ελεύθερη Αττική»! Και έτσι μαθαίνουμε ότι ο Καλλικράτης, δίνει μεγάλες δυνατότητες, που μάλιστα εξαρτώνται από την αρχή που τον διαχειρίζεται...
Η «απελευθέρωση της Αττικής» από το μνημόνιο προτείνεται μέσα σε ένα πλαίσιο που έχει στο κέντρο του την ανασυγκρότηση του «κοινωνικού κράτους». Τέσσερα είναι τα βασικά προγραμματικά στοιχεία που θέτει για απάντηση στην κρίση η Ελεύθερη Αττική:
Πρώτον, την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, με στόχο τη μείωσή του. Δεύτερον την ισχυρότερη διαπραγμάτευση των όρων της ΟΝΕ και της ΕΕ σε σχέση με την «απόλυτη ευθυγράμμιση της κυβέρνησης». Τρίτον την απόρριψη του νεοφιλελευθερισμού και την «ανοικοδόμηση της οικονομίας», μέσω της «ανοικοδόμησης του κοινωνικού κράτους» και τέλος την υπεράσπιση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας, μέσα από την αποπομπή της κυβέρνησης.

Παρά τα κάποια βήματα, συνολικά η πρόταση αυτή δεν ξεφεύγει από την αυταπάτη ενός πιο φιλολαϊκού καπιταλισμού, εντός της ΟΝΕ και της ΕΕ, με μια αναδιαπραγμάτευση του χρέους, που θα δώσει τη δυνατότητα για να αναπτυχθεί και πάλι η καπιταλιστική οικονομία και να ανασυγκροτηθεί το κράτος πρόνοιας. Αλλά μέσα στο σημερινό καπιταλισμό της ιστορικής κρίσης, της στρατηγικής επίθεσης και της τερατώδους αντιδραστικής μετάλλαξης του εθνικού κράτους και της ΕΕ, το κυνήγι του «φιλολαϊκού καπιταλισμού» αποτελεί ασυγχώρητη χίμαιρα, αν όχι πραγματικό ανάχωμα στη0 ριζοσπαστικοποίηση του κόσμου της Αριστεράς, που εκφράζεται και στις διεργασίες του εν λόγω χώρου. Και τα λόγια περί «νέου» μένουν μάλλον χωρίς αντίκρισμα.


















0 Τοποθετησεις: