Το δύσκολο στοίχημα της συλλογικότητας σε μια εποχή που βγαίνει μέσα από τριάντα χρόνια κυριαρχίας του νεοφιλελεύθερου ατομικισμού, να τι αντιμετωπίζει η «άμεση δημοκρατία», που επιμένει ν’ αποφεύγει κόμματα και οργανώσεις, αλλά ορισμένες φορές αντιγράφει τις πιο κακές τους ιδιότητες.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ
Φάνηκε τις τελευταίες μέρες ότι υπάρχει ένας πυρήνας που θέλει να επιβάλει τον απόλυτο έλεγχο της πλατείας Συντάγματος αποφασίζοντας και διατάσσοντας ποιος θα βάλει αφίσα, πανό και ποιος θα μοιράσει υλικό. Ο κεντρικός διαχειριστής της ιστοσελίδας του «real democracy» βιάστηκε να ανεβάσει ανακοίνωση ενάντια στα κόμματα που χωρίς να τον ρωτήσουν τοποθέτησαν αφίσες - χαρτόνια στα φανάρια της πάνω πλατείας. Μάλιστα επειδή ποτέ δεν ενημέρωσε τη συνέλευση υπέγραφε το κείμενο ως «Ανακοίνωση της πλατείας Συντάγματος» (sic!). Άλλοι θερμόαιμοι εξάντλησαν την αυστηρότητά τους παίζοντας το ρόλο της περιφρούρησης κατά μελών του ΚΚΕ (μ-λ) που επιχείρησαν να στήσουν τραπεζάκι.
Ακούγεται εξωφρενικό να περιφρουρούν κάποιοι την πλατεία όχι από την παρουσία της αστυνομίας, τραμπούκους ή διασπαστικά στοιχεία αλλά από αγωνιστές του κινήματος. Θέλει όμως πιο ψύχραιμη ματιά. Η ίδια η Λαϊκή Συνέλευση κινείται αντιφατικά. Ενώ κάλεσε από τις πρώτες μέρες τα σωματεία των εργαζομένων να προχωρήσουν σε απεργίες και να ενωθούν μαζί της, την επόμενη στιγμή η ίδια «κόλλησε» στην ανάγκη να ερχόμαστε και να μιλάμε στην πλατεία ως άτομα.
Η άγουρη αμεσοδημοκρατία της πλατείας, μετά την αρχική ώθηση που πήρε προς την οργάνωση του αγώνα για να μην περάσουν τα νέα μέτρα με σκοπό να φύγει η κυβέρνηση, η τρόικα, το Mνημόνιο, και απώτερη επιδίωξη τη συνολική ανατροπή του οικονομικού και πολιτικού συστήματος, χώρεσε όλες τις αποπροσανατολιστικές «γραμμές»: Πρώτο, αλλαγές στο πολίτευμα και νέο Σύνταγμα. Δεύτερο, ίδρυση κόμματος της αγανάκτησης. Τρίτο, θεσμικές προτάσεις όπως στη Μαδρίτη. Όλα αυτά παρότι δεν είχαν εγκριθεί σαν κατευθύνσεις επανέρχονται στις τελευταίες συνελεύσεις όπου και η σύνθεση έχει αλλάξει και δημιουργούν μια αίσθηση αποδιοργάνωσης.
Σε γενικότερο επίπεδο, το σχέδιο της κυβέρνησης και των μηχανισμών είναι φανερό: απαξίωση και αποδυνάμωση του οργανωμένου αγώνα. Γι’ αυτό και η μαζική υστερία κατά των κομμάτων – των δυνάμεων εκείνων που τόλμησαν και αντιστάθηκαν στο Μνημόνιο όλο το προηγούμενο διάστημα.
Όσο οι εργαζόμενοι και η νεολαία εξακολουθούν να κατεβαίνουν στην πλατεία ως άτομα και όχι με τις συλλογικότητες του χώρου δουλειάς, με τις κινήσεις γειτονιάς, με τις συνελεύσεις ή τις επιτροπές αγώνα των σχολών τους, όσο θα φοβούνται να απεργήσουν, να βρουν τους συναδέλφους τους και τους φίλους τους, να φτιάξουν τα δικά τους όργανα πάλης και να κατέβουν μαζί στη συγκέντρωση και να πάρουν το λόγο στη συνέλευση, θα είμαστε ένα βήμα πίσω από την πρόκληση της οργάνωσης του λαϊκού κινήματος. Εδώ χρειάζεται και οι οργανώσεις να σταθούν με δημιουργικό και αποφασιστικό πνεύμα: να προσεγγίσουν την πλατεία, βλέποντας στις χειρότερες πλευρές της το καθρέφτισμα της ίδιας της ανωριμότητας του χθεσινού κινήματος.