O λαός «δεν διορθώνεται». Ο λαός διορθώνει με την
ψήφο του την κοινοβουλευτική ανισορροπία ανάμεσα στη Βουλή, τις κυβερνήσεις της
και τη θέλησή του. Και κρίνει τα προγράμματα των κομμάτων, των ρευμάτων και των
πολιτικών δυνάμεων, ακόμη και τις δικές μας μικρές αυταπάτες. Επιβεβαίωσε τη
δήλωση Σόιμπλε, «ο λαός σας δεν θέλει και οι πολιτικοί σας δεν μπορούν». Το
εκλογικό αποτέλεσμα διευκολύνει και δεν δυσκολεύει την εξωκοινοβουλευτική πάλη.
Γεννά όμως νέες απαιτήσεις, νέους κινδύνους και προκλήσεις.
του Κώστα Μάρκου
Είναι πολύ φυσιολογικό οι εργαζόμενοι, στην πρώτη
φάση της κρίσης και της νέας επίθεσης του κεφαλαίου και με βάση τις εμπειρίες
τους, να επιδιώκουν μια ριζική αλλαγή αυτής της πολιτικής με ειρηνικά μέσα, με
τα συνηθισμένα μέσα, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο κοινοβουλευτικό σύστημα.
Το δέντρο θέλει την ησυχία του, ο άνεμος δεν το αφήνει, είπε ο Μάο. Και σήμερα
είναι η εποχή της θύελλας, της κρίσης, των μεγάλων κοινωνικών αναμετρήσεων. Σε
μια εποχή όπου λόγω της άμεσης και ιστορικής κρίσης του ολοκληρωτικού
καπιταλισμού, το κεφάλαιο δεν μπορεί να δώσει και ο λαός δεν μπορεί να
επιβιώσει, εάν δεν αποσπάσει από το κεφάλαιο.
Η ανάδειξη της ναζιστικής Χρυσής Αυγής σε
κοινοβουλευτική δύναμη που «συνομιλεί» με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, είναι
προϊόν κρίσης και αντιδραστικής μετάλλαξης της αστικής δημοκρατίας, αλλά
ταυτόχρονα και δόρυ της επερχόμενης επίθεσης, συμπληρωματική συστημική δύναμη
κρούσης κατά του λαϊκού κινήματος. Η βαθύτερη αιτία γι’ αυτό το τρομοκρατικό
«εγέρθητι» του αστικού συνασπισμού εξουσίας απέναντι στο εργατικό κίνημα και
την Αριστερά είναι ότι στην πραγματικότητα, η βαθύτατη κρίση της ευρωζώνης, στο
πλαίσιο της σε εξέλιξη τέταρτης μεγαλύτερης κρίσης του καπιταλισμού, δεν
επιτρέπει καμία «ανοχή» σε κυβερνήσεις ακόμη και με ένα πρόγραμμα για ακύρωση
επί της ουσίας των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων. Οι εγχώριοι και
διεθνείς τοκογλύφοι των τραπεζών δεν μπορούν να ανεχθούν ούτε καν τη μισή
«διεκδίκηση» του ΣΥΡΙΖΑ για ένα τριετές «μορατόριουμ» στις πληρωμές των τόκων
και χρεολυσίων που θεωρούν ότι τους ανήκουν.
Κι αυτό σημαίνει ότι πλησιάζει η ώρα για μια
κορύφωση της κοινωνικής και πολιτικής σύγκρουσης στη χώρα μας, αφού οποιαδήποτε
κυβέρνηση επιχειρήσει να εκφράσει και να επιβάλει τη θέληση των εργαζομένων και
του λαού, όπως αυτή εκφράστηκε έστω και αντιφατικά στις εκλογές, θα αναγκαστεί
να συγκρουστεί ή να συντριβεί από τους μηχανισμούς της εξουσίας του κεφαλαίου.
Οι ίδιες οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι όχι μόνον ο
κοινοβουλευτικός συσχετισμός, αλλά και ο πραγματικός κοινωνικός συσχετισμός
δύναμης, δηλαδή ο βαθμός συνείδησης, προγραμματικής ενότητας και οργάνωσης της
εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, δεν μπορεί να επιβάλει, αυτή τη
στιγμή, μια αντικειμενικά αριστερή, εργατική και λαϊκή κυβέρνηση. Άμεσα, από
αυτή τη Βουλή γιατί τα νούμερα δεν το επιτρέπουν και γενικότερα, γιατί ο
πραγματικός συσχετισμός πολιτικών δυνάμεων το απαγορεύει. Όσοι επομένως
διακήρυτταν πως προσπαθούν από αυτή τη Βουλή το σχηματισμό «αριστερής
κυβέρνησης» κρίνονται –και ο ΣΥΡΙΖΑ– το λιγότερο για επικοινωνιακούς
χειρισμούς.
Κανείς δεν μπορεί να παίζει ατιμώρητα με το ζήτημα
της εξουσίας και ενός μέρους της, της κυβέρνησης. Λαϊκές κυβερνήσεις που
βοηθούν σε εν μέρει και ασταθείς εργατικές κατακτήσεις, που ανοίγουν το δρόμο
σε επαναστατικές ρήξεις και όχι στα λόγια «αριστερές» που εξευτελίζουν την
Αριστερά, απογοητεύουν το λαϊκό κίνημα, ενσωματώνουν, καθηλώνουν και
πισωγυρίζουν τις λαϊκές διεκδικήσεις, όπως δείχνει η παλαιότερη και πρόσφατη
ιστορία, μπορεί να αναδειχτούν μόνο εφόσον το εργατικό και λαϊκό κίνημα
παρουσιαστεί σαν πρωταγωνιστής των εξελίξεων. Ας μην ξεχνούμε πως κυβερνήσεις
«αριστερές» που γεννήθηκαν αναντίστοιχα από το κίνημα, ως προϊόντα εκλογικών
αυταπατών ή διαπραγματεύσεων με αστικά κομματα οδήγησαν το κίνημα σε υποχώρηση
και απείλησαν την Αριστερά με εξαφάνιση στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα.
Στη χώρα μας, το ζήτημα μιας φιλολαϊκής, δημοκρατικής και «αριστερής»
κυβέρνησης εμφανίστηκε στην Ελλάδα το ’81, με τους παιάνες της Κάρμινα Μπουράνα
του Ανδρέα, οδηγήθηκε σε φαρσοκωμωδία με την κυβέρνηση Τζαννετάκη για να
καταλήξει σε λοιδωρία με τη σύλληψη του μπον βιβέρ Άκη. Και αυτά πληρώθηκαν ακριβά
από τον λαό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται ήδη προς αυτή την κατεύθυνση. Οι
ραγδαίες μετατοπίσεις του απέναντι στο χρέος καθώς και στα ζητήματα του ευρώ
και της ευρωζώνης με τις τελευταίες δηλώσεις του δεν γεννούν πλεον ερωτηματικά,
αλλά βεβαιότητες. Βεβαιότητες που ενισχύονται, δυστυχώς, από την αμηχανία του
ΚΚΕ και τη δυσκινησία της υπόλοιπης Αριστεράς. Ότι δηλαδή υπάρχει ορατός ο
κίνδυνος, η σύγχρονη «αριστερή» σοσιαλδημοκρατία, που ενυπάρχει στον ΣΥΡΙΖΑ με
συνιστώσες του να κινούνται προς τα δεξιά του, να περιορίσουν το εργατικό
κίνημα στα ανεπαρκή σημερινά όριά του, να ρουφήξουν τις αντικαπιταλιστικές
συνειδήσεις και να τις ενσωματώσουν. Η ιστορία του ΠΑΣΟΚ κινδυνεύει να
επαναληφθεί τώρα όχι ως φάρσα, αλλά ως τραγωδία, με βάση τη σαρωτική επέλαση
κοινωνικού πολέμου που έχει κηρύξει το κεφάλαιο.
Από αυτή τη σκοπιά, η αντικαπιταλιστική Αριστερά
επουδενί δεν συμμετέχει σε τέτοιες κυβερνήσεις, όπως έχει υποστηρίξει η
ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην 1η Συνδιάσκεψή της. Το αντίθετο πληρώνεται με την ποινή της
πολιτικής αυτοκτονίας. Ωστόσο, αυτό το ιστορικά ορθό, που για την
αντικαπιταλιστική Αριστερά είναι «κατακτημένη αλήθεια», δεν σημαίνει καθόλου
ότι για την εργαζόμενη πλειοψηφία είναι γνώση και συνείδηση, άρα και
αντικειμενική αλήθεια.
Αυτό που φυσικά προέχει είναι να δει την αντικαπιταλιστική
Αριστερά, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με ένα άμεσο ενωτικό πρόγραμμα πάλης αναχαίτισης της
λαίλαπας. Πρόγραμμα δεμένο αποδεικτικά με τα γενικότερα ζητήματα του ευρώ και
της ΕΕ, του καπιταλισμού και της υπεραντιδραστικής του ανάπτυξης και κρίσης. Το
δε πρόταγμα της επανάστασης και της σοσιαλιστικής κομμουνιστικής κοινωνίας του
21ου αιώνα να κατατίθεται ως αδήριτη αναγκαιότητα, ως πρόταγμα ενότητας,
έμπνευσης και προοπτικής που ο ίδιος ο εργαζόμενος λαός θα υλοποιήσει. Όπου σε
κάθε περίπτωση, σήμερα και στη χώρα μας, το ζήτημα του χρέους και του ευρώ, της
μονομερούς παύησης πληρωμών και της άμεσης εξόδου από το ευρώ, επομένως της
σύγκρουσης τελικά με την ΕΕ με στόχο την αντικαπιταλιστική διάλυσή της,
αναδεικνύεται σε βασικό κριτήριο για κάθε αριστερή δύναμη, για το λαϊκό κίνημα
και για κάθε κυβέρνηση.
Υπό αυτό το πρίσμα, η Αριστερά, οι επαναστάτες
κομμουνιστές, το αντικαπιταλιστικό μέτωπο και το ταξικό εργατικό κίνημα δεν
μπορεί να μένουν αδιάφορα μπροστά στο άμεσο, με μικρές πιθανότητες, ενδεχόμενο
κοινοβουλευτικά εκλεγμένων κυβερνήσεων με συμμετοχή ρεφορμιστικών αριστερών
δυνάμεων, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Η στάση των ταξικών δυνάμεων του εργατικού κινήματος
και της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς απέναντι σε τέτοιες
κυβερνήσεις «φυσικά δεν είναι ίδια με τη στάση απέναντι σε καθαρά αστικές
κυβερνήσεις», όπως αναφέρεται στις Θέσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για την 1η Συνδιάσκεψή
της. Mπορούν και πρέπει να χρησιμοποιούν τα εργαλεία της «κριτικής στήριξης»,
«ανοχής» και «κριτικής απόρριψης», για να ελέγχει και να κρίνει ο ίδιος ο λαός
τον αντικειμενικά αριστερό ή όχι χαρακτήρα της, με κριτήριο το
αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα υπεράσπισης των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων
και αναγκών και την επιδιωκόμενη επανάσταση.
Στην Ελλάδα αυτή την περίοδο υπάρχει μια Αριστερά, ο
ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς «μετά», δίχως στρατηγικό στόχο και με κολοβό φιλοΕΕ πρόγραμμα.
Υπάρχει επίσης μια Αριστερά, το ΚΚΕ, με στρατηγικό στόχο αλλά χωρίς «τώρα»,
αφού όλες οι λύσεις μεταφέρονται στη λαϊκή εξουσία και με απωθητική στάση στην
Ιστορία, δηλαδή στο μέλλον, αφού ταυτίζεται με τις κοινωνίες του Ζίβκοφ.
Οι δυο αριστερές αυτές μπορεί να συμπορευθούν σε ένα
άμεσο πρόγραμμα πάλης, αναχαίτισης και ανατροπής της επίθεσης με γενική
ανασυγκρότηση του κινήματος, μόνο αν υπάρχει εκείνος που θα μπορεί να εμπνεύσει
και ενώσει εκεί, στα πεδία των υπαρκτών κοινωνικών αναμετρήσεων.
Αυτό μπορεί να γίνει με μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενισχυμένη. Οι
στιγμές είναι ιστορικές. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αξίζει να υποστηριχθεί ώστε να ωθήσει τις
εξελίξεις σε θετικό δρόμο. Αξίζει να ενισχυθεί ώστε θετικά, διά της ενίσχυσης,
να την υπερβούμε με στόχο την πληρότητα στους σκοπούς και το μέλλον, μαζί με
όλες τις δυνάμεις της επαναστατικής και αντιιμπεριαλιστικής Αριστεράς. Και εδώ,
οφείλουμε στους συντρόφους αυτούς την αυτοκριτική μας για τη διατύπωση περί
«χρησιμότητας της ψήφου» στο άρθρο του περασμένου Σαββάτου και η οποία σε καμία
περίπτωση δεν απηχεί τις απόψεις μας και πολύ περισσότερο, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Το
αντίθετο πιστεύουμε. Καμιά ιδέα, πράξη ή ψήφος δεν είναι χαμένη όταν κινείται
με γνώμονα τα εργατικά συμφέροντα.
Αν κάτι επομένως είναι αντικειμενικά και ιστορικά
απαραίτητο, είναι η ανάγκη της άμεσης και ευρύτερης συστράτευσης δυνάμεων, στην
κατεύθυνση της άλλης Αριστεράς και ενός μαζικού ανατρεπτικού αντικαπιταλιστικού
και αντιιμπεριαλιστικού μετώπου, με κρίσιμα σημεία τη στάση απέναντι στο ευρώ
και την ΕΕ, το χρέος και τη ρήξη με το κεφάλαιο. Να απευθυνθεί πολύπλευρα σε
δυνάμεις και τάσεις του ΚΚΕ που αποσπώνται, σε δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, του ΜΑΑ,
του ΚΚΕ (μ-λ), του ΜΛ ΚΚΕ, του ΕΕΚ, της ΟΚΔΕ και της ΚΟ Ανασύνταξη.