Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Ευρω-τράπεζες: Ο "φόβος" του Κλ. Τρισέ



Την Πέμπτη, ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν Κλόντ Τρισέ, ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει να αγοράζει, μέσω της δευτερογενούς αγοράς ομολόγων, «δημόσιο χρέος» με τη μορφή των κρατικών ομολόγων. Η ανακοίνωση αυτή επιβεβαίωσε τις πληροφορίες, που υπήρχαν τις τελευταίες δέκα ημέρες, ότι η κατάσταση στην ευρωζώνη, παρά τις πολιτικές και νομισματικές παρεμβάσεις των Βρυξελών και της Φραγκφούρτης, εξακολουθεί να είναι κρίσιμη.





Η ΕΚΤ παραδέχθηκε ότι ήδη έχει «αγοράσει» κρατικά ομόλογα της τάξης των 40 δισ. ευρώ –από αυτά που η αγορά ομολόγων δεν αποδέχεται– και θα συνεχίσει να το κάνει αυτό «όσο χρειαστείŸ».
Για να γίνει κατανοητό τι σημαίνει το παραπάνω, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η απόφαση αυτή όχι μόνο ανατρέπει την εξαγγελθείσα νομισματική πολιτική της απόσυρσης των έκτατων μέτρων που είχε ανακοινώσει στα τέλη του 2009, αλλά προχωρά και σε νέα πρωτοφανή και κατά ορισμένα στελέχη της ΕΚΤ, «αντικαταστατικά» μέτρα προκειμένου να εμποδίσει την κατάρρευση μεγάλων τραπεζών και χωρών που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, όπως π.χ. η Ελλάδα. Επιπλέον, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι μέσα στον Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, θα προχωρήσει σε δημοπρασίες παροχής ρευστότητας τρίμηνης διάρκειας «χωρίς όριο» και μάλιστα με σταθερό επιτόκιο, ανατρέποντας άλλη μία από τις προηγούμενες ανακοινώσεις της.
Οι δημοπρασίες αυτές στοχεύουν στο να επιτρέψουν στις τράπεζες να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, γιατί πρέπει στα τέλη του μήνα να επιστρέψουν τα 440 δισ. ευρώ που είχαν δανεισθεί πριν από ένα χρόνο από την ΕΚΤ (με δάνεια δωδεκάμηνης διάρκειας), ενώ έχει νεκρώσει η φυσική πηγή αναχρηματοδότησης, η διατραπεζική αγορά.
Πράγματι, τις τελευταίες ημέρες, οι τράπεζες που διαθέτουν ρευστότητα προτιμούν να καταθέτουν στην ΕΚΤ κάθε μέρα σε επίπεδα ρεκόρ που ξεπερνούν τα 350 δισ. ευρώ, με το ελάχιστο επιτόκιο, παρά να δανείζουν τις άλλες τράπεζες με το μικρό, αλλά επικερδές επιτόκιο της διατραπεζικής αγοράς. Και αυτό γιατί, όπως εκτιμούν, έχει αυξηθεί και πάλι ο κίνδυνος μιας ξαφνικής κατάρρευσης, είτε των οικονομιών στις οποίες αυτές λειτουργούν, είτε των ίδιων των τραπεζώνŸ Απόδειξη αυτής της κατάστασης είναι ότι έχει αυξηθεί, σχεδόν κατακόρυφα, τα τελευταία 24ωρα, η προσφυγή των προβληματικών σε ρευστότητα ευρωπαϊκών τραπεζών στην ΕΚΤ για άντληση ρευστότητας (122 δισ. ευρώ), διάρκειας μιας εβδομάδας. Ανάμεσά τους, στην πρώτη γραμμή, βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες.
Μπροστά στην απελπιστική αυτή κατάσταση, η ΕΚΤ υποχρεώνεται να σπάσει κάθε προηγούμενο καθεστώς λειτουργίας: Χρηματοδοτώντας τις αδύναμες να δανεισθούν χώρες με την αγορά αφειδώς κρατικών ομολόγων και παρέχοντας χωρίς όρια κεφάλαια στις τράπεζες, μέσω των δημοπρασιών βραχυπρόθεσμης διάρκειας. Το γεγονός ότι η διοίκηση της ΕΚΤ αδυνατεί στα μέσα του 2010 να ανακοινώσει ένα χρονοδιάγραμμα αναστροφής αυτής της γραμμής πλεύσης αποκαλύπτει το βάθος της αδυναμίας να ελεγχθεί η χρηματοπιστωτική κρίση και η κρίση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους που την έχουν οδηγήσει σε ένα «φαύλο κύκλο», με την απειλή του χρεοστασίου ανά πάσα στιγμήŸ