1. Ηγεσίες και βάση
Το κίνημα των Αγανακτισμένων, κομβικό ήδη στοιχείο της πολιτικής ζωής, υπόσχεται να εκτροχιάσει το πρόγραμμα φεουδαρχοποίησης της χώρας που προωθούν οι καπιταλιστικές μαφιοκρατίες και οι υποτελείς τους. «Δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε»: το κεντρικό του σύνθημα δείχνει ωριμότητα κι επίγνωση για τις οποίες ως πρόσφατα θεωρούνταν ανίκανος ο λαός. Κυβέρνηση και Τρόικα πόνταραν στην παθητικότητά του· σκόνταψαν στη μαζική κινητοποίηση.
Αυτή την έστρεψαν αριστερά κυρίως οι εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις· ο Συνασπισμός και ιδίως το ΚΚΕ την αντιμετώπισαν με δυσπιστία, ώσπου υποχρεώθηκαν τελικά να τήν δεχτούν και προσάρμοσαν τα συνθήματά τους στα δικά της, προσπαθώντας συνάμα να φρενάρουν τη ριζοσπαστικοποίησή της.
ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΤΟΣ
Οι εν χορώ δηλώσεις για τη δήθεν ολέθρια επιστροφή μας στη δραχμή αυτό ακριβώς επιδίωκαν. Φυσικά, δεν υπάρχει χειρότερος οιωνός για το ευρώ από τη μάχη οπισθοφυλακής, που δίνουν ομόψυχα για τη διάσωσή του η Αλέκα Παπαρρήγα, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Γιάννης Δραγασάκης.
Από την άλλη μεριά η αριστερά συμφώνησε, και πάλι καθυστερημένα σε σχέση με τμήματα του λαού, αλλά και συντηρητικούς πολιτικούς και οικονομολόγους, ότι το δήθεν δημόσιο χρέος δεν μπορεί και δεν πρέπει να πληρωθεί. Κεντρικό ρόλο έπαιξε κι εδώ η πίεση που άσκησε στις ηγεσίες η βάση. Οι ιδέες που πρωτοδιατύπωσαν μερικοί αφορισμένοι διανοούμενοι συγκροτήθηκαν βαθμιαία σε μια συνεκτική αφήγηση· την ενστερνίστηκαν πρώτα η αντικαπιταλιστική αριστερά και δημοκρατικές ομάδες άλλων πολιτικών χώρων, ώσπου μέσα από τις αραβικές επαναστάσεις και το Debtocracy έγινε υλική δύναμη. Δύσκολα θα κατέβαιναν στις πλατείες οι Αγανακτισμένοι αν δεν έβλεπαν πρώτα σε τεχνικολόρ ότι η μαζική κινητοποίηση αποδίδει, και ότι κάθε άλλο παρά άτρωτοι είναι οι εξουσιαστές. Αφήνοντας κατά μέρους το ΚΚΕ, το οποίο επιμένει να μιλά μια αυτιστική γλώσσα που λίγοι ενδιαφέρονται να μάθουν, μπορούμε να παρακολουθήσουμε τούτη την εξέλιξη ιδίως στις τοποθετήσεις του Συνασπισμού.
Πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε σαν βασικό άξονα της πολιτικής του την «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με διαγραφή μεγάλου μέρους του, επιμήκυνση και μείωση του επιτοκίου», βεβαιώνοντας μάλιστα ότι τα ζητούσε αυτά εδώ κι ένα χρόνο.[1] Ωστόσο στην κοινοβουλευτική συζήτηση για το μνημόνιο, ένα χρόνο νωρίτερα, ο γραμματέας του Συνασπισμού δεν είχε μιλήσει για αναδιαπραγματεύσεις. Η ηγεσία του Συνασπισμού ήθελε τότε να συνεχίσουμε να πληρώνουμε κανονικά το δημόσιο χρέος, αλλά η αφαίμαξη ν’ αφορά τους πλουσιότερους μάλλον παρά τους φτωχότερους.[2] Ιδέα φαεινή, προσγειωμένη και βαθειά προοδευτική.
Η πρώτη φορά που ο κ. Τσίπρας αντιλήφθηκε, ή πάντως πληροφορήθηκε, ότι υφίσταται ζήτημα δημόσιου χρέους χρονολογείται με ακρίβεια. Ήταν τον Σεπτέμβριο του 2009, όταν ρωτήθηκε σε μια προεκλογική συνέντευξη αν έβαζε θέμα παγώματος του εξωτερικού χρέους.[3] Ο φακός κατέγραψε τότε στο πρόσωπό του εκφράσεις που ανταγωνίζονταν τις καλύτερες στιγμές του Μπάστερ Κήτον. Η απάντηση που έδωσε, καλύτερα να ξεχαστεί. Αλλά δεν ήταν μόνος του. Ως πολύ πρόσφατα οι επίσημες ανακοινώσεις του Συνασπισμού έδειχναν ακλόνητη πίστη στη σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ευρωζώνης και γενικότερα του καπιταλισμού. Στο λόγο περί κραχ έβλεπαν επικοινωνιακά παιχνίδια. «Η κυβέρνηση έπεσε στην παγίδα να υιοθετήσει πλήρως το φόβητρο της χρεοκοπίας», δήλωνε ο ίδιος ηγέτης δυόμιση χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, «προκειμένου να χαμηλώσει τις προσδοκίες των πολιτών».[4]
Ανένηψε όμως στ’ αλήθεια η ηγεσία του Συνασπισμού, ή απλώς προσαρμόστηκε επικοινωνιακά στις απαιτήσεις της βάσης και των Αγανακτισμένων; «Να διεκδικήσουμε, καταρχήν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μια δίκαιη ρύθμιση του χρέους» είναι η φράση του Αλέξη Τσίπρα η οποία κωδικοποιεί, νομίζω, τις τρέχουσες αντιλήψεις.[5] Φλερτάροντας τον λαϊκό ριζοσπαστισμό, συγχρόνως αφήνει ευρύτατα περιθώρια υπαναχωρήσεων, και ιδίως επιτρέπει να καταγγελθεί σαν πρόωρη, τυχοδιωκτική ή εθνικιστική κάθε κίνηση η οποία προοιωνίζεται ρήξεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κλειδί της είναι, δυστυχώς, το «καταρχήν σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Τέτοιες σιβυλλικές εκφράσεις τις αποκρυπτογραφούμε κοιτάζοντας το πλαίσιό τους· αφενός τη συγκυρία της λαϊκής κινητοποίησης και της καχυποψίας απέναντι σ’ όλες τις πολιτικές ηγεσίες, και αφετέρου τον προηγούμενο λόγο του Συνασπισμού. Η πρώτη είναι γνωστή, επομένως εδώ επικεντρωνόμαστε στον δεύτερο.
2. Κλειδί, ο ευρωπαϊσμός
Μέχρι στιγμής ο Συνασπισμός αρνείται να τοποθετηθεί αναλυτικά στο ζήτημα της διαγραφής του χρέους. Μόνο μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2010 εμφανίστηκε στις ανακοινώσεις των αρμόδιων οργάνων του η αναδιαπραγμάτευση, σαν ασαφές αίτημα, συνήθως με λακωνικές αναφορές του υπεύθυνου Οικονομικής Πολιτικής, αλλά πάντοτε παραπέμποντας στον από μηχανής θεό της πανευρωπαϊκής λύσης. «Ο Συνασπισμός και το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς», δήλωνε χαρακτηριστικά ο Γιάννης Μηλιός, «αγωνιζόμαστε για την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με όρους επωφελείς για την κοινωνία και τους εργαζόμενους, για τον απευθείας δανεισμό των χωρών από την ΕΚΤ, για την επανίδρυση της ΕΕ, για μια άλλη Ευρώπη των λαών και όχι των αγορών».[6] Η ευρωπαϊκή διάσταση (φράση καταχρηστική και πολιτικά διόλου αθώα, γιατί βεβαίως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι η Ευρώπη περισσότερο απ’ όσο οι ΗΠΑ είναι η Αμερική) προείχε καθαρά. Σκοπός της πολιτικής κινητοποίησης δεν οριζόταν η νομισματική και πολιτική απεμπλοκή μας από την ευρωζώνη, αλλά η αναμόρφωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η οποία βεβαίως απαιτεί μια νέα ευρωπαϊκή συνθήκη, αφού οι υπάρχουσες, αντίθετα, προβλέπουν μια ανεξέλεγκτη ΕΚΤ.
Μόνο τον φετινό Φλεβάρη, αφού πρώτα απέκτησαν ρεύμα οι θέσεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, εκδίδεται μια πιο αναλυτική, αλλά και πάλι κάθε άλλο παρά επαρκής, ανακοίνωση: «Το δημόσιο χρέος [...] χρησιμοποιείται ως απειλή και βρόχος στην κοινωνία για την κατάργηση κάθε εργατικής κατάκτησης και κοινωνικής προστασίας και τη συνεχή αναδιανομή πλούτου και εξουσίας υπέρ του κεφαλαίου».[7] Λίγο αργότερα ακούγεται, για πρώτη και μοναδική φορά επίσημα από τον Συνασπισμό, ότι «Το χρέος αυτό δεν είναι των εργαζομένων».[8]
Αλλά μετά τον Απρίλιο του 2011 οι ανακοινώσεις του δεν αναφέρονται στη διαγραφή ή έστω την αναδιαπραγμάτευση του χρέους. Το σύνθημα που κυριαρχεί έκτοτε είναι «Αναδιανομή, κοινωνική προστασία, κοινωνική αλληλεγγύη, ανάπτυξη». Όσο για τη δραχμή, αυτή είναι διαχρονικό ταμπού: «η συνοχή της πραγματικής οικονομίας [της ευρωζώνης] καθιστά όλη τη φιλολογία περί ‘κρίσης του ευρώ’ αστεία», αποφαίνεται τον Φεβρουάριο του 2010 ο Γιώργος Σταθάκης, διερμηνεύοντας και αυτός τις απόψεις της ηγεσίας.[9] Το ευρώ δεν οδηγεί τη χώρα στη χρεωκοπία· αντίθετα, μας εξηγεί ο ίδιος, την σώζει: «Εάν η Ελλάδα ήταν εκτός ευρώ, σήμερα θα είχε δεχτεί μάλλον αξεπέραστες πιέσεις στο νόμισμά της. Αλλά το ευρώ προστατεύει μια οικονομία από απότομες κερδοσκοπικές κινήσεις γύρω από το νόμισμα. Χρεωκοπία εντός τού ευρώ είναι αδιανόητη».[10]
3. Μπορούν αυτές οι ηγεσίες;
Τέτοιες στάσεις αναδεικνύουν ένα ευρύτερο ζήτημα. Σε ρητορικό επίπεδο όλη η αριστερά καταδικάζει τον καπιταλισμό, αλλά οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του Συνασπισμού αποφεύγουν να κλιμακώσουν τη σύγκρουση μαζί του, και περιθωριοποιούν αντί ν’ αναδεικνύουν τα ζητήματα που πλήττουν το σύστημα, όπως αυτό έχει ιστορικά διαμορφωθεί, στην καρδιά του. Απηχούν την άθλια στάση των σοσιαλδημοκρατικών ηγεσιών στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και στο επαναστατικό κύμα του 1917-1922, των σοσιαλδημοκρατικών και σταλινικών ηγεσιών τα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης και της πανευρωπαϊκής ανόδου του φασισμού, και των διαδόχων τους στο εξεγερσιακό κύμα του 1968.
Υπάρχουν εδώ σταθερές, που δεν αρκεί για να τις εξηγήσουμε η εύκολη καταγγελία προδοσιών. Έχουν βαθύτερους λόγους τέτοιες επιλογές. Για παράδειγμα, οι σημερινές ηγεσίες αναδείχτηκαν σε καιρούς φαινομενικής σταθεροποίησης του καπιταλισμού, μέσα από γραφειοκρατικές μεθόδους που δεν ευνοούσαν ριζοσπάστες ή επαναστάτισσες. Έχουν επενδυμένα συμφέροντα στην τωρινή κατάσταση, και δεν θέλουν καν την ενίσχυση των ίδιων των κομμάτων τους, στο μέτρο που η τελευταία θ’ απειλούσε την εσωκομματική τους εξουσία.
Απέναντι λοιπόν στη χειρότερη μετεμφυλιακή κυβέρνηση στέκουν οι χειρότερες ηγεσίες της αριστεράς από το 1918, που ιδρύθηκαν το ΣΕΚΕ και η ΓΣΕΕ. Τί το καλό ή το αριστερό περιμένουμε από αυτές; Τι κατάφεραν αφότου ξέσπασε η κρίση; Έδωσαν καμιά νικηφόρα μάχη; Πρωτοστάτησαν σε κανένα κίνημα; Διευκόλυναν κάποια οργανωτική άνοιξη; Τόνωσαν την εσωκομματική δημοκρατία; Προώθησαν την ενότητα; Έδειξαν συγκλονιστική ευθυκρισία ή οξυδέρκεια; Διέγνωσαν σωστά τις προτεραιότητες; Υπερασπίστηκαν τη βάση απέναντι στις επιθέσεις του κεφάλαιου; Γέννησαν έστω καμιά ελπίδα; Μίλησαν κάν ποτέ τη γλώσσα του λαού;
Αφότου ξέσπασε η κρίση, η βάση της αριστεράς, που ήδη καταλύει τις κομματικές περιχαρακώσεις στο κίνημα των Αγανακτισμένων, αποδείχτηκε πολύ πιο εύστροφη, ενήμερη, διορατική, δυναμική, αποφασισμένη και αξιόμαχη από τις ηγεσίες της. Αλλά αυτά δεν αρκούν. Αν είναι να μην αποδειχτεί η παλιά αριστερά άλλη μια φορά στήριγμα του καπιταλισμού, επείγει η βάση να επιβάλει νέες ηγεσίες, αξιόμαχες και αντικαπιταλιστικές. Τα νέα στελέχη, που βγήκαν μέσα από τα κινήματα των τελευταίων χρόνων, υπάρχουν. Αν αφήσουν να χαθούν οι σημερινές ευκαιρίες, η ήττα θα είναι μεγάλη.
[2] «Εμείς, σας λέμε, με ευθύνη ότι υπάρχει εναλλακτικός δρόμος. Σας λέμε καλύψτε τα ελλείμματα, με αύξηση της επιβάρυνσης των τραπεζών, των βιομηχάνων και των εφοπλιστών, ξέρετε πόσο ήταν η φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου στα πρώτα χρόνια των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ.; Ήταν 40-45%. Ξέρετε πόσο είναι τώρα; Είναι 25 και πάει προς το 20%. Ξέρετε πόσες είναι οι φοροαπαλλαγές του εφοπλιστικού κεφαλαίου; Έχουμε βρει 58 διαφορετικές φοροαπαλλαγές. Ξέρετε ότι με αυτές τις προκλητικές φοροαπαλλαγές αυξήθηκε το έλλειμμα και το χρέος; Και ξέρετε ότι την ίδια στιγμή που δανειζόμαστε –υποτίθεται- με 5% επιτόκιο από τους ευρωπαίους εταίρους, κάτω από το τραπέζι τους δίνουμε τα διπλάσια σε εξοπλιστικά προγράμματα, σε γιουροφάιτερ, σε μιράζ, σε υποβρύχια. Αυτά θα τα ακούσει ο ελληνικός λαός; Θα πείτε ποτέ τις ευθύνες σας γι’ αυτούς τους υπέρογκους εξοπλισμούς; Και σας φωνάζαμε από την πρώτη στιγμή, βγείτε και διεθνοποιήστε αυτό το πρόβλημα της χώρας, δεν είναι δυνατόν μια τεράστια διεθνής, παγκόσμια οικονομική κρίση να ξεσπάει στο κεφάλι της Ελλάδας μόνο. Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι και ευρωπαϊκό πρόβλημα. Διεθνοποιήστε το πρόβλημα του ελληνικού χρέους, ώστε να διεκδικήσετε και δανεισμό από την ευρωπαϊκή τράπεζα και διαδικασίες ρύθμισης του ύψους και των όρων του, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Δεν ακούσατε ούτε μια από τις προτάσεις που σας καταθέσαμε. Εσείς επιμένετε στον μονόδρομό σας. Ο μονόδρομος που επιλέξατε όμως οδηγεί σε αδιέξοδο”. Ομιλία του Προέδρου της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα στην Βουλή, στο σχέδιο νόμου για τα μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της Ελληνικής οικονομίας, 6 Μαίου 2010.
[3] «Ο Αλέξης Τσίπρας στο tvxs.gr», 18 Σεπτεμβρίου 2009 http://www.tvxs.gr/v20897 . -ΚΟΥΛΟΓΛΟΥ: "Δεν θέτετε θέμα παγώματος, δηλαδή να πάψετε να εξυπηρετείτε το εξωτερικό χρέος;" -ΤΣΙΠΡΑΣ: "Aϊ, αϊ, τώρα... είναι μια πολύ εξειδικευμένη ερώτηση αυτή, να πάψουμε να εξυπηρετούμε το εξωτερικό χρέος. Αυτός που... Στο βαθμό που μπορεί να γίνει... να πραγματοποιηθεί... δεν έχει να κάνει με μια πρόταση, έτσι; Εδώ είναι ζητήματα τα οποία πρέπει να τα μελετήσει... εξειδικευμένα ζητήματα. Εγώ σας μιλάω για ένα συνολικό πλαίσιο πολιτικής... για ένα συνολικό πλαίσιο αρχών για την αντιμετώπισή τους... Δηλαδή θα μπορούσα να σας πω, ωραία, να το παγώσουμε... Αλλά δεν είναι μια απόφαση, να το παγώσουμε».
[6] Δήλωση Γιάννη Μηλιού για το συζητούμενο σχέδιο «επαναγοράς» του ελληνικού χρέους, 30 Ιανουαρίου 2011.
[7] Δήλωση Γιάννη Μηλιού σχετικά με την ανάγκη να συσταθεί άμεσα ανεξάρτητη διεθνής επιτροπή λογιστικού ελέγχου του ελληνικού δημόσιου χρέους, 2 Φεβρουαρίου 2011.
[8] Δήλωση Γιάννη Μηλιού σχετικά με την υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody's, 7 Μαρτίου 2011.
[9] "Εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές για την κρίση: Αναζητώντας μια αριστερή στρατηγική", Κυριακάτικη Αυγή, 7 Φεβρουαρίου 2010.
[10] «Περί χρεωκοπίας της χώρας», Κυριακάτικη Αυγή, 13 Δεκεμβρίου 2009.