Χειρότερα μάλλον δεν γίνεται… Κι ας ξέρουμε ότι όσες φορές ειπώθηκε κάτι τέτοιο τα τελευταία χρόνια επήλθε διάψευση και μάλιστα άμεσα. Η προηγούμενη εβδομάδα όμως, όπως ξεκίνησε με τη σύνοδο κορυφής και την έγκριση του Δημοσιονομικού Συμφώνου από τους 25 ηγέτες της ΕΕ και τελειώνει με την κορύφωση των διαπραγματεύσεων για τη συμφωνία ανταλλαγής ομολόγων, προδιαγράφει ένα μέλλον ζοφερό, απέραντης φτώχειας σε όλη την Ευρώπη και τον πλήρη και οριστικό υποβιβασμό του ελληνικού λαού σε φόρου υποτελή απέναντι στους δανειστές. Αν φυσικά όλα αυτά εφαρμοστούν...
του Λεωνίδα Βατικιώτη
Η πρώτη σύνοδος κορυφής της ΕΕ για τον καινούργιο χρόνο μπορεί να μην συγκλήθηκε υπό το βάρος μιας απρόσμενης όξυνσης της κρίσης (δεν συνοδεύτηκε επομένως από δραματικές ανταποκρίσεις και ολονύχτια παζάρια) όπως σχεδόν συστηματικά συνέβαινε τον προηγούμενο ενάμιση χρόνο, το θέμα της ωστόσο ήταν η θεσμική κατοχύρωση του έκτακτου καθεστώτος που εγκαινιάσθηκε την προηγούμενη περίοδο με αφορμή την δημοσιονομική κρίση. Το κείμενο που υπέγραψαν οι 25 χώρες της ΕΕ, με εξαίρεση την Αγγλία και την Τσεχία, σηματοδοτεί το τέλος αυτής της πορείας αφόρητων πιέσεων για μεγαλύτερη λιτότητα και συνεχών εκβιασμών από τη μεριά του Τέταρτου Ράιχ για τον περιορισμό των ελλειμμάτων και την αρχή μιας άλλης, όπου οι περικοπές κοινωνικών δαπανών και οι μειώσεις μισθών, στο όνομα της διασφάλισης της βιωσιμότητας του ευρώ, θα είναι ο απαρέγκλιτος κανόνας και όχι η εξαίρεση. Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο σε επίπεδο θεσμικό συμβολίζει το τέλος της «ΕΕ που ξέραμε» με τις ομοφωνίες και την τυπική έστω αναζήτηση ισορροπιών. Τη θέση αυτού του κανόνα καταλαμβάνουν πλέον συνταγματικά πραξικοπήματα, όπως έγινε τώρα με την εν κρυπτώ αναθεώρηση των καταστατικών αρχών της ΕΕ, καθώς και η διάσπαση της ΕΕ σε ομόκεντρους κύκλους διαφορετικών ταχυτήτων. Διαδικασία που επιβεβαιώνει την απογείωση των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών στο έδαφος της οξυνόμενης κρίσης και τις αντιδράσεις που προκαλεί η επιθετικότητα της Γερμανίας.
Σε οικονομικό επίπεδο, το Δημοσιονομικό Σύμφωνο προβλέπει αρχικά την απαγόρευση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, με τη μορφή της έκκλησης για συνταγματική (ή εφάμιλλη νομοθετικά) κατοχύρωση των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Το μεγαλύτερο δυνατό έλλειμμα που μπορεί να γίνει δεκτό είναι της τάξης του 0,5% του ΑΕΠ, στα όρια δηλαδή του στατιστικού λάθους. Για τους παραβάτες προβλέπονται αυτόματες ή σχεδόν αυτόματες διαδικασίες παραπομπής στο ευρωπαϊκό δικαστήριο (που θα μπορούν να ενεργοποιηθούν ακόμη και μετά από υπόδειξη άλλων κρατών μελών) το οποίο αναβαθμίζεται σε προστάτη και εγγυητή της κοινωνικά επώδυνης πολιτικής των μηδενικών ελλειμμάτων. Το πρόστιμο δε που θα επιβάλλει στους παραβάτες, ίσο με το 0,1% του ΑΕΠ, το οποίο θα καταβάλλεται στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, θα δείχνει απλώς την πόρτα εξόδου από την ευρωζώνη σε όσα κράτη αρνούνται να θυσιάσουν τις κοινωνικές παροχές. Γιατί το ζητούμενο των μηδενικών ελλειμμάτων δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η κατάργηση σε όλη την Ευρώπη μονομιάς (και σε όχι μόνο σε όσες χώρες βρίσκονται στην εντατική των «προγραμμάτων διάσωσης» όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία) κάθε κοινωνικής κατάκτησης της μεταπολεμικής περιόδου, το κράτος πρόνοιας, τις παροχές σε παιδεία, υγεία και κοινωνική ασφάλιση, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και τους ελάχιστους μισθούς κ.λπ. Οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί και η επίκληση της δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι η αφορμή για να νομιμοποιηθεί στη συνείδηση της κοινωνίας και να συγκαλυφθεί το αντεργατικό πραξικόπημα του κεφαλαίου. Πρόκειται για μια πορεία που όσο κοινωνικά οδυνηρή θα αποδεικνύεται κατά την εφαρμογή της, άλλο τόσο θα είναι και γεμάτη αντιφάσεις, στο βαθμό που η ανύπαρκτη κοινωνική της νομιμοποίηση θα αυξάνει την εγγενή της αστάθεια, αποκαλύπτοντας τον πραξικοπηματικό χαρακτήρα της αστικής κυριαρχίας.
Όπως λίγο πολύ συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, όπου η προσπάθεια για την επιτυχή ολοκλήρωση της συμφωνίας ανταλλαγής ομολόγων οδεύει στο τέρμα της. Είναι ωστόσο άγνωστο κατά πόσο θα ολοκληρωθεί αυτό το Σαββατοκύριακο όπως αναμενόταν ή μια έκτακτη δανειοδότηση - «γέφυρα» θα αναλάβει να καλύψει την ανάγκη χρηματοδότησης του ομολόγου ύψους 14,4 δισ. ευρώ που λήγει στις 20 Μαρτίου, έτσι ώστε οι διαπραγματεύσεις να συνεχισθούν με την «άνεση χρόνου» που απαιτείται. Στην περίπτωση των διαπραγματεύσεων αυτών, δεν χωρούν τελεσίγραφα ούτε εκβιασμοί, αντίθετα φυσικά με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση των από κάτω, που κάθε φορά βρίσκονται με το πιστόλι στον κρόταφο να επιλέξουν ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Οι επιπλοκές των τελευταίων ημερών αν κάτι φέρνουν στην επιφάνεια είναι τα αδιέξοδα και τον ασταθή χαρακτήρα της ακολουθούμενης περιοριστικής πολιτικής. Τίτλος της εναγώνιας προσπάθειας που καταβάλλεται εδώ και λίγα 24ωρα θα μπορούσε να είναι: «Zητούνται 20 δισ. ευρώ»! Τόσα τους λείπουν, όχι για να γίνει το ελληνικό δημόσιο χρέος βιώσιμο, αλλά για να φθάσει ακόμη και σε αυτό το (μη βιώσιμο) επίπεδο του 120% του ΑΕΠ το 2020, όπως ήταν ο αρχικός στόχος. Όμως, η υλοποίησή του συνεχώς απομακρύνεται, γιατί η πολιτική της λιτότητας παράγει αλλεπάλληλα χρηματοδοτικά κενά. Έτσι οδηγούμαστε σε μια νέα, ακόμη πιο δυσμενή, αναθεώρηση της απαράδεκτης συμφωνίας της ΕΕ της 27ης Οκτωβρίου, η οποία προέβλεπε την ανταλλαγή σε εθελοντική βάση των ομολόγων που κατέχουν ιδιώτες με την επωνυμία PSI (private sector involvement – συμμετοχή ιδιωτικού τομέα). Πλέον το πρόγραμμα ανταλλαγής έχει επεκταθεί πέραν του ιδιωτικού τομέα (που φυσικά δεν ήταν μόνο ιδιωτικός, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα έχαναν 12 δισ. ευρώ τα ασφαλιστικά ταμεία που τώρα προσφεύγουν στα δικαστήρια κατά της Τράπεζας Ελλάδας) και στον δημόσιο, όπως τουλάχιστον ορίζεται στο πλαίσιο της δικής του ορολογίας.
Το νέο σχέδιο με την επωνυμία OSI (official sector involvement – συμμετοχή δημόσιου τομέα) «απειλεί» να εντάξει στο κούρεμα τις εξής τέσσερις κατηγορίες ομολόγων: Πρώτο, ομόλογα που έχει στη διάθεσή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (πιθανολογούμενου ύψους 50 δισ. ευρώ), τα οποία μπορεί να μην κουρευτούν οριζόντια αλλά να συμμετάσχουν εμμέσως και πλαγιοτρόπως, αν η ΕΚΤ αποδεχθεί να παραιτηθεί από τους τόκους που αποφέρουν. Δεύτερο, άλλα ομόλογα που έχουν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους. Τρίτο, ομόλογα που έχουν φυσικά πρόσωπα, με τον πέλεκυ να κινδυνεύει να πέσει ακόμη και στα ειδικά ομόλογα που έλαβαν οι απολυμένοι της Ολυμπιακής πριν δύο χρόνια. Τέταρτο, ακόμη το πρώτο δάνειο της τρόικας, που συζητείται να «κουρευτεί» με τη μορφή μιας νέας, δεύτερης αναθεώρησης των όρων που το συνοδεύουν, η οποία θα μειώνει για παράδειγμα το επιτόκιο αποπληρωμής. Ακόμη ωστόσο κι αν ξεπερασθούν οι αντιδράσεις και υλοποιηθούν τα παραπάνω, θεωρείται πολύ πιθανό να απαιτηθεί η αύξηση του δανείου των 130 δισ. ευρώ, έτσι ώστε να πιαστεί ο στόχος του 120% του ΑΕΠ για το 2020. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πώς η κινούμενη άμμος της λιτότητας καθιστά ανεπαρκή κάθε συμβιβασμό που επιτυγχάνεται στις διαπραγματεύσεις, όπως για παράδειγμα συμβαίνει τώρα που οι ιδιώτες δέχτηκαν μετά από πολλά ένα μεσοσταθμικό επιτόκιο της τάξης του 3,7%, το οποίο οδηγεί σε κούρεμα των ομολόγων τους κατά 70%-75%. Παρόλα αυτά, διά στόματος του Όλι Ρεν, απαιτείται ένα ακόμη μεγαλύτερο δάνειο, που θα φθάνει τα 145 δισ. ευρώ, έτσι ώστε να ολοκληρωθεί η συμφωνία ανταλλαγής και να αποφευχθεί μια στάση πληρωμών από τη μεριά του ελληνικού Δημοσίου. Τα επιπλέον χρήματα μάλιστα θα καλύψουν τις μαύρες τρύπες στους ισολογισμούς των τραπεζών, επιβεβαιώνοντας τον ιδιωτικό και απεχθή κατά βάση χαρακτήρα του δημόσιου χρέους.
Ο αρμόδιος για τα νομισματικά ζητήματα επίτροπος της ΕΕ όμως, είπε κι άλλα την προηγούμενη εβδομάδα, όπως για παράδειγμα ότι δεν προβλέπεται καμιά χαλάρωση στο πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης της Ελλάδας, παρά την εμφανή και παταγώδη αποτυχία της υλοποίησης όσων είχε υποσχεθεί η ελληνική κυβέρνηση. Η επιμονή της τρόικας να επιβληθούν έκτακτα μέτρα ύψους 4,4 δισ. ευρώ που θα καλύψουν τα ελλείμματα του προϋπολογισμού για το 2011 και το 2012, εν είδει μάλιστα προ-μνημονίου –κάτι σαν προκαταρκτικά της κύριας πράξης που θα έρθει με το νέο (έβδομο στη σειρά!) Μνημόνιο και τη νέα δανειακή σύμβαση– δείχνει ότι τις αμέσως επόμενες εβδομάδες θα ξετυλιχθεί μια επίθεση στα κοινωνικά δικαιώματα πολύ πιο βάρβαρη απ’ όλες τις προηγούμενες και πολύ πιο απροκάλυπτη. Ενδεικτικά, η τρόικα απαιτεί την κατάργηση του φόρου πολυτελείας στα ακριβά ΙΧ, τα κοσμήματα και τα σκάφη και ταυτόχρονα, την κατάργηση των απαλλαγών στα τέλη ταξινόμησης και κυκλοφορίας των ΙΧ των αναπήρων. Το παράδειγμα δείχνει ότι αυτή η πολιτική υπαγορεύεται και υπηρετεί τα συμφέροντα μιας ελάχιστης κοινωνικής μειοψηφίας, μιας ολιγαρχίας του μαύρου χρήματος. Απέναντι σε αυτή την «επέλαση των βαρβάρων»(καλύτερα των ...Ούνων) τα αιτήματα παύσης πληρωμών και ανοίγματος των βιβλίων του δημόσιου χρέους και ταυτόχρονα εξόδου από την ευρωζώνη και την ΕΕ, συνιστούν τις πρώτες γραμμές άμυνας στην αναγκαία αντεπίθεση του εργατικού κινήματος, όρο εκ των ων ουκ άνευ για την αναχαίτιση της επίθεσης, την κατοχύρωση και τη διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων.