Τα όσα μας συμβαίνουν και τα όσα συμβαίνουν γενικώς, συνιστούν ασφαλώς μια νέα κατάσταση από όλες τις απόψεις. Ο κόσμος βγήκε πάλι στους δρόμους σε μεγέθη που δεν έχουμε ξαναδεί, ούτε στις εποχές των καλύτερων νεανικών μας σχεδίων. Τα μέτρα περνούν σε μεγέθη που δεν είχε φανταστεί ούτε ο πλέον διεστραμμένος εχθρός του δημοκρατισμού της μεταδικτατορικής περιόδου. Και η ζωή συνεχίζεται. Εκείνοι που την Κυριακή είναι επί ώρες στους δρόμους σε αναμέτρηση με τα ΜΑΤ και τα δακρυγόνα, τη Δευτέρα ξαναμαζεύονται στο σπίτι, συνεχίζουν να βρίζουν με την ίδια ή και περισσότερη ένταση και περιμένουν πότε θα τους ξανακαλέσουν και θα ξαναβγούν στο δρόμο.
του Θανάση Σκαμνάκη
Ένα κάποιο αίσθημα ματαιότητας κυριαρχεί, ακόμα και σε εκείνους που δηλώνουν διαθέσιμοι να κάνουν κάτι. Τι είναι αυτό το κάτι; Δεν ξέρουν. Στρέφονται στην Αριστερά και ρωτούν, ζητούν όσα σκέφτονται, μπορεί και θαύματα, δίνουν στην ενότητα μεταφυσικές διαστάσεις, σαν που θα κάνει το θαύμα, και περιμένουν!
Η άλλη μπάντα, η Αριστερά. Παρατηρεί, καταγράφει, αναλύει, κάνει δηλώσεις και σχέδια. Καλύτερα ή χειρότερα. Και παραμένει αδύναμη να πιάσει και να ξετυλίξει το νήμα της μεγάλης επιθυμίας και δυνατότητας. Ακούγονται καλές προθέσεις, συγκινητικές, από πολλές, αν όχι από όλες, τις πλευρές της πάσχουσας και πασχίζουσας Αριστεράς.
Σε όλα τα πράγματα της ζωής το κύριο είναι από που κοιτάς και τι επιθυμείς βαθειά μέσα σου να κάνεις. Όπως όταν έχεις ξένους σπίτι κι έχει πάει η ώρα αργά, ακούς που λένε «πέρασε η ώρα, να πηγαίνουμε κι εμείς», κι αν δεν τους θέλεις πια λες ένα ουδέτερο, «καθίστε λίγο ακόμη, δεν πειράζει» και σηκώνεσαι λίγο δήθεν για να πας τουαλέτα ή στην κουζίνα ή κάπου, που θέλει να δείξει πως όντως πέρασε η ώρα. Αν τους θέλεις να μείνουν ανοίγεις κι άλλο κρασί, φωνάζεις ωχ ρε αδελφέ, τι σημασία έχει η ώρα; κ.λπ. Το ίδιο συμβαίνει και με τον έρωτα και μ’ όλα τα άλλα των ποικίλων αισθημάτων και διαθέσεων. Το ίδιο και με τις υποθέσεις της Αριστεράς. Δεν είμαι συστηματικός και εμβριθής αναγνώστης των ανακοινώσεων της Αριστεράς των πολλών αποχρώσεων. Ίσως και γι’ αυτό, επειδή δεν βουλιάζω στις περιπλοκές των νοημάτων, εισπράττω περισσότερο το αίσθημα που υπάρχει σ’ αυτές. Ας πούμε, για το επίμαχο θέμα της ενότητας. Αλλιώς φέρεσαι, μιλάς και πράττεις άμα επιθυμείς βαθειά να πραγματοποιηθεί κι αλλιώς αν απλώς για να διεκπεραιώσεις μια ακόμη πολιτική υποχρέωση κι αισθάνομαι πως ακόμα κυριαρχεί το δεύτερο.
Η ενότητα, ξέρουμε, δεν είναι το φάρμακο για όλες τις παθήσεις της Αριστεράς. Είναι όμως ένας κρίσιμος τρόπος θεραπείας. Και πρέπει να την αναζητήσουμε με σφοδρή επιθυμία, με την ορθή δόση και την αποτελεσματική χορήγηση. Αν εννοούμεθα.