Αίμα και τρόμος στους δρόμους της Αθήνας. Κράτος και παρακράτος περιμένουν μιαν αφορμή για να ξαμολήσουν τους στρατούς τους. Η στυγερή δολοφονία ενός ανθρώπου στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου, τους την έδωσε. Η δικαιολογημένη αγανάκτηση γειτόνων και συγγενών έγινε δολοφονικό όπλο στα χέρια των Χρυσαυγιτών οι οποίοι, υπό τα βλέμματα και τα «χαϊδέματα» ΜΑΤατζήδων και ασφαλιτών, ξεκίνησαν το πογκρόμ. Τώρα, δεν τους φτάνει μόνο ο Άγιος Παντελεήμονας – θέλουν και την Βικτώρια, την Πλατεία Αττικής, την Ομόνοια. Θέλουν όλο το ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Ίσως, τελικά, αυτοί να γίνουν οι εκτελεστές του περιβόητου σχεδίου για την εκκαθάριση και την αναγέννησή του, για το οποίο μας έχουν μιλήσει τόσες φορές η κυβέρνηση, η ΝΔ, ο ΛΑΟΣ, ο Καμίνης και πλείστοι άλλοι εξέχοντες πολίτες της χώρας.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Στο Σύνταγμα και τα Πατήσια, στα Εξάρχεια και τον Άγιο Παντελεήμονα, έξω από το Πολυτεχνείο και τα κατειλημμένα σπίτια, βασιλεύει ήδη η κρατική και παρακρατική τρομοκρατία – στό όνομα, φυσικά, της αντιμετώπισης της βίας! Όσο για τα ΜΜΕ, την πιο γνήσια φωνή του «βαθέος κράτους», κραυγάζουν και απαιτούν πιο σκληρή στάση, πιο άγρια καταστολή, μηδενική ανοχή απέναντι στους παραβάτες.
«Άγρια Δύση – σοκ και δέος στο κέντρο της Αθήνας», ήταν ο πρώτος τίτλος του Έθνους την Παρασκευή, ενώ στο κεντρικό της άρθρο, η εφημερίδα απευθυνόταν στην κυβέρνηση λέγοντας «επιτέλους, κάντε κάτι!». «Ανοχύρωτη πρωτεύουσα», ήταν το αντίστοιχο χτύπημα των Νέων, που σημείωναν ότι «το κέντρο της πόλης δείχνει να έχει παραδοθεί σε ομάδες που βιαιοπραγούν, υποκινούμενες από τις δικές τους επιδιώξεις». Ακόμη πιο ωμή η Καθημερινή η οποία, κάτω από τον τίτλο «Κρούσματα επικίνδυνης βίας», υπογράμμιζε ότι υπάρχει ένας «κλεφτοπόλεμος ακροδεξιών και ακροαριστερών στο κέντρο της Αθήνας».
Όπως εύκολα διαπιστώνει κανείς, το προσχεδιασμένο και δολοφονικό χτύπημα των ΜΑΤ στην απεργιακή πορεία θάφτηκε από σχεδόν όλους (πλην της Ελευθεροτυπίας, η οποία πάντως επέλεξε έναν τίτλο σε παρόμοιο μοτίβο: «Αγριότητες – 48ωρο ανεξέλεγκτης βίας στο κέντρο της Αθήνας»). Κι ας ήταν αυτή η πρώτη μέρα έκδοσης των εφημερίδων μετά την απεργία – τα κοράκια ζητούσαν επιτακτικά ακόμη περισσότερη αστυνομία, στο όνομα φυσικά του απλού πολίτη. «Τα θύματα, σε όλες τις περιπτώσεις, είναι οι κάτοικοι, οι επαγγελματίες και εντέλει η ίδια η Αθήνα», όπως έγραφε η «ναυαρχίδα» του ΔΟΛ στο κεντρικό της άρθρο.
Προφανώς, όλοι αυτοί έχουν στόχο να μας πείσουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία, των φιλήσυχων και νοικοκυραίων, έχει καταστεί όμηρος ορισμένων ακραίων και φανατικών ομάδων, που δεν τους αφήνουν να χαρούν την –κατά τα άλλα υπέροχη και ευτυχισμένη– ζωή τους. Είναι η ίδια λογική που προσπαθεί να χρεώσει την ευθύνη για το φούντο που έχουν φάει τα έσοδα των εμπόρων, στις διαρκείς συγκεντρώσεις, τις πορείες και τα επεισόδια στο κέντρο της πρωτεύουσας – λες και οι άνθρωποι έχουν τις τσέπες γεμάτες με λεφτά, αλλά δεν μπορούν να τα χαλάσουν γιατί φοβούνται να κυκλοφορήσουν στα μαγαζιά.
Στρουθοκαμηλισμός, ανείπωτη βλακεία και, πάνω από όλα, αδυσώπητη προπαγάνδα. Το Μνημόνιο, η θεραπεία - σοκ που μας επιβάλλουν η τρόικα, το κεφάλαιο και η κυβέρνησή τους, η φτώχεια και εξαθλίωση δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, η τρομακτική ανεργία που πλήττει πρωτίστως τους μετανάστες, η απαξίωση των δημόσιων σχολείων και νοσοκομείων, η μαζική μελαγχολία και η κρίση αξιών – όλα αυτά δεν παίζουν προφανώς κανένα ρόλο για τους πληρωμένους κονδυλοφόρους και αναλυτές των ΜΜΕ. Και δεν φέρουν, φυσικά, καμία ευθύνη για την ανθρωποφαγία που τείνει να επικρατήσει στην κοινωνία.
Δυστυχώς, όμως, δεν είναι μόνο οι αφελείς που πιστεύουν ότι όλα αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν με «καλύτερη και περισσότερη αστυνόμευση». Που δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι ο πόλεμος και η εγκληματικότητα θα κλιμακωθούν. Που δεν συνειδητοποιούν ότι ο βασικός στόχος των «πάνω» είναι να μας δέσουν χειροπόδαρα, επιβάλλοντάς μας καθεστώς έκτακτης ανάγκης χωρίς να το καταλάβουμε. Διότι, όσο κι αν δεν αρέσει σε ορισμένους, υπάρχει και ο απλός εργαζόμενος που ζητά άμεση και πειστική λύση στο πρόβλημα που έχει να κυκλοφορήσει στο δρόμο ή να στείλει τα παιδιά του μόνα τους στο σχολείο, το φροντιστήριο, τους φίλους ή τον κινηματογράφο.
Η αντικαπιταλιστική, επαναστατική Αριστερά (και όχι μόνο αυτή, βεβαίως) οφείλει –πέρα από την καταγγελία, τη δημιουργία πολιτικού μετώπου κατά της ακροδεξιάς και την αναβάθμιση του δημοκρατικού ζητήματος στο πρόγραμμά της– να δώσει απαντήσεις και σε αυτά, τα πιο άμεσα.