Προσεγμένη σκηνοθεσία και υποβλητικές ερμηνείες χαρακτήρισαν την παράσταση του κλασικού έργου Ριχάρδος Γ’ με πρωταγωνιστή το διάσημο Κέβιν Σπέισι. Οι φανερές ομοιότητες του σεξπιρικού ήρωα με τις απολυταρχικές μορφές ηγετών του καιρού μας έδωσαν και πάλι στην Επίδαυρο στοιχεία πολιτικής κριτικής και ενθουσίασαν κοινό και κριτικούς.
του Φώτη Χάγιου
Πάνω από 9.000 άτομα όρθια αποθέωναν κάθε βράδυ το προηγούμενο Σαββατοκύριακο το διακεκριμένο ηθοποιό Κέβιν Σπέισι και τους υπόλοιπους συντελεστές του θιάσου Old Vic. Η παράσταση, η οποία στο σύνολό της ήταν εντυπωσιακή από κάθε πλευρά (σκηνοθεσία, ηθοποιοί, μουσική, φωτισμοί, κοστούμια κ.λπ.) κατάφερε να δώσει στον κόσμο ένα ιδιαίτερα σύνθετο και μακροσκελές συνάμα έργο του Σαίξπηρ, το οποίο παρουσιαζόταν σε «αντίξοες» συνθήκες για το ελληνικό κοινό (σε ξένη γλώσσα που είχε τον κίνδυνο να χαθεί το νόημα μεταξύ των υπέρτιτλων και της σκηνής).
Το συγκλονιστικό έργο του Σαίξπηρ, χαρακτηρίζεται σε συνέντευξη που έδωσαν στη Ν. Ντίλον οι δύο βασικοί συντελεστές της παράστασης (ο σκηνοθέτης Σαμ Μέντες και ο Κέβιν Σπέισι) πιο επίκαιρο παρά ποτέ, αφού αποτελεί «ένα από τα πρώτα σημαντικά πορτρέτα ενός σύγχρονου δικτάτορα. Είναι εντυπωσιακό το ότι ζούμε στον 21ο αιώνα και υπάρχουν ακόμη τέτοιες μορφές όπως του Καντάφι ή του Μουμπάρακ» ή ακόμη και πολλών ηγετών των δυτικών κρατών, θα συμπληρώναμε εμείς, που με παρόμοιο τρόπο έχουν εξαπατήσει τους λαούς με τη βοήθεια των μίντια, προκειμένου να πάρουν τη «λευκή επιταγή» μέσω (κοινοβουλευτικών) πραξικοπημάτων, με στόχο να εφαρμόσουν πολιτικές κόντρα στη θέληση του λαού που υποτίθεται ότι τους ανέδειξε.
Χαρακτηριστική είναι η σκηνή που ο Δούκας του Μπάκινγκχαμ, σαν σύγχρονος άνκορμαν ή σόουμαν εξυμνεί και παρακαλά το Ριχάρδο να αναλάβει τη βασιλεία της Αγγλίας για το καλό του τόπου και ο Ριχάρδος «το παίζει δύσκολος», σε ένα όργιο υποκρισίας μέσα από την κάμερα (φοβερό εφεύρημα της σκηνοθεσίας) τη στιγμή που υποτίθεται προσεύχεται μέσα σε μια εκκλησία. Πολύ αξιοσημείωτο στοιχείο της παράστασης επίσης ήταν η μουσική η οποία ήταν εξ ολοκλήρου από κρουστά. Είναι υποβλητικό το σημείο της τελικής μάχης που παρουσιάζεται ο Ριχάρδος στο κέντρο μιας παράταξης από τυμπανιστές. Επιβλητικές ήταν οι μάχες όπου ο Μέντες με μαεστρία χρησιμοποίησε στοιχεία από χολιγουντιανή περιπέτεια, προκειμένου να τις κάνει πιο άμεσες χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την αισθητική του όλου εγχειρήματος. Σαν στοιχείο κριτικής θα μπορούσαμε να αναφέρουμε το ότι (ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος) δόθηκε ιδιαίτερα μεγάλο βάρος στη διακωμώδηση του δικτάτορα, παρά τη δυνατότητα που δίνεται από το κείμενο να παρουσιαστεί και μια δεύτερη, τραγική πλευρά του δικτάτορα, αυτή του ανθρώπου που έχει υποστεί ψυχολογική βία από την κοινωνία την οποία και εκδικείται με τις δολερές πράξεις του. Συγκλονιστικές στιγμές ήταν ο λόγος του Ερρίκου (κόμη του Ρίτσμοντ) που καλεί το λαό σε μαζική ανυπακοή και εξέγερση, καθώς και η σκηνή της ήττας του Ριχάρδου και η αναφώνηση της ατάκας «το βασίλειό μου για ένα άλογο».
Ο ιερός χώρος της Επιδαύρου για τους ανθρώπους του θεάτρου (στο τέλος ένας από τους ηθοποιούς έσκυψε και φίλησε το χώμα) και από την άλλη το άγχος που μπορεί να είχε ο Σπέισι για τις αποδοκιμασίες που κατά καιρούς έχουν επιφυλάξει οι έλληνες θεατές σε μεταμοντέρνες «πατάτες» που έχουν παιχτεί στο θέατρο, μας κάνουν να θεωρούμε ειλικρινές το σχόλιο του ηθοποιού στο twitter μετά την παράσταση: «Δεν έχω ξανανιώσει ποτέ κάτι παρόμοιο, σαν αυτό που ένιωσα με τον Ριχάρδο Γ’ στη σκηνή της Επιδαύρου».