Εκατοντάδες εργαζόμενοι θα βρεθούν στο δρόμο αν ολοκληρωθεί η συμφωνία
Σε πλήρη εξέλιξη αλλά και άκρα μυστικότητα από τους εργαζόμενους βρίσκεται το σχέδιο συγχώνευσης των δύο εταιρειών κινητής τηλεφωνίας Βόνταφον και Γουίντ. Στο «πίσω μέρος» των σκέψεων των διοικούντων βρίσκεται η ραγδαία επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων των δύο εταιρειών και η απόλυση ακόμα και εκατοντάδων εξ αυτών. Δεν είναι τυχαίο ότι σε αίτημα των δύο επιχειρησιακών σωματείων να υπάρξει ενημέρωση για τις προθέσεις των δύο εταιρειών, αυτές αρνήθηκαν απαντώντας τους ότι «δεν έχουμε να πούμε κάτι παραπάνω». Πάντως, όπως όλα δείχνουν, ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Βόνταφον και Γουίντ και μάλιστα το σχέδιο συνένωσής τους έχει αποσταλεί στην Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ προς έγκριση.
του Δημήτρη Σταμούλη
Σε κοινή συνέντευξη Tύπου, τα σωματεία εργαζομένων στις δύο εταιρείες τόνισαν ότι «δημιουργείται τεράστιος κίνδυνος για μαζική απώλεια θέσεων εργασίας και από τις δύο εταιρείες, για εκατοντάδες ή και χιλιάδες απολύσεις, με όλες τις μορφές μείωσης του προσωπικού που χρησιμοποιούν οι διοικήσεις: Aπολύσεις, εκβιαστικές δήθεν «οικειοθελείς παραιτήσεις». Μιλώντας στο Πριν η Σοφία Θεοδωροπούλου, μέλος του ΔΣ του σωματείου Βόνταφον, περιέγραψε τη σχεδιασμένη κλιμάκωση της επίθεσης από την εργοδοσία, η οποία καιρό τώρα προετοιμάζει το έδαφος για το «ματωμένο γάμο» με τη Γουίντ. «Τον τελευταίο χρόνο η εργοδοσία με συστηματικό τρόπο απολύει εργαζόμενους κάθε μήνα. Χαρακτηριστικά, πέρσι τον Οκτώβριο απασχολούσε 2.500 υπαλλήλους και σήμερα 2.230, ενώ κάθε μήνα καταγράφουμε περίπου 30 απολύσεις, είτε άμεσες είτε «παραιτήσεις» με δόλωμα 1-2 μισθούς παραπάνω». Μια άλλη πάγια τακτική της Βόνταφον είναι να δίνει πολλά μικρά έργα της σε outsourcing εταιρείες, δηλαδή εξωτερικούς εργολάβους, όπως π.χ. το τηλεφωνικό κέντρο κ.ά., με αποτέλεσμα να μειώνει τις δικές της θέσεις εργασίας και να εμφανίζει ότι κάνει …επενδύσεις. Φυσικά, όλα αυτά δεν εμποδίζουν την εταιρεία ακόμα και στους χαλεπούς καιρούς της κρίσης να εμφανίζει κέρδη 39 εκατ. ευρώ το οικονομικό έτος 2010/2011, αν και σημαντικά μειωμένα.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα, τα δύο σωματεία εργαζομένων σε Βόνταφον και Γουίντ καταγγέλλουν τις διοικήσεις και τους μετόχους των δύο εταιρειών, γιατί διεξάγουν τις διαπραγματεύσεις με τους εργαζόμενους και τα σωματεία στο περιθώριο, καλλιεργώντας συστηματικά καθεστώς ανασφάλειας, έχοντας ως στόχο τους να πετύχουν τη μαζική μείωση των θέσεων εργασίας με τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις. Όπως λένε χαρακτηριστικά, «χτυπάμε το καμπανάκι του κινδύνου για τη μαζική απώλεια θέσεων εργασίας. Οι εργαζόμενοι και η κοινωνία δεν αντέχουν άλλους ανέργους, σε μια εποχή που η ανεργία θερίζει, που ακόμα και μια θέση εργασίας λιγότερη σημαίνει φτώχεια και εξαθλίωση». Τα σωματεία επιστρέφουν στην εργοδοσία την ηττοπάθεια που καλλιεργούν οι διοικήσεις ότι «δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα», τον κάλπικο ανταγωνισμό ανάμεσα στους εργαζόμενους των δύο εταιρειών και στις αυταπάτες που καλλιεργούν οι διοικήσεις περί «άξιων που θα επιβιώσουν».
Οι εταιρείες της κινητής τηλεφωνίας πραγματικά θησαύρισαν όλα τα προηγούμενα χρόνια με την εκμετάλλευση της εργασίας των υπαλλήλων τους, αλλά και αποκομίζοντας τεράστια κέρδη από τους καταναλωτές. Όπως ξέρουν πολύ καλύτερα από όλους οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, τα μπόνους των «χρυσών» στελεχών ξεπέρασαν κάθε όριο, δεκάδες φορές πάνω από τους συνολικούς μισθούς όλων των «απλών» υπαλλήλων. Αντίθετα, οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν διαρκώς απολύσεις, χειροτέρευση των εργασιακών σχέσεων και συνθηκών, υπονόμευση των συλλογικών συμβάσεων και μειώσεις μισθών με κάθε τρόπο. Γι’ αυτό διαμηνύουν στην εργοδοσία «δεν μοιραστήκαμε τα κέρδη τους, δεν θα πληρώσουμε την κρίση τους»!
Όπως δήλωσε στο Πριν η Σ. Θεοδωροπούλου, το κλίμα στους χώρους δουλειάς είναι αντιφατικό. Επικρατεί μεγάλη ανασφάλεια και φόβος, αλλά υπάρχει διάχυτη και μια οργή που αναζητά αγωνιστική διέξοδο. Τα σωματεία καλούνται να αναμετρηθούν με αντιλήψεις όπως ότι είναι θέσφατο οι αποφάσεις των επιχειρήσεων.
Θετική παρακαταθήκη αποτελεί αφενός η σχετική μαζικότητα των νεοσύστατων επιχειρησιακών σωματείων (στη Βόνταφον καλύπτεται συνδικαλιστικά το 25% των 2.300 εργαζομένων, ενώ στη Γουίντ το 35% των 1.300 εργαζομένων), η κοινή δράση στις δύο επιχειρήσεις, αλλά και ο μεγάλος όγκος εργαζομένων, που εκλαμβάνεται από τους ίδιους ως ισχυρό όπλο απέναντι στην εργοδοσία. «Εμείς το επόμενο διάστημα, μέσα από κοινές δράσεις, συνελεύσεις και άλλες πρωτοβουλίες επικοινωνίας με τους εργαζομένους, θα προσπαθήσουμε να τους πείσουμε ότι αξίζει να παλέψουμε για να μη χαθεί καμιά θέση εργασίας και ότι δεν πρέπει να πληρώσουμε εμείς την κρίση τους και τον ανταγωνισμό των εταιρειών τους, ενώ θα απευθυνθούμε και στους καταναλωτές και σε σωματεία», πρόσθεσε η Σ. Θεοδωροπούλου, η οποία καταλήγοντας είπε ότι μόνο κριτήριο για τη στάση των εργαζομένων απέναντι στη συγχώνευση των δύο εταιρειών είναι οι ανάγκες τους!