Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

ΣΥΡΙΖΑ: Προσμένοντας ένα «νέο συνασπισμό εξουσίας»


Του Παναγιώτη Μαυροειδή

Για πολλά μέλη και φίλους του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ η πρόσφατη τέταρτη συνδιάσκεψή του πέρασε αδιάφορη. Ούτε οι «συμφωνίες» που επετεύχθησαν εκεί ενθουσίασαν ιδιαίτερα κανέναν, ούτε και υπήρχε ιδιαίτερη όρεξη για μαχητική προβολή διαφωνιών. Και αυτό παρότι έχουν βαθύνει σε πάρα πολλά ζητήματα, όπως αυτό της στάσης απέναντι στην ΕΕ και της πολιτικής στρατηγικής των συμμαχιών.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει μεγάλο μέρος της δυναμικής του και αυτό σχετίζεται με τη δομική πολιτική αμφισημία του: Από τη μια, ρητορικός κινηματικός ριζοσπαστικός λόγος που ελκύει τους οπαδούς της άμεσης παρέμβασης, ειδικά σε συγκεκριμένα ζητήματα, συνήθως χωρίς ένταξη σε μια ευρύτερη πολιτική οπτική. Από την άλλη, πολιτική στρατηγική άρνησης της επαναστατικής αντικαπιταλιστικής τομής, περιορισμός στη διεκδίκηση βαθέματος των καταχτήσεων και μεταρρυθμίσεων εντός του συστήματος.

Στο ΣΥΡΙΖΑ συσπειρώνεται ένα σημαντικό δυναμικό αγωνιστών της κομμουνιστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Η συμμετοχή τους στις πρόσφατες κινητοποιήσεις, σε πολλές περιπτώσεις ήταν αξιόλογη. Οι ευθύνες συμβολής σε μια πολιτική προοπτική ανατροπής της αστικής επίθεσης είναι σημαντικές και γι’ αυτό το χώρο, παρότι δεν έχει τα μεγέθη του ΚΚΕ.

Όπως ήταν λογικό, το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης απασχόλησε την συζήτηση. Το πρόβλημα δεν είναι πως θα διατυπωθεί ο ένας ή ο άλλος στόχος στη συγκυρία (για «ρήξη με την ευρωζώνη» κάνει λόγο η απόφαση), αλλά η απάντηση στο ερώτημα: Αγώνας ενάντια στην ΕΕ που αποτελεί σήμερα το βασικό στήριγμα στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για επιβολή της αντεργατικής πολιτικής ή αυτή αποτελεί σωτηρία και όπλο μας έναντι στο ΔΝΤ, όπως είχε διατυπώσει ο Aλ. Τσίπρας με συνέντευξή του στην Εποχή στις 6 Ιούνη; Για μεγάλο τμήμα στελεχών της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς, θεωρείται αδιανόητη μια πολιτική συνολικής ρήξης με την επιλογή του ελληνικού κεφαλαίου για σύνδεση της αναπτυξιακής και ευρύτερης στρατηγικής της Ελλάδας με την ΕΕ του κεφαλαίου. Αυτό δεν σχετίζεται μόνο με τον αβάσταχτο δογματισμό των ευρωπαϊστών που αντιτίθενται ακόμη και στη διστακτική (και λογικά και πολιτικά μετέωρη) στοχοθεσία για πιθανή έξοδο από την ευρωζώνη, αλλά ταυτόχρονη παραμονή στην ΕΕ. Ακόμη και οι αριστερές διαφοροποιήσεις σε επίπεδο σύμμαχων οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ ή άλλων που συμμετέχουν στο Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, βασανίζονται να ισορροπήσουν με τοποθετήσεις του τύπου «οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις αποτελούν μηχανισμό επιβολής των αστικών συμφερόντων αφενός, συνένωση των εργατικών τάξεων και πλήγμα στην εθνικοφροσύνη αφετέρου».

Απρόσμενο και ιδιότυπο σύμμαχο στις δυσκολίες και τις προκλήσεις μιας μαχητικής στάσης απέναντι στην ΕΕ, βρήκε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, στην τοποθέτηση από μεριάς ΚΚΕ του στόχου της αποδέσμευσης στη χρονική στιγμή της λαϊκής εξουσίας, αλλά όχι και στον παρόντα πολιτικό χρόνο της ταξικής πάλης. Ο Αλ. Τσίπρας έσπευσε να το επισημάνει στο κλείσιμό του στην Συνδιάσκεψη, τονίζοντας πως «οι διαφορές μας με το ΚΚΕ είναι ενδεχομένως πολλές και σημαντικές. Έχουν γίνει όμως βήματα, όπως στο θέμα της Ευρώπης». Την ίδια στιγμή, τοποθετώντας τις διαφορές με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ τόνισε: «Να απευθυνθούμε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ… Γνωρίζουμε επίσης ότι έχουμε διαφορές μεγάλες, ειδικά στα θέματα της Ευρώπης».

Το κεντρικό ωστόσο ζήτημα που έθεσε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και συμπύκνωσε και η Πολιτική Απόφαση της Συνδιάσκεψης, χωρίς ιδιαίτερες αμφισβητήσεις, παρά κάποιες αξιόλογες τοποθετήσεις στελεχών του Αριστερού Ρεύματος, αφορούσε τη «συγκρότηση ενός νέου συνασπισμού εξουσίας, με κορμό την Αριστερά, που θα μπορεί να επιβάλλει φιλολαϊκές λύσεις». Επαρκής και αναγκαία προϋπόθεση γι’ αυτό φαίνεται να θεωρείται ένα ελάχιστο πλαίσιο αιτημάτων και μεταρρυθμιστικών στόχων στα όρια της διεκδίκησης επιστροφής στην προ Mνημονίου εποχή. Χαρακτηριστικός είναι ο στόχος «για την αποκατάσταση και υπεράσπιση της δημοκρατίας» στην Πολιτική Απόφαση. Φυσικά, παράλληλα με ένα πολιτικό πλαίσιο αιτημάτων ασύνδετο με μια πολιτική προοπτική αντικαπιταλιστικής ανατροπής, τίθεται κοινότοπα και χωρίς περιεχόμενα η ανάγκη για «ενότητα της Αριστεράς», μαζί με το απαραίτητο κάλεσμα στον «σοσιαλιστικό χώρο». Επιτομή όλων το κάλεσμα - αίτημα για εκλογές και φυσικά ο στόχος για ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν είναι καθόλου παράξενο που η απάντηση στο πώς και με ποια εργαλεία, είναι από ανύπαρκτη έως πρόχειρη. Ενώ σωστά γίνεται αναφορά στη λαϊκή δράση, στις πλατείες, στη δυναμική της κίνησης «δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε», δεν υπάρχει κανένας προσανατολισμός για νέα όργανα συγκρότησης των λαϊκών μαζών και επιβολής της λαϊκής θέλησης, αντίστοιχα του επιπέδου και του βάθους της αντεργατικής πολιτικής και της αγριότητας του υπεραντιδραστικού κράτους. Μέσα μια νυσταλέα τοποθέτηση για «θετικές μορφές δημοκρατίας, συλλογικότητας και αλληλεγγύης», ξεχάστηκε κάθε αναφορά στη ΓΣΕΕ και γενικότερα τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, την απουσία τους, την αποστροφή του κόσμου, τη στάση συναίνεσης που τηρούν στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ.

Αξιοπρόσεκτο στοιχείο η υποβαθμισμένη παρουσία του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής στις διαδικασίες, μαζί με την απουσία του Αλ. Αλαβάνου. Ο συγκεκριμένος χώρος βρίσκεται μπροστά σε διλλήματα πολιτικής στρατηγικής, ιδιαίτερα στην προοπτική βουλευτικών εκλογών.