Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Ασκήσεις επιβεβαίωσης πίσω από το κυνήγι του «οπορτουνισμού»


Η κριτική που ασκεί το ΚΚΕ μέσα από τις σελίδες της ΚΟΜΕΠ παραβλέπει και υποτιμάει ότι οι νίκες που μπορεί να πετύχει σήμερα η εργατική τάξη δεν είναι αποτέλεσμα μεγαλοθυμίας της αστικής τάξης, αλλά δικές της κατακτήσεις που η αστική τάξη εξ ανάγκης παραχωρεί.



του Κωστή Νάγια



Η κρίση, η ύφεση που τη συνοδεύει, η πολιτική άντλησης υπεραξίας και υπεραντιδραστικής αναδιοργάνωσης της αστικής δημοκρατίας που σχεδιάζεται και προωθείται κατά κύματα στα σύγχρονα κράτη και στον ελληνικό καπιταλιστικό σχηματισμό, επιβάλλεται να αντιμετωπίζεται ως ένα κοσμοϊστορικό γεγονός. Και όπως κι αν λέγεται ο σύγχρονος κοινωνικός πόλεμος του κεφαλαίου με όλα του τα μπλε, πράσινα ή κεντροαριστερά χρώματα, τις κανιβαλικές πολιτικές αποσταθεροποίησης και κατεδάφισης των κοινωνικών κατακτήσεων των κολασμένων, ως αυτός καθ’ αυτός ο καπιταλισμός της εποχής μας, ως η αντικειμενική σταθερή και μόνιμη τάση της απάνθρωπης υπεραντιδραστικής ανάπτυξης και κρίσης του. Πρόκειται επομένως για ένα νέο ιστορικό πλαίσιο της πάλης των τάξεων και της ανάπτυξης των αντιθέσεων μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, για μια ποιοτική ιστορική τομή σ’ όλους τους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία σε παγκόσμια κλίμακα.

Σε αυτές τις συνθήκες οφείλουν να συντελεσθούν οι δραματικά αναγκαίες αναπροσαρμογές στην πολιτική της Αριστεράς και δη της επαναστατικής και να οργανωθεί και ο δημόσιος πολιτικός διάλογος στην Αριστερά, με μοναδική επιδίωξη και στόχευση τη συγκέντρωση γιγάντιων δυνάμεων από την εργατική τάξη, τα πληττόμενα αυτοαπασχολούμενα στρώματα και τη διανόηση, για νίκες και συνολική νίκη στην σε εξέλιξη και επερχόμενη κορυφαία, ανοιχτή σε πολλαπλές και απρόβλεπτες παραλλαγές, αναμέτρηση με την αστική πολιτική. Στην ταξική πάλη, την ιστορία των ως τώρα κοινωνιών, ο αγώνας ανάμεσα στους καταπιεστές και καταπιεζόμενους τελείωνε κάθε φορά με έναν επαναστατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της κοινωνίας. Κάθε φορά αλλά όχι πάντα. Αφού ο Μαρξ και ο Ένγκελς δεν αντιμετωπίζουν ως μοναδικό αναπόφευκτο στη διαπάλη των τάξεων την επιβολή και νίκη του ενός πόλου επί του άλλου, αλλά θέτουν διαζευκτικά στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, ως ιστορικό πιθανό ενδεχόμενο «ή την από κοινού καταστροφή των τάξεων που αγωνιζόταν». Ενδεχόμενο που επισημαίνεται εξ αιτίας ακριβώς των δυνατοτήτων, των τυφλών άναρχων δυνάμεων, των πρωτόγνωρων αδιεξόδων και αντιθέσεων του σύγχρονου καπιταλισμού, αλλά και της απαιτούμενης τιτάνιας προσπάθειας επανεκκίνησης της επαναστατικής Αριστεράς και του εργατικού κινήματος.

Οργανωμένος δημόσιος διάλογος στην Αριστερά δεν υπάρχει. Μια αγοραία ενωσιολογία από το ΣΥΡΙΖΑ και ένα αδιέξοδο κάλεσμα για να διορθωθεί η γραμμή του από το διαρκώς αυτολογοκρινόμενο και αυτοακρωτηριαζόμενο πολιτικά Αριστερό του Ρεύμα. Μια άρνηση από την ηγεσία του ΚΚΕ προς σύμπασα την Αριστερά και εγκαινίαση ταυτόχρονα, καιρό τώρα, ενός μονόλογου (που αντικειμενικά μετατρέπεται σε πολιτικό διάλογο) διά της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης και του Ριζοσπάστη με πολιτικό μέτωπο στο ΝΑΡ, στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πηγή αυτής της στάσης είναι η μη επίγνωση, παρά την εμπειρία και τα βήματα, της ιστορικότητας της κατάστασης που ζούμε.

Στο 4-5/2012 τεύχος της ΚΟΜΕΠ, η ιδεολογική επιτροπή του ΚΚΕ επανέρχεται και σε ένα αφιέρωμα 23 σελίδων επιχειρεί να αποδείξει πως το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι οπορτουνιστικές δυνάμεις.
Παρακάμπτουμε προφανείς ανακρίβειες που μοναδικό σκοπό έχουν να καλλιεργήσουν τον καταστροφικό φανατισμό, όπως: «Το ΝΑΡ αρνείται τον πρωτοπόρο ρόλο του κόμματος», «απέρριψε το μαρξισμό - λενινισμό ως επιστημονική θεωρία και υποστήριξε ότι το κομμουνιστικό κίνημα ξεπεράστηκε», «το ΝΑΡ επί της ουσίας αρνείται μια από τις κεντρικές θέσεις ... ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί “αυθόρμητα”, από μόνη της να αποκτήσει συνείδηση της ιστορικής της αποστολής» κ.ά.
Κατά την ΚΟΜΕΠ, το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι οπορτουνιστικά ρεύματα διότι: Ο στόχος της αναδιανομής του εισοδήματος στη βάση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας σπέρνει αυταπάτες ότι η επίθεση σε μισθούς συντάξεις δεν είναι αδήριτη ανάγκη του κεφαλαίου, αλλά πολιτική επιλογή της μιας ή της άλλης κυβέρνησης. Στη βάση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας η διαγραφή του χρέους ή η παύση πληρωμών δεν οδηγεί σε βελτίωση της κατάστασης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Και τέλος, το πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συμπίπτει σε βασικούς του στόχους με μια νεοκεϋνσιανή (αστική) γραμμή διαχείρισης της οικονομικής κρίσης.

Η πάλη όμως, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης, για τον αναλογικό μισθό, τη μείωση του ποσοστού εκμετάλλευσης, προκύπτει ως αναγκαιότητα για το εργατικό κίνημα με βάση τη μόνιμη τάση σφετερισμού της αξίας της εργατικής δύναμης απ’ την πλευρά του κεφαλαίου. Ποτέ στην ιστορία της πάλης των τάξεων ο καπιταλισμός δεν «παραχώρησε». Οι λεγόμενες κοινωνικές παραχωρήσεις - παροχές του 1947-1985 στην ουσία ήταν κατακτήσεις, αποσπάσεις του κινήματος που υπήρχε και της δυναμικής του. Ο μεταπολεμικός πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων είναι που αναγκάζει την αστική τάξη να διαχειρισθεί πολιτικά το οικονομικό ζήτημα με την πολιτική του κράτους πρόνοιας, τη νεοαποικιοκρατία, την αναδιοργάνωση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Επίσης, στην κρίση του 1873-95 το εργατικό κίνημα και η Αριστερά μετρούν σπουδαίες νίκες στο ύψος του μισθού, στο χρόνο εργασίας, τη σύνταξη, την υγιεινή και ασφάλεια, δίχως να φτάνουν ακόμη στην επιδιωκόμενη επανάσταση.

Ένα τριπλό αλληλοτροφοδοτούμενο μίγμα από επαναστατικούς εργατικούς αγώνες με θυσίες και αίμα, από τολμηρές, καινοτόμες αλλαγές στην πολιτική και θεωρία της Αριστεράς και από την αποδεικνυόμενη και εκλαϊκευόμενη κομμουνιστική επαγγελία ως οδηγό, οδηγεί την κούρσα των εξελίξεων στο εργατικό κίνημα, γονιμοποιεί τα μελλούμενα. Ο άμεσος στόχος επομένως της Αριστεράς που –με ανεπάρκεια και αδυναμίες– φιλοδοξούν να υπηρετήσουν το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν μπορεί παρά να είναι η διαμόρφωση μιας ενιαίας αυτοτελούς ζώνης αριστερών εργατών και νεολαίων σε παγκοινωνικό και πανελλαδικό επίπεδο. Η συγκρότηση μιας ενωμένης ανεξάρτητης αριστερής επαναστατικής εργατικής πτέρυγας, από άποψη ιδεολογίας, πολιτικής πρακτικής και μαζικής παρέμβασης. Αυτός ο στόχος επιβάλλει τη δράση στο όνομα της μεγάλης πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, την επιδιωκόμενη επαφή με το «πλατύ κοινό» της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, με τη βάση και τις ηγεσίες όλης της Αριστεράς από θέσεις υπεράσπισης των εργαζομένων για την επιβολή μέτρων που θα ανακουφίζουν την εργατική τάξη, θα διαμορφώνουν ρήγματα στους κυρίαρχους συσχετισμούς και την επίσημη ιδεολογία. Μόνον έτσι το σύγχρονο κοινωνικό ρεύμα της εργατικής χειραφέτησης διαμορφώνει το «δικό του» αυτοτελή πολιτισμό ώστε να μπορεί να προϋπαντήσει με αισιοδοξία τις κοινωνικές εκρήξεις και τα μεγάλα γεγονότα που προοιωνίζονται.

ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ
Εποχή ανακατατάξεων

Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κατά το λαγωνικό οπορτουνιστών της ΚΟΜΕΠ –οι οποίοι μάλιστα πρέπει πάση θυσία να κατασκευαστούν όπου βολεύει το κόμμα, αυτοσκοπό– είναι οπορτουνιστικά γιατί στο ζήτημα της αριστερής κυβέρνησης καλλιεργούν συγχύσεις ότι διά των εκλογών θα προκύψει μια «κυβέρνηση της Αριστεράς ή μια κυβέρνηση με συμμετοχή της Αριστεράς», που μπορεί να γίνει αφετηρία επαναστατικών αλλαγών. Επιπλέον δε γιατί υπερεκτιμούν την προς τα αριστερά, το ΣΥΡΙΖΑ, μετακίνηση των ψηφοφόρων στις εκλογές του Ιουνίου, σπέρνοντας αυταπάτες.
Το δεσπόζον όμως δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ιδιαιτερότητα της σημερινής κατάστασης σφραγίζεται και από την ανισόμετρη παλινδρομική κίνηση της εργατικής τάξης ανάμεσα στην υποταγή και την εξέγερση, τη διεκδίκηση της πραγματικής σύγχρονης ζωής και την ψευδαίσθηση. Αυτό δεν κατανοεί η ηγεσία του ΚΚΕ για τη μείωση της επιρροής του οποίου –και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ– δεν φταίει «ο άλλος». Αυτή η ανισόμετρη κίνηση αποτελεί την πηγή μιας χωρίς προηγούμενο ρευστότητας, απρόβλεπτης δυναμικής πολιτικο-κοινωνικών ανακατατάξεων, γεγονός που ζήσαμε στιγμιαία και στις τελευταίες εκλογές. Αυτό το φαινόμενο οφείλουμε και προσπαθούμε να προσεγγίσουμε. Το δε ζήτημα της εξουσίας για τη μαρξιστική πολιτική είναι ποιοτικά διαφορετικό από το επίσης σοβαρό κυβερνητικό ζήτημα. Η κυβέρνηση ως ενδιάμεσος στόχος ανάμεσα στον καπιταλισμό και την επανάσταση και για τη διευκόλυνσή της, εμφανίστηκε στο εσωτερικό των κομμάτων της Τρίτης Διεθνούς και υπηρετήθηκε από το ΚΚΕ. Στοιχεία της υπάρχουν στο πρόσφατο, 15ο συνέδριό του. Αυτοφύεται εντός του κόσμου του αγώνα ως ένας ευκολότερος στόχος από τη μεγάλη περιπέτεια της επανάστασης. Με δεδομένα πως η πραγματοποίηση ενός συνολικού ενδιάμεσου στόχου προοδευτικής διεξόδου, στο πλαίσιο της καπιταλιστικής εξουσίας, της κυριαρχίας της ΕΕ και των πολυεθνικών είναι εντελώς παράλογος, είναι η απάτη που υποτάσσει όχι μόνο την επαναστατική συνείδηση αλλά και τις άμεσες διεκδικήσεις της εργατικής τάξης, αλλά και πως είναι δύσκολο, ακόμα και να το φανταστεί σήμερα κανείς, πως με τους σημερινούς συσχετισμούς μπορεί να επιβάλει τη σοσιαλιστική αναδιοργάνωση της κοινωνίας.

Με αυτά ως δεδομένα, οφείλουμε το κυβερνητικό ζήτημα να το αντιμετωπίσουμε θετικά μέσω ενός άμεσου προγράμματος εργατικών στόχων που θα επιβάλλονται με τον σύγχρονο επαναστατικό αγώνα της εργατικής πλειοψηφίας, θα συνδέονται με την αναγκαιότητα της επανάστασης και της κυβερνητικής εξουσίας, θα συνοδεύονται από την αποδεικτική κατάθεση - επαγγελία της σύγχρονης κομμουνιστικής κοινωνίας ως στοιχείο ενότητας και όχι διχασμού των αγωνιζόμενων. Διαφορετικά, η κομμουνιστική και επαναστατική Αριστερά θα κινδυνεύει να συνθλιβεί ως περιττή κι ο λαός για απροσδιόριστο διάστημα να γονατίσει.