Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μιλά για την
ανάγκη ενός αντικαπιταλιστικού
προγράμματος και μετώπου, το οποίο
εμπεριέχει δημιουργικά την αντιιμπεριαλιστική
και αντιΕΕ πάλη καθώς και τον αγώνα για
πραγματική δημοκρατία, ενάντια στη νέα
απολυταρχία και την κατάργηση της λαϊκής
κυριαρχίας (το σύγχρονο «εθνικό ζήτημα»).
Το πρόγραμμα αυτό είναι σε διαφοροποίηση
και αντιπαράθεση με τη δεξιόστροφη
λογική της κυβερνητικής διαχείρισης
που θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Του Γιάννη Ελαφρού
Η παρέμβαση του συντρόφου
Ευτύχη Μπιτσάκη θέτει κρίσιμα ζητήματα,
τα οποία πρέπει να συζητηθούν με το
ήθος, την ευθύτητα και την αντίληψη της
εργατικής δημοκρατίας, που θεμελιώνεται
στη συλλογική συζήτηση και τον συλλογικό
αγώνα της επαναστατικής Αριστεράς.
Σωστά, ο Ε. Μπιτσάκης ξεκινά από την
κρίση, γιατί από ’κει προκύπτει και ο
χαρακτήρας της αριστερής πολιτικής
σήμερα. Εάν η κόλαση που ζει ο λαός μας
είναι αποτέλεσμα μόνο του Μνημονίου,
αρκεί μια αντιμνημονιακή πάλη. Εάν
φταίει μόνο το διεφθαρμένο ελληνικό
πολιτικό σύστημα και η μεταπρατική
αστική τάξη της χώρας, τότε αρκεί μια
πολιτική αλλαγή και μια παραγωγική
ανασυγκρότηση εντός του συστήματος.
Εάν πάλι φταίει η Μέρκελ, ο Σαρκοζί (ο
Ολάντ;) και οι «μερκελιστές» (κατά
Τσίπρα), τότε χρειάζεται μια ευρωπαϊκή
Αριστερά που θα φέρει την Ευρωπαϊκή
Ένωση στα ίσια της.
Το πρόβλημα όμως είναι
η βαθιά, δομική, ιστορικού χαρακτήρα
κρίση του σύγχρονου ολοκληρωτικού
καπιταλισμού, που προκαλεί την ολομέτωπη
επίθεση του κεφαλαίου σε όλο τον κόσμο,
ειδικά στην ΕΕ και την ευρωζώνη (όπου η
κρίση παροξύνεται), με τη χρήση των
μνημονίων κατά των αδύνατων κρίκων του
Νότου και της σαθρής «ισχυρής Ελλάδας».
Σήμερα, στον ελληνικό λαό επιτίθενται
συνασπισμένα η ελληνική ολιγαρχία, η
ΕΕ, το διεθνές κεφάλαιο (ΔΝΤ).
Με βάση αυτά καθορίζεται
ο χαρακτήρας του αναγκαίου προγράμματος
και μετώπου για να ανατραπεί η επίθεση
και να ανοίξει ο δρόμος για την κοινωνική
και πολιτική απελευθέρωση της εργατικής
τάξης και του εργαζόμενου λαού. Αυτό
που θα λέγαμε στρατηγική - τακτική. Δεν
είναι ζήτημα ιδεολογικής εμμονής. Εάν
δεν αναγνωρίσουμε τον εχθρό, θα παίζουμε
την τυφλόμυγα. Γι’ αυτό εμείς μιλάμε
για την ανάγκη ενός αντικαπιταλιστικού
προγράμματος και μετώπου, το οποίο
εμπεριέχει δημιουργικά την αντιιμπεριαλιστική
και αντιΕΕ πάλη καθώς και τον αγώνα για
πραγματική δημοκρατία, ενάντια στη νέα
απολυταρχία και την κατάργηση της λαϊκής
κυριαρχίας (το σύγχρονο «εθνικό ζήτημα»).
Το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα συνδέεται
άρρηκτα με την καθημερινή πάλη του λαού
για την επιβίωση και την αξιοπρεπή
διαβίωση και για την ανατροπή του άθλιου
καθεστώτος. Αλλά ταυτόχρονα, συνδέει
την πάλη αυτή με την επαναστατική
ανατροπή του καπιταλισμού και τη σύγχρονη
σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική.
Έννοιες συκοφαντημένες (και από τους
ορθόδοξους υποστηρικτές τους) που πρέπει
σήμερα να επαναθεμελιωθούν, σε ρήξη με
τον ανύπαρκτο σοσιαλισμό της Ανατολής
αλλά και το «σοσιαλισμό με δημοκρατία»
στη Δύση, που οδήγησε στην ενσωμάτωση
στον υπαρκτό καπιταλισμό. Χωρίς την
κατάκτηση μιας νέας επαναστατικής
στρατηγικής, καμιά Αριστερά δεν μπορεί
να εμπνεύσει, ούτε να ενωθεί με τον κόσμο
της εργασίας, ούτε να ενώσει τα κομμάτια
της.
Αλλά αυτό δεν πρόκειται
να γεννηθεί σε κάποιο αποστειρωμένο
«ιδεολογικό εργαστήριο», ούτε της
ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ούτε κανενός άλλου. Θα κριθεί
μέσα στην ταξική πάλη, με την ανάπτυξη
μιας τακτικής εύστοχης (και όχι
ευλύγιστης), η οποία θα συνδέεται με την
επαναστατική στρατηγική (που θα είναι
«στο τιμόνι»). Χρειάζεται πρόγραμμα και
όχι απλά 2-3 άμεσα σημεία και τα άλλα τα
βρίσκουμε στην πορεία, γιατί χωρίς
προορισμό, σχέδιο και καύσιμα δεν ξεκινά
κανένα ταξίδι, πολύ περισσότερο μεγάλο.
Χρειάζεται κι όχημα βεβαίως, κι αυτό
είναι το αντικαπιταλιστικό μέτωπο -
πόλος (η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρώτο ελπιδοφόρο
βήμα), το ριζοσπαστικά πολιτικοποιημένο
και οργανωμένο μαζικό κίνημα και –κατά
τη γνώμη του ΝΑΡ– ένας φορέας κομμουνιστικής
απελευθέρωσης.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ξεπερνώντας
σε σημαντικό βαθμό την παλιότερη
αυτάρκεια και γενικολογία της
εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς,
ανταποκρινόμενη στην (και γιατί όχι,
υπό το βάρος της) ανάγκη των εργαζομένων
για μία «γραμμή» που να απαντά άμεσα
στην επίθεση, επεξεργάστηκε ένα άμεσο
και ενιαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα
πάλης, με βασικούς άξονες: Αύξηση μισθών
και συντάξεων, κατάργηση των μνημονίων
και των μέτρων τους, παύση πληρωμών και
διαγραφή του χρέους, έξοδο από το ευρώ
και την ΕΕ με διεθνιστική προοπτική,
πέρασμα στο Δημόσιο των τραπεζών και
των μονάδων στρατηγικής σημασίας χωρίς
αποζημίωση, με εργατικό έλεγχο και προς
όφελος του λαού, απαγόρευση των απολύσεων
- κοινωνική προστασία των ανέργων και
των φτωχών, εκδίωξη της τρόικας,
απελευθέρωση από τη σύγχρονη δικτατορία
ΕΕ, κεφαλαίου. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θεωρεί ότι το
πρόγραμμα αυτό είναι το αναγκαίο για
«τη σωτηρία του λαού» και μπορεί να
συνεγείρει ένα αγωνιστικό μέτωπο ρήξης
και ανατροπής, που θα αναδείξει τον λαό
σε υποκείμενο μιας νικηφόρας (εξ)έγερσης.
Το έθεσε, με αδυναμίες, στο μαζικό κίνημα,
στην πολιτική συζήτηση και διαπάλη
(συναντώντας πρωτοφανή απήχηση για
εξωκοινοβουλευτική Αριστερά). Το έθεσε
επίσης στο ΚΚΕ, στον ΣΥΡΙΖΑ και στην
υπόλοιπη Αριστερά, προτείνοντάς τους
κοινή δράση μέσα στο μαζικό κίνημα για
ένα αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής.
Το ΚΚΕ ήταν αρνητικό, όπως και με άλλο
τρόπο ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος υπερθεματίζει
στην ενότητα, αλλά στο πλαίσιο της δικής
του πολιτικής. Άρα δεν φοβήθηκε η
ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τόλμησε να
υιοθετήσει ένα πρόγραμμα ανατροπής.
Μήπως όμως είναι υπερβολή
αυτά που λέει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Μήπως θα έπρεπε
για χάρη της ενότητας να αποδεχθεί, για
παράδειγμα, τα σημεία ενός άμεσου στόχου
που θέτει ο σ. Μπιτσάκης; Να αποδεχθεί
ως «μεσοπρόθεσμο» στόχο το «έξω από το
ευρώ και την ΕΕ»; Όμως για να μην πεθάνουν
τα θύματα της κρίσης και για να μην
οδηγηθούν κι άλλοι στην απελπισία,
απαιτείται αύξηση των μισθών, αξιοπρεπές
επίδομα ανεργίας σε όλους τους ανέργους
για όσο χρόνο είναι άνεργοι, κατάργηση
των χαρατσιών, δωρεάν κοινωνικές
υπηρεσίες κ.λπ. Αυτά ανατινάζουν όχι
ένα ή δύο, αλλά εκατό μνημόνια. Η άρνηση
πληρωμής του χρέους και η εκδίωξη της
τρόικας οδηγεί σε ρήξη με την ευρωζώνη
και την ΕΕ και σε βαθιές αντικαπιταλιστικές
τομές στο εσωτερικό για να επιβιώσει ο
λαός.
Ανεξάρτητα από προθέσεις
και ιδεοληψίες, το ζήτημα της Ευρωπαϊκής
Ένωσης - στρατηγείο της αντεργατικής
επίθεσης τίθεται άμεσα. Αυτό φάνηκε
προεκλογικά με τη μεγάλη τρομοκρατική
εκστρατεία των Βρυξελλών, του Βερολίνου
και του εγχώριου κατεστημένου, με το
δίλημμα «ευρώ και ΕΕ ή χάος». Η ηττοπαθής
στάση του ΣΥΡΙΖΑ και η εμφάνισή του ως
ευρω-φρουράς, όχι μόνο δεν αντιμετώπισε
τους εκβιασμούς, αλλά οδήγησε σε άρνηση
τελικά και του αναγκαίου ριζοσπαστικού
περιεχομένου: Η κατάργηση του Μνημονίου
έγινε Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης (με
δημοσιονομική σταθερότητα) και
επαναδιαπραγμάτευση της Δανειακής
Σύμβασης χωρίς μονομερείς ενέργειες,
με μορατόριουμ και όχι άρνηση πληρωμής
του χρέους. Η στάση απέναντι στο ευρώ
και την ΕΕ δεν είναι για αύριο, αλλά για
σήμερα. Γι’ αυτό αποτελεί Λυδία Λίθο
για την Αριστερά, κριτήριο για μια
αριστερή πολιτική.
Όσο για την αντιΕΕ
πολιτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΝΑΡ, αυτή
καθόλου δεν εμφορείται από «την επιστροφή
στο έθνος - κράτος», από μια «επιστροφή
στον 19ο αιώνα»(!), αλλά από την αναγκαιότητα
- δυνατότητα να σπάσει ένας κρίκος στην
αλυσίδα της ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης
της ΕΕ, να υλοποιηθούν συνολικά μέτρα
υπέρ των εργαζομένων και του λαού (κάτι
που είναι αδύνατο στο πλαίσιο της ΕΕ,
όπως φαίνεται από τη Γερμανία μέχρι τις
Ισπανία και Ιταλία, για τις «επιτυχίες»
των οποίων μίλησε ο ΣΥΡΙΖΑ), να ανοίξει
ο δρόμος για την αντικαπιταλιστική
επανάσταση σε μία χώρα ή ομάδα χωρών,
με προοπτική τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές
Πολιτείες της Ευρώπης. Ουτοπία; Πολύ
πιο ρεαλιστική από την αναμονή μετατροπής
της ΕΕ από πανούκλα σε κούκλα, όπως ο
βάτραχος σε πρίγκιπα, με το φιλί της
ευρω-ερωτευμένης Αριστεράς.
ΔΟΡΥΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Ή ΔΥΝΑΜΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ;
Αυτοτελής συσπείρωση
όλων των αντικαπιταλιστικών και
αντισυστημικών δυνάμεων
«Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα ξεπεράσει
την επαναστατική ρητορεία και θα θελήσει
να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ και τις
άλλες αριστερές δυνάμεις; Θα προσπαθήσει,
με τις μικρές δυνάμεις της να συμβάλει
δημιουργικά στην περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση
του ΣΥΡΙΖΑ;», ερωτά ο Ε. Μπιτσάκης.
Ξεπερνώντας τα επαναλαμβανόμενα περί
ρητορείας, ας επικεντρωθούμε στην ουσία.
Αλήθεια, ποιο είναι το καθήκον της
επαναστατικής Αριστεράς σήμερα; Η
περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ
ή η ριζοσπαστικοποίηση του πολύμορφου,
αναπτυσσόμενου κινήματος των μαζών,
όπως θέτει παραπάνω ο Ε.Μ.; Εκτός εάν
αυτά τα δύο ταυτίζονται... Ο σ. Μπιτσάκης
παρουσιάζει τον ΣΥΡΙΖΑ ως ένα «πολυτασικό
μόρφωμα, πεδίο δυνατοτήτων», όπου υπάρχει
μια «δεξιόστροφη τάση» αλλά και πλήθος
αγωνιστών. Είναι δυνατόν να μην
αναγνωρίζουμε την τάχιστη μετάλλαξη
του ΣΥΡΙΖΑ από ένα ρεφορμιστικό μέτωπο
με μαχητικές τάσεις σε ένα ενιαίο
πολιτικό φορέα, υπό την ηγεμονία της
αντίληψης της κυβερνητικής διαχείρισης
και της ευρω-ενσωμάτωσης; Ποιος είναι
ο ρόλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και γενικότερα της
αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής
Αριστεράς; Να παρέμβει στον ΣΥΡΙΖΑ
(«πεδίο δυνατοτήτων»); Να γίνει συνιστώσα
του (αν βέβαια εξακολουθήσουν να
υπάρχουν); Τι δείχνει το γεγονός ότι
ριζοσπαστικές συνιστώσες και εσωκομματικές
τάσεις εντός του ΣΥΡΙΖΑ έχασαν τη φωνή
τους; Να γίνει δορυφόρος του ΣΥΡΙΖΑ,
κάνοντάς τον κέντρο της πολιτικής της,
επειδή όντως εκατοντάδες χιλιάδες
εργαζόμενοι και αριστεροί τον ψήφισαν; Δεν μπορούμε να συναντηθούμε, να
αγωνιστούμε από κοινού, να αλληλεπιδράσουμε
με αυτό τον κόσμο, στο μαζικό κίνημα,
όπου η αντικαπιταλιστική Αριστερά θα
παρέμβει με αυτοτέλεια;
Απεναντίας, το
κρίσιμο ζήτημα σήμερα είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ
να παλέψει για τη ριζοσπαστικοποίηση
του πολύμορφου, αναπτυσσόμενου κινήματος
των μαζών. Κι αυτό απαιτεί αυτοτελή και
ισχυρή ΑΝΤΑΡΣΥΑ και επαναστατική
Αριστερά, παραπέρα ευρύτερη συσπείρωση
σε ένα αντικαπιταλιστικό μέτωπο όλων
των δυνάμεων και διαφοροποιήσεων που
κινούνται σε αντιΕΕ, αντιιμπεριαλιστική,
αντισυστημική και αντιδιαχειριστική
κατεύθυνση. Δυστυχώς, η πολιτική γραμμή
που προωθεί σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο
δεν συμβάλλει στην παραπέρα
ριζοσπαστικοποίηση, αλλά ευνουχίζει
τις ανατρεπτικές δυνατότητες του
κινήματος στο όνομα της κυβερνητικής
διαχείρισης. Με αυτή την πολιτική γραμμή,
η αντικαπιταλιστική Αριστερά πρέπει
να διαχωρισθεί και να αντιπαρατεθεί,
δεν υπάρχει περιθώριο πολιτικής και
εκλογικής συνεργασίας. Ταυτόχρονα, θα
συμβάλλει στην κοινή δράση με τις
μαχόμενες δυνάμεις (από το χώρο του
ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, τις διαφοροποιήσεις τους
και βεβαίως την εκτός των τειχών Αριστερά)
μέσα στο μαζικό κίνημα και στην πολιτική
πάλη.
Σε μια ανεπανάληπτη
και πρωτότυπη εποχή, μπροστά σε μεγάλες
ελπίδες και τρομερούς κινδύνους, τίθεται
για μια ακόμα φορά το δίλημμα, που έχει
θέσει ο Ευτύχης Μπιτσάκης σε δύσκολες
εποχές: Ρήξη ή ενσωμάτωση.