Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς


Πληθαίνουν οι προερχόμενοι από τον επίσημο πολιτικό κόσμο διανοούμενοι οι οποίοι χωρίς περιστροφές προκρίνουν την επανάσταση ως μοναδική λύση για την αντιμετώπιση των περίπλοκων και χρόνιων προβλημάτων που ταλανίζουν την ανθρωπότητα. Μεταξύ αυτών και ο Κάρνε Ρος, συγγραφέας του βιβλίου Επανάσταση χωρίς ηγέτες (εκδ. Ψυχογιός).

Του Δημήτρη Γρηγορόπουλου


Η αποτυχία της κεϋνσιανής αλλά και της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, βαθμιαία ανασκευάζει τις αυταπάτες για έναν πιο ανθρώπινο και λογικό καπιταλισμό. Παράλληλα, πληθαίνουν οι πνευματικοί άνθρωποι και οι αγωνιστές που, ακόμη και από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες, αναγνωρίζουν στον μαρξισμό την αναλυτική επάρκεια στην ερμηνεία και αντιμετώπιση του καπιταλιστικού φαινομένου, σε αντιδιαστολή με τους αστούς θεωρητικούς, οι οποίοι δεν υπερβαίνουν τα όρια της απολογητικής του συστήματος.

Στη χορεία των μη μαρξιστών διανοουμένων που ενστερνίζονται με τη γνώση και την εμπειρία τους θεμελιακές μαρξιστικές θέσεις περιλαμβάνονται, παραδειγματικά, ο πολιτικός φιλόσοφος Μάικλ Σαντέλ (βλ. Πριν 1/7, άρθρο Μαρ. Τζιαντζή), ο οποίος χωρίς να είναι πολέμιος της αγοράς ούτε βέβαια μαρξιστής, στηλιτεύει με αγανάκτηση την εμπορευματοποίηση των πάντων και υπερασπίζεται την έννοια του δημόσιου αγαθού με ηθικά κριτήρια. Το ίδιο ισχύει και για τον πολιτικό αναλυτή Κάρνε Ρος, πρώην διπλωμάτη της Αγγλίας στο Ιράκ, ο οποίος το 2004 παραιτήθηκε από το αξίωμά του αηδιασμένος από τη βία των δυνάμεων κατοχής, την υποκρισία και την τυφλή υποταγή της διπλωματίας και της πολιτικής στα συμφέροντα των κατακτητών. Στο βιβλίο του Επανάσταση χωρίς ηγέτες (εκδόσεις Ψυχογιός) ως βασικό μότο προβάλλει την αναγκαιότητα της επανάστασης: «Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι εμείς οι λαοί μπορούμε να επαναστατήσουμε και να απαιτήσουμε όσα μας είχαν υποσχεθεί». Εκφράζει την αγανάκτησή του γιατί πολιτικοί κι επιχειρηματίες ανταλλάσσουν τρισεκατομμύρια με απίστευτη ταχύτητα, ενώ τράπεζες ή και ολόκληρες χώρες καταρρέουν και χρεωκοπούν σχεδόν χωρίς προειδοποίηση. Θεωρεί απαράδεκτο να διευρύνεται το κενό μεταξύ μιας δράκας πλουσίων, από τη μια και όλων των άλλων, από την άλλη.

Βλέποντας έναν κόσμο να καταρρέει, τις κυβερνήσεις να παραπαίουν, αλλά να καταδυναστεύουν τους πολίτες, πολέμους να μαίνονται με εκατόμβες αθώων, το φυσικό περιβάλλον να οδεύει προς την καταστροφή, αναρωτιόταν πώς θα μπορούσαν οι άνθρωποι να βρουν λύσεις, αγνοώντας τα ψεύδη των κυβερνήσεων και των επιχειρηματιών, οι οποίες θα τους εξασφάλιζαν την κινητήρια δύναμη, ώστε να υπερβούν το βουνό των προβλημάτων και να αναχαιτίσουν την πτώση της κοινωνίας. Εντόπισε την πηγή της αδιαφορίας και αδράνειας των πολιτών στο βαυκαλισμό τους από τους κυβερνώντες πως θα τους λύσουν τα προβλήματα που ζυμώνονταν με την οργή και την αγανάκτηση, όταν συνειδητοποιούσαν την απάτη. Ταυτόχρονα, διαπίστωνε ότι η αποξένωση που καλλιεργούσαν τα ΜΜΕ, όχι μόνο αποσυντόνιζε και διαιρούσε, αλλά ωθούσε και στον κοινωνικό αυτοματισμό. Με αυτές τις εμπειρίες και τις διαπιστώσεις, διατυπώνει μια ριζοσπαστική φιλοσοφία της δράσης για τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου, που ανασκευάζει την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να αναθέτουμε τις ελπίδες μας σε μια κυβέρνηση, μετά σε μιαν άλλη κ.ο.κ. Τη ριζοσπαστική δράση που προτείνει τη χαρακτηρίζει επανάσταση. Δεν την αντιλαμβάνεται ως απλή εναντίωση στην κυβέρνηση, αλλά ως ριζική αλλαγή της κοινωνίας και του συστήματος διακυβέρνησης. Θεωρεί ότι η επανάσταση θα γίνει χωρίς βία. Πρωταρχική προϋπόθεση για την επανάσταση θεωρεί την αλλαγή του τρόπου που σκεφτόμαστε τον εαυτό μας και τον κόσμο. Η αλλαγή του εαυτού μας μπορεί να αλλάξει και τον κόσμο. Η μεταμόρφωση του εαυτού μας θα αλλάξει και τη σχέση μας με τον άλλο και τον κόσμο. Θα υπάρξει άμεση διαπραγμάτευση και διάλογος με τον άλλο, κοινή ευθύνη, συμφωνία και κοινή δράση για έναν καλύτερο και δικαιότερο κόσμο, που η οικοδόμησή του δεν θα ανατεθεί σε κάποια απόμακρα αντιπροσωπευτικά σώματα, εκτελεστικά και νομοθετικά.

Ασφαλώς, ο Ρος δεν είναι μαρξιστής. Ούτε η θεωρία του για την επανάσταση είναι μαρξιστική. Παραπέμπει μάλλον στον ατομικό ηθικό αναρχισμό του Τολστόι, όπως πιστεύει και ο ίδιος. Υποστηρίζει την αυτόβουλη δράση των ατόμων που ενεργούν χωρίς καθοδήγηση, χωρίς ηγεσία, χωίς οργάνωση. Φρονεί ότι ο άνθρωπος, όταν αποφασίζει μόνος του, όταν αναλαμβάνει ακέραια την ευθύνη, όταν ο ίδιος εφαρμόζει τις αποφάσεις του, μεγαλουργεί και κατακτά κορυφές. Απεναντίας, όταν αναθέτει σε άλλους, σε κάποιους αντιπροσώπους, την ευθύνη της ευόδωσης των αναγκών και των ιδανικών του ή κι όταν συμμετέχει κι ο ίδιος στην υλοποίησή τους, αλλά ως εκτελεστικό όργανο κάποιου κέντρου αποφάσεων, τότε παθητικοποιείται, περιθωριοποιείται, δημιουργεί σύνδρομο εξάρτησης και υποκατάστασης, οργίζεται και στηλιτεύει, αλλά χωρίς πρακτικό αντίκρισμα.

Όντως η καχυποψία και η άρνηση στις διαδικασίες αντιπροσώπευσης, ακόμη και στις δημοκρατικές μορφές τους, είναι τυπικό γνώρισμα της αναρχίζουσας σκέψης και μάλιστα στην ατομικιστική εκδοχή της. Είναι γεγονός όμως ότι και η μαρξιστική αντίληψη της επανάστασης έχει ως αφετηριακή προϋπόθεση την εσωτερική επανάσταση στη συνείδηση του ατόμου, την αποποίηση της κυρίαρχης αστικής συνείδησης και τη συγκρότηση επαναστατικής προλεταριακής συνείδησης. Η διαφορά κυρίως έγκειται στην οργάνωση της δράσης από ενιαίο κέντρο, την ύπαρξη καθοδηγητικής πρωτοπορίας και στην αναμέτρηση για την κατάκτηση της εξουσίας. Όμως η κοινωνία δεν μετασχηματίζεται με την ως διά μαγείας εσωτερική μεταμόρφωση των πάντων ή σχεδόν των πάντων, ακόμη και των καταχραστών του πλούτου, ώστε μια ωραία πρωία να ανακύψει αβίαστα σαν φυσικό φαινόμενο ο νέος κόσμος. Ούτε δημιουργείται σύμφωνα με τη θεωρία των νησίδων στον καπιταλισμό, που σαν τεκτονικό φαινόμενο θα συνενωθούν σε μια σοσιαλιστική ήπειρο. Ούτε βέβαια αντιστοιχεί στην ανταγωνιστική δομή των ταξικών κοινωνιών το πρόταγμα του Χολογουέι «να αλλάξουμε τον κόσμο, χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία».