Tο εργατικό και λαϊκό κίνημα θα αποτελέσει το κρίσιμο
βαρόμετρο των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα αμέσως μετά τις εκλογές της 17ης
Ιουνίου. Όποια κυβέρνηση κι αν υπάρξει, είτε του σκληρού μνημονιακού μπλοκ της
ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και τους λοιπούς νεοφιλελεύθερους, είτε η λεγόμενη «προοδευτική
κυβέρνηση με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ», τα δρακόντεια και βαθιά αντιδραστικά μέτρα των
μνημονίων και της δανειακής σύμβασης θα είναι εδώ.
Ν. ΓΟΥΡΛΑΣ, Σ. ΚΟΙΛΑΚΟΥ ΜΙΛΟΥΝ ΣΤΟΝ Δ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ
Η Σύλβια Κοιλάκου, υποψήφια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο Επικρατείας και
συνδικαλίστρια, τονίζει ότι «αμέσως μετά τις εκλογές και μακριά από λογικές
αναμονής ή ανοχής φιλολαϊκών κυβερνητικών λύσεων οι εργαζόμενοι πρέπει να
πάρουν την πρωτοβουλία των κινήσεων, να ανασυνταχθούν, να δηλώσουν παρόντες
μαχητικά. Για να μην μπορέσει ο αντίπαλος, η ΕΕ και το κεφάλαιο να κερδίσουν
χρόνο να ανασυγκροτηθούν, αλλά αντίθετα, το ρήγμα που επέφερε ο λαός με τους
αγώνες του να ακυρώσει οριστικά το Μνημόνιο, τους νόμους του, τη δανειακή
σύμβαση, το ευρώ και την ΕΕ. Σε μια τέτοια προσπάθεια οφείλει να συμβάλει κάθε
δύναμη της μαχόμενης Αριστεράς».
Ο Νίκος Γουρλάς, υποψήφιος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη Β’ Αθήνας και
πρόεδρος του συνδικάτου εργαζομένων στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος», επισημαίνει
τη «σημαντική και αναντικατάστατη συμβολή στους αγώνες αλλά και τον
προσανατολισμό τους που είχαν οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ» και τονίζει ότι «η
προσπάθεια για την ανασυγκρότηση του κινήματος που συνδύασε την πάλη για την
αγωνιστική ταξική ενότητα με την παράλληλη καταδίκη της γραφειοκρατίας των
ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ δημιούργησε τους όρους και τις προϋποθέσεις για ένα ορατό στους
εργαζόμενους, τρίτο ρεύμα στο εργατικό κίνημα και οδήγησε στη δημιουργία του
Συντονισμού Πρωτοβάθμιων Σωματείων. Η σημαντική αυτή κατάκτηση των εργαζομένων
διαμόρφωσε νέα δεδομένα στην ταξική πάλη, συνέβαλε στην επιτυχία των απεργιακών
κινητοποιήσεων, των συλλαλητηρίων αλλά και στα κινήματα “δεν πληρώνω” με τη
δημιουργία της επιτροπής σωματείων κινήσεων συνελεύσεων “Δεν χρωστάμε, δεν
πουλάμε, δεν πληρώνουμε”».
Ποια μπορεί όμως να είναι τα πρώτα βήματα μιας ολικής
επαναφοράς του εργατικού κινήματος, μετά το κλίμα αναμονής των εκλογών; «Πρώτος
σταθμός είναι η μάχη των συλλογικών συμβάσεων και η ανάπτυξη ενός κινήματος
ικανού να βάλει φρένο στην επίθεση στον ιδιωτικό τομέα, με άμεσους στόχους την
κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων για τις εργασιακές σχέσεις και την
υπογραφή ικανοποιητικών συλλογικών συμβάσεων, ενάντια στην υποταγή αρκετών
ομοσπονδιών και συνδικάτων που προχωρούν σε υπογραφή συμβάσεων με μειωμένους
μισθούς», σημειώνει η Σ. Κοιλάκου. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει μια άλλη κατάσταση
στο εργατικό κίνημα, άλλα «οχήματα» πάλης και νέες μορφές, κατά την Σ.
Κοιλάκου. «Απαιτείται η κάθετη διαφοροποίηση με τον υποταγμένο συνδικαλισμό σε
ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ και αρκετές ομοσπονδίες και η συγκρότηση ενός ανεξάρτητου ενωτικού
κέντρου αγώνα από τα πρωτοβάθμια σωματεία και επιτροπές αγώνα, που θα πάρει
μαζικές αγωνιστικές πρωτοβουλίες. Αντίστοιχα, οι λαϊκές συνελεύσεις και οι
επιτροπές ενάντια στα χαράτσια, να εντείνουν τον αγώνα για να παρθούν πίσω τα
χαράτσια, αλλά και οι τρομακτικοί φόροι που έχουν επιβάλει οι κυβερνήσεις του
μαύρου μετώπου. Χωρίς αναμονή, να πραγματοποιηθούν άμεσα λαϊκές συνελεύσεις,
για να οργανωθεί έμπρακτη ανυπακοή για να μην κατατεθούν φορολογικές δηλώσεις,
για να μην πληρώσουμε ούτε ένα φόρο. Ζητούμενο και αναγκαίο είναι η συνέχιση, η
διεύρυνση και ισχυροποίηση του συντονισμού των μαχόμενων δυνάμεων στους αγώνες
και τις πολιτικές μάχες, για να συγκροτηθεί ένα πανεργατικό - παλλαϊκό μέτωπο ρήξης,
ανατροπής και νίκης».
Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε αυτά τα
κρίσιμα καθήκοντα του κινήματος; Ο Ν. Γουρλάς επισημαίνει ότι «οι δυνάμεις της
ΑΝΤΑΡΣΥΑ μαζί με άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής
Αριστεράς έπαιξαν πρωτεύοντα και αναντικατάστατο ρόλο στα κινηματικά γεγονότα
της τελευταίας διετίας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στο ρεύμα της ανατροπής από
αριστερή αντικαπιταλιστική σκοπιά». Εξηγώντας λοιπόν γιατί οι εργαζόμενοι έχουν
συμφέρον να στηρίξουν και πάλι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τονίζει: «Η ενίσχυσή της θα είναι
η εγγύηση ότι στο εργατικό κίνημα δεν θα υπάρξει καμιά περίοδος αναμονής,
κανένα μορατόριουμ. Θα είμαστε και πάλι μετά τις 18 στους δρόμους, στους τόπους
δουλειάς, να οργανώνουμε την πάλη των εργαζομένων για τις συλλογικές συμβάσεις,
για αξιοπρεπείς μισθούς και μεροκάματα. Η ενίσχυσή της θα δημιουργήσει
προϋποθέσεις για τη συγκρότηση του ενιαίου αντικαπιταλιστικού μετώπου που θα
οδηγήσει σε άνοδο το μαζικό λαϊκό κίνημα και τους εργατικούς αγώνες. Θα
αποτελέσει εγγύηση για να μην επικρατήσουν οι δυνάμεις του ταξικού συμβιβασμού
και της καπιταλιστικής διαχείρισης. Αντίθετα, μια εκλογική συρρίκνωση της
ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα αφήσει ανοχύρωτο το αριστερό τμήμα του κινήματος και θα κάνει
ευκολότερη υπόθεση την ενσωμάτωση του σε λογικές μιας νέας αριστερής
γραφειοκρατίας, που θα οδηγήσει σε καθήλωση το κίνημα και τους αγώνες θα
απογοητεύσει τους εργαζόμενους και τις ελπίδες τους».
Η Σ. Κοιλάκου προσθέτει ότι «η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει αποδείξει τη
συμβολή της στο πεδίο των αγώνων, που τελικά θα κρίνει τις εξελίξεις. Γι’ αυτό
η ενίσχυσή της θα συμβάλει θετικά στη συγκρότηση ενός απειλητικού, μαζικού
κινήματος και στο αναγκαίο εκείνο μέτωπο που θα σταθεί νικηφόρα απέναντι στο
μαύρο συνασπισμό ΕΕ και κεφαλαίου».