Πίσω από την εξάπλωση
του νεοφασισμού βρίσκεται το πολιτικό «κέντρο». Στα ρημαγμένα κάστρα της μικρής
ιδιοκτησίας φωλιάζει το φίδι της αντι-πολιτικής βίας.
«Καλά της έκανε»,
ψέλλισαν κάποιοι από αυτούς που τίποτα δεν τους σοκάρει ή κάτι σαν «ναι, αλλά
κι αυτές τον προκάλεσαν…». Η Ρένα Δούρου και η Λιάνα Κανέλλη. Γιατί τόλμησαν να
αντιμιλήσουν αντί να κάτσουν στην άκρη σαν φοβισμένες γυναικούλες. Και σηκώθηκε
η μια θαρραλέα να υπερασπιστεί την άλλη· ανθρώπινα, ίσια. Ξεπερνώντας τις
διαχωριστές γραμμές ανάμεσα στα δύο αριστερά κόμματα.
του Παναγιώτη Φραντζή
Αλληλέγγυα λοιπόν. Και μάλιστα, απέναντι σε έναν ανώτερο σε
σωματική δύναμη, αν και όχι σε μυαλό. Δεν τον φοβήθηκε. Έπρεπε λοιπόν να
πληρώσει γι’ αυτό.
Η παράταξη του νέου φασισμού είναι γένους αρσενικού -
φοβισμένου αρσενικού που μισεί θανάσιμα αυτούς που δεν φοβούνται. Του ίδιου
γένους με τον ειδικό φρουρό που αφαίρεσε τη ζωή του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου,
αλλά και με τους επίδοξους δολοφόνους του Δημήτρη Κουσουρή, εκείνο τον Ιούνιο
του 1998. (Κρυβόταν ο τύπος κι η αστυνομία δεν μπορούσε να τον εντοπίσει...
Όπως και τώρα). Γέννημα θρέμμα του ακραίου «κέντρου» της πολιτικής σκηνής και του
σκληρού πυρήνα του κράτους. Κακομαθημένη από την ασυλία που απολαμβάνει,
ριζώνει στην Αστυνομία, στον στρατό, στους ιδιωτικούς στρατούς μεγαλόσχημων
οικονομικών παραγόντων.
Στρατολογεί στο φόβο προσφέροντας δύναμη και προστασία και
κυκλοφορεί με έναν αντισυστημικό μανδύα. Στα ρημαγμένα κάστρα της μικρής
ιδιοκτησίας και στην κοινωνική - προσωπική ματαίωση των φτωχών μικροαστικών
στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου φωλιάζει το φίδι αυτής της αντιπολιτικής
βίας που έχει όντως μια μακρινή συγγένεια με τις γαλανόλευκες μούντζες μπροστά
στο κοινοβούλιο. Άνδρες, 25-45 χρονών, μεσαίου μορφωτικού επιπέδου, άνεργοι ή
μισοαπασχολούμενοι επαγγελματίες της παραδοσιακής μικροαστικής τάξης, είναι το
προνομιακό κοινό της. (Με βάση στοιχεία από πρόσφατες έρευνες της VPRC).
Έχεις ένα αυτοκίνητο, ένα σπίτι, αποκτημένα με κόπους και
θυσίες. Αυτοί οι κόποι, αυτά τα αγαθά που απέκτησες είναι όλος σου ο κόσμος.
Από αυτά θα γαντζωθείς μέχρι θανάτου. Μπορεί να σκοτωθείς γι’ αυτά ή μπορεί και
να σκοτώσεις. Η Ελλάδα της μικρής ιδιοκτησίας δεν θέλει να νιώσει ότι είναι με
τη μεριά των χαμένων, γι’ αυτό αναζητά καταφύγιο από την άχαρη πραγματικότητα
στο ιδεώδες μιας ανίκητης πατρίδας. Αυτή η πατρίδα δεν είναι για όλους. Έχει
τόσους εχθρούς όσους και ο καθένας από τους πιστούς της. Κι ίσως είναι τελικά
μια πατρίδα μικρών καθαρμάτων «που συνηθίζουν στην κάθε βρωμιά» κι ο ένας
μαθαίνει να μισεί τον άλλο.
Όμως ο ηττημένος μικροαστός - μικροϊδιοκτήτης είναι ο
καταναλωτής του φασισμού. Όχι ο παραγωγός του. Με αυτή την έννοια, είναι εκτός
τόπου και χρόνου η πολιτική γραμμή του «αντιφασιστικού μετώπου» που εστιάζει
στις εκδηλώσεις του φαινομένου και όχι στη ρίζα του. Άλλο τόσο άκυρο είναι το
«κάλεσμα στα όπλα» για έναν αγώνα των άκρων. Απάντηση οριστική μπορεί να δοθεί
μόνο από το ίδιο το μαζικό κίνημα και την πολιτιστική του πρωτοπορία, που θα
αφαιρέσει και τον πλούτο και τη βία και την «εκπαιδευτική τηλεόραση» από το
οπλοστάσιο της αστικής τάξης.