Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Ανάγκη ο συντονισμός των σωματείων

 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ, ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΡΙΣΤΙΔΟΥ, μέλη ΔΣ εργαζομένων στη ΜΟΔ
   
Με αφορμή τις εκλογές της περασμένης Πέμπτης στο Σύλλογο Εργαζομένων στη Μονάδα Οργάνωσης της Διαχείρισης Αναπτυξιακών Προγραμμάτων (ΣΕΜΟΔ), αλλά και τις πρόσφατες παρεμβάσεις του για τη διαχείριση των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, συνομιλήσαμε με τον απερχόμενο πρόεδρο Δημήτρη Παπασωτηρίου και το μέλος του ΔΣ, Χριστίνα Χριστίδου. Η ΕΑΣ, στην οποία συμμετέχουν, πήρε το 41% των ψήφων και 4 έδρες στο 9μελές ΔΣ.



ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΤΑΜΟΥΛΗ



Πολλά σωματεία του δημόσιου τομέα χαρακτηρίζονται από γραφειοκρατία και στενές σχέσεις με το κράτος. Ο Σύλλογος Εργαζομένων στη ΜΟΔ, φαίνεται ότι έχει κατοχυρώσει άλλα χαρακτηριστικά…

– Χ.Χ.: Είναι αλήθεια ότι με διαρκή προσπάθεια και παρέμβαση έχουμε καταφέρει ο σύλλογος, να αποτινάξει από πάνω του σημαντικές αρρώστιες του συνδικαλιστικού κινήματος. Αποτελεί σύλλογο, με κυρίαρχο όργανο τις συνελεύσεις, αλλά και την αγωνιστική διεκδίκηση, ως βασικό εργαλείο για την προάσπιση και διεύρυνση δικαιωμάτων και κατακτήσεων μας.

– Δ.Π.: Όταν ξεκινήσαμε τη συγκρότηση του σωματείου, αυτό δεν ήταν αυτονόητο για τον εργασιακό μας χώρο. Όχι μόνο για την εργοδοσία, αλλά και για τμήμα των εργαζομένων που είχαν μηδαμινή συνδικαλιστική εμπειρία. Η ίδρυσή του συλλόγου συνάντησε σημαντικές αντιδράσεις ανάμεσα κυρίως σε αυτούς που είχαν «ονειρευτεί» το χώρο των ευρωπαϊκών προγραμμάτων ως χώρο χωρίς συνδικαλιστική έκφραση, με κυρίαρχη την απατηλή λάμψη της ιδεολογίας του «στελέχους». Ο ΣΕΜΟΔ από τα πρώτα του βήματα έθεσε με έμφαση και ξεκάθαρη στόχευση τα βασικά θέματα που απασχολούσαν τους εργαζόμενους, με κυριότερο τη μετατροπή των ατομικών συμβάσεων διετούς διάρκειας σε συμβάσεις αορίστου χρόνου στο πλαίσιο μίας Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Και στη βάση αυτή συγκροτήθηκε ως ένα μαζικό και μαχητικό συνδικαλιστικό σωματείο.

Πρόσφατα εκδόθηκε η διαιτητική απόφαση (έχει θέση Συλλογικής Σύμβασης), την οποία επιτύχατε μέσα από αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Έχει αξία η διεκδίκηση σε επίπεδο επιχείρησης ή κλάδου, σε ένα περιβάλλον ανατροπής εφ’ όλης της ύλης των δικαιωμάτων των εργαζομένων;

– Δ.Π.: Ασφαλώς και έχει αξία η διεκδίκηση αυτή και μάλιστα ξεχωριστή και πολλαπλή. Αφενός γιατί δίνονται μάχες και επιτυγχάνονται στόχοι που έχουν άμεσο αντίκτυπο στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων. Μην ξεχνάμε ότι ο συνδικαλισμός είναι πρωταρχικά η συλλογική έκφραση των εργαζομένων σε έναν εργασιακό χώρο, με στόχο τη βελτίωση των όρων εργασίας και αμοιβής τους. Στο δικό μας χώρο με τις δύο πρώτες ΣΣΕ εξασφαλίσαμε σημαντικές αυξήσεις αποδοχών και θεσμικές ρυθμίσεις. Η πρόσφατη διαιτητική απόφαση διασφάλισε την «ωρίμανση», η οποία περιορίζει σε κάποιο βαθμό τις απώλειες που έχουμε δεχθεί από τις υπέρμετρες μειώσεις των νόμων του Μνημονίου. Με τον τρόπο αυτό αποκτούν και ένα ευρύτερο νόημα τέτοιου είδους αγώνες: Ακόμα και για εργαζόμενους που δεν συμμετέχουν με συνέπεια και συνειδητοποίηση σε αυτούς, γίνονται ευκολότερα αντιληπτοί οι λόγοι για τη δική τους δραστηριοποίηση και εμπλοκή. Και αυτό είναι ίσως το σημαντικότερο…

– Χ.Χ.: Όταν νομοθετήθηκαν τα πρώτα μέτρα μείωσης μισθών στο δημόσιο τομέα, δεν ήταν λίγοι οι συνάδελφοι που πίστευαν ότι δεν θα μας άγγιζαν και στη συνέχεια ότι δεν μπορούμε να τα αντιπαλέψουμε. Οι αγώνες του συλλόγου δημιούργησαν εκείνες τις εμπειρίες προκειμένου τον τελευταίο χρόνο, να μη βλέπουμε το Μνημόνιο σαν «τέρας» και εμάς αδύναμους να αντισταθούμε στο ελάχιστο.

Αυτός ήταν και ο λόγος που αντιμετωπίσατε την αρνητική στάση της διοίκησης, ακόμα και στα αιτήματά σας να τη συναντήσετε…

– Δ.Π.: Η στάση της Διοίκησης της Εταιρείας έχει να κάνει με το γεγονός ότι γρήγορα συνειδητοποίησε ότι δεν θα μπορούσε να «παίξει εύκολα» με το σύλλογο. Για αυτό προσπάθησε αρχικά να απονομιμοποιήσει το ΔΣ του συλλόγου, γιατί δεν γνώριζε ότι ο ΣΕΜΟΔ ήταν και είναι ένα σωματείο με ενεργή γενική συνέλευση που δεν διοικείται από ένα ΔΣ «παραγόντων». Στη συνέχεια προσπάθησε να κερδίσει χρόνο στις διαπραγματεύσεις ακόμα και σε σημεία που εύκολα θα μπορούσε να προκύψει συμφωνία. Με όλα αυτά προσπάθησε να υπονομεύσει την εργασιακή μας υπόσταση αλλά έφερε ως αποτέλεσμα να εξοργίσει και τον πιο ανενεργό συνάδελφο.

Ποιο ήταν το στίγμα της Ενωτικής Αγωνιστικής Συνεργασίας (ΕΑΣ), που συμμετείχε στις εκλογές της Πέμπτης;

– Χ.Χ.: Το ψηφοδέλτιο της ΕΑΣ αποτέλεσε μία ενωτική προσπάθεια στη βάση των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων και των αγωνιστικών πρακτικών στο κίνημα για την υπεράσπιση και διεύρυνση αυτών. Η ΕΑΣ συσπείρωσε συναδέλφους, που το προηγούμενο διάστημα πρωτοστάτησαν στις δράσεις του συλλόγου, τόσο για τις άμεσες διεκδικήσεις του, όσο και συνολικά ενάντια στην πολιτική του Μνημονίου. Επίσης η ανεξαρτησία απέναντι σε κυβερνητικές και εργοδοτικές επιδιώξεις αποτέλεσε βασικό στοιχείο που προέβαλε η ΕΑΣ την προεκλογική περίοδο, αλλά ήταν και αυτό που χαρακτήρισε στις θέσεις και τη δράση των συναδέλφων που τη συγκρότησαν τα προηγούμενα χρόνια.

Ο ΣΕΜΟΔ συμμετείχε στο Συντονισμό των Πρωτοβάθμιων Σωματείων. Θεωρείται θετική τη μέχρι σήμερα συμβολή του;

– Δ.Π.: Σε πολλούς εργαζόμενους φαντάζει ευκολότερη η ικανοποίηση επιμέρους αιτημάτων. Όμως τα μέτρα και οι περικοπές του τελευταίου χρόνου τους αγγίζουν όλους, και κανένας κλάδος ή σωματείο δεν μπορεί από μόνος του να επιτύχει σημαντικές επιτυχίες σε σταθερή βάση. Το κάθε σωματείο μόνο του είναι αδύναμο να αντιπαρατεθεί σε επιλογές τύπου Μνημονίου. Μόνο η από κοινού δράση των εργαζομένων, είτε μέσω των πρωτοβάθμιων σωματείων είτε μέσω της συνεργασίας αυτών του δημόσιου τομέα (που στοχοποιείται ιδιαίτερα τελευταία), μπορεί να έχει σημαντικά αποτελέσματα που θα δημιουργούν προϋποθέσεις για επιμέρους νίκες - αναχώματα.

– Χ.Χ.: Η ανάγκη για «κοινό αγωνιστικό βηματισμό» με άλλα σωματεία, προέκυψε κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων του συλλόγου, προκειμένου η πίεση προς την κυβέρνηση να γίνει ισχυρότερη και να υπάρξουν κέρδη για τους εργαζόμενους. Μπροστά στο νέο γύρο μέτρων θα πρέπει να γίνουν βήματα στο Συντονισμό, προκειμένου να διευρυνθεί και με άλλα σωματεία και να αποκτήσει στενότερη επαφή με τη βάση των σωματείων.

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΣΠΑΤΑΛΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΕΣΠΑ
Οι χρηματοδοτήσεις της ΕΕ απορροφούν τριπλάσια εθνικά κονδύλια

– Πρόσφατα δημοσιοποιήσατε συμπεράσματα σχετικά με τη διαχείριση των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων (ΕΣΠΑ). Ποια είναι τα σημαντικότερα από αυτά;

– Δ.Π.: Τα προβλήματα που αναδείξαμε δεν είναι τόσο εκείνα που σχετίζονται με τις καθυστερήσεις στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ, αλλά εκείνα που σχετίζονται με τη δομή της ίδιας της Δημόσιας Διοίκησης. Ο μηχανισμός διαχείρισης των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων (Ειδικές Υπηρεσίες ΕΣΠΑ / ΜΟΔ) αποτελεί την προθήκη στην οποία «εκτίθενται» οι κανονικές δαπάνες και πληρωμές των έργων. Όμως πίσω κρύβεται ο «σκουπιδότοπος» του μηχανισμού κατασπατάλησης χρημάτων του Εθνικού Σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Αυτό είναι κάτι που αποκρύπτεται διαχρονικά. Καμία κυβέρνηση δεν έχει δώσει λογαριασμό στην κοινωνία, ούτε στη Βουλή, πόσο κοστίζει συνολικά η υλοποίηση των έργων του ΕΣΠΑ/ΚΠΣ. Αυτό που προβάλλεται στους πολίτες μέσα από ακριβοπληρωμένες καμπάνιες, είναι ότι ένα έργο, π.χ. μία οδοποιία, που έχει προϋπολογισμό 100 χιλιάδες ευρώ, θα χρηματοδοτηθεί από την ΕΕ κατά 50% δηλαδή 50 χιλιάδες ευρώ. Αυτό που αποκρύπτεται όμως είναι ότι το πραγματικό κόστος του έργου πολλαπλασιάζεται τρεις και τέσσερις φορές (μέσα από υπερβάσεις προϋπολογισμού, αυξημένο κόστος απαλλοτριώσεων κ.λπ.) χωρίς να μπορεί το κόστος αυτό να το πληρώσει η ΕΕ λόγω αντικανονικότητας στη σύναψη των σχετικών συμπληρωματικών συμβάσεων και έτσι οι 50 χιλιάδες που δίνει για το έργο η ΕΕ δεν αποτελούν τελικά παρά το 25% του κόστους του. Το υπόλοιπο κόστος καλύπτεται από το εθνικό σκέλος του ΠΔΕ, από τα χρήματα του φορολογούμενου μισθωτού, συνεισφέροντας ευθέως στο έλλειμμα και στο χρέος.

– Στις θέσεις του Συλλόγου μιλάτε για την ανάγκη αναμόρφωσης του μηχανισμού διαχείρισης των προγραμμάτων αυτών, τμήμα του οποίου είναι και η ΜΟΔ ΑΕ.

– Δ.Π.: Οι Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης δημιουργήθηκαν κατ’ επιταγή της ΕΕ ώστε να είναι οι θεματοφύλακες της κανονικότητας των δαπανών που της υποβάλλονται. Στην πορεία προέκυψε η ανάγκη διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων τους (προγραμματισμός, έγκριση συμβάσεων κ.λπ.). Απ’ αυτές τις υπηρεσίες περνάνε επομένως και οι δαπάνες που δεν χρηματοδοτούνται από την ΕΕ και που όπως αναφέραμε προηγουμένως είναι τεράστιες και πληρώνονται από εθνικούς πόρους. Είναι φανερό ότι υπάρχει πλέον ανάγκη για ενιαία και με κοινούς κανόνες διαχείριση του συνόλου του ΠΔΕ, από μια δημόσια διοίκηση που δεν θα επιτρέπει τόσο εξόφθαλμα την κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος, ειδικά τώρα που σε περίοδο κρίσης δεν είναι διαθέσιμο.

Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να δημιουργηθεί μία Ενιαία Δομή διαχείρισης των αναπτυξιακών προγραμμάτων στο πλαίσιο του αρμόδιου για το ΠΔΕ υπουργείου και να στελεχωθεί από το σύνολο των εργαζόμενων της ΜΟΔ μαζί με τους έμπειρους δημόσιους υπαλλήλους που εργάζονται χρόνια στο αντικείμενο αυτό.