Να αντιστρέψουμε τον πολιτικό εκβιασμό
Σε αυτές τις εκλογές το πιο σημαντικό πολιτικό στοιχείο είναι ότι κυριάρχησε η συζήτηση για το δεύτερο γύρο∙ προφανώς, όχι το δεύτερο γύρο των εκλογών, αλλά της κρίσιμης και καθοριστικής αναμέτρησης με τη συντριπτική επίθεση του κυρίαρχου μπλοκ εξουσίας που έπεται των εκλογών
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΡΕΑΣΙΔΗΣ
ΘΩΜΑΣ ΣΟΥΝΑΠΟΓΛΟΥ
. Το ΠΑΣΟΚ μπροστά σε μια διαφαινόμενη μεγάλη ήττα, επιστρατεύει τον εκβιασμό της πολιτικής αποσταθεροποίησης κι επενδύει στο φόβο του εργαζόμενου λαού. Είναι τέτοιας έντασης η επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου της ζωής της κοινωνικής πλειοψηφίας, που το χαρτί που παίζει η κυβέρνηση είναι ο πανικός μπροστά στο άγνωστο μιας άλλης πορείας και η ταύτιση της αποσταθεροποίησης με ακόμη μεγαλύτερα δεινά. Συνεχίζει δηλαδή σταθερά στο δόγμα του σοκ, που πολύ εύστοχα περιέγραψε η Ναόμι Κλάιν στο ομώνυμο βιβλίο της.
Δεν είναι καθόλου σίγουρο όμως ότι το χαρτί αυτό δεν θα κάψει τελικά την ίδια την κυβέρνηση. Υπολογίζοντας επομένως τα κρίσιμα καθήκοντα του παρόντος και συγκεκριμένα της επόμενης μέρας θα πρέπει να σηκώσουμε το γάντι και να δουλέψουμε για την αντιστροφή του πολιτικού και ιδεολογικού εκβιασμού της κυβέρνησης και του κυρίαρχου μπλοκ εξουσίας. Πρέπει με άλλα λόγια να φέρουμε στην ημερήσια διάταξη της πάλης τη λογική του μαζικού και παρατεταμένου εκβιασμού του ίδιου του κινήματος προς «τους πάνω». Το ερώτημα επομένως είναι με ποιο πολιτικό σχέδιο, με ποια μέσα και με ποια προοπτική η Αριστερά θα συμβάλλει στις μάχες που έρχονται. Το πώς δηλαδή το ζήτημα της πολιτικής αποσταθεροποίησης όχι μόνον δεν θα ενσωματώσει τις διαθέσεις του αγώνα, αλλά αντίθετα το πώς ο κλονισμός αυτής της πολιτικής και το να φύγει η κυβέρνηση με όρους κινήματος, θα γίνει πλευρά της στράτευσης και συστράτευσης μιας νέας μαχητικής εργατικής αντιπολίτευσης. Θα σταθούμε σε μερικά σημεία:
Πρώτο, το ζήτημα του προγράμματος απάντησης στην κρίση από εργατική και αντικαπιταλιστική σκοπιά. Σήμερα, ακριβώς εξαιτίας της κρίσης, δεν αρκεί ένας λόγος που θα αναπαράγει και θα εκφράζει απλά την κατάσταση του πόνου και της δυστυχίας των μαζών. Η απλή διαμαρτυρία, ακόμη και η οργή και η απόγνωση δεν γίνονται επικίνδυνο ρεύμα που να μπορεί να εκβιάσει κυβερνήσεις και διεθνείς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, αν δεν συγκροτεί με όρους κινήματος και διεκδίκησης μια απάντηση στην κρίση απ’ τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων. Ανεξάρτητα επομένως απ’ το αν το δίλημμα του Παπανδρέου είναι μπλόφα ή σχέδιο, είμαστε σε μια περίοδο τεκτονικών πολιτικών ανακατατάξεων, αναδιάταξης και θωράκισης του πολιτικού συστήματος. Για να βάλει τη σφραγίδα του το εργατικό κίνημα χρειάζεται πολιτικό προσανατολισμό και συνειδητοποίηση ότι μια άλλη κατάσταση μπορεί να επιβληθεί.
Ο κεντρικός πολιτικός στόχος της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης που θα ανοίξει το δρόμο της συνολικής ανατροπής της αστικής κυριαρχίας, θα πρέπει να υπηρετείται από κάθε μετερίζι με μια δέσμη αιτημάτων - κόμβων στους οποίους συγκεντρώνεται η συνολική και κάθε επιμέρους μάχη. Τέτοια αιτήματα, όπως είναι η διαγραφή του χρέους, η έξοδος από ΟΝΕ - ευρώ και η συνολική ρήξη - αποδέσμευση απ’ την ΕΕ, οι εθνικοποιήσεις χωρίς αποζημίωση των τραπεζών, των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και των άλλων μεγάλων επιχειρήσεων και η λειτουργία τους με εργατικό έλεγχο, η διαγραφή-χάρισμα των χρεών για πρώτη κατοικία σε όλους τους εργαζόμενους, η απαγόρευση των απολύσεων, οι αυξήσεις στους μισθούς κ.λπ., αποτελούν ώριμες κοινωνικές ανάγκες, λαϊκά κατανοητά αιτήματα που δίνουν άμεσες απαντήσεις αλλά και προοπτική στον αγώνα. Για να περάσει το κίνημα από τη θέση του απελπισμένου τερματοφύλακα στην επίθεση.
Δεύτερο, το ζήτημα της ανατρεπτικής κοινής δράσης της Αριστεράς και η ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος. Το πρόγραμμα που προσπαθούμε να περιγράψουμε, ούτε ολοκληρωμένο είναι, ούτε πρέπει να έχουμε οποιαδήποτε αίσθηση αυτάρκειας. Αποτελεί όμως μια επεξεργασία σε αλληλεπίδραση και ανάδραση με την ιστορική εμπειρία, το κίνημα και ειδικά τη συμβολή ενός πρωτοπόρου κομματιού του. Δεν τίθεται κατά παραγγελία, αλλά τίθεται στο σύνολο των δυνάμεων του αγώνα και της Αριστεράς με όρους προωθητικής συμβολής στον ίδιο τον αγώνα. Δεν πάμε με τη λογική του μέγιστου κοινού διαιρέτη, αλλά ούτε και με τη λογική του ελάχιστου κοινού παρονομαστή. Επιδιώκουμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να απαντήσουμε στα ερωτήματα της νέας κατάστασης με το κριτήριο του αναγκαίου προσανατολισμού.
Η Αριστερά θα κριθεί στην κοινή της δράση βάσει αρχών στην ίδια την αναμέτρηση και όχι σε μια άγονη και εκφυλιστική διαπάλη χωρίς αρχές εντός, εκτός και παραλλήλως της σημερινής πολιτικής της γεωγραφίας. Καταρχήν λοιπόν, θα κριθεί για το αν θα αναγνωρίσει σαν βασικό υποκείμενο της αναμέτρησης τους ίδιους τους εργαζόμενους και αν θα βάλει «πλάτη» στην ταξική ανασυγκρότηση του κινήματος και σε μια νέα αγωνιστική ταξική ενότητα. Όποιος δεν βλέπει ή υποτιμά αυτή την κρίσιμη πολιτική παράμετρο, στο όνομα του όποιου πολιτικού σχεδίου, θα ναυαγήσει καθώς ξεκινά ταξίδι χωρίς πανιά. Όποιος πάλι βγαίνει για ταξίδι με τα παλιά πανιά ενός εκφυλισμένου εργατικού κινήματος, δεν πάει για μακριά. Με μια εθιμοτυπική απεργία για τον προϋπολογισμό, καμιά ανατροπή δεν είναι εφικτή. Ποιος θα σηκώσει το γάντι των πραγματικών προϋποθέσεων της ανατροπής;
Η κατάκτηση του Συντονισμού των Πρωτοβάθμιων Σωματείων, η λογική των Γενικών Συνελεύσεων και των επιτροπών αγώνα, η πρωτοβουλία σε τελική ανάλυση των κινήσεων και η άρνηση της παθητικής αναμονής ή του ακολουθητισμού, έχει φτιάξει μια νέα δυναμική που θα πρέπει να φυλάξουμε σαν «κόρη οφθαλμού», αλλά θα πρέπει παράλληλα να την αναπτύξουμε, να τη βαθύνουμε και να τη διευρύνουμε εντατικά κι εκτατικά. Να συνδέσουμε την πάλη ενός μαχόμενου πολιτικού εργατικού κινήματος με όλες τις μορφές της κοινωνικής αντίστασης κι ανυπακοής που αναπτύσσονται σε γειτονιές, αλλά και κινηματικά πεδία, όπως της άρνησης πληρωμών (π.χ. στα διόδια). Είναι μάλιστα τέτοια η περίοδος, που το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να είναι απλά κίνημα συνδικαλιστικών - οικονομικών διεκδικήσεων, αλλά βαθιά πολιτικό, ενώ απαιτείται ένας νέος εργατικός πολιτισμός αλληλεγγύης αλλά και πρότασης ζωής, για να γίνει πόλος έλξης των στρατιών της απόγνωσης, είτε των εργαζόμενων είτε των ανέργων.
Τρίτο, το ζήτημα της Αριστεράς μέσα στις νέες συνθήκες και τα καθήκοντά μας. Είναι δεδομένο ότι η Αριστερά ούτε ανεπηρέαστη μπορεί να μείνει μέσα σ’ αυτό το τοπίο, αλλά ούτε να βαδίσει μ’ αυτά που ήξερε. Καταρχήν, η Αριστερά είναι μέσα στα σχέδια των κυρίαρχων πολιτικών ανακατατάξεων, κάτι που βλέπουμε και με την ταχύτητα της «πασοκοποίησης» ενός κομματιού της (Δημοκρατική Αριστερά) ή με τις επιλογές του Συνασπισμού να κατέβει στην περιφέρεια της Αττικής με υποψήφιο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, προωθώντας έτσι τη συνάντηση με το «κοινωνικό ΠΑΣΟΚ». Δεύτερον, είναι δεδομένο ότι και ο πολιτικός χάρτης της Αριστεράς αλλάζει και θα αλλάξει μέσα στα κελεύσματα της νέας περιόδου. Είναι άλλωστε μια περίοδος, που μέσα στο ρυθμό των εξελίξεων, πρέπει να αποτιμηθούν τα διάφορα σχέδια της επίσημης Αριστεράς (αντινεοφιλελεύθερο, αντιμονοπωλιακό), με τη ματιά στραμμένη στην επόμενη μέρα που μπορεί να σφραγίσει, υπό προϋποθέσεις, η αντικαπιταλιστική Αριστερά. Εδώ για την αντικαπιταλιστική Αριστερά είναι πολύ σημαντικό να αναμετρηθεί με τον ίδιο το μετασχηματισμό της, πραγματοποιώντας τομή στην πολιτική και οργανωτική συγκρότηση και φυσιογνωμία της ίδιας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Το κατέβασμα σ’ αυτές τις εκλογές και η συμβολή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σίγουρα έδειξε μια υπολογίσιμη δυναμική ενός διακριτού πλέον πολιτικού ρεύματος, που κανείς δεν μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη. Το θέμα όμως δεν είναι ν’ αρκεστούμε στην πολιτική αναγνωρισιμότητα, αλλά να αντιληφθούμε και να μη φοβηθούμε τις μεγάλες δυνατότητες που ανοίγονται μπροστά μας. Είναι γεγονός ότι διευρύνεται μια υπαρκτή ζώνη αντικαπιταλιστικής αναζήτησης, που είτε ψάχνεται πολιτικά μέσα από τις δυναμικές του κινήματος και του αγώνα είτε διαφοροποιείται από το ΚΚΕ και το ΣΥΡΙΖΑ και κοιτάει και προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τις πρωτοβουλίες της. Θα πρέπει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να σηκώσει το γάντι της άλλης Αριστεράς με όρους ηγεμονίας και όχι ηγεμονισμού ή ακολουθητισμού κι ενσωμάτωσης, αλλά με τολμηρές πρωτοβουλίες σε όλα τα επίπεδα που να δίνουν σχήμα, μορφή και προοπτική στην αναζήτηση. Γι’ αυτό το λόγο όμως η δημοκρατική συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μια πραγματική ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών, είναι ζήτημα διόλου τεχνικό, αλλά βαθιά πολιτικό, κρίσιμο και καθοριστικό για την άλλη Αριστερά, στην οποία προσδοκάμε.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει με καθοριστική τη συμβολή του ΝΑΡ και της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση να προωθηθεί η συμβολή στην κομμουνιστική επαναθεμελίωση, όχι ξέχωρα, αλλά δεμένα με όλα τα άλλα πεδία των πολυεπίπεδων καθηκόντων μας. Αν για πολλά χρόνια λέγαμε ότι πρέπει να επιστρέψουν οι μεγάλες αφηγήσεις, σήμερα, στην καμπή της νέας περιόδου, θα μετρηθούμε αν η μεγάλη μας αφήγηση είναι αντίστοιχη ή μικρή για τη νέα εποχή. Μαζί με όλες τις δυνάμεις λοιπόν που είναι πρόθυμες να βάλουν «πλάτη» και σ’ αυτό το πεδίο, αυτό που μπορεί να σφραγίσει την αλλαγή του συνολικού συσχετισμού και με προϋποθέσεις τα σημεία που ήδη αναφέρθηκαν, είναι ένας σύγχρονος μαζικός πολιτικός φορέας του κομμουνισμού του 21ου αιώνα. Του επαναθεμελιωμένου κομμουνιστικού προτάγματος και προγράμματος που αποτελεί και τη μόνη πειστική και πλέρια ολοκληρωμένη απάντηση στη βαρβαρότητα που ζούμε σε όλα τα πεδία της καθημερινότητας.
0 Τοποθετησεις:
Δημοσίευση σχολίου