Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Ο αραβικός δρόμος για την εξέγερση


Υπάρχει μια λαϊκή έκφραση που χρησιμοποιείται ευρέως στις αραβικές χώρες, ο «αραβικός δρόμος». Οι Άραβες χρησιμοποιούν την έκφραση εννοώντας τη λαϊκή θέληση. Η Δύση άρχισε να χρησιμοποιεί την ίδια έκφραση μιλώντας στο όνομα της αραβικής κοινής γνώμης με το ξέσπασμα της πρώτης Ιντιφάντα, και στη συνέχεια στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου στο Ιράκ το 1990, αλλά και με τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Διατηρώντας την προσφιλή στη Δύση συνήθεια, ο όρος πήρε υποτιμητικό για τους Άραβες χαρακτήρα, υπονοώντας το απρόβλεπτο χαρακτήρα λαών που ζούσαν σε υποβαθμισμένες συνθήκες.




ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ 


Ο «αραβικός δρόμος» διαψεύδει πανηγυρικά τους τελευταίους μήνες κάθε υπόνοια υποτίμησης. Εξεγέρσεις, κινήματα και ανατροπές δικτατοριών δεκαετιών γίνονται –την εποχή της βάρβαρης οικονομικής κρίσης– σημείο αναφοράς της αντίστασης και έμπνευση για όλο τον κόσμο. Έννοιες όπως αξιοπρέπεια και αλληλεγγύη αποκτούν πρόσωπο στους νέους της Τυνησίας, στην Αίγυπτο της πλατείας Ταχρίρ, στους εργαζόμενους της Αλγερίας, στους εξεγερμένους της Λιβύης, από το Μπαχρέιν και το Ομάν μέχρι την Υεμένη και τη Σαουδική Αραβία.
Πέρα από τις προκαταλήψεις του «πολέμου των πολιτισμών», οι αραβικές χώρες ήταν –από τη δημιουργία τους ως αποικίες μέχρι και το σημερινό αδηφάγο καπιταλισμό της κρίσης– παραγωγοί πλούτου που εκμεταλλεύονται πάντα λίγοι και εκλεκτοί, είτε ήταν μονάρχες είτε εταιρείες, εις βάρος των λαών τους. Αν και έννοιες όπως διαφθορά ή θρησκευτικές διαφορές χρησιμοποιούνται συχνά για να εξηγήσουν ακόμα και τις σημερινές εξεγέρσεις, στην εποχή του διαδικτύου και των χιλιάδων ερεθισμάτων, οι ρίζες της άνοιξης του «αραβικού δρόμου» δεν μπορεί παρά να αναζητηθούν βαθύτερα.
Ο κοινός παρανομαστής που συνδέει όλα τα αραβικά καθεστώτα είναι η υπεράσπιση της αγοράς και των συμφερόντων της.
Ο κοινός παρανομαστής των εξεγέρσεων του «αραβικού δρόμου» είναι η διεκδίκηση του δικαιώματος στην αξιοπρεπή ζωή των ανθρώπων που παράγουν τον πλούτο για δεκαετίες. Μέσα από μικρά συνεχή κινηματικά σκιρτήματα, έφτασαν στη στιγμή της απόλυτης αμφισβήτησης των καθεστώτων του φόβου και τη διεκδίκηση της επιθυμίας για τη δημοκρατία των δικών τους δικαιωμάτων και των αναγκών. Και όλα αυτά με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να παρατηρούν, προσπαθώντας να επέμβουν. Αυτό που περιγράφεται ως ντόμινο εξεγέρσεων στην ουσία είναι οι πολλοί χαρακτήρες της εξέγερσης κοινωνιών με ιστορικές και πολιτισμικές ομοιότητες και συνδέσεις, αλλά και με πολλές διαφορές στο ρόλο τους στον παγκόσμιο χάρτη.
Μοιάζει απλό, ο «αραβικός δρόμος» αναφέρεται στη μη αναμενόμενη δυνατότητα λαϊκής αναταραχής σε οποιαδήποτε στιγμή στην αραβική επικράτεια... Μόνο που αυτή τη φορά η λέξη αναταραχή δεν είναι αρκετή για να περιγράψει την πάλη των τάξεων που ξεδιπλώνεται μεγαλειωδώς στις αραβικές χώρες, μπροστά στα μάτια μας.


 Είμαι ελεύθερος: δυο ανάσες δρόμο / απ’ την υπέρτατη ελευθερία. / Κρατώ στα χέρια μου το μέλλον μου

Οι στίχοι του παλαιστίνιου ποιητή Μαχμούντ Νταρουίς ίσως να είναι οι καταλληλότερες λέξεις για να περιγραφούν τα ιστορικά γεγονότα που συγκλονίζουν τον αραβικό κόσμο. Τα μεγαλειώδη κινήματα, οι εξεγέρσεις που ήδη έχουν ρίξει δύο δικτάτορες στην Τυνησία και την Αίγυπτο και έχουν απλωθεί από τον Ατλαντικό Ωκεανό μέχρι τον Περσικό Κόλπο έχουν πάρει πολλά ονόματα: Αραβική Άνοιξη, Αραβική Αναγέννηση, Αραβική Επανάσταση. Κι αν κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει αυτές τις εξελίξεις όταν ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις στην Τυνησία, θα ήταν παράλογο να θεωρηθούν τυχαίες. Και θα ήταν εξίσου ανιστόρητο να θεωρηθούν στιγμιαίες εξάρσεις χωρίς ρίζες αλλά και χωρίς μέλλον.
Δεν είναι ο παράγοντας τύχη που έφερε άλλωστε τον λαό της Τυνησίας στο σημείο να ρίξει το δικτάτορα Μπεν Αλί. Οι υλικές αλλά και πολιτικές συνθήκες στη χώρα θα έφερναν ένα τέτοιο αποτέλεσμα αργά ή γρήγορα, όσο κι αν το φιλοδυτικό καθεστώς είχε πολλές συμμαχίες. Όμως η συνέχεια αυτού του μεγαλειώδους ξεσηκωμού είναι που δείχνει την πραγματική ισχύ της μαζικής λαϊκής εξέγερσης. Οι διάδοχες καταστάσεις στην Τυνησία, τόσους μήνες μετά, δεν έχουν καταφέρει να σταθούν στα πόδια τους, με την αμφισβήτηση και την ανυπακοή να τρομάζει ακόμα την όποια εξουσία. Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται, και πολλές φορές καταστέλλονται βίαια και αιματηρά, ενώ ενδεικτικό της αστάθειας είναι ότι την εβδομάδα που πέρασε και μία μέρα μετά την αποχώρηση του πρώτου μεταβατικού πρωθυπουργού Γανουσί, τον νέο πρωθυπουργό της μεταβατικής κυβέρνησης, Μπέτζι Κάιντ Σέμσι, εγκατέλειψε και ο υπουργός Βιομηχανίας. Η νέα κυβέρνηση που ορίστηκε δεν έχει σχέσεις με το καθεστώς Μπεν Αλί, όπως ζητούσαν οι διαδηλωτές. Προσπαθώντας να αποδείξει ότι θα μπορέσει να επιφέρει αλλαγές ήδη έχει προχωρήσει σε διάλυση του κόμματος του Μπεν Αλί. Υπό τη συνεχιζόμενη πίεση ανακοίνωσε και την εκλογή συνταγματικού συμβουλίου, που θα οδηγήσει σε συνταγματική μεταρρύθμιση. Όμως για το λαό της Τυνησίας δεν υπάρχει πια η επιλογή της επιστροφής στην προηγούμενη κατάσταση. Η χαρακτηριστική ανάγκη δημιουργίας από τις οργανώσεις της Αριστεράς του Μετώπου της 14ης Ιανουαρίου κάνει οφθαλμοφανές το ρεύμα αμφισβήτησης στην Τυνησία που όχι τυχαία αποτέλεσε την εμπνευσμένη αφορμή.
Μια αφορμή που έφερε την Αίγυπτο μπροστά στα συγκλονιστικά γεγονότα της πλατείας Ταχρίρ και όχι μόνο. Η εξέγερση που ανάτρεψε τον Μουμπάρακ συνεχίζει να ασκεί –με μαζικούς όρους– καθοριστική επιρροή ακόμα και στη μεταβατική στρατιωτική κυβέρνηση. Δεν είναι τυχαίο ότι η πλατεία Ταχρίρ ακόμα αποτελεί κέντρο διαδηλώσεων που καλούν σε πλήρη αποκαθήλωση του καθεστώτος. Ήδη ο πρώτος διορισμένος πρωθυπουργός, ο Αχμέντ Σαφίκ, παραιτήθηκε, και ο νέος πρωθυπουργός Εσάμ Σαράφ ορκίστηκε υπό τον ήχο των διαδηλωτών που πολιορκούσαν τα γραφεία της κρατικής ασφάλειας και του υπουργείου Εσωτερικών για να βρουν τους μυστικούς φακέλους που το καθεστώς είχε δημιουργήσει για τους «αντιφρονούντες». Οι συγκεντρώσεις στην Ταχρίρ δίνουν ακόμα και τώρα φωνή σε κάθε κοινωνικό ζήτημα στην Αίγυπτο. Την Παρασκευή πραγματοποιήθηκε διαδήλωση κατά των θρησκευτικών συγκρούσεων. Την ίδια ώρα η αιγυπτιακή δικαιοσύνη παραπέμπει επικεφαλείς της κρατικής ασφάλειας και του υπουργείου Εσωτερικών του Μουμπάρακ με κατηγορίες για δολοφονία διαδηλωτών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Κι ενώ οι Αιγύπτιοι προετοιμάζονται τυπικά για εκλογές, η δύναμη των ορμητικών κινημάτων δεν βρίσκει πλέον εύκολα όχθες για να περιοριστεί.

Η άνοιξη του αραβικού κόσμου όμως δεν σταματάει εκεί. Η εξέγερση στο Μπαχρέιν ξεκίνησε στη δέκατη επέτειο μεταρρυθμίσεων που θα έκαναν τη χώρα πιο δημοκρατική, και που δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Με την περιοχή να συγκλονίζεται από τα νέα της Τυνησίας και τη μοναρχία της σουνιτικής δυναστείας Αλ-Καλίφα να κλονίζεται ήδη έχοντας δημιουργήσει ένα καθεστώς οικονομικών ανισοτήτων αλλά και βασανιστηρίων, βίας, διακρίσεων κατά των Σιιτών που είναι οι πλειοψηφία του λαού, η πρώτη ανακοίνωση για διαδηλώσεις στις 14 Γενάρη προκάλεσε πανικό στο μονάρχη που άρχισε να δωροδοκεί. Αρχικά έδωσε σε κάθε οικογένεια 2.600 δολάρια και μη βλέποντας αποτελέσματα προχώρησε και σε απελευθέρωση 450 πολιτικών κρατουμένων. Όμως οι διαδηλώσεις γιγαντώθηκαν φτάνοντας σε συμμετοχή μέχρι και τους 100.000 και ακολούθησε η αιματηρή καταστολή και η «κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Το Μπαχρέιν είναι κράτος - σύμμαχος και πρώην αποικία της Μεγάλης Βρετανίας. Επιπλέον φιλοξενεί το ναυτικό των ΗΠΑ στον Κόλπο. Η καταστολή των διαδηλώσεων έχει ιδιαίτερη σημασία, και δεν είναι τυχαίο που σ’ αυτή βοηθά και η μοναρχία της Σαουδικής Αραβίας, προσπαθώντας παράλληλα να αποφύγει τη δική της εξέγερση.
Η «ημέρα της οργής» όμως έφτασε μέχρι και τη Σαουδική Αραβία. Ο βασιλικός οίκος των αλ Σαούντ βρίσκεται στο τιμόνι μιας μοναρχίας που έχει εγκαθιδρυθεί στη χώρα από το 1930. Σε μια χώρα που απαγορεύονται οι διαδηλώσεις, το γεγονός ότι στην ανατολική επαρχία, όπου βρίσκεται το 80% των πετρελαϊκών κοιτασμάτων, έχουν ξεσπάσει διαμαρτυρίες εκατοντάδων από τις 25 Φεβρουαρίου δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέο. Η αφορμή είναι η παραμονή στη φυλακή χωρίς δίκη για 15 χρόνια 12 σιιτών δήθεν υπόπτων για βομβιστική ενέργεια εναντίον αμερικανών πεζοναυτών, όμως αυτή η αφορμή δεν εμπόδισε το σιίτη μουλά Ταουφίκ αλ Αμίρ να ζητήσει την εγκαθίδρυση συνταγματικής μοναρχίας στη χώρα, καθώς και την εξίσωση των δικαιωμάτων της σουνιτικής πλειοψηφίας και της σιιτικής μειοψηφίας (15% του πληθυσμού που όμως είναι πλειοψηφία στην Ανατολική Επαρχία). Οι ισορροπίες στην περιοχή, με το Ιράν να παρακολουθεί στενά και το Μπαρχέιν να εξεγείρεται δεν είναι καθόλου δεδομένες, και παρά τις ανακοινώσεις από το καθεστώς για οικονομικές ενισχύσεις, η Παρασκευή της οργής έφτασε. Προσπάθεια έγινε βέβαια με κάθε τρόπο να κατασταλεί, ακόμα και προληπτικά. Ήδη από την Πέμπτη αστυνομικές δυνάμεις περιπολούσαν μέχρι και στην πρωτεύουσα Ριάντ, ενώ άνοιξαν πυρ στην ανατολική πόλη Κατίφ με έναν τραυματία να αναφέρεται. Όμως η πίεση στο καθεστώς αυξάνεται. Χαρακτηριστικά πάνω από 2.500 επιφανείς Σαουδάραβες με επικεφαλής τον κορυφαίο θεολόγο της χώρας Σαλμάν αλ Αουντάκ υπέγραψαν κοινή δήλωση, με την οποία ζητούν συνταγματική μοναρχία και πολιτικές ελευθερίες, ενώ χωριστή δήλωση με πιο προωθημένα αιτήματα υπέγραψαν 580 σαουδάραβες διανοούμενοι.
Οι υπόλοιπες μοναρχίες του Κόλπου ακολουθούν... Από το Κουβέιτ μέχρι το Ομάν οι εξουσία αμφισβητείται. Ο σουλτάνος Καμπούς του Ομάν καθαίρεσε όλο το υπουργικό του συμβούλιο σε μία μέρα, και τον επικεφαλής της ασφάλειας. Ανακοίνωσε έκτακτα κοινωνικά μέτρα, σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τις εντάσεις στη χώρα, η οποία ελέγχει την ασφάλεια στα στενά του Ορμούζ, απ’ όπου περνά το 40% των εξαγωγών πετρελαίου σε παγκόσμιο επίπεδο. Όμως αυτό δεν σταμάτησε τις διαδηλώσεις που εντείνονται. Αλλά και στο Κουβέιτ, οι διαδηλωτές διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
Στην Υεμένη, η «μέρα της οργής» έφτασε παρά την ήδη δέσμευση του προέδρου Αλί Αμπντάλα Σαλέχ, του μακροβιότερου εκλεγμένου ηγέτη του αραβικού κόσμου, ότι θα παραχωρήσει την εκτελεστική εξουσία στο τέλος της χρονιάς και ότι θα προχωρήσει σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Οι μαζικές διαδηλώσεις των τελευταίων δύο μηνών συνεχίζονται, με αυτή της Παρασκευής να καταστέλεται από την αστυνομία που χρησιμοποίησε πραγματικές σφαίρες. Με το μισό πληθυσμό της χώρας να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, τα πετρελαϊκά αποθέματα να δείχνουν μείωση, και τον πρόεδρο να αμφισβητείται από σύσσωμη την αντιπολίτευση και τις σημαντικότερες φυλές της χώρας, χιλιάδες φοιτητές και μαζί τους γιατροί, νοσηλευτές και φαρμακοποιοί από όλη τη χώρα διαδήλωσαν, καταγγέλλοντας την αστυνομική βία και ζητώντας από τον πρόεδρο να παραιτηθεί.
Όμως πλήρη συνταγματική μεταρρύθμιση προανήγγειλε και ο βασιλιάς του Μαρόκου Μοχάμεντ ΣΤ’, σπεύδοντας να προλάβει μια εξέγερση στη χώρα, μετά και τις διαδηλώσεις που ξεκίνησαν στις 20 Φεβρουαρίου.
To νήμα της ανυπακοής συνεχίζει να ξεδιπλώνεται, με διαδηλωτές να ζητούν να διαλυθεί το κοινοβούλιο στην Ιορδανία, και τους ισλαμιστές όσο και την Αριστερά να στηρίζουν αυτό το αίτημα. Και η ο λαός της Αλγερίας παίρνει τη σκυτάλη σε αυτό τον ιδιόμορφο μαραθώνιο αντίστασης αναγκάζοντας την κυβέρνηση να άρει το «καθεστώς έκτακτης ανάγκης», μετά από κύμα εξεγέρσεων ενάντια στις αυξήσεις τιμών και την υποβάθμιση του επιπέδου ζωής.

Συγκρούσεις και παρασκήνιο με δέλεαρ το πετρέλαιο της Λιβύης

Ο Ρόμπερτ Φίσκ αποκάλυψε στον Ιντιπέντεντ, ότι οι ΗΠΑ, προσπαθώντας να συγκαλύψουν ότι βοηθούν άμεσα την αντιπολίτευση στη Λιβύη, άσκησαν πίεση στη Σαουδική Αραβία να τροφοδοτήσει με όπλα τους αντάρτες στην Βεγγάζη, παίζοντας το ρόλο του συνδέσμου. Παρ’ όλα αυτά, η διάθεση για επέμβαση στον πλούτο των πετρελαίων, όσο κι αν γίνεται προσπάθεια να καλυφθεί, δεν κρύβεται. Στην τέταρτη συνεχιζόμενη εβδομάδα μετά την «επανάσταση της 17ης Φεβρουαρίου», με τις μάχες μεταξύ ανταρτών και του στρατού του Μ. Καντάφι να συνεχίζονται σφοδρότερες, οι εξελίξεις τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στη διεθνή σκακιέρα είναι καταιγιστικές. Το νήμα του αντάρτικου της Λιβύης δεν έφτασε ποτέ ολοκληρωμένο, όπως συνηθίζεται σε εμπόλεμες ζώνες, οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες.
Όμως όπως και σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, έτσι και στην περίπτωση της Λιβύης η εξέγερση δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Και οι αντικαθεστωτικοί που αποτέλεσαν έναν αρχικό πυρήνα της εξέγερσης δεν ονομάστηκαν τυχαία η «Επανάσταση της 17ης Φεβρουαρίου». Η ημερομηνία αποτελεί ορόσημο για τους εξεγερμένους της Λιβύης, μιας και η 17η Φεβρουαρίου το 2006 ήταν μέρα διαδηλώσεων με πρόταγμα τα δημοκρατικά δικαιώματα που σημαδεύτηκε από καταστολή και νεκρούς διαδηλωτές, και που ήταν άλλο ένα λιθαράκι στην κρατική βία, που αριθμούσε ήδη χιλιάδες νεκρούς, ανάμεσά τους και τους 1.200 αγνοούμενους από το 1996 κρατούμενους του καθεστώτος. Με αυτό το παρελθόν και μετά το έναυσμα της ανατροπής στην Τυνησία και την Αίγυπτο ξεκίνησαν και οι πρώτες διαδηλώσεις στη Βεγγάζη, που γρήγορα εξελίχθηκαν μετά την αιματηρή καταστολή του καθεστώτος Καντάφι σε οργανωμένη, ένοπλη εξέγερση. Μέρα με τη μέρα στην ανατολική Λιβύη καταλαμβάνουν από πόλη σε πόλη τα «Κατίμπα», τα μεγάλα στρατόπεδα που το καθεστώς έχει εγκαταστήσει στα κέντρα των πόλεων για να μπορεί να ελέγχει τον πληθυσμό. Από τη Βεγγάζη και την Καντίφα και αλλού, οι εξεγερμένοι καταφέρνουν να ελέγξουν την Μπρέγκα και την Ρας Λανούφ που αποτελούν σημαντικές πόλεις για τον έλεγχο των πετρελαίων της περιοχής. Αυτές οι μάχες γίνονται παράλληλα με διαδηλώσεις σε όλη τη Λιβύη, ακόμα και στην πρωτεύουσα Τρίπολη, με αίτημα την παραίτηση Καντάφι, που αντιμετωπίζονται βίαια από την αστυνομία.

Τέσσερις εβδομάδες μετά οι μάχες συνεχίζονται στην επαναστατημένη ανατολική Λιβύη και ο αριθμός των νεκρών αυξάνεται, ακόμα κι αν δεν πρόκειται ποτέ να καταγραφεί ακριβώς. Ο σχηματισμός Εθνικού Λιβυκού Συμβουλίου υπό τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μουσταφά Αμπντελτζαλίλ και Στρατιωτικής Επιτροπής υπό τον πρώην υπουργό Εσωτερικών Αμπντελφατάχ Γιούνις, όπως και η απόφαση της μεγαλύτερης πετρελαϊκής εταιρείας AGOC να αποχωρήσει από τον εθνικό οργανισμό πετρελαίων και να ενισχύσει «την απελευθέρωση της χώρας», δεν είναι αρκετά για να σταθεροποιήσουν το σκηνικό. Οι δυνάμεις του Καντάφι φαίνεται να ανασυντάσσονται τις τελευταίες μέρες, με τις μάχες να αναζωπυρώνονται στη Ρας Λανούφ που βομβαρδίζεται από αέρα και από θάλασσα, και τους καθεστωτικούς να εισβάλουν στην Ζαουίγια έπειτα από επίσης πολυήμερο βομβαρδισμό. Σε έναν τέτοιο βομβαρδισμό στη Ρας Λανούφ, όπου παραδόξως το πετροχημικό συγκρότημα παραμένει σε λειτουργία, κινδύνευσε και ο σύντροφος Πέτρος Παπακωνσταντίνου, ο οποίος μαζί με άλλους έλληνες δημοσιογράφους βρισκόταν στην περιοχή.

Σε αυτό το φόντο οι κινήσεις τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ευρώπης βρίσκονται συνεχώς σε τεντωμένο σκοινί. Μπορεί οι Βρετανοί να έκαναν το φαιδρό σφάλμα να στείλουν πολεμικό βρετανικό ελικόπτερο με ομάδα ένοπλων καταδρομέων, πρακτόρων και διπλωματών με άγνωστη αποστολή, τους οποίους οι αντικαθεστωτικοί επέστρεψαν στον αποστολέα τους, αλλά ο πρωθυπουργός Τζ. Κάμερον συνεχίζει να προειδοποιεί ότι το να αγνοείται το πρόβλημα της Λιβύης μπορεί να οδηγήσει σε ένα κράτος «αποτυχημένου παρία» στην Μεσόγειο, προσπαθώντας να ωθήσει σε επέμβαση. Και ενώ ο Ν. Σαρκοζί είναι ο μόνος ευρωπαίος ηγέτης που αναγνώρισε το Εθνικό Λιβυκό Συμβούλιο ως νόμιμο συνομιλητή, πράγμα που οδήγησε το καθεστώς Καντάφι σε διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με τη Γαλλία, η ΕΕ συνολικά –μέσω του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Φαν Ρομπάι, κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζοζέ Μπαρόζο– απλά δήλωσε ότι «ο Καντάφι πρέπει να φύγει». Ο πρόεδρος των ΗΠΑ από την άλλη δήλωσε «σφίγγουμε σταδιακά τη θηλιά γύρω από τον Καντάφι. Απομονώνεται ολοένα και περισσότερο διεθνώς, τόσο μέσω των κυρώσεων όσο και μέσω του εμπάργκο στην πώληση όπλων», κρατώντας τυπικά και μόνο στάση αναμονής. Το ΝΑΤΟ έχει το βλέμμα στραμμένο και ετοιμοπόλεμο στη Μεσόγειο και την «απαγόρευση πτήσεων» να αποτελεί μέρος του προς χρήση οπλοστασίου του. Ο Αραβικός Σύνδεσμος, από την άλλη αρνείται, να δεχτεί τη διπλωματική αντιπροσωπία του καθεστώτος Καντάφι στο συνέδριό του, που πραγματοποιείται στην Αίγυπτο. Η Αφρικανική Ένωση αρνείται τυχόν επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη, και ο γ.γ. του ΟΗΕ Μπαν Κι Μούν ανακοίνωσε ότι διεθνής ομάδα θα ταξιδέψει στην Τρίπολη για να συναντηθεί με τον Καντάφι. Κινήσεις όλες ψυχρής και ωμής στρατηγικής σε ένα παιχνίδι που συνεχίζει να παίζεται στις πλάτες ενός λαού που ματώνει και ξενιτεύεται κατά χιλιάδες, κουβαλώντας στην πλάτη του ένα δικτάτορα δεκαετιών και έχοντας κάτω από τα πόδια του ένα πλούσιο και κερδοφόρο υπέδαφος, που στην εποχή της απληστίας θα είναι πάντα αιτία πολέμου.