Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Θέμα: Οι προεκλογικές θέσεις του μνημονιακού στρατοπέδου

Εσωτερικός εχθρός και μνημονιακός νεοφιλελευθερισμός

Το οικονομικό πρόγραμμα της ΝΔ δεν απομακρύνεται από τα μνημονιακά μέτρα και τις αντίστοιχες πολιτικές. Η μοναδική απόκλιση αφορά θολές υποσχέσεις για οριακές βελτιώσεις σε ορισμένα από τα πιο οξυμένα προβλήματα που προκάλεσαν θύελλα κοινωνικών διαμαρτυριών. Σε ό,τι αφορά δε τα νέα μέτρα ύψους 11,7 δισ. ευρώ το μοναδικό που υπόσχεται είναι επιμήκυνσή τους.




του Δημήτρη Γρηγορόπουλου


Της μόδας  η ...επαναδιαπραγμάτευση

Σε μια παράφωνη προς την πραγματικότητα συγχορδία τα αστικά κόμματα τάσσονται υπέρ της τροποποίησης του Μνημονίου με διάφορα συνώνυμα: Τροποποίηση, διαπραγμάτευση, επαναδιπραγμάτευση, επανεξέταση, απαγκίστρωση, προτείνοντας ένα διαφορετικό αριθμό σημείων αλλαγής (5, 7, 6, 8 και 18 η ΝΔ). Από την Αριστερά ο ΣΥΡΙΖΑ αμφιρρέπει μεταξύ καταγγελίας και επανεξέτασης. Ρητά απορρίπτουν το Μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και γενικά η αντικαπιταλιστική Αριστερά. Η αναδιαπραγμάτευση του χρέους ως κεντρικός στόχος ιδίως του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που διαχειρίστηκαν το Μνημόνιο είναι ομολογία της αποτυχίας τους. Μάλιστα, η ΝΔ κατά παράβαση κάθε λογικής «απέρχεται του ποτηρίου τούτου», αυτοπροβαλλόμενη ως η πρώτη διδάξασα τον αντιμνημονιακό λόγο! Είναι νωπό όμως ακόμη το μελάνι από τη συνυπογραφή (μαζί με το ΠΑΣΟΚ) του πολύ χειρότερου Μνημονίου 2. Το ερώτημα είναι αμείλικτο και λογικό. Μετά λίγους μήνες τους ήρθε η θεία επιφοίτηση ότι «το Μνημόνιο δεν βγαίνει», ότι ο βρόχος του πνίγει τον Έλληνα; Όχι βέβαια. Απλώς, η ηγεσία της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο δοτός, σε μόνιμη στάση οσφυοκαμψίας ποτέ δεν διαπραγματεύτηκαν, για να λειάνουν έστω κάποιες γωνίες του έτσι κι αλλιώς απαράδεκτου Μνημονίου. Ούτε βέβαια είχαν κάποια αναλαμπή πατριωτισμού και φιλολαϊκότητας. Απλώς το αριστερό κύμα που πλαισίωσε τον ΣΥΡΙΖΑ, θορύβησε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά και το ιερατείο των Βρυξελλών όχι κυρίως για το ριζοσπαστισμό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για τη δυναμική αυτού του κινήματος. Εξάλλου, το πιο ισχυρό επιχείρημα κατά του ΣΥΡΙΖΑ για το ποια είναι η εναλλακτική λύση του σε περίπτωση άρνησης της Μέρκελ, γίνεται μπούμερανγκ και εναντίον της τροποποίησης των 18 σημείων που προτείνει η ΝΔ. Γιατί η ίδια ερώτηση τίθεται και για τη στάση της ΝΔ. Η απάντηση της ΝΔ αποκαλύπτει την αντιλαϊκότητα και την εθελοδουλία της σε όλο της το μεγαλείο. Η απάντηση είναι ότι η ΝΔ δεν θα έρθει σε ρήξη με την ΕΕ ό,τι και να γίνει. Άρα, η ΝΔ θα εφαρμόζει πειθήνια μια πολιτική για την οποία φρονεί (υποτίθεται) ότι χρειάζεται σοβαρές βελτιώσεις. Αυτή η στάση αποδεικνύει πόσο φρούδες και ανεύθυνες είναι οι πλουσιοπάροχες υποσχέσεις της προς το λαό, ενώ ταυτόχρονα ρίχνει άπλετο φως στον κίβδηλο χαρακτήρα της «υπερπατριωτικής» ρητορικής της ΝΔ, που αποδεικνύεται καραμπινάτος ραγιαδισμός (σφάξε με αγά μου ν’ αγιάσω). Η ΝΔ μοιρολατρικά δέχεται ότι κλήρος της ελληνικής κοινωνίας είναι η υποτέλεια στην ΕΕ. Δυστυχώς, μια παρόμοια στάση ενστερνίζεται αντικειμενικά και ο ΣΥΡΙΖΑ, διατρανώνοντας ότι «πάση θυσία θα μείνουμε στην ΕΕ» και εγγυώμενος μάλιστα ότι μόνον αυτός εξασφαλίζει την παραμονή μας σε αυτήν!


Θέσεις ακλόνητα ριζωμένες στο έδαφος της νεοφιλελεύθερης πολιτικής

Από τη δεκαετία του ’70 κυριαρχεί ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή του με την εντεινόμενη επέκτασή του στις κοινωνίες και εμπορευματοποιώντας ακατάσχετα τις κοινωνικές σχέσεις. Η κυριαρχία αυτής της τάσης είναι εγγενής στον καπιταλισμό, ανταποκρίνεται συνεπέστερα στο κερδοσκοπικό DNA του. Δεν αποτελεί απλώς εκτροπή από έναν «ορθολογικό» και ρυθμισμένο καπιταλισμό, όπως υποστηρίζουν νεοκεϋνσιανοί αλλά και αριστεροί οικονομολόγοι. Δεν αναπτύσσεται ασφαλώς αυτόματα με μορφή βιολογικής διαδικασίας. Είναι εγγενής τάση που επικρατεί μέσα από αντιθέσεις και πρόσφορες ιστορικές συνθήκες. Στις σύγχρονες συνθήκες ευνοήθηκε: Από την πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους, που αντιρροπείται με μέτρα κατά βάση σε βάρος των εργαζομένων, τη συνεχή αύξηση της απόλυτης υπεραξίας σε βάρος της σχετικής, παρά την εκπληκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας, την πληθωριστική αύξηση μισθών, το δυσβάστακτο για το κεφάλαιο κράτος πρόνοιας της κεϋνσιανής «χρυσής» περιόδου (1945-1975), τη διόγκωση και διαφθορά του δημόσιου τομέα, την πετρελαϊκή κρίση, αλλά και τη μεταπήδηση τεράστιων μαζών πλεονάζοντος κεφαλαίου στο Ελντοράντο του χρηματοπιστωτικού τομέα, που εκτινάσσει μεν την κερδοφορία του κεφαλαίου, αλλά αποτελεί και το νεκροθάφτη του, αφού οδηγεί αναπόφευκτα σε φούσκες καταστροφικές για την οικονομία και την κοινωνία.

Αυτοί οι παράγοντες προωθούν την κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Η περιοριστική πολιτική και η λιτότητα λειτουργούν ως δεσπόζουσα συνισταμένη του νεοφιλελευθερισμού. Η λιτότητα οδηγεί στην ύφεση, η ύφεση αναστέλλει την ανάπτυξη, της προσδίδει αναιμικό χαρακτήρα, την προσανατολίζει στην υπέρβαση των ορίων εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Μάλιστα, η όποια ανάπτυξη εμφανίζεται πλέον με την παθογένεια της δομικής ανεργίας (jobless development) και ακραίας λιτότητας. Αυτή η παθογένεια δεν εμφανίζεται μόνο σε περιφερειακέςε χώρες, όπως η Γουατεμάλα, το Μπαγκλαντές, η Λετονία που μας συστήνει η κυρία Λαγκάρντ ή η Βουλγαρία, τους μισθούς της οποίας επιβάλλει το Μνημόνιο 2 του Σαμαρά και του Βενιζέλου να υιοθετήσουμε. Εμφανίζεται και σε χώρες που αποτελούν την ατμομηχανή της ανάπτυξης: Τη Γερμανία (δεκάχρονη λιτότητα), τις ΗΠΑ (ανεργία 11%), την Κίνα και την Ινδία (μια φούχτα γουάν και ρουπίες για δεκάωρη εργασία σε συνθήκες κάτεργου) κ.ά. Η καθολική κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, αλλά και η παγκοσμιοποίηση και οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις (όπως η ΕΕ) υποθηκεύουν την εθνική ανεξαρτησία, άρα και τον εθνικό προστατευτισμό, που αποτέλεσε προϋπόθεση του κεϋνσιανισμού. Μάλιστα, οι μουτζαχεντίν του νεοφιλελευθερισμού σχεδόν προσομοιώνουν το κεϋνσιανό κράτος με τον σοσιαλισμό με το επιχείρημα του κρατισμού. Δεν είναι τυχαίο που και η ΝΔ μέμφεται τον ΣΥΡΙΖΑ για άκρατο κρατισμό, αν και το πρόγραμμά του κάθε άλλο παρά δικαιολογεί αυτόν τον χαρακτηρισμό.

Κάναμε αυτή την αναφορά, για να προσδιορίσουμε τον χαρακτήρα της πολιτικής των κομμάτων, που απλώς επιδιώκουν τη διαπραγμάτευση της μιας ή της άλλης μορφής με την ΕΕ. Αυτές οι δυνάμεις είναι ακλόνητα ριζωμένες στο έδαφος της νεοφιλελεύθερης πολιτικής (λιτότητα, δημοσιονομική ισορροπία, ανεργία, απορρύθμιση εργασίας, φόροι για το λαό - μείωση για το κεφάλαιο, συρρίκνωση των κοινωνικών δαπανών, εκποίηση του δημοσίου πλούτου). Σήμερα, αυτές οι δυνάμεις και πιο χαρακτηριστικά η ΝΔ, μετά την αποτυχία του Μνημονίου και την ήττα του στις εκλογές της 6ης ΜαÀου, την εξάντληση των εργαζομένων και της οικονομίας λόγω κάποιας αναπτυξιολογίας που καλλιεργείται (νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα με βάση τη λιτότητα), αλλά και λόγω της αριστερής δυναμικής που εκφράστηκε με γνώμονα το ΣΥΡΙΖΑ, εξαναγκάζονται να προσθέσουν στο νεοφιλελεύθερο μνημονιακό πρόγραμμά τους λίγη «εσάνς» κεϋνσιανισμού, απειροελάχιστες ελαφρύνσεις, που αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό. Παράλληλα, προετοιμάζεται η νέα αντιλαϊκή επέλαση, για να κλείσουν τα ελλείμματα και να γεμίσουν τα άδεια ταμεία του κράτους.

Το οικονομικό πρόγραμμα που ανακοίνωσε πριν λίγες μέρες η ΝΔ ασφαλώς δεν αφίσταται της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής πολιτικής, ούτε επιφέρει βέβαια σε αυτήν ριζοσπαστικές αλλαγές. Κυρίαρχη επιλογή της αποτελεί η σταθεροποίηση («πάγωμα») του Μνημονίου και η επιφορά οριακών βελτιώσεων. Επικεντρώνεται σε ορισμένα από τα πιο οξυμένα για το λαό προβλήματα (χαμηλές συντάξεις, μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα, επίδομα ανεργίας, χαράτσι, δαπάνες 11,7 δισ. για το 2012-13). Για ορισμένα απ’ αυτά υπόσχεται οριακές βελτιώσεις (αποκατάσταση των πολύ χαμηλών συντάξεων στα επίπεδα του 2009, επέκταση του επιδόματος ανεργίας στα δύο χρόνια, αντικατάσταση του χαρατσιού μ’ ένα πιο «δίκαιο» ΕΤΑΚ. Σε άλλα παρέχει εντελώς αόριστες και ατεκμηρίωτες υποσχέσεις [σταδιακή μείωση φορολογικών συντελεστών, άνοδος του αφορολόγητου ορίου στις 8.000, μόλις αποκατασταθεί η κατάσταση των εξόδων, ρύθμιση (πώς;) των αλλεπάλληλων φορολογικών επιβαρύνσεων των επόμενων μηνών, μέτρα (ποια;) για τους δανειολήπτες, ρευστότητα στην οικονομία και ειδικά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις]. Πάντως κυριολεκτικά αμίμητη είναι η «μαυρογιαλούρια» υπόσχεση Σαμαρά για δημιουργία 150 χιλ. θέσεων εργασίας! Όμως ακόμη και στο επίπεδο των προεκλογικών επαγγελιών (που όλα λέγονται), δεν μπορεί η ΝΔ να συγκαλύψει τις αντιδραστικές διαθέσεις της. Προαναγγέλλει τις θηριώδεις πρόσθετες επιβαρύνσεις του λαού με τα 11,7 δισ., απλώς ζητώντας την επιμήκυνσή τους ως το 2016, προωθεί την αποδέσμευση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου (ξεπούλημα), υπόσχεται αποκρατικοποιήσεις και πέρα από τη δανειακή σύμβαση! (Ο πιο καλός  ο μαθητής...). 

Η ΝΔ λοιπόν είναι σταθερά προσηλωμένη στη σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική του Μνημονίου, που προσπαθεί αδέξια να μακιγιάρει την ασχήμια του. Εκτός όμως από το οικονομικό πρόγραμμά της, η ΝΔ πρόβαλε ένα δεύτερο προγραμματικό πυλώνα, το «δωδεκάλογο του νόμου και της τάξης». Αυτός ο δωδεκάλογος υπαγορεύεται και από τα παραδοσιακά συντηρητικά σύνδρομα της Δεξιάς (τάξις και ασφάλεια), αλλά και από την αιτιώδη σχέση νεοφιλελευθερισμού και αυταρχισμού και από την ύπαρξη προβλημάτων (εγκληματικότητα), που με ευτέλεια καπηλεύεται ο Σαμαράς. Θεωρεί προνομιακή αυτή τη φιλολογία για τη συσπείρωση της δεξιάς «πολυκατοικίας», ακόμη και των ακροδεξιών υπογείων της, που κινείται σε πιο δεξιόστροφη κατεύθυνση, ενώ θεωρεί ότι η ατζέντα αυτή αποτελεί το αδύνατο σημείο του Τσίπρα. Τα δώδεκα σημεία για την επαναφορά του νόμου και της τάξης, όπως οι δέκα εντολές του Μωυσή, κωδικοποιούν τα θεμελιώδη σημεία της ακατάσχετης κινδυνολογίας και του ακραίου λόγου. Στον υπέρ πάντων αγώνα κατά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σ’ ένα στρατηγικό πλάνο επιχειρώντας την κατατρομοκράτηση του κινήματος, κατευθύνει τα βέλη του στους κουκουλοφόρους («που χαϊδεύει ο ΣΥΡΙΖΑ) και στους «λαθρομετανάστες» («που υποθάλπει ο ΣΥΡΙΖΑ»). Στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση είχε απειλήσει σε ύφος Κασιδιάρη ότι «θα τους βγάλει τις κουκούλες». Τώρα μείωσε κάπως τους τόνους, ίσως γιατί κάποιοι που ξέρουν πιο πολλά του υπέδειξαν ότι «αν βγάλει τις κουκούλες» θα διαπιστώσει ότι οι περισσότεροι απ’ αυτά τα παληκάρια είναι χρυσαυγίτες, άνδρες των ειδικών δυνάμεων της Αστυνομίας και του στρατού (βλ. και αποτελέσματα εκλογών), πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών, αποβράσματα της νύχτας κ.ο.κ. Στις 18 θέσεις για το Οικονομικό Πρόγραμμα (17η θέση) η ΝΔ ταυτίζει την πάταξη της εγκληματικότητας με την ανακοπή της λαθρομετανάστευσης. Στο δωδεκάλογο, στον αντιμεταναστευτικό οίστρο του, προαναγγέλλει ο Σαμαράς μέτρα για την εγκληματικότητα και τη «λαθρομετανάστευση», που συνθέτουν την εικόνα μιας αστυνομοκρατούμενης και φοβικής κοινωνίας.

 Συγκεκριμένα: Φωτογράφιση και μαγνητοσκόπηση των επεισοδίων, εκτόξευση νερού από υδροφόρα οχήματα της αστυνομίας, χρησιμοποίηση στα μεγάλα αστικά κέντρα ακόμη και ελικοπτέρων(!), για να βιντεοσκοπούν περιστατικά και να καθοδηγούν μιαν αστυνομική καταδίωξη στο έδαφος, μηχανισμός προληπτικής και κατασταλτικής αντιμετώπισης υπόπτων (πάει και το habeas corpus), ολοκλήρωση του φράκτη στον Έβρο, υπέρυθρες κάμερες για τον εντοπισμό «λαθρομεταναστών», δημιουργία στρατοπέδων (τα νέα Άουσβιτς), όπου θα εγκλείονται και θα φρουρούνται αυστηρά οι μετανάστες. Εξάλλου, διαμηνύει ο Σαμαράς ότι άμεσα θα καταργηθεί ο νόμος Ραγκούση, που πίσω από τις απαιτήσεις των καιρών και τη διεθνή νομολογία, ρυθμίζει απλώς την υπηκοότητα των νόμιμων μεταναστών και των γεννημένων στην Ελλάδα παιδιών τους. Αν έδειχνε τον ίδιο ζήλο ο Σαμαράς για την ανάπτυξη της οικονομίας, θα πρόσφερε πολλές υπηρεσίες στην πατρίδα. Αυτός όμως προτιμά να θωπεύει τα ώτα ενός συντηρητικού και ξενοφοβικού κοινού, κηρύσσοντας (σε στιλ μιλιταίρ) εκστρατεία «για να ανακαταλάβει το κέντρο των πόλεων» από τους μετανάστες! Με τέτοιες όμως ανοησίες και ανευθυνότητες πώς να μην πληθαίνουν τα πογκρόμ των συμμοριών της Χρυσής Αυγής κατά των δύσμοιρων μεταναστών.

Συνοψίζοντας: Τα συστημικά κόμματα μετατοπίζονται από τη δυνάμει αντικαπιταλιστική αντίθεση Μνημονίου - αντιμνημονίου στην ενδοκαπιταλιστική ανώδυνη αντίθεση Μνημονίου και της μιας ή άλλης τροποποίησής του. Το αστικό τόξο (δεξιά - σοσιαλδημοκρατία) ανασυγκροτείται και κλείνει τα ρήγματά του. Δεσπόζουσα θέση σήμερα στο αστικό κομματικό σύστημα κατέχει η ΝΔ, κινούμενη σε πιο συντηρητική κατεύθυνση από την κεντροδεξιά της μεταπολίτευσης. Κυρίαρχο ιδεολόγημα και πολιτική του αστικού τόξου είναι ο νεοφιλελευθερισμός με διάφορα πρόσημα. Αυτές οι δυνάμεις στα λόγια αποποιούνται τον νεοφιλελευθερισμό και πασχίζουν να τον «γλυκάνουν» με ολίγον κεϋνσιανισμό. Τα παραπάνω όμως δεν αναιρούν φυσικά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική τους.

Πολιτική και ιδεολογική γύμνια της ΝΔ

Η προεκλογική αναμέτρηση ιδίως στη δεύτερη φάση της διεξάγεται σε ατμόσφαιρα άκρας κινδυνολογίας, καταστροφολογίας, σκανδαλοθηρίας. Σε αυτή την παθογένεια πρωταγωνιστεί η ΝΔ με δευτεραγωνιστή το ΠΑΣΟΚ. Στέλεχος της ΝΔ (Μαξ. Χαρακόπουλος) με αμετροέπεια προσομοίωσε τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ με τη Μικρασιατική καταστροφή! Άλλος την παρομοίωσε με πυρηνική καταστροφή! Επιστράτευσαν έναν αμφιλεγόμενο πατριώτη (ως υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο δεύτερος τον είχε απορρίψει), ο οποίος από το διαδίκτυο καλούσε το λαό σε ένοπλη εξέγερση, υποδεικνύοντας τρόπους οργάνωσης και είδη όπλων!

Αλλά από τον μπαξέ δεν λείπουν ακόμη και «σεξιστικά» φρούτα. Η εφημερίδα Δημοκρατία διεκδικώντας καθημερινά δάφνες σκανδαλοθηρίας έγραφε σε πηχυαίο πρωτοσέλιδο ότι «ο Τσίπρας για τα γαλάζια μάτια της Έλλης απέρριψε την τηλεμαχία με τον Σαμαρά». Ό,τι περισσεύει από τη χυδαιολογία, το συμπληρώνει ο λαϊκισμός. Η παροχολογία στο φόρτε. Ενώ ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος έχουν υπογράψει νέα μέτρα λιτότητας (11,7 δισ. για το 2012-13) υπόσχονται τα πάντα. Ειδικά ο Σαμαράς υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Σε μια πλειοδοσία υποσχεσιολογίας επαγγέλλεται τη δημιουργία 150 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας, όσες, δηλαδή έχει δεσμευτεί στην τρόικα να καταργήσει! Χαρμολύπη, όπως έλεγαν οι αρχαίοι μας, προκαλούν αυτές οι συμπεριφορές (διασκεδάζουν με τη γελοιότητα, λυπούν με την ανευθυνότητα). Αν όμως κανείς διεισδύσει βαθύτερα σε αυτές τις απόψεις, θα διαπιστώσει ότι δεν είναι απλώς αποκύημα της νόησης, του ήθους ή της αισθητικής των εμπνευστών και συντελεστών τους. Θα διαπιστώσει ότι κατά βάθος αποτελούν έκφανση της ιδεολογικής και πολιτικής κρίσης του νεοφιλελευθερισμού και της αστικής ιδεολογίας γενικά. Ότι εκφράζουν την αδυναμία της άρχουσας τάξης, στη συντηρητική αλλά και προοδευτική εκδοχή της, να ενσταλάξει την ιδεολογία της στη συνείδηση των εργαζομένων, να τους πείσει, δηλαδή, ότι τα συμφέροντά της είναι και δικά τους συμφέροντα.

Η θριαμβολογία (ιδίως μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού) για την «αιώνια» νίκη του καπιταλισμού, που θα τον κατηύθυνε αλάνθαστα υποτίθεται το αόρατο χέρι της αγοράς, συντρίφτηκε στην κρίση του 2008. Τότε που το καταδικασμένο στην πυρά κράτος ανέλαβε μια πελώρια επιχείρηση διάσωσης των τραπεζών με χρήματα των ανυποψίαστων εργαζομένων. Αυτή η συντριπτική ήττα του καπιταλισμού δεν αντανακλάται μόνο στις μεγάλες αφηγήσεις (π.χ. «ανωτερότητα» καπιταλισμού) αλλά και στις άμεσες πολιτικές μάχες. Εξ ου και η προσφυγή της ΝΔ στην τρομολαγνεία και το λαϊκισμό.

Αρνητικοί ταξικοί συσχετισμοί
ΠΑΡΟΞΥΣΜΟΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΩΝ

Η νεοφιλελεύθερη πολιτική με τις όποιες κεϋνσιανές προσθήκες της έχει καταστροφικές επιπτώσεις στους εργαζόμενους και στις αδύναμες μερίδες του κεφαλαίου (δημιουργική καταστροφή κατά τον Σούμπετερ). Η κρίση είναι δομική (π.χ. μόνιμη λιτότητα, ανεργία) και παρουσιάζει αναιμικές αναζωογονήσεις. Αλλά και μια δυναμική έξοδος, δεν θα αλλάξει ουσιαστικά το συσχετισμό που έχει διαμορφωθεί εις βάρος των εργαζομένων. Κεϋνσιανή ανάκαμψη που συνδεόταν με τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων, δεν φαίνεται σήμερα δυνατή σε μιαν απόλυτη και ανέκκλητη κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και δεν το λέει ανοιχτά, μια τέτοιου τύπου κεϋνσιανή πολιτική επιδιώκει (οι όροι σοσιαλισμός και καπιταλισμός έχουν πλέον εξοβελιστεί από το λεξιλόγιό του). Αλλά και ο κεϋνσιανισμός δεν οδηγεί σε μιαν άλλου τύπου κοινωνία, αποτελεί μια πιο προοδευτική μορφή διαχείρισης του καπιταλισμού. Μάλιστα, σε συνθήκες όξυνσης των αντιθέσεων του συστήματος, γίνεται επίκληση αυτής της πολιτικής ως εναλλακτικής λύσης στη ριζοσπααστικοποίηση της εργατικής τάξης, για τη σταδιακή μετάβαση σε μια προοδευτική κοινωνία ειρηνικά, ομαλά και χωρίς τις ωδίνες ενός επαναστατικού τοκετού. Στις σημερινές συνθήκες, στη χώρα μας η όξυνση των αντιθέσεων φτάνει στον παροξυσμό. Τελειώνουν τα αποθεματικά, το κράτος έχει κάνει στάση πληρωμών, στο εσωτερικό λείπουν φάρμακα, η ΔΕΗ απειλείται με μπλακ άουτ, οι άνεργοι έφτασαν περίπου το 1,5 εκατ. στον ιδιωτικό τομέα, πολλοί εργαζόμενοι δεν πληρώνονται και πάει λέγοντας. Σε αυτές τις συνθήκες ανοίγεται ένα τρίστρατο: Ή θα ξεσπάσει αυθόρμητη εξέγερση απροσδιόριστης έκβασης ή η Αριστερά θα την οδηγήσει με συνειδητότητα στη σύγκρουση με το σύστημα ή οι αστικές δυνάμεις θα υποτάξουν το κίνημα με καταστολή ή σοσιαλδημοκρατικού τύπου χειραγώγηση. Η σοσιαλδημοκρατία κλήθηκε αρκετές φορές να επωμιστεί έναν τέτοιο ρόλο πυροσβέστη, με πιο γνωστό το ρόλο της στη γερμανική επανάσταση (1918-1923). Ένα τέτοιο ρόλο ενσωμάτωσης καλείται να αναλάβει η δεξιόστροφη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στην προσδοκία μιας κεϋνσιανής διαχείρισης, που κι αυτή όμως είναι σήμερα αδύνατη.

Το ΚΚΕ, από την άλλη, ντί απλώς να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και να βάλλει κατά του ΣΥΡΙΖΑ, θα έπρεπε να κάνει αντεπίθεση, όπως λέει το ίδιο, να βγει από το ευάλωτο, όπως αποδείχτηκε, οχυρό του και να συμβάλει αποφασιστικά αλλά και με ευρύτητα στη δημιουργία των προϋποθέσεων της ριζοσπαστικής αλλαγής. Είναι λυπηρό να βλέπει κανείς το ΚΚΕ να επιχαίρει, επειδή δικαιώθηκε, όπως νομίζει η υποτιμητική αντιμετώπιση εκ μέρους του των πλατειών, με το επιχείρημα ότι σε αυτές εκκολάφθηκαν φασιστικά φαινόμενα. Αλλά και να αληθεύει αυτή η εκτίμηση, είναι τουλάχιστον παράλογο να θεωρεί κανείς αυτόν τον παράγοντα ως τον χαρακτηριστικό των πλατειών.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΝΑΡ, οι αντικαπιταλιστικές δυνάμεις, αγωνιστές μέσα στο ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ, έχουν, χωρίς μικρομεγαλισμό, ιστορικές ευθύνες. Είμαστε σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Η άρχουσα τάξη και ο ξένος παράγοντας είτε με την ενσωμάτωση είτε με τη βία αποσκοπούν στην πολύχρονη ποδηγέτηση του κινήματος. Τι αντιπαρατάσσουμε σε αυτόν τον κίνδυνο; Αν το ΚΚΕ εμμείνει απλώς στη στεγανοποίηση της επιρροής του και ο ΣΥΡΙΖΑ προχωρήσει στην ενσωμάτωση των αριστερόστροφων μαζών, θα έχουν ιστορικές ευθύνες. Ας μην κλαίμε όμως στα τείχη της Ιερουσαλήμ. Οι συσχετισμοί αλλάζουν. Μερικές φορές ραγδαία. Η δύναμη που αντανακλά τις ανάγκες των εργαζομένων, θα γίνει ηγεμονική δύναμη, όταν αυτοί απαλλαγούν από τις φοβίες και τις αυταπάτες τους. Οι αντικαπιταλιστικές δυνάμεις πρέπει απτόητες να ζυμώνουν την ενωτική αντικαπιταλιστική πρόταση. Η ιστορική αναγκαιότητα είναι μαζί μας...