Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

ΣΥΡΙΖΑ: πρόγραμμα διαχείρισης και ήττας


Με εξαίρεση την επαναφορά του κατώτατου μισθού, του επιδόματος ανεργίας, της μετενέργειας και το να δίνεται το επίδομα ανεργίας για 2 χρόνια, για τα άλλα μέτρα των μνημονίων ή του ΠΑΣΟΚ (π.χ. Καλλικράτης, νόμος Διαμαντοπούλου) η λογική είναι πάγωμα, ανακοπή και όχι ανάκληση. Με βάση αυτά, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πρόγραμμα ανακούφισης του λαού και αριστερής ρήξης.



του Βασίλη Μηνακάκη


Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κριθεί με λογική προσθαφαίρεσης θετικών κι αρνητικών σημείων – δηλαδή, όπως αντιμετώπισε το ΚΚΕ, το 1981, το ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να κριθεί με βάση το αν ανταποκρίνεται στις λαϊκές ανάγκες και τις δυνατότητες της εποχής. Αν συγκροτεί αντίπαλη πρόταση στην πολιτική ΕΕ-ΔΝΤ-κεφαλαίου. Αν μπορεί να οδηγήσει το εργατικό - λαϊκό κίνημα σε νίκη, στη μεγάλη σύγκρουση που είναι σε εξέλιξη.

Δεν ισχύει τίποτα απ’ αυτά. Το πρόγραμμα δεν ανακουφίζει άμεσα το λαό ούτε ακυρώνει τα βασικά μνημονιακά μέτρα. Έχει ως στόχο το «πάγωμα» της κατάστασης, το «μη παρέκει». Είναι πρόγραμμα παραμονής στον εφιάλτη των Μνημονίων ή –στην καλύτερη περίπτωση– επιστροφής στην προ μνημονίων κατάσταση. Άλλωστε, αρκετά από τα μέτρα του έχουν επιβληθεί και στο πρόγραμμα της ΝΔ και άλλων κομμάτων.

Με εξαίρεση την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (582 καθαρά), του επιδόματος ανεργίας στα 461 ευρώ, της μετενέργειας (που προτείνει και ο ΣΕΒ) και το να δίνεται το επίδομα ανεργίας για 2 χρόνια (που προτείνει και η ΝΔ), για τα άλλα μέτρα των μνημονίων ή του ΠΑΣΟΚ (π.χ. Καλλικράτης, νόμος Διαμαντοπούλου), η λογική είναι πάγωμα, ανακοπή κι όχι ανάκληση (π.χ. μειώσεις μισθών, συντάξεων και κοινωνικών δαπανών, ψαλίδισμα 13ου-14ου μισθού, συγχωνεύσεις σχολείων, ιδιωτικοποιήσεις).

Το χαράτσι της ΔΕΗ θα καταργηθεί μόνο για τους άνεργους και τους πολύ φτωχούς, η έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης παραμένει, το αφορολόγητο όριο παραμένει 5.000, οι αυξήσεις του ΦΠΑ παραμένουν (εκτός από τα είδη διατίμησης, όπως το γάλα και το ψωμί), το ίδιο και η εξίσωση της τιμής πετρελαίου θέρμανσης - πετρελαίου κίνησης. Παραμένει, δηλαδή, ο φορομπηχτικός μηχανισμός που αφαιρεί φέτος ένα μισθό (700 ευρώ) από κάθε μισθωτό.

Επιπλέον, το πρόγραμμα δεν έχει λογική ρήξης με όσους προωθούν τη μνημονιακή πολιτική (ΣΕΒ, ΕΕ, ΔΝΤ, τράπεζες). Είναι πρόγραμμα διαχείρισης εντός ΕΕ και καπιταλισμού και μάλιστα εντός του πιο κανιβαλικού καπιταλισμού που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα και μιας ΕΕ (του Δημοσιονομικού Συμφώνου και του Συμφώνου για το ευρώ) πολύ πιο αντιδραστικής κι από εκείνη του Μάαστριχτ. Δεν υπάρχει λογική ρήξης, ξεχειλίζει όμως η αυταπάτη ή απάτη για αποφυγή της αναμέτρησης – λες κι όσα προτείνονται θα χαριστούν στον λαό ή θα υλοποιηθούν μέσα από έναν ήρεμο κυβερνητικό - κοινοβουλευτικό περίπατο.
Δεν υπάρχει, επίσης, καμιά αναφορά στους αντιπάλους του λαού και στην ανάγκη ή το αναπόφευκτο της σύγκρουσης με αυτούς. Κυριαρχεί η λογική της διαπραγμάτευσης, των «νέων κοινωνικών διευθετήσεων», της «νέας έντιμης συμφωνίας»: Με αυτή τη μέθοδο θα ...πειστούν οι εφοπλιστές να εισφέρουν για να σωθεί η χώρα· έτσι θα πειστούν οι πιστωτές να μας χαριστεί ένα μέρος του χρέους ή να γίνει μορατόριουμ στην πληρωμή των τόκων μόνο (και πάντα αν υπάρξει «ευρωπαϊκή λύση») και οι εργοδότες να μη μειώνουν τους μισθούς.
Ακόμη κι εκεί που οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ έρχονται καταφανώς σε σύγκρουση με δεσμεύσεις ή επιλογές της ΕΕ και της εργοδοσίας (π.χ. είναι αδύνατον να αναπροσανατολιστούν τα κοινοτικά κονδύλια αν η ΕΕ δεν αλλάξει τα κριτήρια επιλεξιμότητας με τα οποία χορηγούνται), το πρόγραμμα «προτιμά» την ασάφεια.

Επιπλέον, δεν υπάρχει σύνδεση της κρίσης και της επίθεσης με τον ίδιο τον καπιταλισμό. Αποδίδονται στο «νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα», στο «σύστημα» (νοούμενο όμως ως «το πολιτικό σύστημα, το κράτος, οι σχέσεις του πολίτη με το κράτος και την πολιτική») και στην Ελλάδα στο «φαύλο δικομματικό σύστημα». Έτσι, αφήνεται να εννοηθεί ότι αν ξεμπερδέψουμε κοινοβουλευτικά μαζί τους, αν ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει κυβέρνηση, θα ακυρωθούν πολιτικά τα μνημόνια.

Το πρόγραμμα, τέλος, είναι ένα πρόγραμμα μετάβασης από τον ΣΥΡΙΖΑ «των κινημάτων» στον ΣΥΡΙΖΑ του ανοιχτού «κυβερνητισμού» και του «επί των κινημάτων». Αυτό δεν φαίνεται μόνο από το περιεχόμενο, φαίνεται και από τα μέσα υλοποίησής του. Είναι ένα και μοναδικό: η κυβέρνηση.
Έτσι, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απαντά σε καίρια ερωτήματα: Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που θα διαχειρίζεται τις υπάρχουσες δομές εξουσίας και θα λειτουργεί εντός των πλαισίων της ΕΕ, της αγοράς, του κέρδους, πώς θα προωθήσει φιλολαϊκές αλλαγές, πώς θα κάμψει την αντίσταση των «εχθρών του λαού»; Με συμφωνίες τύπου ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, με μορατόριουμ κι αναστολή των κινητοποιήσεων;

Για να είναι ένα πρόγραμμα φιλολαϊκό, πρέπει να φέρνει στο προσκήνιο τον αγωνιζόμενο λαό, να έχει ως βασική δύναμη τη δύναμη του κινήματος. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ όμως, βάζει το κίνημα στη γωνία, το θέλει μόνο για «διάλογο» κι εξασφάλιση «συναινέσεων από τα κάτω», το μετατρέπει σε κομπάρσο του κόμματος, τη στιγμή που πρέπει να ανασυγκροτηθεί σε ταξική βάση για να ανατρέψει την επίθεση.

Εν κατακλείδι. Η «ακύρωση του Μνημονίου» για τον ΣΥΡΙΖΑ ταυτίζεται όχι με την κατάργηση των μνημονίων αλλά με την αντικατάστασή τους από ένα «Εθνικό Σχέδιο Ανόρθωσης για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη δίκαιη δημοσιονομική σταθεροποίηση», από ένα άλλο Μνημόνιο, που θα είναι προϊόν διαπραγμάτευσης με την ΕΕ, τους πιστωτές, το ΔΝΤ, τις επιχειρήσεις.

Υπερβολή; Ας σκεφτούμε όσα προαναφέρθηκαν, αλλά και κάποιες επικίνδυνες προτάσεις του προγράμματος. Τέτοιες είναι η νεοφιλελεύθερη θέση για δημοσιονομική σταθεροποίηση, ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, πρωτογενές πλεόνασμα, η οποία διαπνέει τα μνημόνια, την πολιτική της ΕΕ και του ΔΝΤ, τη γραμμή ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Είναι προτάσεις για Ταμείο Εθνικού Πλούτου και Κοινωνικής Ασφάλισης (δίπλα στήλη), «στήριξη των ανταγωνιστικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας» (δηλ. των ελληνικών πολυεθνικών) και περιουσιολόγιο, το οποίο περιλαμβάνεται στο Μνημόνιο και θα εξελιχθεί σε μέσο αύξησης της φορολογίας του λαού και διεύρυνσης της φορολογικής βάσης.

ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ  Ο ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ
Αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας

Η στάση του προγράμματος απέναντι στο κράτος και τις δομές εξουσίας είναι διαχειριστική - θεσμική, παρά τις δημοκρατικές πινελιές (π.χ. απλή αναλογική), τις γενικολογίες για εκδημοκρατισμό του κράτους και των ενόπλων δυνάμεων ή τις αμφιλεγόμενες διακηρύξεις για «δημοκρατική διαβούλευση» και «νέες μορφές αυθεντικής έκφρασης της βούλησης των εργαζομένων και των πολιτών στη βάση της άμεσης δημοκρατίας». Διακηρύξεις που θυμίζουν τη «συμμετοχή» του Α. Παπανδρέου ή τη «συμμετοχική δημοκρατία» του Γ. Α. Παπανδρέου, αλλά προϊδεάζουν για νέες μορφές καπελώματος και χειραγώγησης του κινήματος (αν κρίνουμε από την πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ στο Συντονισμό Πρωτοβάθμιων Σωματείων, τις πλατείες ή τους αγώνες ενάντια στο άρθρο 16).

Ας δούμε ορισμένα στοιχεία του προγράμματος, που έχει ως πυρήνα τη –μη διατυπωμένη αλλά διαχεόμενη– θέση ότι το κράτος είναι ουδέτερος θεσμός.
Οι μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση «σχετίζονται με την ανταποδοτικότητα των πόρων». Δηλαδή, με την αντιδραστική λογική του «κόστους - ωφέλειας», των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών κ.λπ. Ίσως γι’ αυτό προτείνεται η «επανίδρυση του Γραφείου Παρακολούθησης και Εκτέλεσης του Προϋπολογισμού».

Τίθεται ως στόχος η «διάκριση ανάμεσα στην πολιτική διεύθυνση και τη διοίκηση - διαχείριση», που μπορεί να παραδώσει τη διοίκηση σε ιδιώτες μάνατζερ ή σε ιδιωτικές εταιρείες (βοηθούντων και των ΣΔΙΤ που προτείνονται) αλλά όχι η κατάργηση του Καλλικράτη.

Τίθεται ως στόχος η «κοινωνικά επωφελής αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και ιδιοκτησίας και των φυσικών πόρων» από ένα Ταμείο Εθνικού Πλούτου και Κοινωνικής Ασφάλισης, γεννώντας δύο ερωτήματα: Τι σημαίνει «κοινωνικά επωφελής αξιοποίηση» και σε τι διαφέρει αυτή από την αξιοποίηση –έμμεση ή άμεση ιδιωτικοποίηση– για την οποία μιλούν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ; Και επίσης, συντάξεις θα έχουμε μόνο αν εκχωρηθούν σε ιδιώτες ο φυσικός πλούτος και η δημόσια περιουσία;
Ο άμεσος διαχωρισμός κράτους - εκκλησίας γίνεται «επανακαθορισμός των σχέσεών τους» κι αλλού «άμεση έναρξη διαβούλευσης για το διαχωρισμό». Κι η κατάργηση των ΜΑΤ-ΥΜΕΤ δεν συνοδεύεται από την κατάργηση των ομάδων ΔΙΑΣ και ΔΕΛΤΑ, των ασφαλίτικων κατασταλτικών μηχανισμών, των τρομονόμων, της ΕΥΠ.

Με αυτές τις θέσεις και με δεδομένα την κυβερνητική λαγνεία και το «πάση θυσία εντός ευρώ», το κράτος, οι δημόσιοι θεσμοί και η κυβέρνηση στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζουν μάλλον με εργαλείο διαχείρισης του μνημονιακού εφιάλτη και εγκλωβισμού - εκτόνωσης της λαϊκής αντίδρασης παρά με εργαλείο αριστερής πολιτικής – που ούτως ή άλλως δεν είναι αυτή που περιγράφει το πρόγραμμα.