Των Αλέξανδρου Μανόχη,
Ζάχου Χριστοδουλόπουλου
Ηαπεργία της 19-20 Οκτωβρίου
αποτέλεσε σταθμό στον αγώνα ενάντια
στην κυβέρνηση, την τρόικα και το ΔΝΤ
δείχνοντας τις τεράστιες δυνατότητες
που αντικειμενικά υπάρχουν για την
περαιτέρω εξέλιξη της πάλης, με στόχο
όχι μόνο την ανατροπή της κυβέρνησης
αλλά τη μάχη συνολικά ενάντια στο ίδιο
το σύστημα. Η συμμετοχή στη διαδήλωση
της Τετάρτης τουλάχιστον 500.000 ατόμων
στην Αθήνα αλλά και οι μαζικές συγκεντρώσεις
και πορείες σε δεκάδες πόλεις έστειλαν
ξεκάθαρο μήνυμα ότι οι εργαζόμενοι και
η νεολαία παρά την προσπάθεια τρομοκράτησης
είναι στο προσκήνιο και αποτελούν για
τους αστικούς σχεδιασμούς τον αστάθμητο
παράγοντα.
Ωστόσο, αυτή η λαομίσητη
κυβέρνηση, μια στυγνή κοινοβουλευτική
χούντα που στηρίζεται πλέον μόνο από
την αστυνομία και το κεφάλαιο, δεν έπεσε
από τις παλλαϊκές διαδηλώσεις που
προηγήθηκαν. Μια κυβέρνηση η οποία αφού
είχε βάψει τα χέρια της με το αίμα
εκατοντάδων διαδηλωτών τα τελευταία
χρόνια, είχε προχωρήσει σε διώξεις και
συλλήψεις απεργών και άλλων αγωνιστών,
τώρα βαρύνεται με την αποκλειστική
ευθύνη για τη δολοφονία από τα χημικά
της Αστυνομίας, του εργάτη, Δημήτρη
Κοτζαρίδη, μέλους του ΠΑΜΕ.
Ο προβληματισμός και
η απαισιοδοξία σχετικά με την αδυναμία
να επιτευχθούν νίκες εντείνεται μετά
τα τελευταία γεγονότα της Πέμπτης. Οι
εικόνες που σκόπιμα κυριάρχησαν στα
ΜΜΕ και τις εφημερίδες με συγκρούσεις
ανάμεσα σε μέλη της περιφρούρησης του
ΠΑΜΕ και αναρχικούς αναμφίβολα προκαλούν
ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση κάνοντας
τα αστικά επιτελεία να τρίβουν τα χέρια
τους.
Κομβικής σημασίας στην
αντιπαράθεση που έχει ξεκινήσει και
στην προσέγγιση των γεγονότων είναι ο
ρόλος της αυτόκλητης πρωτοπορίας, που
από διαφορετικές αφετηρίες δυστυχώς
υιοθετούν τόσο το ΚΚΕ όσο και σημαντικό
κομμάτι του αναρχικού χώρου και η
ιδιοκτησιακή λογική στο κίνημα που
αμφότεροι εμφανίζουν.
Το ΚΚΕ παρουσιάζεται
a priori ως «το κόμμα της εργατικής τάξης»,
δικαιολογώντας και δικαιώνοντας αυτόματα
τις πολιτικές επιλογές του. Ο φόβος
απέναντι στο αυθόρμητο, όπως είχε φανεί
ξεκάθαρα και στην εξέγερση του Δεκέμβρη,
η αντίληψη ότι ο λαός δεν είναι ακόμα
«έτοιμος» για την ανατροπή αφού είναι
προαπαιτούμενη και απαραίτητη η αλλαγή
στους εκλογικούς συσχετισμούς με την
ενίσχυση του ΚΚΕ, η αντιπαλότητα με
οποιαδήποτε άλλη αριστερή φωνή, καθορίζουν
και τη στάση του στις κινητοποιήσεις.
Οι πιέσεις από τον κόσμο του κινήματος
και οι διαμαρτυρίες των μελών του σχετικά
με την απουσία του το προηγούμενο
διάστημα από αγώνες, σε συνδυασμό με
την εκτίμηση για επερχόμενες εκλογές,
οδήγησαν το ΚΚΕ να παραμείνει για πρώτη
φορά στο Σύνταγμα. Όμως, η παρουσία του
στην πλατεία, χωρίς ουσιαστική μεταβολή
της πολιτικής αντίληψης της ηγεσίας
του ΚΚΕ για κοινό αγώνα με κομμάτια
εκτός αυτού, κατέληξε σε αλυσίδες με
πρόσωπο στους διαδηλωτές και στη φανερή
πρόθεση να εμποδιστούν όσοι ήθελαν να
περάσουν –σωματεία ή μεμονωμένοι
αγωνιστές– ώστε να αποφευχθούν
συγκρούσεις με την Αστυνομία,
καταδεικνύοντας την αδυναμία του για
μια ακόμα φορά να αμφισβητήσει την
αστική νομιμότητα.
Όμως η ίδια αντίληψη
σχετικά με την πρωτοπορία χαρακτηρίζει
και μεγάλο κομμάτι του αναρχικού χώρου.
Το δίπολο εξεγερμένοι - υποταγμένοι με
χαρακτηριστική ευκολία υιοθετείται
και πολλές φορές ηγεμονεύει στον τρόπο
που αντιμετωπίζονται άλλα ρεύματα. Αυτό
έχει ως συνέπεια την απαξίωση στις
μαζικές διαδικασίες του κινήματος, όπως
οι γενικές συνελεύσεις στις σχολές –με
εξαίρεση τις περιόδους μεγάλων
κινητοποιήσεων– ακόμα και την αποχή
από σωματεία, εργατικά σχήματα. Η ταξική
ανάλυση υποχωρεί και αντικαθίσταται
από μια προσέγγιση που κάποιες φορές
μπορεί και να εμφανίσει μεγάλα τμήματα
της κοινωνίας και της εργατικής τάξης
ως εν δυνάμει συνεργάτες των αστών,
ξεπουλημένους, κομμάτι του συστήματος
κ.λπ. Αυτή η αντίληψη σε συνδυασμό με τη
φετιχοποίηση της βίας είναι ιδιαιτέρα
επικίνδυνη. Η ρίψη μολότοφ στην
περιφρούρηση του ΠΑΜΕ θα μπορούσε να
έχει τραγική, δολοφονική κατάληξη όπως
και οι πέτρες που εκτοξεύονταν εκατέρωθεν,
με αποτέλεσμα να τραυματιστεί κόσμος
που βρίσκονταν πίσω από την περιφρούρηση
του ΠΑΜΕ ή στην κάτω μεριά της πλατείας.
Δυστυχώς τα γεγονότα
που ακολούθησαν τις επόμενες μέρες
προκαλούν ακόμα μεγαλύτερη διάσπαση
του κινήματος. Η απουσία οποιασδήποτε
καταγγελίας της κυβέρνησης και της
αστυνομίας από το ΚΚΕ για τη δολοφονία
του αγωνιστή Δ. Κοτζαρίδη, η γνωστή
συνωμοσιολογία και προβοκατορολογία
από τη μία, οι εμπρησμοί κομματικών
γραφείων και οι τραμπουκισμοί σε
αριστερούς ανθρώπους –καλλιεργώντας
μεταξύ άλλων και την αντιδραστική,
απάνθρωπη λογική της συλλογικής ευθύνης–
από την άλλη δημιουργούν μεγάλη
αποστοίχιση, απομακρύνουν τους αγωνιστές
και ζημιώνουν το ίδιο το κίνημα.
Ιδιαίτερα σημαντική
είναι και η αυτοκριτική της αντικαπιταλιστικής
Αριστεράς σχετικά με την παρουσία της.
Η προετοιμασία της απεργίας με συνελεύσεις
όπου ήταν δυνατό, η συμβολή του
Συντονιστικού των Πρωτοβάθμιων Σωματείων,
η στήριξη τις προηγούμενες μέρες των
εργαζομένων στους ΟΤΑ αποτιμώνται
ιδιαίτερα θετικά, όπως επίσης και η
μαζική συμμετοχή στις διαδηλώσεις με
τα μπλοκ των σωματείων ή αυτοτελώς με
το μπλοκ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Όμως φανερή ήταν και η
αδυναμία να γίνουν κινήσεις την Τετάρτη
για να εκφραστεί και συγκρουσιακά η
αντίθεση με την κυβέρνηση, στην κατεύθυνση
της μαζικής λαϊκής αντιβίας. Σημαντικό
είναι και το έλλειμμα σε πρωτοβουλίες
μετά το διήμερο για να καταγγελθεί η
κυβέρνηση για τη δολοφονία του Δ.
Κοτζαρίδη και για να συνεχιστούν οι
κινητοποιήσεις. Ειδικά για τα γεγονότα
της Πέμπτης, θεωρούμε ότι οι ανακοινώσεις
της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και των οργανώσεων
που συμμετέχουν σ’ αυτή, ήταν άστοχες,
βιαστικές χωρίς να κάνουν κριτική σε
βάθος στον αναρχικό χώρο και με συνολική
απουσία κριτικής στο ΚΚΕ, γεγονός που
τις καθιστά πολιτικά ελλειμματικές.
Το επόμενο χρονικό
διάστημα είναι απαραίτητη η προσπάθεια
ενοποίησης και ταξικής ανασυγκρότησης
του εργατικού κινήματος. Οι συζητήσεις
και οι αντιπαραθέσεις πρέπει να γίνονται
με δημόσιο τρόπο μέσα στα όργανα του
κινήματος, στις συνελεύσεις σε χώρους
δουλειάς, στις γειτονιές, με γνώμονα
τις αρχές της εργατικής δημοκρατίας.
Μόνο έτσι θα αρθούν οι διαχωρισμοί και
θα πέσουν τα τείχη που έχουν υψωθεί και
εντέλει είναι προς όφελος των αστικών
κυβερνήσεων και των αφεντικών. Ενάντια
στον κοινωνικό κανιβαλισμό που προσπαθούν
να επιβάλλουν, στόχος του κινήματος
πρέπει να αποτελεί η λαϊκή εξέγερση με
σκοπό την αντικαπιταλιστική ανατροπή.