Της Δήμητρας Γιαννακού*
Το Δέρμα που κατοικώ,
λέγεται η νέα ταινία του Πέδρο Αλμοδοβάρ,
ταινία βίαιη, ψυχρή, συνταρακτική,
χειραγώγησης και πάνω απ’ όλα ανατρεπτική
που ξαφνιάζει τους πάντες. Μια απόλαυση
για όσους αρέσει να καθοδηγούνται σε
μονοπάτια όπου η παράβαση και η διαστροφή
συνυπάρχουν ανακατεμένες με μια γερή
δόση σασπένς και ολοκληρωτικής αναστροφής
των δεδομένων.
Ο σκηνοθέτης με τη
βοήθεια του αδερφού του καταφέρνει να
δώσει μια κινηματογραφική διασκευή του
γαλλικού νουάρ μυθιστορήματος του Τιερί
Ζονκέ, Mygale, Μυγαλή, η δηλητηριώδης αράχνη,
σχέδιο που ονειρευόταν να πραγματοποιήσει
εδώ και χρόνια. Με Το Δέρμα που κατοικώ
αφηγείται την ιστορία ενός πλαστικού
χειρουργού, του Ρόμπερτ Λεντγκράντ
(Αντόνιο Μπαντέρας) που διακατέχεται
από εμμονές και ένα αδηφάγο πάθος για
την αποθανούσα γυναίκα του η οποία κάηκε
πέφτοντας θύμα ενός ατυχήματος. Αυτό
το πάθος του θα μετατοπιστεί στο χώρο
της έρευνας, μέσω της οποίας θα προσπαθήσει
να κατασκευάσει στο εργαστήριό του ένα
δέρμα με σκοπό να το προσαρμόσει σε μια
γυναίκα, τη μυστηριώδη Βέρα (Έλενα
Ανάγια) που κρατά «αιχμάλωτη» στην
πολυτελή του οικία. Η συνένοχός του,
τροφός και μητέρα ταυτόχρονα, η Μαρίλια
(ρόλο που υποδύεται μια κλασική φιγούρα
του έργου αυτού του σκηνοθέτη, η Μαρίς
Παρέδες) δεν θα μπορέσει να τον προστατεύσει
από τις βασανιστικές σκέψεις του
παρελθόντος που έχουν καταδυναστεύσει
τη ζωή του κάνοντάς τον να χάσει κάθε
έλεγχο και κάθε ηθική. Η γυναίκα -
πειραματόζωο θα καταφέρει να απελευθερωθεί
από τα δίχτυα του παρανοϊκού;
Με Το Δέρμα που κατοικώ,
ο Πέδρο Αλμοδαβάρ επιστρέφει στο φιλμ
νουάρ το οποίο είχε προσεγγίσει με την
ταινία του Καυτή σάρκα ή πιο έμμεσα με
την ταινία του Κακή εκπαίδευση. Μετά
από είκοσι χρόνια συνεργάζεται ξανά με
τον Αντόνιο Μπαντέρας –ο οποίος
οικειοποιούμενος ένα στυλ α λα Κάρι
Γκραντ δεν φαίνεται να έχει γεράσει
καθόλου– και τον εμπλέκει σε μια ιστορία
τρανσ-γένεσης και πλαστικής χειρουργικής
που αποπνέει έναν αέρα παλιών θρίλερ,
παραπέμποντας αναπόφευκτα σε αναφορές
ποικίλων κινηματογραφιστών: από τον
Φραντζού (Μάτια χωρίς πρόσωπο) και τον
Χίτσκοκ (Δεσμώτης του ιλίγγου) μέχρι
και τον ακραίο, ψυχεδελικό Ντάριο
Αρτζέντο.
Πρόκειται για την
αναπαράσταση μιας παρανοϊκής κατάστασης
κινηματογραφημένης όμως με τον ψυχρό
και μεθοδικό τρόπο ενός επιστήμονα που
θίγει το ζήτημα της ταυτότητας καθώς
και των «επιδερμικών», επιφανειακών
σχέσεων του σύγχρονου ανθρώπου.
*Η Δήμητρα Γιαννακού
είναι φιλόλογος και κριτικός κινηματογράφου.