Του Βασίλη Γάτσιου
Ραγδαίες αναμένονται
οι πολιτικές εξελίξεις το προσεχές
διάστημα με καταλύτη την απόφαση της
συνόδου κορυφής των Βρυξελλών για το
ύψος του «κουρέματος» του ελληνικού
δημόσιου χρέους που θα κυμαίνεται τελικά
στο 50%, χωρίς ωστόσο να έχουν αποσαφηνιστεί
οι λεπτομέρειες. Όλοι οι αστοί περιμένουν
με την αγωνία στο κατακόρυφο για να δουν
με ποιο τρόπο θα διευθετηθεί το πρόβλημα
του κρατικού χρέους. Αγωνιούν για το
πόσα κεφάλαια θα χάσουν. Το μεγάλο τους
άγχος είναι αν η χρεωκοπία θα είναι
«επιλεκτική» ή «αναγκαστική», όπως
λένε.
Ποια είναι όμως η διαφορά
μεταξύ επιλεκτικής και αναγκαστικής
χρεωκοπίας; Με απλά λόγια, η διαφορά
είναι ότι στη μεν επιλεκτική χρεωκοπία
το κούρεμα των ομολόγων που κατέχουν
οι ιδιώτες (κατά κύριο λόγο τράπεζες)
γίνεται με τη σύμφωνη γνώμη τους
(τραπεζών), όποτε σε αυτή την περίπτωση
«όλα καλά», ενώ στην αναγκαστική χρεωκοπία
το κούρεμα των ομολόγων γίνεται χωρίς
τη σύμφωνη γνώμη τους, όποτε λαμβάνει
χώρα το λεγόμενο «πιστωτικό γεγονός»,
ενεργοποιούνται τα ασφάλιστρα έναντι
πιστωτικού κινδύνου (CDS) και είναι βέβαιη
η εξάπλωση του φαινομένου μέσω της
διαδικασίας του ντόμινο, όποτε μπαίνει
σε κίνδυνο ολόκληρη η ευρωζώνη.
Και ενώ για τους
κεφαλαιοκράτες η επιλογή της μιας ή της
άλλης μορφής χρεωκοπίας, στο πλαίσιο
του καπιταλισμού, έχει διαφορά και
μάλιστα μεγάλη για το πόσα και ποια
κεφάλαια θα καταστραφούν, για την
εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα δεν
υπάρχει καμία διαφορά για το ως προς το
«ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο». Γι’
αυτό άλλωστε όπως έλεγε ο Μαρξ, οι εργάτες
απέναντι στο αίτημα των δημοκρατών για
ρύθμιση των κρατικών χρεών πρέπει να
«ζητούν να κηρυχτεί το κράτος σε κατάσταση
χρεωκοπίας», εννοώντας τη χρεωκοπία
του αστικού κράτους που θα έρθει ως
αποτέλεσμα της κοινωνικοπολιτικής
επανάστασης και της εργατικής εξουσίας
που θα διαγράψει το κρατικό χρέος και
θα απαλλάξει τους εργαζόμενους από αυτό
το βάρος.
Για τους εργαζόμενους
όποια μορφή ρύθμισης του ελληνικού
κρατικού χρέους κι αν επιλεγεί με την
απόφαση των Βρυξελλών, θα σημαίνει νέα
δάνεια, νέα μνημόνια, ακόμα μεγαλύτερη
φορομπηξία, ανεργία, φτώχεια, δυστυχία
και εξαθλίωση. Θα συνεχιστεί η εφαρμοζόμενη
πολιτική της μείωσης του κόστους εργασίας
για το κεφάλαιο, μέσω της «εσωτερικής
υποτίμησης» της άξιας της εργατικής
δύναμης, που σε συνδυασμό με τα «φορολογικά
κίνητρα» και την εκποίηση αντί πινακίου
φακής της δημόσιας περιουσίας, στοχεύει
στην αύξηση της κερδοφορίας του ελληνικού
και ξένου κεφαλαίου.
Αυτή τη φορά όμως τα
νέα δάνεια και τα νέα μνημόνια θα
συνοδεύονται όπως αποκάλυψε το Έθνος
της προηγούμενης Κυριακής από ομάδες
εποπτείας. Η πρώτη απ’ αυτές θα βρίσκεται
στις Βρυξέλλες και θα έχει το γενικό
πρόσταγμα, ενώ από τις άλλες δύο που θα
βρίσκονται στην Αθήνα, η μια θα ελέγχει
το Μαξίμου και η άλλη θα χωριστεί σε
υποομάδες πέντε έξι ατόμων και θα
ελέγχουν όλα τα υπουργεία. Οι εταίροι
μας αυτό το ονομάζουν «τεχνική βοήθεια»,
θέλοντας να κρύψουν την πραγματικότητα
που δεν είναι άλλη από το ότι η Ελλάδα
θα βρίσκεται υπό καθεστώς κηδεμονίας.
Πρόκειται για κηδεμονία
που επιδιώκουν, αναζητούν και στηρίζουν
οι πιο ισχυρές μερίδες της ελληνικής
αστικής τάξης, γιατί έτσι αποσπούν
μεγαλύτερα κέρδη και προνόμια για τον
εαυτό τους. Δεν τους επιβάλλεται δίχως
τη θέλησή τους. Είναι σχέση κηδεμονίας
- εθελοντικής συνεργασίας. Οι Γερμανοί
ξανάρχονται λοιπόν. Και η ειρωνεία της
τύχης είναι ότι ξανάρχονται μετά από
67 χρόνια με την ιδιότητα όχι του
στρατιωτικού αλλά του οικονομικού
κατακτητή και μάλιστα τον ίδιο μήνα που
έφυγαν όταν απελευθερώθηκε η Αθήνα
(Οκτώβριος 1944).
Τα σενάρια δίνουν και
παίρνουν. Ο B. Βενιζέλος από τις Βρυξέλλες
με δήλωσή του άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο
να ζητήσει η κυβέρνηση από τη Bουλή
πλειοψηφία 180 βουλευτών για την επικύρωση
της συμφωνίας των Βρυξελλών. Στόχος της
κυβέρνησης με αυτή την κίνηση ήταν να
καταστήσει τη ΝΔ μέρος του πολιτικού
προβλήματος και να της χρεώσει την
πρόωρη προσφυγή στις κάλπες σε περίπτωση
αρνητικής ψήφου. Από την άλλη, η ΝΔ σε
αυτή την κατηγορία απάντησε με το
επιχείρημα ότι αυξημένη πλειοψηφία
απαιτείται από το Σύνταγμα σε περίπτωση
εκχώρησης εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων,
οπότε είναι δικαιολογημένη η αρνητική
της ψήφος και έτσι την αναγκαστική
προσφυγή στις κάλπες δεν τη χρεώνεται
αυτή, αλλά η κυβέρνηση. Άλλο σενάριο
προβλέπει την προσφυγή στις κάλπες μέσω
δημοψηφίσματος όπου θα τεθεί το ερώτημα
αν πρέπει η Ελλάδα να αποδεχτεί την
εποπτεία των δανειστών. Τέλος, υπάρχει
και το σενάριο του σχηματισμού κυβέρνησης
«εθνικής ανάγκης - σωτηρίας» χωρίς τη
μεσολάβηση εκλογών με διάφορες εκδοχές
σε ό,τι αφορά το κυβερνητικό σχήμα αλλά
και το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Ίδωμεν...