Του Μιχάλη Ψύλου
«Τώρα που η Λιβύη έπεσε,
η Δύση μπορεί να εξετάσει μια στρατιωτική
επίθεση κατά της Συρίας», δήλωνε αμέσως
μετά την εκτέλεση του Καντάφι ο αμερικανός
ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Τζον Μακ
Κέιν από το βήμα του Παγκόσμιου Οικονομικού
Φόρουμ, στο Αμάν της Ιορδανίας. «Τώρα
που οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη
Λιβύη τελείωσαν, θα πρέπει να εστιάσουμε
την προσοχή μας στις πρακτικές στρατιωτικές
επιχειρήσεις που πρέπει να αναλάβουμε
για την προστασία των σύρων πολιτών»,
τόνισε χαρακτηριστικά ο Μακ Κέιν, που
διαθέτει μεγάλη επιρροή στο αμερικανικό
Κογκρέσσο. Στην ομιλία του ο Μακ Κέιν
αποκάλυψε οτι η Ουάσινγκτον επεξεργάζεται
ήδη με τη συριακή αντιπολίτευση το
σχέδιο για την «μετά Άσαντ εποχή».
Οι δηλώσεις του ακροδεξιού
γερουσιαστή ακολούθησαν την απόφαση
του προέδρου Ομπάμα να ανακαλέσει τον
αμερικανό πρεσβευτή Ρόμπερτ Φορντ από
τη Δαμασκό, λίγους μήνες μετά την
τοποθέτησή του. Η Ευρωπαική Ενωση κάλεσε
για μια ακόμη φορά τον Άσαντ να παραιτηθεί,
προειδοποιώντας με νέες κυρώσεις.
H εξέγερση του συριακού
λαού κατά του Μπασάρ αλ Άσαντ από τον
περασμένο Μάρτιο έχει στοιχίσει ήδη τη
ζωή σε 3.500 ανθρώπους, καθώς ο σύρος
πρόεδρος δεν διστάζει καθημερινά να
πνίγει στο αίμα κάθε λαϊκή εξέγερση.
Οι Αμερικανοί μπορεί
να προετοιμάζουν μεθοδικά την ανατροπή
του Μπασάρ αλ Άσαντ, αλλά υποχρεώνονται
να επιδεικνύουν αυτοσυγκράτηση γιατί
γνωρίζουν ότι το μπααθικό καθεστώς
είναι πολύ δύσκολο να ανατραπεί με
εσωτερική εξέγερση, ενώ οποιαδήποτε
βεβιασμένη κίνησή τους μπορεί να
προκαλέσει γενική ανάφλεξη στη Μέση
Ανατολή με ανυπολόγιστες ενδεχομένως
ζημιές για την Ουάσινγκτον. Όπως σημειώνει
η αμερικανική επιθεώρηση Στράτφορ,
«τους τελευταίους μήνες, η συριακή
αντιπολίτευση έχει αποτύχει εντελώς
να ανατρέψει το καθεστώς του Μπασάρ αλ
Άσαντ, επειδή ο στρατός είναι πιστός
στον Άσαντ σε μεγάλο βαθμό και καλά
οργανωμένος. Όπως και στην περίπτωση
της Λιβύης, που ο Καντάφι ήταν στα πρόθυρα
της νίκης όταν το ΝΑΤΟ επενέβη, έτσι και
το συριακό καθεστώς δεν φαίνεται να
είναι μπροστά στην κατάρρευση».
Προς το παρόν οι
Αμερικανοί ασκούν έντονες πιέσεις για
να διαταραχθεί η συμμαχία Δαμασκού -
Τεχεράνης και να μειωθεί η συριακή
βοήθεια προς τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ
και την παλαιστινιακή Χαμάς. «Είναι
δύσκολο να φανταστεί κανείς πως το ΝΑΤΟ
θα επέμβει σε μια χώρα που συνορεύει με
την Τουρκία, το Ιράκ, την Ιορδανία, το
Ισραήλ και το Λίβανο, καθώς υπάρχει
κίνδυνος να προκληθεί ένα περιφερειακό
χάος», τονίζει το Στράτφορ και προσθέτει:
«Η αμερικανική αποχώρηση από το Ιράκ
θα ενισχύσει σημαντικά την επιρροή του
Ιράν και αν ο Άσαντ δεν ανατραπεί, τότε
θα αλλάξει εντελώς η ισορροπία δυνάμεων
στην περιοχή».
Ο σύρος πρόεδρος είναι
βέβαια από τα πιο δεξιά στοιχεία του
κόμματος Μπάαθ και υπό την ηγεσία του
η Συρία όχι μόνο δεν κράτησε αντι-αμερικανική
στάση, αλλά συνεργάστηκε για παράδειγμα
με τη CIA για τη μεταφορά σε συριακές
φυλακές ατόμων που οι Αμερικανοί απήγαγαν
από αραβικές χώρες, το Πακιστάν, το
Αφγανιστάν ή κράτη της Κεντρικής Ασίας.
Συνεργάτης των Αμερικανών είχε καταντήσει
άλλωστε και ο Σαντάμ Χουσεΐν όσο και ο
Καντάφι τα τελευταία χρόνια της ζωής
τους. Παρόλ’ αυτά, η Ουάσινγκτον δεν
δίστασε να εξαπολύσει πόλεμο εναντίον
τους, θέλοντας να τσακίσει στη συνείδηση
των αραβικών μαζών ακόμη και κάθε
ανάμνηση ριζοσπαστικής εθνικοαπελευθερωτικής
αντίστασης και εξουσίας. Την ίδια τύχη
προετοιμάζουν και για τον Μπασάρ αλ
Άσαντ, καθώς και η Συρία διαδραμάτισε
τις προηγούμενες δεκαετίες κορυφαίο
ρόλο στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα
των αραβικών χωρών εκείνης της εποχής.
Στις πρώην ριζοσπαστικές αραβικές χώρες
κατόρθωσε μάλιστα να έχει κάποιες
επιτυχίες η λεγόμενη «αραβική άνοιξη»,
ενώ στις παραδοσιακές φεουδαρχίες του
Κόλπου, για παράδειγμα, η αντίσταση
κατεστάλη εύκολα από τις αρχές.