Το ΚΚΕ κλείνει την προεκλογική του εκστρατεία
πιεσμένο, καθώς πρέπει να εξηγεί γιατί απέναντι στο γνωστό δίλημμα του
Παπαδήμου «ευρώ και ΕΕ ή χάος», τελικά επέλεξε να απαντήσει με κάλεσμα για
(εκλογική) συσπείρωση δυνάμεων. Υπογράμμισε την υπαρκτή δυσκολία στη διαμόρφωση
ένος πολιτικού αντίπαλου δέους από τους εργαζόμενους, το βάθος της κρίσης και
τους κινδύνους που προκύπτουν από αυτό, ακόμα και για πολεμικά επεισόδια. Το
ΚΚΕ μίλησε για την ανάγκη μιας σαφούς πολιτικής κατεύθυνσης, πέρα από την
αντιμνημονιακή, με ξεκάθαρη στάση απέναντι στην ΕΕ και τον ίδιο τον
καπιταλισμό.
του Γιώργου Κρεασίδη
Παρόλ’ αυτά, είδε το ΣΥΡΙΖΑ με το κάλεσμά του για
ενότητα να πιέζει την κοινωνική του βάση, παρά το γεγονός ότι απέφυγε
ουσιαστικά να τοποθετηθεί για το περιεχόμενο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε στο σημείο να
προτείνει κυβερνητική συνεργασία που δεν θα έχει θέση απέναντι στην ΕΕ, που
υποβαθμίστηκε ως θέμα από «αυτά που μας χωρίζουν».
Σοβαρή αδυναμία του ΚΚΕ σε αυτή την προεκλογική μάχη
ήταν η στάση υποτίμησης που είχε όλη την προηγούμενη διετία απέναντι στους
κοινωνικούς αγώνες. Δεν ήταν απλά δυναμικοί, όπως φάνηκε σε κάθε κρίσιμη καμπή
από την 5η Μάη του 2010 μέχρι τις 12 Φλεβάρη φέτος. Ήταν πανελλαδικοί, σε όλο
το φάσμα της κοινωνικής ζωής και κυρίως μαζικοί στο βαθμό που κλόνισαν την
πολιτική σχέση με τα κόμματα του κεφαλαίου και πολλές από τις ιδέες του. Λίγοι
άνθρωποι σκέφτονται όπως πριν και πολλοί είναι εκείνοι που απέκτησαν την
εμπειρία του δρόμου.
Το ΚΚΕ κράτησε απόσταση ασφαλείας από τις πλατείες,
το κίνημα «Δεν πληρώνω» και ενώ στο εργατικό κίνημα διαφοροποιήθηκε από τη
γραμμή υποταγής της ΓΣΕΕ, δεν κατέθεσε ένα σχέδιο που θα την ξεπερνά, παρά το
γεγονός ότι οι εργαζόμενοι την αμφισβητούν.
Σε αυτή την κοινωνική τάση, το ΚΚΕ στάθηκε απέναντι,
υποτιμώντας τη ρωγμή στον πραγματικό συσχετισμό και τις δυνατότητες να έρθουν
στο προσκήνιο νέα ερωτήματα, προσδοκίες για μια κοινωνική πορεία πέρα από τον
καπιταλισμό.
Σε όσους εγκατέλειπαν την παθητική στάση, τον
«καναπέ» τους, χωρίς όπως είναι φυσικό να έχουν προχωρήσει σε μια πλήρη
στράτευση με αναφορά το σοσιαλισμό, το ΚΚΕ έμοιαζε να κάνει ιδεολογικά
μαθήματα. Έριχνε την προσοχή του στα αδύνατα χαρακτηριστικά των κοινωνικών
αγώνων, τα όρια του αυθόρμητου, τα αδιέξοδα του κοινοβουλευτισμού. Υπογράμμιζε
τη δυσκολία της προσπάθειας να αλλάξει ο κόσμος, χωρίς όμως να προτείνει και
ένα συγκεκριμένο δρόμο για αυτό, πέρα από την ενίσχυση και στήριξη του ΚΚΕ.
Η στάση του ΚΚΕ δεν συνυπολογίζει πως οι εργαζόμενοι
«βγάζουν συμπεράσματα» μέσα από την εμπειρία τους στους αγώνες. Το πρόβλημα του
ΚΚΕ δεν είναι ότι φυλάγεται από μια άμεση και ανεδαφική κυβερνητική πρόταση,
αλλά ότι η πρότασή του δεν σφραγίζεται από τη δυνατότητα του λαού να νικήσει
αγωνιζόμενος. Γι’ αυτό και περιορίζεται στο να ζητά απλά επιβράβευση για την
αντισυστημική του στάση. Προ Μνημονίου ίσως απέδιδε, στην εποχή των ανατροπών
όμως που ξεκίνησε δεν περπατάει.