Με τη ...γλώσσα του εργοδότη ερμηνεύει η εγκύκλιος του
υπουργού Εργασίας της συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ την απόλυτη ισοπέδωση των
εργασιακών δικαιωμάτων, την αποθέωση του «εργοδοτικού δικαιώματος», την επέλαση
των ατομικών συμβάσεων και την πλήρη κατάργηση κάθε ίχνους προστασίας των
εργαζόμενων.
του Δημήτρη Σταμούλη
Ο κατώτερος μισθός
μειώνεται δραματικά, οι συλλογικές συμβάσεις ουσιαστικά καταργούνται, όπως και
όλοι οι κανονισμοί εργασίας των ΔΕΚΟ, ανοίγοντας το δρόμο για την απελευθέρωση
των απολύσεων, η διαιτησία του ΟΜΕΔ πλέον θα «σφυρίζει» απροκάλυπτα υπέρ του
εργοδότη, ενώ τεράστιο πλήγμα δέχεται η εργαζόμενη νεολαία, η οποία θα
εντάσσεται στην παραγωγή χωρίς απολύτως κανένα δικαίωμα! Κι όλα αυτά, «μέχρι
την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής στα πλαίσια του
μηχανισμού στήριξης των ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ», δηλαδή για πολλές δεκαετίες! Εκτιμάται
ότι η εφαρμογή αυτού του εκτρώματος προκαλεί την πιο βάρβαρη αναδιανομή
εισοδήματος, μιας και μεταφέρει πάνω από 6 δισ. ευρώ ετησίως από τους
εργαζόμενους προς τους εργοδότες!
Τα κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων μειώνονται κατά 22%
σε σχέση με την ισχύουσα Eθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση από 14 Φεβρουαρίου και
ευθαρσώς διατυπώνεται ότι «δεν απαιτείται η σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων»
(άρθρο 1). Το βασικό ημερομίσθιο προσγειώνεται στα 26,18 ευρώ (μεικτά!) για τον
ανειδίκευτο άγαμο εργατοτεχνίτη και ο βασικός μηνιαίος μισθός στα 586,08 ευρώ,
για τον ανειδίκευτο άγαμο υπάλληλο. Για παράδειγμα, έγγαμος εργαζόμενος με 9
χρόνια προϋπηρεσία θα αμείβεται μόλις με 820 ευρώ μεικτά! Με τη μείωση των
μισθών και ημερομισθίων για τους νέους κάτω των 25 ετών να φτάνει στο 32%, το
βασικό ημερομίσθιο βυθίζεται στα 22,83 ευρώ για τον ανειδίκευτο άγαμο
εργατοτεχνίτη και ο βασικός μηνιαίος μισθός στα 510,95 ευρώ για τον υπάλληλο.
Οι συλλογικές συμβάσεις που βρίσκονται σε ισχύ, ήδη 24 μήνες
μέχρι την 14 Φεβρουαρίου ή και περισσότερο, λήγουν μετά την παρέλευση ενός
έτους (άρθρο 2), δηλαδή στις 14 Φεβρουαρίου 2013, αφού η μέγιστη ισχύς τους
ορίζεται η τριετία. Οι κανονιστικοί όροι συλλογικής σύμβασης, που θα λήξει ή θα
καταγγελθεί, εξακολουθούν να ισχύουν για ένα τρίμηνο από τη λήξη ή την
καταγγελία τους, αντί για έξι μήνες όπως ίσχυε έως πρόσφατα. Επομένως, μετά τις
14 Μαΐου δεν ισχύουν αυτές οι συλλογικές συμβάσεις και οι μισθοί πέφτουν στα
κατώτατα επίπεδα της Eθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Eργασίας.
Στην ερμηνευτική εγκύκλιο ξεκαθαρίζεται ότι «οι συλλογικές
συμβάσεις που έχουν λήξει ή καταγγελθεί και μέχρι την 14η Φεβρουαρίου έχει
παρέλθει και το 6μηνο παράτασης ισχύος τους, έχουν πάψει να παράγουν έννομα
αποτελέσματα ως συλλογικές συμβάσεις», τονίζοντας ρητά ότι «έχει επέλθει στην
πραγματικότητα η υποκατάστασή τους από ενεργές ατομικές συμβάσεις», στις οποίες
συνήθως σύρονται εκβιαστικά να συνυπογράψουν οι εργαζόμενοι. Για να συναφθούν
νέες κλαδικές συμβάσεις, ο διατιθέμενος από το υπουργείο χρόνος είναι μόλις
ενάμισης μήνας, έως 14 Mαΐου. Εφόσον αυτό δεν γίνει δυνατό, οι συμβάσεις για
υφιστάμενους εργαζόμενους μετατρέπονται απευθείας σε ατομικές, ενώ για
νεοπροσλαμβανόμενους μέχρι το Μάιο θα ισχύσουν ατομικές συμφωνίες.
Η κυβέρνηση κατάργησε και την πλειοψηφία των επιδομάτων που
στον ιδιωτικό τομέα ενίσχυαν σημαντικά το εργατικό εισόδημα. Τα μόνα επιδόματα
που –για την ώρα– θα ισχύουν είναι ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικινδύνου
εργασίας, εφόσον τα επιδόματα αυτά προβλέπονταν στις συλλογικές συμβάσεις που
έληξαν ή καταγγέλθηκαν.
Όλες οι παραπάνω αντεργατικές ρυθμίσεις ισχύουν για όλες τις
συλλογικές συμβάσεις –κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές, τοπικές ή εθνικές,
επιχειρησιακές– ανεξάρτητα αν έχουν κυρωθεί ή όχι με νόμο και ανεξάρτητα από το
αν έχουν τη μορφή Υπουργικής Απόφασης, διοικητικής πράξης κανονιστικού
χαρακτήρα ή Διαιτητικές Αποφάσεις. Δηλαδή, ουδείς εξαιρείται από το τσεκούρωμα
των μισθών.
Η κυβέρνηση βάζει οριστικά ταφόπλακα στον Οργανισμό
Μεσολάβησης και Διαιτησίας όπως τον ξέραμε (άρθρο 30), καθώς τον μετατρέπει
στην καλύτερη περίπτωση σε διακοσμητικό όργανο και βασικά σε εργοδοτικό μοχλό
για την επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων, καθώς εάν οι συλλογικές
διαπραγματεύσεις για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης αποτύχουν, η προσφυγή στη
διαιτησία είναι δυνατή μόνο εάν συναινούν εργοδότες και εργαζόμενοι. Δηλαδή,
πρακτικά ποτέ, αφού είναι προφανές ότι κανένας εργοδοτικός σύνδεσμος δεν θα
έχει το παραμικρό όφελος να συναινέσει στην υπογραφή συλλογικής σύμβασης. Δεν είναι
τυχαίο άλλωστε ότι σύμφωνα με την τελευταία εικόνα, δεκάδες επιχειρήσεις - μέλη
εργοδοτικών συνδέσμων αποχωρούν, ώστε να μην τους αφορά η μετενέργεια των
συμβάσεων, που πλέον δεν θα επεκτείνονται και σε μη μέλη εργοδοτικών συνδέσμων
ή εργατικών σωματείων. Επιπλέον, η διαιτησία θα αποφαίνεται μόνο για το ύψος
των μισθών, ενώ δεν θα μπορεί να επικυρώνει κανέναν άλλο θεσμικό όρο, όπως
συνέβαινε μέχρι πρότινος. Όσον αφορά τις παραμέτρους με τις οποίες καλείται ο
διαιτητής να εκδώσει μια διαιτητική απόφαση, είναι οι «οικονομικές συνθήκες»,
το «κενό ανταγωνιστικότητας», η «μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας» και η
«παραγωγική δραστηριότητα στον κλάδο». Αυτά τα κριτήρια ουδεμία σχέση δεν έχουν
με τα εργατικά συμφέροντα, αλλά υπακούουν στην προάσπιση των εργοδοτικών
συμφερόντων.
Οι αυξήσεις θεωρούνται απαγορευμένες, αφού «μέχρι το ποσοστό
της ανεργίας να διαμορφωθεί κάτω του 10%, αναστέλλεται κάθε αύξηση των αποδοχών
των εργαζομένων, περιλαμβανομένων της υπηρεσιακής ωρίμανσης καθώς και του
επιδόματος πολυετίας, χρόνου εργασίας, τριετίας, πενταετίας κ.λπ.». (άρθρο 4).
Στους εργαζόμενους των ΔΕΚΟ επιβάλλεται μια ιστορική
αντεργατική τομή, καθώς με το άρθρο 5 οι συμβάσεις εργασίας εργαζομένων σε
επιχειρήσεις ή οργανισμούς που υπάγονται ή είχαν υπαχθεί στον ευρύτερο δημόσιο
τομέα, μετατρέπονται σε συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, με άμεση ισχύ.
Επομένως, σε περίπτωση καταγγελίας των συμβάσεων αυτών, μετά τις 14
Φεβρουαρίου, ισχύουν ό,τι και με τις συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου
χρόνου στον ιδιωτικό τομέα, καταργώντας έτσι το καθεστώς μονιμότητας που είχε
κατοχυρωθεί στις ΔΕΚΟ.
Η νέα «δανειακή σύμβαση» με τα συνακόλουθα μέτρα της, όπως η
περιβόητη εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας, αποδεικνύουν ότι πρόκειται για
μανιφέστο του κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη και το λαό, για τη συντριβή
των δικαιωμάτων του, για την παράδοση των πάντων στην αγορά προκειμένου να
δυναμώσει το επιχειρηματικό κέρδος και να ξεπεράσει ο καπιταλισμός την κρίση
του, βάζοντας στο στόχαστρο την εργατική τάξη του ιδιωτικού τομέα.
Απέναντι σε αυτό τον ορυμαγδό κατά των εργατικών
δικαιωμάτων, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ προσμένει εναγωνίως
...τους εργοδότες «να τιμήσουν την υπογραφή και τις δεσμεύσεις τους», ενώ οι
αγώνες της βρίσκουν νέα ...κλιμάκωση στις δικαστικές προσφυγές στο Συμβούλιο
της Επικρατείας και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όταν η ΕΕ και η ΕΚΤ είναι πίσω από
κάθε μέτρο! Και εν τέλει, το δίλημμα που από μέρες θέτει είναι ή «συντεταγμένη»
μείωση των μισθών 22% με υπογραφή άρον άρον ανάλογων κλαδικών συμβάσεων ή
χαοτικές μειώσεις άνω του 50% σε περίπτωση που δεν υπογραφούν νέες συμβάσεις
που θα εμπεριέχουν τη μείωση.
Η γραμμή αυτή είναι απαράδεκτη και καταστροφική για τα
εργατικά δικαιώματα! Και απαιτείται άμεσα και με σαφή τρόπο να την απορρίψει
και να την καταγγείλει κάθε σωματείο, συνδικάτο κι εργατική συλλογικότητα που
κινείται σε ταξική κατεύθυνση. Ανοίγοντας το δρόμο για ουσιαστικά βήματα
ανεξάρτητου εργατικού συντονισμού και συγκρότησης εργατικών οργάνων πάλης που
θα μάχονται για την ανατροπή του βάρβαρου αυτού καθεστώτος και τη διεκδίκηση
των πιο σύγχρονων εργατικών αιτημάτων.
Ένα πρώτο άμεσο μέτρο είναι η σαφής εναντίωση σε κάθε μείωση
μισθών και η απόρριψη μιας τέτοιας γραμμής υποταγής από κάθε ταξικό κλαδικό
σωματείο ή ομοσπονδία και η διεκδίκηση αυξήσεων. Η μη υπογραφή νέων συλλογικών
συμβάσεων με μειωμένους μισθούς θα δημιουργήσει ανασχέσεις στη γενίκευση της
εργοδοτικής επίθεσης και στην καθολική μείωση μισθών, αναγκάζοντάς την να
οδηγηθεί σε επιμέρους μάχες σε κλάδους και επιχειρήσεις.
Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα για το μέλλον του εργατικού
κινήματος και την προοπτική του είναι η υπεράσπιση της σύγχρονης ταξικής
ενότητας των εργαζομένων. Καμιά διάκριση μεταξύ παλιών και νέων εργαζομένων,
πλήρη δικαιώματα στους νέους, ίση αμοιβή για ίση δουλειά. Η εργατική τάξη δεν
πρέπει και δεν μπορεί να αφήσει τα παιδιά της έρμαια στην εκμεταλλευτική μανία
και την ανηθικότητα της εργοδοσίας. Η νέα βάρδια πρέπει να μπει στη ζωή με το
κεφάλι ψηλά, όχι εξανδραποδισμένη. Κανένας νέος με το μισθό πείνας που θέλουν
να του δώσουν! Στους χώρους του Δημοσίου, από την άλλη, δεν πρέπει να γίνει
αποδεκτή καμιά απόλυση και αξιολόγηση που θα οδηγήσει στην εξατομίκευση και την
υποταγή στον εργοδότη - αξιολογητή. Αντίθετα, να γενικευτεί ο αγώνας για να
ανατραπούν το ενιαίο μισθολόγιο - φτωχολόγιο και η αντιδραστική αναδιάρθρωση
του δημόσιου τομέα.