Υπάρχουν πάντα στην Ιστορία οι κρίσιμες στιγμές, οι οριακές,
όταν θα πρέπει να αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις, που
τραγούδαγε ο Σαββόπουλος. Είναι οι στιγμές που δεν επιδέχονται αναβολής, δεν
αφήνουν περιθώρια υπεκφυγών, δεν επιτρέπουν αποχή. Η αναβολή, οι υπεκφυγές, η
αποχή είναι τοποθέτηση.
του Θανάση Σκαμνάκη
Σε μας εδώ, τόσα χρόνια καλλιτέχνες και διανοούμενοι
μοίρασαν τις «αντιεξουσιαστικές» τους ανησυχίες μεταξύ μεγάρων μουσικής και
εντύπων των συγκροτημάτων, έγιναν αναγνωρίσιμα πρόσωπα με τις εμφανίσεις σε
τηλεοπτικά πάνελ, εκσφενδόνισαν πλειστάκις απίστευτες γελοιότητες με ύφος
αυθεντίας, αποσπώντας επαίνους από αμαθείς τηλεπαρουσιαστές, και ταυτόχρονα
πρόταξαν άτακτα κομμάτια «αριστεροσύνης», ως συστατικό μιας πειστικής συνταγής.
Νομίζοντας πως έτσι κερδίζουν και από εδώ και από εκεί –κυρίως όμως από το
εκεί, απ’ όπου δηλαδή παράγεται και μοιράζεται το κέρδος– οι έμποροι αυτοί, οι
μεσάζοντες, οι μεταπράτες της σκέψης και της τέχνης. Μικροί ως επί το πλείστον,
σε ένα μικρό καιρό, δανείζονταν ύψος (και ύφος) από τα εμπορικά καταστήματα της
ενημέρωσης και τις βιτρίνες της επικαιρότητας. Έκαναν τις φάτσες τους
εικονίτσες στις εφημερίδες, συγγράφοντας κείμενα που δεν διάβαζε κανείς και
αφιέρωσαν την πένα τους πολλές φορές εκπονώντας ομιλίες πρωθυπουργών και λοιπών
αξιοπαθούντων. Ούτως ή άλλως ο λαός τούς έπεφτε πολύ χαμηλά.
Τώρα όμως που σχίζεται το παραπέτασμα, η ανέξοδη
αριστεροσύνη και η σπουδαιοφάνεια που κρύβει την ουσιώδη άγνοια, δεν πουλάει.
Όσοι σοβαροί είχαν μείνει και μιλούσαν με θάρρος και γνώση, αποβλήθηκαν με
συνοπτικές διαδικασίες από τους «ναούς των σκέψεων» του συστήματος και από τις
συνεστιάσεις των «ειδημόνων». Οι λοιποί παραμένουν στο εκεί και εξακολουθούν να
έχουν μάτια αλλά να μη βλέπουν την καταστροφή και τους αίτιους. Και επίσης δεν
ξέρουν, δεν καταλαβαίνουν, δεν θέλουν να μάθουν, πως το ανέμελο φαγοπότι έλαβε
τέλος. Πως έρχεται καιρός να πληρώσουν λογαριασμούς. Πως δεν μπορούν να
περιφέρονται ανέμελοι σε φιλανθρωπικά γκαλά εξηγώντας πόσο αναγκαία και ενάρετη
είναι η φτώχεια και πόσο φιλεύσπλαχνοι οι ίδιοι. «Καιρός του σπείρειν καιρός
του θερίζειν» που έλεγε κι ο ποιητής. Δεν ξέρω αν η εποχή θα βγάλει μιαν
εξέγερση, μια ανάταση, μια νέα ελπίδα. Ξέρω όμως πως το ταραγμένο πέλαγο βγάζει
στον αφρό από το βυθό όλα τα υλικά του βούρκου.