Μ ία από τις παράπλευρες απώλειες των μνημονιακών πολιτικών
είναι η ουσιαστική κατάργηση των νομοθετικών αρμοδιοτήτων της Βουλής. Από τη
μια μεριά αυτή δεν ασκεί θεμελιώδεις τυπικές αρμοδιότητες που από το Σύνταγμα
της επιβάλλονται, όπως η κύρωση των Διεθνών Συνθηκών και από την άλλη, το
ουσιαστικό έργο της νομοθέτησης ασκείται πλέον συστηματικά από την κυβέρνηση με
Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) και Πράξεις Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ).
του Γιώργου Κατρούγκαλου*
Οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, που εκδίδονται σύμφωνα
με το άρθρο 44 του Συντάγματος αποκλειστικά έχουν καταστεί ο συνήθης τρόπος
νομοθέτησης. Και αυτές, τουλάχιστον, εκδίδονται μεν από το Υπουργικό Συμβούλιο,
πρέπει όμως στη συνέχεια να εγκριθούν από τη Βουλή. Οι Πράξεις Υπουργικού
Συμβουλίου, αντιθέτως, είναι απολύτως στεγανοποιημένες από τη λαϊκή
αντιπροσωπεία. Δεν είναι τίποτα άλλο από κοινές υπουργικές αποφάσεις που
υπογράφονται από όλους τους υπουργούς. Και όμως με αυτές, χωρίς την ύπαρξη
συνταγματικά ανεκτών νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων, επιχειρείται να καταργηθούν
νόμοι δεκαετιών, με τις οποίες κτίστηκε το ελληνικό εργατικό δίκαιο.
Πρόκειται για μία ακόμη πλευρά της τάσης να διολισθαίνει η
άσκηση της εξουσίας σε στεγανούς χώρους όπου ακόμη και οι θεσμοί της τυπικής,
αστικής δημοκρατίας δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Εκεί που το θέμα παίρνει
κωμικοτραγικές καταστάσεις είναι με την κύρωση της νέας δανειακής σύμβασης. Ως
γνωστόν, η πρώτη δανειακή σύμβαση, αν και κατατέθηκε στη Βουλή, ουδέποτε
κυρώθηκε, κατά εξόφθαλμη και κατάφορη παραβίαση του άρθρο 36 παρ. 2 του
Συντάγματος.
Η νέα δανειακή σύμβαση έχει μέχρι στιγμής εμφανιστεί και
μάλιστα σε διάστημα λίγων ημερών, σε τρεις μεταμορφώσεις. Αρχικά κατατέθηκε και
ψηφίστηκε ως παράρτημα 13 στο νόμο 4046/2012, με τη μορφή «Σχεδίου Σύμβασης
Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας (ΕTXΣ). της Ελληνικής Δημοκρατίας
και της Τράπεζας της Ελλάδος».
Στη συνέχεια, στις 14/3, μία άλλη εκδοχή της, στην οποία
έχει προστεθεί ως εγγυητής και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας (που έχει ως σκοπό τη χρηματοδότηση της κεφαλαιακής επάρκειας των
ελληνικών τραπεζών) πήρε τη μορφή Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου. Την ίδια
μέρα, 14/3, η τρίτη μετενσάρκωσή της (προσοχή, ως σχέδιο πάντα και όχι ως
υπογραμμένο νομικό κείμενο) κατατέθηκε στη Βουλή με τη μορφή κυρωτικού νόμου
της προαναφερθείσας ΠΝΠ.
Δεν είναι σαφές εάν αυτός ο άσκοπος πολλαπλασιασμός των
εγκρίσεων κρύβει την αποδοχή πρόσθετων απαιτήσεων των δανειστών ή αποτελεί απλή
(τερατωδών όμως διαστάσεων) διαχειριστική ανικανότητα. Σε κάθε περίπτωση όμως,
η γελοιοποίηση του ελληνικού κοινοβουλίου να «συζητά», δήθεν, και δουλικά να
εγκρίνει συνεχώς παραλλαγές του ίδιου κειμένου, συνδυάζεται με τη συνέχιση των
αντισυνταγματικών πρακτικών μη κύρωσης. Και τούτο γιατί το Σύνταγμά μας δεν
προβλέπει την έγκριση σχεδίων, αλλά την κύρωση ήδη ολοκληρωμένων και υπογραμμένων
διεθνών συμβάσεων. Η πρόβλεψη ότι η νέα δανειακή σύμβαση θα ισχύει από την
υπογραφή της, χωρίς κύρωση από τη Βουλή, παραβιάζει τα άρθρα 28 παρ. 2 και 36
παρ. 2 του Συντάγματος, καθώς και το διεθνές δίκαιο.
Τέλος, από πλευράς ουσιαστικών ρυθμίσεων, η νέα σύμβαση
περιλαμβάνει ακόμη πιο τερατώδεις ρυθμίσεις και από την πρώτη. Εντελώς
ενδεικτικά, δεν επαναλαμβάνει απλώς, όπως και η Σύμβαση «Δανειακής
Διευκόλυνσης» της 10ης Mαΐου 2010 τη ρήτρα παραίτησης από τις ασυλίες της
εθνικής κυριαρχίας και την απαγόρευση κάθε μελλοντικής αναδιάρθρωσης του χρέους
με όρους που να συμφέρουν τη χώρα μας, αλλά προβλέπει και ρητές «υποχρεώσεις
για επιθεωρήσεις, πρόληψη απάτης και ελέγχους».
Με την προκλητική αυτή διατύπωση, για να προφυλαχθούν οι
εταίροι μας από «απάτη» σε βάρος τους από το ελληνικό Δημόσιο, θα πρέπει να
ανεχόμαστε την άμεση παρέμβαση γκαουλάιτερ που θα έχουν πρόσβαση (στην
πραγματικότητα έλεγχο και καθοδήγηση) σε κάθε πτυχή άσκησης δημόσιας εξουσίας
στον τόπο μας. (Το πιο ωραίο είναι ότι επειδή έχουν αντιληφθεί την πλήρη νομική
αβασιμότητα και επισφάλεια των γνωμοδοτήσεων του Νομικού Συμβουλίου που ζητούν
και λαμβάνουν υπέρ της συνταγματικότητας των τερατωδιών αυτών, έχουν περιλάβει
όρο κατά τον οποίο εάν αυτές αποδειχθούν ανακριβείς και η σύμβαση
αντισυνταγματική, αυτό θα συνιστά απάτη σε βάρος τους εκ μέρους της Ελλάδας!
Σπάνιο δείγμα προτεσταντικής αίσθησης μαύρου χιούμορ...) .
Η νέα αυτή δανειακή σύμβαση, ακόμη και εάν έλθει προς κύρωση
στη Βουλή και συγκεντρώσει τις αναγκαίες κατά το Σύνταγμα ψήφους των τριών
πέμπτων και πάλι θα είναι άκυρη, λόγω των ουσιαστικών αντισυνταγματικοτήτων
της. Και, σε κάθε περίπτωση, μια άλλη πλειοψηφία της Βουλής μπορεί (στην
πραγματικότητα έχει συνταγματική υποχρέωση) να καταγγείλει με απλή πλειοψηφία.
Άλλωστε, είναι ξεκάθαρο ότι το ζήτημα του χρέους δεν είναι
νομικό θέμα. Δεν είναι καν κυρίως οικονομικό. Είναι πολιτικό. Για το λόγο αυτό
στον καθένα από μας, με τη συμμετοχή του στη συλλογική δράση, εναπόκειται να
επιδιώξει τη λύση του δράματος.
*Αναπληρωτής Καθηγητής Συνταγματολόγος στο πανεπιστήμιο της Θράκης