Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Προγραμματική απάντηση – εργατική κυβέρνηση

 ΒΑΣΙΛΗΣ ΘΕΟΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ*


Η επίθεση στα εργατικά δικαιώματα και η διαμόρφωση ενός νέου –δυσμενέστερου για την εργατική τάξη– συσχετισμού, είναι ζωτική ανάγκη για τους κεφαλαιοκράτες, είναι όρος για την επιβίωσή τους, για τη διατήρηση της θέσης και των προνομίων τους, σε συνθήκες κρίσης. Η επίθεση αυτή δεν είναι υπόθεση κάθε μεμονωμένου κεφαλαιοκράτη. Γίνεται συντεταγμένα από το σύνολο των κεφαλαιοκρατών, συντονίζεται από το αστικό κράτος, την ΕΕ και το ΔΝΤ και αφορά στο σύνολο της εργατικής τάξης. Ο νέος συσχετισμός αποκρυσταλλώνεται σε νόμους, που κατοχυρώνουν το έδαφος που κερδίζει η αστική τάξη.

* Μέλος της ΠΕ της Κ.Ο. Ανασύνταξη



Η αντίδραση της εργατικής τάξης, οι αγώνες και οι κινητοποιήσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι εμφανώς αναντίστοιχες με το μέγεθος της επίθεσης και κατώτερες των δυνατοτήτων, ακόμα και του σημερινού εκφυλισμένου συνδικαλιστικού κινήματος. Κάθε προσπάθεια αντίδρασης και απόκρουσης των κυβερνητικών μέτρων, συναντά απέναντί της το σύνολο των δυνάμεων του αστικού στρατοπέδου: τους κεφαλαιοκράτες, την κυβέρνηση τους, την ΕΕ, το ΔΝΤ, τα αστικά κόμματα και τους μηχανισμούς της αστικής προπαγάνδας που παρουσιάζουν την κυβερνητική πολιτική σαν μονόδρομο.
Κάθε αγώνας που θα προβάλει ισχυρή αντίσταση, έρχεται άμεσα σε σύγκρουση με το σκληρό πυρήνα της ταξικής εξουσίας των κεφαλαιοκρατών. Κάθε αγώνας που θέλει να ανατρέψει έστω και εν μέρει την κυβερνητική πολιτική, βάζει θέμα πτώσης της κυβέρνησης. Αυτή η ιδιομορφία της περιόδου, προκαλεί δέος και παράλυση στο εργατικό κίνημα, που έχει διαπαιδαγωγηθεί στον οικονομισμό και ήταν σχεδόν στο σύνολό του εγκλωβισμένο στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι το σύνθημα «Κάτω η κυβέρνηση» που σε άλλες περιόδους –και ειδικά όταν στην κυβέρνηση ήταν η ΝΔ– το είχαν για «ψωμοτύρι» ακόμα και τα συνδικάτα, σήμερα δεν τολμούν να το εκστομίσουν ούτε πολιτικές οργανώσεις. Κι αυτό γιατί δεν μπορούν να απαντήσουν στο εύλογο ερώτημα «Μετά την πτώση της κυβέρνησης τι;».
Διέξοδο στη σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να αποτελέσει μόνο η προσπάθεια ανάπτυξης αγώνων και αντιστάσεων, χωρίς τη διατύπωση προγράμματος διεξόδου. Η ύπαρξη πολιτικής λύσης και διεξόδου δυναμώνει το κίνημα, ενισχύει την αυτοπεποίθηση των εργαζομένων, συσπειρώνει δυνάμεις στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Χωρίς πολιτική προοπτική, η εργατική τάξη δεν μπορεί να απεγκλωβιστεί από τη λογική του μονόδρομου και το εργατικό κίνημα δεν θα μπορεί να σηκώσει κεφάλι.
Από την άλλη μεριά, η πολιτική πρόταση δεν μπορεί να εξαντλείται στην επίκληση μιας αόριστης κομμουνιστικής προοπτικής ή ακόμα και στην απαραίτητη ζύμωση για την αναγκαιότητα της εργατικής εξουσίας. Πρέπει να απαντάει στα άμεσα προβλήματα με ολοκληρωμένο τρόπο και να περιγράφει ένα σαφή δρόμο.
Στις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές προβλήθηκαν τα βασικά στοιχεία ενός προγράμματος εργατικής απάντησης. Το πρόγραμμα που κατατέθηκε από μια σειρά δυνάμεις συνιστά μια μεγάλης κλίμακας απαλλοτρίωση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας, με την υλοποίηση στόχων όπως η διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων και η λειτουργία τους με εργατικό έλεγχο κ.λπ. Το πρόγραμμα αυτό αποτελεί πολύτιμη παρακαταθήκη και μπορεί να υλοποιηθεί στο σύνολό του μόνο από το κράτος της εργατικής εξουσίας και μάλιστα σε μια κατάσταση που υπάρχουν σημαντικά διεθνή στηρίγματα. Οι δυνάμεις που προτείνουν αυτό το πρόγραμμα, οφείλουν όμως από σήμερα να διεκδικούν την υλοποίησή του. Με σημαία αυτό το πρόγραμμα, την εργατική απάντηση στην κρίση και την επίθεση των κεφαλαιοκρατών, απαιτούμε την πτώση της κυβέρνησης και επιδιώκουμε να μπει στη θέση της μια κυβέρνηση που θα υλοποιήσει αυτό το πρόγραμμα. Η κυβέρνηση αυτή μπορεί να είναι μόνο κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μικροαστών, που υπό το φάσμα της επικείμενης προλεταριοποίησής τους «δεν υπερασπίζουν τα σημερινά, αλλά τα μελλοντικά τους συμφέροντα, εγκαταλείπουν τη δική τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου.» (Κομμουνιστικό μανιφέστο). Η επιδιωκόμενη εργατική κυβέρνηση μέσα στις τρέχουσες συνθήκες μιας σχετικής κοινοβουλευτικής ομαλότητας, δεν θα είναι ένα βήμα προς την επανάσταση, αλλά το πρώτο βήμα της επανάστασης.
Οι πολιτικές προϋποθέσεις για ένα πολιτικό μέτωπο που θα διεκδικήσει το σχηματισμό εργατικής κυβέρνησης, δεν υπάρχουν σήμερα, όπως δεν υπάρχουν και οι πολιτικές προϋποθέσεις για την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Αν όμως αυτοί οι στόχοι δεν τεθούν, αυτές οι προϋποθέσεις δεν πρόκειται να εκπληρωθούν ποτέ.
Για την ανάδειξη μιας τέτοιας εργατικής κυβέρνησης πρέπει να επιδιώξουμε το σχηματισμό πολιτικού μετώπου με τη συνεργασία όλων των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων, που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη στη βάση του παραπάνω προγράμματος. Χωρίς μια τέτοια πολιτική πρόταση που μπορεί να ανοίξει έναν άλλο δρόμο, μένουμε σε μια γραμμή ανάπτυξης των αγώνων χωρίς προοπτική ή ακόμα χειρότερα αντί να προτείνουμε στο εργατικό κίνημα το γκρέμισμα της σημερινής αστικής κυβέρνησης και την ανάδειξη μιας άλλης εργατικής κυβέρνησης, το αφήνουμε έρμαιο στις απόψεις που διεκδικούν μια «άλλη πολιτική» από την ίδια αστική κυβέρνηση.


0 Τοποθετησεις: