Της Ειρήνης Κοσμά
Το φάντασμα της χρεοκοπίας ξύπνησε και πάλι στις ΗΠΑ, εκεί όπου εκδηλώθηκε η κρίση χρέους το 2008, πριν αρχίσει να πλήττει τα κράτη μέλη της ευρωζώνης. Η νέα διόγκωση του αμερικανικού δημόσιου χρέους δίνει νέα τροφή για σενάρια τρόμου, όσον αφορά το μέλλον της αμερικανικής και της παγκόσμιας οικονομίας.
Την ώρα που φουντώνουν τα σενάρια επέκτασης της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη, οι αμερικανοί Ρεπουμπλικάνοι θέτουν την κυβέρνηση Ομπάμα ενώπιον του διλήμματος: Λιτότητα ή χρεοκοπία. Το αμερικανικό Κογκρέσο, όπου οι Δημοκρατικοί μειοψηφούν, καλείται μέχρι τις 2 Αυγούστου να έχει αποφασίσει αύξηση του επιτρεπτού ορίου δανεισμού, διαφορετικά θα πρέπει να κηρυχτεί στάση πληρωμών. Οι Ρεπουμπλικάνοι αρνούνται επίμονα να συναινέσουν στην αύξηση, εντείνοντας τις πιέσεις τους έναντι των πολιτικών τους αντιπάλων, ενόψει των εκλογών του 2012. Επικαλούμενοι την αύξηση του χρέους, που έχει τριπλασιαστεί τα τελευταία έντεκα χρόνια, απαιτούν την υιοθέτηση μέτρων λιτότητας, περαιτέρω συρρίκνωση του κράτους και περικοπές των κοινωνικών παροχών. Επιπλέον, οι πολιτικοί αντίπαλοι του Ομπάμα, που πλειοψηφούν στη Βουλή των Αντιπροσώπων, επιδιώκουν επιμήκυνση ισχύος για τις φοροαπαλλαγές υπέρ των πλουσιότερων που εγκαινίασε η εποχή του Ρεπουμπλικάνου Τζορτζ Μπους του νεότερου. Υποστηρίζουν τέλος ότι μόνο μέσω της περιστολής των κρατικών δαπανών θα μειωθεί το δημόσιο έλλειμμα. Ο Ομπάμα από την πλευρά του, αρνείται να υιοθετήσει μέτρα που θα προκαλούσαν τη δυσαρέσκεια της κοινωνικής πλειοψηφίας και των ψηφοφόρων του. «Δεν είναι η κοινωνική ασφάλιση η πηγή των προβλημάτων όσον αφορά το έλλειμμα», υπογραμμίζει ο αμερικανός πρόεδρος, που αγωνιά να συγκρατήσει τη δυσαρέσκεια απογοητευμένων εκλεκτόρων.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου IPSOS που δημοσιοποιήθηκε την Τετάρτη, στο ερώτημα ποιες πληρωμές «πρέπει» να διακοπούν, αν δεν αυξηθεί εγκαίρως το ανώτατο όριο ομοσπονδιακού δανεισμού, το 36% των Αμερικανών απαντούν πως κατά προτεραιότητα θα πρέπει να μην πληρώνονται οι διεθνείς πιστωτές, δηλαδή οι τράπεζες. Μόλις το 12% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι «θα πρέπει να διακοπεί η χρηματοδότηση προς τομείς όπως η γεωργία ή η παιδεία». Παράλληλα, ποσοστό 14% θεωρούν ότι το σπουδαιότερο οικονομικό πρόβλημα είναι το έλλειμμα στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, από 8% τον περασμένο Οκτώβριο. Σωρευτικά, το έλλειμμα αγγίζει σήμερα τα 14,29 δισ. δολάρια, από τα οποία τα 1,6 δισ. δολάρια αφορούν τον τρέχοντα ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, ενώ ραγδαία είναι και η αύξηση του χρέους.
Από 5,6 τρισ. δολάρια που ήταν το αμερικανικό δημόσιο χρέος το 2000, έχει ήδη εκτιναχτεί στα 14,3 τρισ. και από 57% του ΑΕΠ το 2000, πλησιάζει ταχύτατα στο 100%. Αυτό το τεράστιο χρέος που θα είχε καταστήσει κάθε χώρα όμηρο των αγορών, μέχρι πρότινος δημιουργούσε περιορισμένου αντίκτυπου προβλήματα στη στρατιωτικοπολιτική υπερδύναμη. Η Ουάσινγκτον με τη συγκαλυμμένη απειλή επιβολής εμπορικών αντιποίνων πετύχαινε να δανείζεται φτηνά, σχεδόν τσάμπα, από χώρες με αυξημένη ρευστότητα. Οι Κινέζοι έχουν ομόλογα των ΗΠΑ αξίας 1,3 τρισ. δολαρίων, οι Γιαπωνέζοι 900 δισεκατομμυρίων, οι Νοτιοασιάτες (Ν. Κορέα, Ταϊβάν, Ταϊλάνδη) 300 δισεκατομμύρια.
Ωστόσο, όσο συνεχίζει να απειλείται η παντοδυναμία των ΗΠΑ, από τις αναδυόμενες δυνάμεις, τόσο αυξάνονται οι πιέσεις και για τα οικονομικά και στρατιωτικοπολιτικά κέντρα ελέγχου που εδρεύουν στο έδαφός της. Ήδη το Πεκίνο ζήτησε από την Ουάσινγκτον τη «λήψη μέτρων» για την προστασία των συμφερόντων των επενδυτών και την υιοθέτηση μίας «υπεύθυνης πολιτικής», μετά την προειδοποίηση του οίκου αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Mούντις την Τετάρτη, περί ενδεχόμενης υποβάθμισης του αμερικανικού αξιόχρεου, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί πολιτική συμφωνία για την αύξηση του ανώτατου ορίου δανεισμού της χώρας.
Η αμερικανική οικονομική και στρατιωτικοπολιτική ελίτ απέχει από το να αρχίσει να μετρά αντίστροφα τις μέρες της αφθονίας της, ωστόσο οι πρώτοι κλυδωνισμοί της παγκόσμιας αλλά και της εθνικής κυριαρχίας της αρχίζουν να γίνονται αισθητοί.