ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΛΑΦΡΟΣ
Καμιά αποδοχή στο κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, το κίνημα μπορεί να το ανατρέψει
Μια στυφή γεύση άφησε η τελευταία απεργιακή κινητοποίηση, καθώς την ώρα που το κυβερνητικό τάγμα βουλευτών μαζί με τους «πρόθυμους» Μπακογιάννη - Κιλτίδη ψήφιζε το αντεργατικό τερατούργημα, σύμφωνα με τις επιταγές του κεφαλαίου, της ΕΕ και του ΔΝΤ, η συγκέντρωση ήταν εμφατικά αναντίστοιχη με την κρισιμότητα της περίστασης.
Το ανοδικό εργατικό αγωνιστικό και απεργιακό ρεύμα του προηγούμενου εφταμήνου, που έφτασε στην κορύφωσή του με τον κοινωνικό σεισμό της 5ης Μάη και έδειξε την αντοχή του με την επιβλητική απεργία - πορεία της 20ης Μάη, φαίνεται να αναδιπλώνεται, δεχόμενο τη συντονισμένη πίεση ότι «δεν βγαίνει τίποτα με τους αγώνες» και ότι «τα μέτρα πέρασαν». Λαμβάνοντας σε ισχυρές δόσεις το ναρκωτικό των αυταπατών για κάποιες βελτιώσεις μέσα από το ΠΑΣΟΚ, με τους θεατρινισμούς του ανεκδιήγητου υπαλλήλου του ΔΝΤ και της Κομισιόν, Α. Λοβέρδου, και τα ψελλίσματα των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, πριν πουν το μεγάλο «ναι», που θα τους ατιμάζει για πάντα και που αποκαλύπτει την ολοκληρωτική και πλήρη αστική μετάλλαξη του κυβερνώντος κόμματος. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι «έσβησε» το άστρο της 5ης Μάη και της δυνατότητας του κινήματος, αλλά πως γίνεται συντονισμένη προσπάθεια από τις δυνάμεις του συστήματος να μετατραπεί σε διάττοντα αστέρα.
Βεβαίως, το γεγονός ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου κατάφερε να περάσει πραξικοπηματικά από τη Bουλή το μνημόνιο και το νομοσχέδιο για ασφαλιστικό μόνο σαν πύρρεια νίκη μπορεί να λογαριαστεί, καθώς η πολιτική της επιρροή μειώνεται δραματικά. Η αντίφαση που διαμορφώνεται είναι ότι ενώ έχει πλατύνει η αντίθεση στα μέτρα, ενώ έχουν βαθύνει και διαδοθεί σε πρωτοφανή –για τις τελευταίες δεκαετίες– έκταση τα ερωτήματα για την κυρίαρχη πολιτική και τον καπιταλισμό, ενώ παίρνουν όλο και πιο συνολικό πολιτικό χαρακτήρα, αδυνατούν να βρουν αγωνιστικό - κινηματικό δρόμο να εκφραστούν.
Σε αυτό συνέβαλε καθοριστικά ο πυροσβεστικός ρόλος του αστικοποιημένου και υποταγμένου συνδικαλισμού των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ (ετοιμάζονται τώρα να υπογράψουν «αυξήσεις» 1%). Αδιέξοδος και «εντός - εκτός και επί τα αυτά» αποδείχθηκε και ο δρόμος του ΠΑΜΕ, ενώ η ταξική πτέρυγα –παρά τη συμβολή της– δεν κατάφερε να δημιουργήσει μια άλλη πορεία. Πάντως, το άνοιγμα ενός άλλου δρόμου αγωνιστικής ταξικής ενότητας, για νικηφόρους ανατρεπτικούς αγώνες σε σύγκρουση με την κυβερνητική συνδικαλιστική γραφειοκρατία, με τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ενωτικού κέντρου αγώνα πρωτοβάθμιων σωματείων, επιτροπών αγώνα, ακόμα και ομοσπονδιών είναι απαραίτητος όρος για το επόμενο κύμα των κινητοποιήσεων.
Χωρίς να υποτιμούμε –κάθε άλλο– τη σημασία της κυβερνητικής - αστικής τρομοκρατίας των ελλειμμάτων, την άγρια καταστολή και τις κρατικές προβοκάτσιες τύπου Μαρφίν (που αποκαλύπτει τι δυνάμεις θα κινητοποιηθούν λόγω της κρισιμότητας της μάχης), τη μακρόχρονη ιδεολογική κατεργασία και παρακμή του εργατικού κινήματος (για την οποία έχει και η Αριστερά, πρώτα και κύρια η ρεφορμιστική, τις δικές της ευθύνες), η αδυναμία νικηφόρας κορύφωσης του κινήματος αποτυπώνει και τις ευθύνες της επίσημης Αριστεράς, παρά το γεγονός ότι ο ευρύτερος αριστερός κόσμος μπήκε αποφασιστικά στον αγώνα. Χωρίς αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα απάντησης στην κρίση, χωρίς εμπιστοσύνη και απελευθέρωση των αστείρευτων δυνάμεων της εργατικής τάξης, χωρίς συγκρουσιακή λογική αγώνα διαρκείας για την ανατροπή αλλά με καλλιέργεια της ηττοπάθειας (ότι τα μέτρα θα περάσουν και πάμε για λαϊκή εξουσία) και της συμμόρφωσης (δεν μπορούμε έξω από την ΕΕ), χωρίς λογική κοινής δράσης σε ρήξη με τον υποταγμένο συνδικαλισμό για να ανατραπεί η επίθεση. Η αντικαπιταλιστική Αριστερά, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πρωτοστάτησε στον αγώνα, συνέβαλε στην ανεξάρτητη αγωνιστική συμπόρευση των πρωτοβάθμιων σωματείων, πρόβαλε ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα απάντησης στην κρίση και στην αστική επίθεση (το οποίο για πρώτη φορά συνάντησε τέτοια απήχηση), αλλά δεν μπορεί ακόμα να επιδράσει σε πλατιά εργατικά στρώματα.
Και τώρα τι; Το σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση δεν ξεμπέρδεψε. Καταρχήν, η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση δεν ξεπερνιέται. Η κρίση θα έχει νέες μεγάλες περιπλοκές και στην Ελλάδα και στην ΕΕ. Ενώ από Σεπτέμβρη, οι εργαζόμενοι θα βρεθούν με τον πιο άμεσο τρόπο αντιμέτωποι με τα μέτρα της χούντας κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πολλούς κλάδους οι περικοπές σε μισθούς και επιδόματα θα αρχίσουν αναδρομικά από τότε.
Θα ξεκινήσει από Σεπτέμβρη το δεύτερο κύμα του αγώνα για να σαρωθεί η «χούντα»; Ας μην το θεωρήσουμε δεδομένο. Υπάρχουν κρίσιμες προϋποθέσεις γι’ αυτό και η Αριστερά οφείλει να τοποθετηθεί. Πρώτο, δεν κάνουμε «διαχείριση της ήττας», δεν αναγνωρίζουμε το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, παλεύουμε για την ανατροπή του μνημονίου, όλων των μέτρων και του συνόλου της επίθεσης. Παλεύουμε για την ανατροπή της κυβέρνησης «από τα κάτω και τα αριστερά». Δεύτερο, υποκείμενο της ανατροπής είναι ένα μαζικό πολιτικό εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα και όχι οι εκλογικές επιλογές. Άρα, κλιμάκωση των αγώνων, διαμόρφωση ικανού κέντρου αγώνα και όχι αναστολή για να μοιράσουμε τα «κουκιά». Με ένα τέτοιο πνεύμα, μπορούν να αξιοποιηθούν από την αντικαπιταλιστική Αριστερά και οι περιφερειακές - δημοτικές εκλογές του Νοέμβρη. Τρίτο, δεν μπορούμε να νικήσουμε με «μία από τα ίδια», είναι επιτακτική ανάγκη, μέσα στη μάχη να γίνουν τολμηρά βήματα τόσο για την ταξική ανασυγκρότηση του κινήματος, όσο και για την ενίσχυση - εμβάθυνση της αντικαπιταλιστικής και σύγχρονα κομμουνιστικής Αριστεράς, για την αντικαπιταλιστική συσπείρωση δυνάμεων που διαφοροποιούνται από το ρεφορμισμό. Τέταρτο, είναι επιτακτική ανάγκη η κοινή δράση των αριστερών δυνάμεων και αγωνιστών, μέσα στο μαζικό κίνημα και για την ενίσχυσή του, με βάση το αναγκαίο αριστερό πλαίσιο πάλης. Όχι για να ενώσει η Αριστερά τα «κομμάτια» της για «οτιδήποτε κι αν σώζεται», αλλά για να ενωθεί με τον αγωνιζόμενο κόσμο στην πάλη για την ανατροπή. Και τελευταίο, δεν περιμένουμε τον Σεπτέμβρη. Η περίοδος μέχρι τότε, μαζί με τα πιο περιορισμένα φέτος «μπάνια του λαού», είναι περίοδος αντίστασης και προετοιμασίας σε όλα τα επίπεδα...