Ριζοσπαστική πλατφόρμα αλλά με «θεσμική» μεταρρυθμιστική απάντηση
Σε έναν αντιφατικό πόλο ρήξης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ εξελίσσεται το Αριστερό Ρεύμα του Συνασπισμού, μετά την πανελλαδική του σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο. Στην απόφαση που ψηφίστηκε καταγράφεται μεν η αντίθεση με την ΕΕ, την ίδια στιγμή όμως οι δυνάμεις του Αριστερού Ρεύματος παραμένουν εγκλωβισμένες στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της ηγεσίας της Κουμουνδούρου, κατεύθυνση που ενισχύθηκε σημαντικά μετά το διεθνές Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Η πολιτική «συγκατοίκηση» του Αριστερού Ρεύματος με τη φιλοΕΕ ηγετική πτέρυγα του Συνασπισμού δεν αναμένεται να διαταραχθεί τουλάχιστον στο προσεχές διάστημα, καθώς ο προγραμματισμός του Ρεύματος είναι να ακολουθήσουν τοπικές συσκέψεις σε όλη την Ελλάδα με βάση την απόφαση, ώστε να διαμορφωθεί το αργότερο εντός δύο μηνών μια «πλατφόρμα» της τάσης.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΟΥΤΑΡΗΣ
«Αποτελεί πελώρια αυταπάτη ότι η ευρωζώνη και η ΕΕ, αυτές οι υπερεθνικές νομισματικές και αγοραίες ιμπεριαλιστικές ενώσεις του χρηματιστικού και πολυεθνικού κεφαλαίου, μπορούν να μετασχηματιστούν στο αντίθετό τους», υπογράμμισε ο Παναγιώτης Λαφαζάνης με συνέντευξή του στην Αυγή της Κυριακής. Η ρήξη με τη μεταρρυθμιστική στρατηγική που έχει σαν πυξίδα για την ΕΕ ο Συνασπισμός έγινε σαφής και από το κείμενο απόφασης της σύσκεψης του Αριστερού Ρεύματος: «Σήμερα, η ΕΕ εμφανίζει ένα αποκρουστικό ταξικό πρόσωπο και προσομοιάζει όλο και περισσότερο με ένα αντεργατικό γερμανικό στρατόπεδο, ενώ από τους κόλπους της αναδύεται ένας νέος υπερεθνικός ολοκληρωτισμός», σημειώνεται χωρίς περιστροφές, για να τονιστεί ότι «το Αριστερό Ρεύμα, έκφρασε τη ριζική του αντίθεση στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και στη συνέχεια στη Συνθήκη του Άμστερνταμ αλλά και στις μετέπειτα απαράδεκτες συνθήκες».
Και το «ταμπού» του ευρώ έσπασε με τη σύσκεψη του Σαββάτου: «Το ευρώ και ο μηχανισμός του είναι ένας μηχανισμός συνεχούς διεύρυνσης των αποκλίσεων και ανισοτήτων στην ευρωζώνη και μηχανισμός κοινωνικού και ταξικού πολέμου στην Ευρώπη», σημειώνεται, χρησιμοποιώντας διατυπώσεις που η ηγεσία του Συνασπισμού δεν θα διεννοείτο καν να σκεφτεί, ενώ και το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής αποφεύγει επιμελώς. Στο ίδιο μήκος κύματος καταγράφεται και η διαφωνία του Αριστερού Ρεύματος με την τακτική απάντηση του Συνασπισμού στο ζήτημα της διαχείρισης του χρέους: «Τόσο τα ευρωομόλογα όσο και η χρηματοδότηση για την αγορά ή επαναγορά χρέους δεν συνιστούν διέξοδο ούτε για την Ελλάδα ούτε για την ΕΕ. Αντίθετα, στη βάση αυτών των εργαλείων θα εφαρμοστούν σε βάρος της χώρας μας, αλλά και οποιασδήποτε άλλης, τα πολύ σκληρά και μακροχρόνια προγράμματα κατεδάφισης και επιτήρησης» υπογραμμίζεται σχετικά στην απόφαση. Αναλόγως σημαντική είναι και η διαφοροποίηση του «Ρεύματος» σε σχέση με την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου και χαρακτήρα της: «Η ΕΛΕ θα πρέπει να γίνει πρώτα απ’ όλα και κυρίως μια μεγάλη λαϊκή κινηματική υπόθεση αλήθειας για το χρέος και όχι κρατικό παράρτημα ή παραμάγαζο της Βουλής», τονίζεται στο κείμενο που τηρεί σαφείς αποστάσεις από την πρωτοβουλία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει στον πρόεδρο της Βουλής ανάλογη πρόταση.
Παρά τα βήματα διαφοροποίησης σε ριζοσπαστική κατεύθυνση, ο αντιευρωπαϊσμός του Αριστερού Ρεύματος υποτάσσεται τελικά, λόγω συσχετισμών, στο δυναμικό φιλοευρωπαϊκό και φιλοΕΕ ρεύμα
του Συνασπισμού. Όσο κι αν είναι πολύτιμη αυτή η ρήξη σε συμβολικό και όχι μόνο επίπεδο, στην πραγματικότητα το Αριστερό Ρεύμα δίνει περισσότερο άλλοθι πολυσυλλεκτικότητας στον Συνασπισμό, παρά συμβάλει σε αλλαγή πλεύσης. Επιπλέον, από το κείμενο της απόφασης προκύπτει ότι το «Ρεύμα» δεν τολμά και άλλες ρήξεις: Για παράδειγμα, δεν ασκείται πουθενά στο κείμενο κριτική στην πορεία και τα αδιέξοδα του σημερινού εργατικού κινήματος, όπως εκφράζεται επίσημα από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ. Η απόφαση της πανελλαδικής σύσκεψης αναφέρεται στην «ανάπτυξη λαϊκών επιτροπών», όμως σαν μοναδικό αίτημα αυτού του «μεγάλου λαϊκού κινήματος» τίθεται μια διευρυμένη εκδοχή του «δεν πληρώνω-δεν πληρώνω», που θα «αγκαλιάζει» και τις πληρωμές για το δημόσιο χρέος. Λείπουν με άλλα λόγια τα ριζοσπαστικά αιτήματα που καθιστούν ένα μαζικό κίνημα πολιτικοποιημένο.
Ακολούθως, η πολιτική πλατφόρμα του Αριστερού Ρεύματος παραμένει στο δοσμένο θεσμικό πλαίσιο, προσδοκώντας από το κράτος να αλλάξει χαρακτήρα. Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, η ριζοσπαστική Αριστερά καλείται να διαμορφώσει «ένα πρόγραμμα μεγάλων αλλαγών για ένα σύγχρονο, αποδοτικό και αποτελεσματικό κράτος και δημόσιο τομέα, ικανούς να ανακτήσουν τον έλεγχο των στρατηγικών τομέων της οικονομίας». Υποβαθμίζεται δηλαδή ο ρόλος των ανεξάρτητων μαζικών οργάνων του λαϊκού κινήματος, ενώ περιγράφεται ένας μάλλον θεσμικός τρόπος αλλαγής της πολιτικής.