Σε συνέντευξη του στην Αυγή (1/8/2010) ο Π. Λαφαζάνης, με χαρακτηριστική άνεση, εντάσσει τη συγκρότηση του ‘Αριστερού Bήματος Διαλόγου και Kοινής Δράσης στον πολιτικό στόχο της ενίσχυσης του ΣΥΡΙΖΑ, αναφέροντας επί λέξει: «Χρειάζεται να δώσουμε μια δεύτερη ώθηση στην υπόθεση της συμπαράταξης όλων των δυνάμεων της Aριστεράς και να αναζωογονήσουμε, στο πλαίσιο αυτό, τον ΣΥΡΙΖΑ. Σ' αυτή την κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει το πρόσφατα συσταθέν Βήμα Διαλόγου και Kοινής Δράσης της Aριστεράς – και όχι μόνο αυτό!». Πέρα από την απαράδεκτη λογική του «καπέλου» που ρίχνει –που δεν είναι βέβαια χωρίς σημασία– αξίζει να σταθούμε στην πολιτική ουσία αυτής της συνοπτικής και μεστής παρέμβασης.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ
Ποιος είναι ο πρώτος πολιτικός στόχος του «νέου» αριστερού ρεύματος του ΣΥΝ (μιας και το «παλιό» κατέληξε υποστηρικτικός μηχανισμός του Αλέξη Τσίπρα); Η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ! Αυτή είναι η αγωνία όλου του κόσμου φαίνεται και όχι ένα κίνημα ανατροπής της επίθεσης. Κατά τα άλλα, περιέργως, πολλοί εύκολα κατηγορούν μόνο το ΚΚΕ για κομματικοκεντρική λογική.
Αντί για το στόχο της ανατροπής της επίθεσης, τίθεται ο κεντρικός πολιτικός στόχος «μιας ριζοσπαστικής προοδευτικής ανατροπής και αλλαγής στη χώρα». Μια «αλλαγή» ακαθόριστη, που θα γίνει μάλλον από τον ενισχυμένο ΣΥΡΙΖΑ ...απέναντι στο μνημόνιο, το οποίο κατά ένα μαγικό τρόπο αποσυνδέεται από την ΕΕ και γενικά από την καπιταλιστική αναδιάρθρωση. Μην κουράζεστε. Δεν θα βρείτε ούτε φραστικές αναφορές. Δεν υπάρχει ΕΕ, ούτε καπιταλισμός. Αν με τέτοια προσέγγιση πιστεύει κανείς πως θα αγγίξει το «σοσιαλιστικό χώρο», που αναπολεί σε ένα βαθμό τις σοβαρότερες διακηρύξεις της παπανδρεϊκής εποχής, είναι τουλάχιστον αφελής. Μάλλον πείθεται πως η Αριστερά δεν έχει καμιά σοβαρότητα και εγκλωβίζεται στο ΠΑΣΟΚ.
Το αίτημα για «διαγραφή του χρέους», διόλου αθώα αντικαθίσταται από τη «ριζοσπαστική επαναδιαπραγμάτευση» και αυτό βέβαια συνδεδεμένο με ένα «προοδευτικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση», το οποίο ούτε καν φραστικά δεν οριοθετείται σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Αν πιστεύει κανείς ότι αυτά αποτελούν μια σοβαρή βάση για να προβληματιστεί κόσμος της βάσης του ΚΚΕ, τότε είναι βαθιά νυχτωμένος.
Η κατώτερη των περιστάσεων (τουλάχιστον) πολιτική εικόνα της καλύτερης εκδοχής (του μεταρρυθμιστικού τμήματος) της διαχειριστικής Αριστεράς, ασφαλώς και αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για το ζητούμενο της λαϊκής αφύπνισης και της ανατροπής των μέτρων.
Ακόμη όμως σοβαρότερο, είναι να το μη συζητηθεί και κατανοηθεί από τον αριστερό κόσμο αυτό το πρόβλημα. Να θεωρηθεί από τμήματα της βάσης της κομμουνιστικής Aριστεράς και «αρετή». Να αποδοθούν και από ορισμένες τάσεις της εύσημα «πλατιάς και αντισεχταριστικής γραμμής» σε αυτή την αναιμική παλαιάς κοπής ηττοπαθή ρεφορμιστική λογική. Να διεκδικηθεί μερτικό από τη «δόξα» της. Ετοιμάζοντας όχι απλά μια νέα ήττα, αλλά μια άδοξη ταπεινωτική ήττα, που γεννά μόνο απογοήτευση.
Δυστυχώς φαίνεται πως ο πρώτος γύρος του κινήματος, με τα τεράστια πολιτικά ελλείμματα και τα μεγάλα ερωτήματα που ανέδειξε για το εργατικό κίνημα και την Αριστερά, δεν προβλημάτισε όπως έπρεπε τις ηγεσίες της διαχειριστικής Αριστεράς. Ίσως γιατί έχουν παύσει να αναπνέουν μέσα σε αυτό και έχει κολλήσει η ματιά και το μυαλό στον κοινοβουλευτισμό και τις ανακατατάξεις (όχι στην βάση, αλλά στην κορυφή) του ΠΑΣΟΚ. Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί άλλωστε το γεγονός, ότι δεν χάνουν ευκαιρία να καταγγέλλουν τα «αυθόρμητα ξεσπάσματα» του Δεκέμβρη (τελευταίο παράδειγμα η πρόσφατη αναφορά της Παπαρήγα στα Χανιά), αλλά εύκολα να ξεχνούν να αναφερθούν στον υποταγμένο συνδικαλισμό των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ (τυπικό για τις πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ).
Το ΝΑΡ, οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ο ευρύς μάχιμος λαός της αντικαπιταλιστικής και ευρύτερης Αριστεράς, δεν πρόκειται να κάνουν σε κανένα τη χάρη. Ο δεύτερος γύρος της λαϊκής εργατικής αντίστασης θα είναι μια μεγάλη στιγμή της αγωνιστικής ταξικής ενότητας στο εργατικό κίνημα και του αντικαπιταλιστικού αντιΕΕ προσανατολισμού στους στόχους πάλης. Στην προσπάθεια μας αυτή, όχι μόνο δεν θεωρούμε «περιοριστικό κορσέ» την αναζήτηση μιας ανατρεπτικής αντικαπιταλιστικής γραμμής και μιας σύγχρονης κομμουνιστικής προοπτικής, αλλά αντίθετα, αναγκαίο όπλο και ατού των αγωνιστών της σημερινής εποχής. Ο κομμουνισμός, πράγματι αποτελεί αχρείαστο κουσούρι, μα και απόδειξη ενοχής από την οποία μάταια θα θέλουν να απαλλαγούν, μόνο γι’ αυτούς που ο «κομμουνισμός» τους φτάνει ως τον Μπρέζνιεφ, τον Τσαουσέσκου και τον Μπερλιγκουέρ. Η συνολική αντικαπιταλιστική πολιτική, που θα υπερβαίνει τις κινηματικές μάχες και την άσφαιρη καταγγελιολογία του μνημονίου, αποτελεί πράγματι δύσμορφη καμπούρα, αλλά μόνο για όσους ταύτισαν την Αριστερά με το κοινοβούλιο, την πολιτική τακτική με το μορατόριουμ με το ΠΑΣΟΚ και τον τζανετακισμό, την ιδεολογική διαπάλη με την υμνολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που σήμερα πληρώνουμε. Αλλά, τα προβλήματα αυτά, δεν αφορούν τον κόσμο της Αριστεράς και τη ζητούμενη κοινή δράση του. Κανείς δεν δικαιούται να μιλάει ασυλλόγιστα στο όνομά του.
Κυριακή 22 Αυγούστου 2010