Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

H Ελλάδα δεν δίνει άσυλο

Oταν μιλάει κανείς για πληθυσμιακές μετακινήσεις, θα πρέπει να κάνει διάκριση ανάμεσα στις δύο κατηγορίες. Αιτούντες άσυλο είναι εκείνα τα άτομα που έχουν δικαιολογημένο φόβο δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ορισμένη κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων, και εγκαταλείπουν τη χώρα διαμονής τους για να αιτηθούν άσυλο σε κάποια ασφαλή χώρα. Άρα η μετακίνηση τους προκύπτει λόγω του κινδύνου που διατρέχει η ζωή τους,
σε περίπτωση παραμονής τους στη χώρα προέλευσης τους, σε διάκριση με τα άτομα που μετακινούνται για οικονομικούς συνήθως λόγους.




ΧΡΥΣΑ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ



Η ύπαρξη προσφυγικών πληθυσμών οδήγησε στη δημιουργία ενός διεθνούς θεσμικού πλαισίου για την αντιμετώπιση και την προστασία τους, το οποίο ορίζει: Πρώτο, συγκεκριμένες νομικές υποχρεώσεις στα κράτη που δέχονται στο εσωτερικό τους τέτοιους πληθυσμούς και δεύτερο το όργανο εκείνο που είναι ο κύριος υπεύθυνος για την προστασία των προσφύγων, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Συγκεκριμένα, αναγνωρίζονται τρεις διαρκείς, βιώσιμες λύσεις που οφείλουν να εφαρμόσουν τα κράτη και να προωθήσει/διασφαλίσει ο εκπρόσωπος των προσφύγων, η Ύπατη Αρμοστεία: Η μη επιστροφή (non refoulment), η εγκατάσταση και ο εκούσιος επαναπατρισμός. Πέρα από το γενικό πλαίσιο προστασίας, υπάρχουν ειδικότερες διατάξεις για την υποδοχή και παραμονή των αιτούντων άσυλο στο εσωτερικό μιας χώρας, όπως για παράδειγμα η διαμονή τους σε κέντρα υποδοχής, η μη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.ά.
Όπως κάθε χώρα που έχει υπογράψει τη Συνθήκη της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς του Πρόσφυγα, έτσι και η Ελλάδα δεσμεύεται με συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Καθώς όμως βρίσκεται σε τέτοια γεωγραφική θέση που την καθιστά σημείο εισόδου αυτών των πληθυσμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελεί και την πρώτη χώρα ασύλου. Δηλαδή την πρώτη χώρα που πρέπει να κάνει αίτηση ασύλου ένα πρόσωπο που εμπίπτει στον ορισμό του πρόσφυγα αλλά και τη χώρα στην οποία πρέπει να επιστραφεί σε περίπτωση που έχει φύγει από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια της εξεταστικής του περιόδου, σύμφωνα με την Απόφαση του Δουβλίνου το 2003. Η παραπάνω απόφαση αντικατοπτρίζει τη λογική της ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου που θέλει τις χώρες της Μεσογείου να αποτελούν περιφέρεια της Ευρώπης όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και ως μέρος του κοινωνικο-ψυχολογικού συνόρου της Ευρώπης, το οποίο ο μέσος ευρωπαίος πολίτης αντιλαμβάνεται ως το σύνορο που χωρίζει τις πλούσιες χώρες της Ευρώπης από τις αναπτυσσόμενες χώρες της Ανατολής και της Αφρικής. Το μέρος δηλαδή που πρέπει να παραμείνουν οι «ανεπιθύμητοι» προκειμένου να μη φτάσουν στο κέντρο της Ευρώπης.






Tα κέντρα κράτησης ή αλλιώς οι Ειδικοί Χώροι Παραμονής Αλλοδαπών είναι πραγματικότητα στην Ελλάδα από το 2005. Όχι ότι πιο πριν δεν κρατούνταν οι «παράνομα εισερχόμενοι στη χώρα» σαν ποινικοί εγκληματίες σε διάφορα κρατητήρια και κατά περίσταση αναδυόμενες δομές, π.χ. εγκαταλελειμμένες αποθήκες που εν μια νυκτί μεταμορφώνονταν σε χώρους κράτησης. Απλά από το 2005 άρχισαν να κόβονται κορδέλες και να εγκαινιάζονται πρότυπα κέντρα φιλοξενίας «λαθρομεταναστών». Βέβαια αυτοί οι χώροι μόνο κέντρα φιλοξενίας δεν είναι αφού οι συνθήκες που επικρατούν είναι απαξιωτικές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Φίδια, ποντίκια και κατσαρίδες είναι καθημερινοί συγκάτοικοι των κρατουμένων. Η σίτιση ανεπαρκής, οι συνθήκες υγιεινής τραγικές και ο προαυλισμός σχεδόν ανύπαρκτος. Όπως στις φυλακές, έτσι και στα κέντρα κράτησης υπάρχει υπερπληθυσμός, αφού οι άνθρωποι στοιβάζονται σε κελιά πολύ μικρής χωρητικότητας, χωρίς καθόλου ζωτικό χώρο. Η πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου δεν είναι δεδομένη για όλους καθώς καταγράφονται περιπτώσεις απελάσεων ενώ παρατηρούνται παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως κακομεταχείριση, ξυλοδαρμοί, βασανισμοί.
Τα τελευταία χρόνια μετά από πρωτοβουλίες διάφορων ομάδων έρχεται στο προσκήνιο η γλαφυρή πραγματικότητα: Στην περιοχή του Έβρου, οι πρόσφυγες συλλαμβάνονται τη στιγμή της άφιξης τους από τους συνοριοφύλακες και κρατούνται χωρίς επίσημη καταγραφή τους σε κέντρο κράτησης όπου στερούνται επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Μετά από αρκετές μέρες απελαύνονται παράνομα και με τη βία στη Τουρκία, όπου υπάρχει σοβαρός κίνδυνος περαιτέρω επιστροφής στη χώρα αποστολής τους.
Στα νησιά Σάμος, Χίος, Λέσβος, οι διωκτικές αρχές του λιμενικού αποτρέπουν τις βάρκες που μεταφέρουν πρόσφυγες να προσαράξουν στα ελληνικά λιμάνια και τους ωθούν στα διεθνή ύδατα ή ακόμα και στα τουρκικά ύδατα. Την ίδια τακτική ακολουθούν και για αυτούς που έχουν ήδη φτάσει στις ελληνικές ακτές. Σε άλλες περιπτώσεις, τους αφήνουν στις βραχονησίδες.
Σχετικά με τη διαδικασία ασύλου αναφέρεται ότι εκδίδονται εντολές απέλασης, πριν ακουστούν τα αιτήματα των ατόμων για αίτηση ασύλου ή ότι  παράλληλα με την έκδοση απέλασης, εκδίδεται και εντολή κράτησης, στα σχετικά κέντρα. Τα αποχωρισμένα παιδιά, μετά την εντολή απέλασης, μένουν ουσιαστικά χωρίς προστασία. Οι πρόσφυγες δεν ενημερώνονται για τα δικαιώματα τους, ούτε έχουν την ευκαιρία να αποταθούν σε κάποια αρχή για την αναστολή της έκδοσης απέλασης αλλά και της κράτησης. Υπάρχει σημαντική έλλειψη διερμηνέων και νομικής υποστήριξης, με αποτέλεσμα πολλές φορές να αδυνατούν οι αιτούντες άσυλο και εν προκειμένω οι διαμένοντες στα κέντρα κράτησης και φιλοξενίας να συμπληρώσουν την αίτηση ασύλου, όταν τους επιτραπεί να καταθέσουν αίτηση. Η διαχείριση των υποθέσεων ασύλου γίνεται από τις διωκτικές και αστυνομικές αρχές χωρίς τη συμμετοχή μιας ανεξάρτητης αρχής, ενώ δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στους χώρους κράτησης σε άτομα που ανήκουν σε ομάδες υποστήριξης των προσφύγων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει για τους διαμένοντες επικοινωνία με τον έξω κόσμο, ενώ καταγράφεται και η απαγόρευση και μη ύπαρξη τηλεφώνων.
Τέλος, διαπιστώνονται σοβαρές επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τη διάρκεια διαμονής στα κέντρα κράτησης, όπως κακομεταχείριση και βασανισμοί καθώς και σοβαρές ελλείψεις στις υλικοτεχνικές υποδομές, έλλειψη φαρμακευτικής περίθαλψης και ειδικευμένου προσωπικού και απαράδεκτες συνθήκες υγιεινής.
Κι ενώ από τη μια οι αποθήκες μεταναστών και προσφύγων καλά κρατούν, τα κέντρα υποδοχής ασυνόδευτων ανηλίκων προσφύγων και άλλες ανοιχτές δομές έχουν μπει στο στόχαστρο του υπουργείου Υγείας. Τον Ιανουάριο του 2010 κλείνει ο Ξενώνας «Κοινωνική Αλληλεγγύη» στη Θεσσαλονίκη. Περίπου 80 άτομα επρόκειτο να βρεθούν στο δρόμο. Μετά από διαπραγματεύσεις συλλογικοτήτων καταφέρνουν να κρατήσουν το κτίριο, που ανήκει στο Δήμο Θεσσαλονίκης και να παραμείνουν. Τον Ιούλιο του 2010 η ΔΕΗ κόβει το ρεύμα στο κτίριο. Τον Ιούλιο του 2010 δεν υπογράφεται η νέα προγραμματική σύμβαση για τη συνέχιση της λειτουργίας της Μονάδας Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων Προσφύγων στην Αγιάσο της Λέσβου. Τον Αύγουστο του 2010 η Βέννα είναι ακόμα ανοιχτή.
Το καλοκαίρι του 2010 τα πλοία της Frontex (ευρωπαϊκός οργανισμός για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης) κατακλύζουν τα ελληνικά νησιά. Πολύ σύντομα θα μας τιμήσει (η Frontex) με τη δημιουργία Γενικού Αρχηγείου στον Πειραιά και με τον από εκεί συντονισμό επιχειρήσεων σε διάφορα μέρη της Μεσογείου. Τα αεροπλάνα και ελικόπτερα της θα απογειώνονται και θα προσγειώνονται στο Ελ. Βενιζέλος. Από εκεί θα φυλάνε τα σύνορα μας με τις... ανθρωπιστικές διαδικασίες: βραδινές πτήσεις τσάρτερ και εξαφανίσεις ατόμων, αυθαίρετη παρέμβαση σε αυθαίρετο χρόνο στις αποθήκες κράτησης, όπου οι «τυχεροί» που θα διαλέξει το προσωπικό της Frontex θα μεταφέρονται σε υπερπολυτελή αεροπλάνα πίσω στη χώρα τους, ευτυχισμένοι πια, που η Ευρώπη, Αμερική και το ΝΑΤΟ την έχει εξευγενίσειŸ
Η ολική επαναφορά των φυλακών σε αντίθεση με τις ανοιχτές δομές είναι σύμφωνη με τις επιταγές της Ευρώπης - φρούριο. Η αυξανόμενη ροή των πληθυσμών στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει οδηγήσει στην αλλαγή των πρακτικών διαχείρισης των προσφυγικών ζητημάτων. Ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι η απόδοση προσωρινού και όχι μόνιμου ασύλου. Εκείνοι δηλαδή που κατάφεραν να πάρουν άσυλο θα πρέπει να επανεξετάζονται από επιτροπή κάθε πέντε περίπου χρόνια, ενώ το άλλο μέτρο προσωρινής προστασίας είναι η απόδοση ανθρωπιστικού καθεστώτος αντί για άσυλο. Επιπλέον, στο διεθνές σύστημα προστασίας προσφύγων αναπτύσσεται η τάση για κατηγοριοποίηση του πρόσφυγα ως μετανάστη. Η αντίληψη του αιτούντα άσυλο ως οικονομικού μετανάστη, που εκμεταλλεύεται το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας στη χώρα υποδοχής, οδηγεί σταδιακά στη θεσμική αποδυνάμωση των ζητημάτων που αφορούν στην προστασία των προσφύγων στο διεθνές σύστημα, με αποτέλεσμα να υιοθετούνται πρακτικές που άπτονται περισσότερο στην τάση ελέγχου/περιορισμού της μετανάστευσης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση (π.χ. έλεγχος στα σύνορα, ζητήματα ασφάλειας), παρά στην αναγνώριση της ανάγκης προστασίας των προσφύγων. Στο πλαίσιο της λογικής ασφάλειας ιδρύθηκε η Frontex, για να ενισχύσει στο έργο τους τις εθνικές διωκτικές αρχές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όπως τα χαρακτηριστικά που προσδίδουν την ιδιότητα του πρόσφυγα και το διαφοροποιούν από το μετανάστη χάνουν σταδιακά τη σημασία τους έτσι και το καθεστώς μόνιμης προστασίας αντικαθιστάται από μέτρα προσωρινής ή καθόλου προστασίας. Για αυτό και η διαχείριση των ζητημάτων των προσφύγων γίνεται από το λιμενικό και την αστυνομία, ενώ υπάρχει παντελής έλλειψη μας ανεξάρτητης αρχής διαχείρισης των αιτημάτων ασύλου στα συνοριακά σημεία (π.χ. ομάδας δικηγόρων) που θα εξασφάλιζε καλύτερη πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου και καλύτερη ενημέρωση στους πρόσφυγες.
Από την άλλη η στοχευμένη κατασκευή και χρήση ορολογίας, όπως «λαθρομετανάστης», στο δημόσιο λόγο από διάφορους παράγοντες π.χ. ΜΜΕ, στελέχη κυβερνήσεων κ.λπ., προσθέτει επιπλέον αρνητικές συνδηλώσεις σε μια ήδη βεβαρημένη με αρνητικές προσλήψεις κατηγορία πληθυσμού και ενισχύει το ξενοφοβικό ρεύμα. Δεν είναι μόνο ότι η ανθρώπινη ζωή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί λαθραία σαν να ήταν εμπόρευμα στο τελωνείο, αλλά και ότι επηρεάζει συνειδήσεις μέσα από τη λανθασμένη πληροφόρηση για την κατάσταση αυτών των ανθρώπων. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι μιλάμε για δύο διακριτές κατηγορίες, αυτήν του αιτούντα άσυλο, τον οποίο το διεθνές καθεστώς και εν προκειμένω η Ελλάδα οφείλει να προστατεύσει και το  μετανάστη, τον οποίο οφείλει να νομιμοποιήσει μέσα από άλλες διαδικασίες, ώστε να μην πέφτει θύμα εκμετάλλευσης με διάφορους τρόπους και κυρίως εργασιακά. Η λανθασμένη εννοιολόγηση λοιπόν είναι άλλος ένας μηχανισμός που οδηγεί σε λανθασμένη ενημέρωση για τα ζητήματα που αφορούν τους εν λόγω πληθυσμούς, κάνοντας την ιδέα για στρατόπεδα συγκέντρωσης «λαθρομεταναστών» να μοιάζει «πραγματική» λύση και την απόδοση ασύλου χαριστική παραχώρηση.






H διαμονή προσφύγων και μεταναστών στα κέντρα κράτησης εξυπηρετεί τη στρατηγική μείωση του αριθμού των ατόμων που εισέρχονται χωρίς έγγραφα στην Ελλάδα (και κατ’ επέκταση στην Ευρώπη) και την επιλογή αυτών που θα τους επιτραπεί η παραμονή. Συνδέεται επίσης με τη γενικότερη τακτική μείωσης του αριθμού των αιτούντων άσυλο, μέσω της απέλασης με συνοπτικές διαδικασίες (π.χ. τακτική διακοπής της διαδικασίας ασύλου για τα άτομα που σύμφωνα με την Απόφαση του Δουβλίνου ΙΙ, έχουν φύγει από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια της εξεταστικής τους περιόδου και έχουν επιστρέψει από άλλη ευρωπαϊκή χώρα). Η τοποθέτηση των κέντρων κράτησης σε συνοριακά σημεία εξυπηρετεί επιπλέον διάφορες πολιτικές: την πολιτική ασφάλειας και ελέγχου των συνόρων ώστε να απομονώνονται οι πρόσφυγες και οι μετανάστες και να μη φτάνουν στα μεγάλα διοικητικά κέντρα. Την πολιτική αορατότητας και μιαρότητας για τους εισερχόμενους έτσι ώστε να κρατηθούν μακριά από την «καθαρή» Ελλάδα. Και φυσικά την πολιτική «άμεσης απέλασης». Η αναφορά του Human Rights Watch το 2008, περιέγραφε τα συνοριακά σημεία της Ελλάδας ως μια «περιστρεφόμενη» πόρτα –σαν κι αυτές που έχουν τα ξενοδοχεία στην είσοδό τους– όπου μπορεί κανείς να διαγράψει έναν ολόκληρο κύκλο και να ξαναβγεί από το χώρο, χωρίς να έχει μπει καν. Αλλά και αυτοί που θα μπουν, θα κρατηθούν για μεγάλο διάστημα στα εν λόγω κέντρα, πάντα κοντά στην πόρτα της εξόδου, αόρατοι από το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Από νομική άποψη, η κράτηση των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο σε κέντρα κράτησης είναι παράνομη. Άρα αυτοί οι χώροι δεν θα έπρεπε να έχουν κανένα λόγο ύπαρξης. Επειδή όμως η λογική τους είναι να κρατήσουν τους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο μακριά από το «πολιτισμένο» κέντρο της Ευρώπης, η ενιαία πια ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική έφτιαξε γκρίζες ζώνες - αποθήκες αφήνοντας τους αιτούντες άσυλο με τις εξής δύο επιλογές: Ή να παραμείνουν κρατούμενοι για περίοδο που φτάνει μέχρι και τους έξι μήνες, μέχρι να εξεταστεί το αίτημα ασύλου τους και μετά να αφεθούν ελεύθεροι είτε με το χαρακτηρισμό του πρόσφυγα στην απίθανη περίπτωση που πάρουν το άσυλο είτε, με εντολή απέλασης αν απορριφθεί η αίτηση τους. Ή να δηλώσουν από την αρχή ότι δεν θέλουν να κάνουν αίτηση ασύλου και να αφεθούν ελεύθεροι μέσα σε πέντε με έξι μέρες με εντολή απέλασης. Για όσους λοιπόν αποκτήσουν τελικά πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου τους περιμένει το δίλημμα κράτηση και παρανομία ή απευθείας παρανομία αφού στο τέλος θα τους αποδοθεί εντολή απέλασης ούτως ή άλλως και ο μόνος τρόπος για να μείνουν στη χώρα θα είναι χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα.
Από την άλλη μεριά, επειδή το φτηνό και αναλώσιμο εργατικό δυναμικό είναι πάντοτε χρήσιμο, προέκυψε η ιδέα της «κυκλικής μετανάστευσης», που είναι φαινομενικά η ευκαιρία στη νομιμότητα για τους μετανάστες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιτρέπει σε ένα ορισμένο αριθμό μεταναστών να εργάζονται για ένα μικρό χρονικό διάστημα στο εσωτερικό της με την υποχρέωση να επιστρέψουν στις χώρες προέλευσης όταν τελειώσει η σύμβαση τους. Έπειτα για την ίδια θέση θα καλεί άλλους μετανάστες. Μόνο που σε αυτή την περίπτωση ο σχεδιασμός αφορά θέσεις εργασίας και όχι ανθρώπους με ίσα κοινωνικά δικαιώματα. Σταδιακά λοιπόν θα εντείνεται αυτό που μέχρι τώρα ίσχυε ούτως ή άλλως – η ασύστολη εκμετάλλευση των μεταναστών και προσφύγων, αφού οι πόρτες για νομιμοποίηση κλείνουν, ενώ από την άλλη ανοίγουν εκείνες που τους ωθούν και τους κρατούν στην παρανομία, άρα και στην εκμετάλλευση. Τα είδαμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες και στα εργατικά ατυχήματα. Θα τα δούμε να εφαρμόζονται και με τη σφραγίδα του νόμου από ’δω κα πέρα, αφού η κυκλική μετανάστευση δεν νομιμοποιεί το μετανάστη αλλά το προϊόν της εργασίας του.
Πολιτικές, πρακτικές και λόγοι, όλα είναι καλά σχεδιασμένα σε διεθνές, εθνικό και τοπικό επίπεδο ώστε να αποκλείουν αυτούς που έχουν υποχρέωση οι χώρες της ΕΕ να προστατεύουν, δημιουργώντας τους ανάλογους με τις περιστάσεις μηχανισμούς.



Φυλακή για τους μετανάστες η Ευρώπη - φρούριο



H διαμονή προσφύγων και μεταναστών στα κέντρα κράτησης εξυπηρετεί τη στρατηγική μείωση του αριθμού των ατόμων που εισέρχονται χωρίς έγγραφα στην Ελλάδα (και κατ’ επέκταση στην Ευρώπη) και την επιλογή αυτών που θα τους επιτραπεί η παραμονή. Συνδέεται επίσης με τη γενικότερη τακτική μείωσης του αριθμού των αιτούντων άσυλο, μέσω της απέλασης με συνοπτικές διαδικασίες (π.χ. τακτική διακοπής της διαδικασίας ασύλου για τα άτομα που σύμφωνα με την Απόφαση του Δουβλίνου ΙΙ, έχουν φύγει από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια της εξεταστικής τους περιόδου και έχουν επιστρέψει από άλλη ευρωπαϊκή χώρα). Η τοποθέτηση των κέντρων κράτησης σε συνοριακά σημεία εξυπηρετεί επιπλέον διάφορες πολιτικές: την πολιτική ασφάλειας και ελέγχου των συνόρων ώστε να απομονώνονται οι πρόσφυγες και οι μετανάστες και να μη φτάνουν στα μεγάλα διοικητικά κέντρα. Την πολιτική αορατότητας και μιαρότητας για τους εισερχόμενους έτσι ώστε να κρατηθούν μακριά από την «καθαρή» Ελλάδα. Και φυσικά την πολιτική «άμεσης απέλασης». Η αναφορά του Human Rights Watch το 2008, περιέγραφε τα συνοριακά σημεία της Ελλάδας ως μια «περιστρεφόμενη» πόρτα –σαν κι αυτές που έχουν τα ξενοδοχεία στην είσοδό τους– όπου μπορεί κανείς να διαγράψει έναν ολόκληρο κύκλο και να ξαναβγεί από το χώρο, χωρίς να έχει μπει καν. Αλλά και αυτοί που θα μπουν, θα κρατηθούν για μεγάλο διάστημα στα εν λόγω κέντρα, πάντα κοντά στην πόρτα της εξόδου, αόρατοι από το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.

Από νομική άποψη, η κράτηση των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο σε κέντρα κράτησης είναι παράνομη. Άρα αυτοί οι χώροι δεν θα έπρεπε να έχουν κανένα λόγο ύπαρξης. Επειδή όμως η λογική τους είναι να κρατήσουν τους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο μακριά από το «πολιτισμένο» κέντρο της Ευρώπης, η ενιαία πια ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική έφτιαξε γκρίζες ζώνες - αποθήκες αφήνοντας τους αιτούντες άσυλο με τις εξής δύο επιλογές: Ή να παραμείνουν κρατούμενοι για περίοδο που φτάνει μέχρι και τους έξι μήνες, μέχρι να εξεταστεί το αίτημα ασύλου τους και μετά να αφεθούν ελεύθεροι είτε με το χαρακτηρισμό του πρόσφυγα στην απίθανη περίπτωση που πάρουν το άσυλο είτε, με εντολή απέλασης αν απορριφθεί η αίτηση τους. Ή να δηλώσουν από την αρχή ότι δεν θέλουν να κάνουν αίτηση ασύλου και να αφεθούν ελεύθεροι μέσα σε πέντε με έξι μέρες με εντολή απέλασης. Για όσους λοιπόν αποκτήσουν τελικά πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου τους περιμένει το δίλημμα κράτηση και παρανομία ή απευθείας παρανομία αφού στο τέλος θα τους αποδοθεί εντολή απέλασης ούτως ή άλλως και ο μόνος τρόπος για να μείνουν στη χώρα θα είναι χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα.
Από την άλλη μεριά, επειδή το φτηνό και αναλώσιμο εργατικό δυναμικό είναι πάντοτε χρήσιμο, προέκυψε η ιδέα της «κυκλικής μετανάστευσης», που είναι φαινομενικά η ευκαιρία στη νομιμότητα για τους μετανάστες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιτρέπει σε ένα ορισμένο αριθμό μεταναστών να εργάζονται για ένα μικρό χρονικό διάστημα στο εσωτερικό της με την υποχρέωση να επιστρέψουν στις χώρες προέλευσης όταν τελειώσει η σύμβαση τους. Έπειτα για την ίδια θέση θα καλεί άλλους μετανάστες. Μόνο που σε αυτή την περίπτωση ο σχεδιασμός αφορά θέσεις εργασίας και όχι ανθρώπους με ίσα κοινωνικά δικαιώματα. Σταδιακά λοιπόν θα εντείνεται αυτό που μέχρι τώρα ίσχυε ούτως ή άλλως – η ασύστολη εκμετάλλευση των μεταναστών και προσφύγων, αφού οι πόρτες για νομιμοποίηση κλείνουν, ενώ από την άλλη ανοίγουν εκείνες που τους ωθούν και τους κρατούν στην παρανομία, άρα και στην εκμετάλλευση. Τα είδαμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες και στα εργατικά ατυχήματα. Θα τα δούμε να εφαρμόζονται και με τη σφραγίδα του νόμου από ’δω κα πέρα, αφού η κυκλική μετανάστευση δεν νομιμοποιεί το μετανάστη αλλά το προϊόν της εργασίας του.
Πολιτικές, πρακτικές και λόγοι, όλα είναι καλά σχεδιασμένα σε διεθνές, εθνικό και τοπικό επίπεδο ώστε να αποκλείουν αυτούς που έχουν υποχρέωση οι χώρες της ΕΕ να προστατεύουν, δημιουργώντας τους ανάλογους με τις περιστάσεις μηχανισμούς.