Στην τελική ευθεία εισέρχονται οι επίδοξοι μονομάχοι για την
προεδρία στο ΠΑΣΟΚ. Μέχρι στιγμής έχουν επίσημα δηλώσει την υποψηφιότητά τους ο
Χ. Παπουτσής και ο Β. Βενιζέλος. Προσπάθεια με αμφίβολη κατάληξη κάνει και ο
Στ. Τζουμάκας, καθώς στα δημοκρατικά κόμματα τύπου ΠΑΣΟΚ-ΝΔ κ.λπ. δεν μπορεί να
βάλει υποψηφιότητα όποιος θέλει, αλλά μόνο εκείνος που θα συγκεντρώσει επαρκή
αριθμό υπογραφών από τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου. Όσο για τον Μ. Χρυσοχοΐδη,
αυτός έχει μεν εκδηλώσει την πρόθεσή του να είναι υποψήφιος, μιας και κατά
δήλωσή του ίδιου το δικαιούται, αλλά η υποψηφιότητα αυτή μάλλον έχει ναυαγήσει
έπειτα και από τις ανεκδιήγητες αναφορές του για το Mνημόνιο που δεν διάβασε
αλλά ψήφισε.
του Μάκη Βάσιλα
Σφήνα σε αυτές τις διεργασίες, σε απόσταση από τους δύο
μονομάχους, επιχειρήθηκε να μπει από το πιο ακραίο και αμιγώς νεοφιλελεύθερο
κομμάτι του ΠΑΣΟΚ, των Γ. Ραγκούση και Α. Διαμαντοπούλου, που αβαντάρεται από
τον Θ. Πάγκαλο, χωρίς όμως να έχει ξεκαθαρίσει τι θα κάνει.
Πάντως, το Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ αποφάσισε ομόφωνα
προχθές ο νέος πρόεδρος να εκλεγεί από τα μέλη του κόμματος, με στήσιμο κάλπης
στις 18 Μαρτίου, με ερωτηματικό το πόσοι θα συμμετέχουν από τη φυλλορροούσα
βάση του ΠΑΣΟΚ. Στις 9-10 Μαρτίου θα γίνει Εθνική Συνδιάσκεψη στο ΣΕΦ.
Παράλληλα αναπτύσσονται κινήσεις και διεργασίες στο χώρο των
διαγραμμένων βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, που δεν ψήφισαν το δεύτερο Mνημόνιο, με
πρωτεργάτες σε αυτές τις διεργασίες τον Χ. Καστανίδη και τη Λ. Κατσέλη,
αμφότερους διατελέσαντες σε κρίσιμα υπουργικά χαρτοφυλάκια στην κυβέρνηση ΓΑΠ
και άρα με ανάλογα τεράστιες ευθύνες για τη στήριξη και από τη μεριά τους, του
διαρκούς αντεργατικού πραξικοπήματος κυβέρνησης, ΕΕ και κεφαλαίου.
Όλοι βέβαια, παρά τις υποτιθέμενες διαφορές τους και τις
αντιπαραθέσεις μεταξύ τους που γίνονται για το θεαθήναι, συμφωνούν στο βασικό
πλαίσιο που δεν είναι άλλο από αυτό που επιβάλλει η βαρβαρότητα του
ολοκληρωτικού καπιταλισμού, όπως αυτή διαμορφώνεται από την κορυφαία και
αδιαπραγμάτευτη για το ελληνικό κεφάλαιο επιλογή του. Τη με κάθε τρόπο και μέσο
συμμετοχή του στην ευρωζώνη και την ευρωπαϊκή καπιταλιστική ολοκλήρωση, έστω
και με υποβάθμιση της θέσης του. Τη συνέχιση και ένταση της βάρβαρης επίθεσης
στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα όπως αυτή έχει διαγραφεί από τα μνημόνια και
τους εφαρμοστικούς νόμους.
Η αντιπαράθεση των «πράσινων» υποψηφίων γίνεται μακριά και
ενάντια στο σκληρό αγώνα που δίνουν εργαζόμενοι και νεολαία. Οι υποψηφιότητες
και οι άλλες πολιτικές κινήσεις απαντούν στην ανάγκη του συστήματος για
ανασυγκρότηση του πολιτικού σκηνικού και της σοσιαλδημοκρατίας σε πιο
συντηρητική κατεύθυνση.