Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

ΘEMA: Η Αριστερά μπροστά σε μεγάλες ευθύνες


Η ποσοστιαία άνοδος, η εκτίναξη του αριθμού και τα χαρακτηριστικά των ψήφων των αντικαπιταλιστικών ψηφοδελτίων, εκφράζουν με σαφήνεια την ύπαρξη ενός σχετικά μαζικού, πολύμορφου και αντιφατικού, αλλά πανελλαδικού ρεύματος εκλογικής - πολιτικής στήριξης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, που εκτινάσσει ευθέως ανάλογα τις ποιοτικές ευθύνες όλων των δυνάμεων που τα στήριξαν.


ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΡΚΟΥ



Προσεισμικές δονήσεις πριν τον κύριο σεισμό
ΕΚΛΟΓΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Το γενικό αποτέλεσμα των περιφερειακών εκλογών της 7ης Νοεμβρίου μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με μια προσεισμική δόνηση, μια σαφή προειδοποίηση για έναν κύριο, κοινωνικό και πολιτικό σεισμό που έρχεται με δύναμη σχεδόν αναπότρεπτου φυσικού φαινομένου στη χώρα μας. Αποτελεί συνέχεια και πρώτη πολιτική αποκρυστάλλωση μιας ακολουθίας προσεισμικών δονήσεων που προηγήθηκαν, με σπουδαιότερη, την πρώτη μαζική παρέμβαση της εργατικής τάξης και των άλλων σύμμαχων στρωμάτων, στη μεγάλη γενική απεργία της 5ης Μάη. Μικρότερες δονήσεις υπήρξαν πολλές, πριν και μετά από αυτήν.
Οι σεισμικές δονήσεις στην Ελλάδα συνδέονται με αντίστοιχα, μεγαλύτερης ή μικρότερης έντασης γεγονότα, στην Ευρώπη, αλλά και στον κόσμο: Με την πρώτη γαλλική εργατική και λαϊκή έκρηξη χαμηλής, τελικά, ισχύος, με το ισλανδικό δημοψήφισμα, με την πρόσφατη, οργισμένη αντίδραση της βρετανικής νεολαίας, με την αναγέννηση του γερμανικού αντιπυρηνικού κινήματος, με τις άγριες απεργίες στην Κίνα και τα «Κόκκινα Πουκάμισα» στη Μαλαισία.
Η βαθιά και συνεχιζόμενη, παγκόσμια οικονομική κρίση πυροδότησε μια ανεξέλεγκτη κίνηση όλων των τεκτονικών ρηγμάτων, ενεργοποίησε όλα τα παλιά και έβαλε σε κίνηση καινούρια ρήγματα.

Ο εκλογικός προσεισμός της προηγούμενης Κυριακής στη χώρα μας, είναι πολύ πιθανόν να επιδράσει άμεσα, σήμερα κιόλας, στον τελικό χάρτη των Περιφερειών και να σφραγίσει τις τελικές εντυπώσεις, που με ανόητο τρόπο επιχείρησαν να διασκεδάσουν βιαστικά όλες οι μνημονιακές δυνάμεις, προεξάρχοντος του παραπαίοντος πρωθυπουργού και της δημοσιογραφικής κουστωδίας.
Το μνημόνιο, η κυβέρνηση, οι σύμμαχες δυνάμεις, καταδικάστηκαν μια φορά στο πεζοδρόμιο και μια δεύτερη φορά στις κάλπες. Η κυβέρνηση αποδεικνύεται μια μειοψηφία της τάξης του 20-25% στο λαό. Οι μέρες του Γ. Παπανδρέου είναι μετρημένες. Το γενικότερο δικομματικό πολιτικό σκηνικό της δεύτερης μεταπολίτευσης (από το 1989 μέχρι σήμερα) τρίζει συθέμελα.

Ωστόσο, κανείς δεν γνωρίζει εκ των προτέρων, εάν θα εκδηλωθεί, πότε, με ποια ένταση και με ποια μορφή ο κύριος κοινωνικός και πολιτικός σεισμός που προμηνύεται. Εξάλλου αυτή είναι και η κύρια διαφορά των κοινωνικών από τα φυσικά φαινόμενα: Τα πρώτα αποτελούν δυναμική συνισταμένη εκατομμυρίων θελήσεων, που τελικά συγκροτούνται σε περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή πολιτική παρέμβαση των αντιμαχόμενων κοινωνικών τάξεων. Από την πλευρά των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων, η έκβαση εξαρτάται από τα βήματα στην ανεξάρτητη οργάνωση και συνειδητή παρέμβαση του μαζικού κινήματος και των πολιτικών δυνάμεών τους σε μια κατεύθυνση ανατροπής και νέας κομμουνιστικής προοπτικής. Από την πλευρά των κυρίαρχων, η έκβαση εξαρτάται από τη χρήση των πολυποίκιλων, επεξεργασμένων όπλων τους, μεταξύ των οποίων παραμένει η ισχύς του συνδυασμού μαζικής τρομοκρατίας και αναβαθμισμένου εκλογικού εκβιασμού.


Αναμφισβήτητα, το εκλογικό αποτέλεσμα των ψηφοδελτίων που στήριξε το ΝΑΡ, μαζί με τις άλλες συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την Κομμουνιστική Οργάνωση Ανασύνταξη και ανένταχτους αριστερούς, αποτελεί, εάν όχι τη μεγαλύτερη έκπληξη των πρώτων εκλογών του «Καλλικράτη», σίγουρα τη μεγαλύτερη έκπληξη των εκλογικών αποτελεσμάτων εντός της Αριστεράς. Από το εκλογικά ασήμαντο ποσοστό του 0,36% της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για το οποίο πανηγυρίζαμε, μάλιστα, στις βουλευτικές του 2009, η γενικότερη εκλογική επιρροή της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς πλησίασε πολύ κοντά στο 2%. Από τις 24.737 ψήφους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τα ευρύτερα μετωπικά ψηφοδέλτια που στήριξε, έφτασαν τις 97.499 ψήφους, με αύξηση 72.762 ψήφων, όση σχεδόν και αυτή των ψηφοδελτίων του ΚΚΕ (75.823), αλλά στις 11 από τις 13 Περιφέρειες. Πρόκειται για μια εκτίναξη του αριθμού των ψήφων κατά περίπου 400%.
Μια εκτίναξη που είναι σχεδόν παντού ομοιόμορφη. Χαρακτηριστικά, η καλύτερη επίδοση του αντικαπιταλιστικών ψηφοδελτίων, που βρίσκεται στην Ήπειρο, με 2,63%, αντιπροσωπεύει τον ίδιο αριθμό ανόδου σε ψήφους (428%) με το ρυθμό ανόδου της χειρότερης επίδοσης, με 1,43%, στη Δυτική Μακεδονία (427%).
Ο αριθμός των ψήφων των αντικαπιταλιστικών ψηφοδελτίων εμπεριέχει οπωσδήποτε ένα μεγάλο μέρος των 20.724 ψήφων της όμορης εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς  (ΚΚΕ [μ-λ], ΜΛ ΚΚΕ, ΕΕΚ), στις βουλευτικές εκλογές του 2009. Παρά τις εξαιρέσεις (ΕΕΚ), οι ηγεσίες τους κάλεσαν σε άκυρο -λευκό - αποχή, αλλά είναι σίγουρο ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι τους δεν τις ακολούθησαν. Ακόμη και αν υπολογίσουμε το σύνολο, πάλι η απόσταση μέχρι τις υπόλοιπες, περίπου 50.000 ψήφους, δεν είναι και μικρή. Ένα μεγάλο μέρος προέρχεται από απογοητευμένους πρώην ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και (λιγότερο, ωστόσο ποιοτικά σημαντικότερο) από ψηφοφόρους του ΚΚΕ, που έστρεψαν το βλέμμα τους προς την αντικαπιταλιστική επαναστατική Αριστερά. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την εμπειρία μας και τις δηλώσεις των υποψηφίων (βλ. σελ. 12-14), τα αντικαπιταλιστικά ψηφοδέλτια άντλησαν ψήφους διαμαρτυρίας και από πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, ακόμη και της Νέας Δημοκρατίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα ποσοστά και οι ψήφοι στη μεγάλη περιφέρεια της Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης (1,81% και 6.523 ψήφοι), όπου οι οργανωμένες δυνάμεις είναι από πολύ λίγες έως ανύπαρκτες. (Πρόκειται για χιλιάδες ψήφους που περισσότερο μας βρήκαν, παρά τους βρήκαμε).

Είναι σίγουρο, ότι η νεολαία και ειδικά η φοιτητική, στήριξε με μεγαλύτερα ποσοστά τα αντικαπιταλιστικά ψηφοδέλτια. Ενδεικτικά, στη Δυτική Μακεδονία, τέσσερις νέοι φοιτητές κάτω των 22 ετών βρίσκονται μέσα στις 10 πρώτες θέσεις σταυροδοσίας από τους 26 υποψηφίους και δυο από αυτούς στην πρώτη τετράδα. Η επιρροή των ψηφοδελτίων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς είναι μεγαλύτερη στα αστικά κέντρα, με ισχυρή παρουσία σε εργατικές και λαϊκές περιοχές και ακόμη ισχυρότερη εκεί που υπάρχουν, είτε δημοτικά σχήματα με παράδοση, είτε οργανωμένες δυνάμεις των συνιστωσών που στήριξαν τα ψηφοδέλτια. Στην Αττική, το υψηλότερο ποσοστό της Αντικαπιταλιστικής Ανατροπής είναι στον κεντρικό τομέα, με 2,55% και αμέσως μετά, στις λαϊκές υποπεριφέρειες του Δυτικού και του Τομέα Πειραιά, με 2,39%. Είναι φανερό από όλα τα παραπάνω, ότι ενώ ένα μέρος των ψήφων εκφράζει μια σαφή και προοπτικά μεγάλης σημασίας, πιο σταθερή υποστήριξη των θέσεων της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς, ένα μεγαλύτερο μέρος εκφράζει μια δυναμική, αλλά αντιστρέψιμη τάση μαχητικής αριστερής διαμαρτυρίας, εάν δεν υπάρξουν ανάλογες πολιτικές κινήσεις στρατηγικού χαρακτήρα, από το σύνολο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ειδικά από το ΝΑΡ, αλλά και από τις ξεχωριστές δυνάμεις που στήριξαν τα ψηφοδέλτια.
Και αυτό αφορά όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς. Διότι, η γενική εκλογική άνοδος του ποσοστού της Αριστεράς αποτυπώνει μεν μια θέση, μια πίστη σε κάποια δυνατότητα ανατροπής, αλλά αποτυπώνει και ένα μεγάλο έλλειμμα: Πώς μπορεί να εξηγηθεί, ότι ενώ το σύνολο της Αριστεράς φτάνει να επηρεάζει ένα 25% (χωρίς τους Οικολόγους και τη Δημοκρατική Αριστερά), το επίπεδο των αντιστάσεων και των αγώνων του εργατικού και λαϊκού κινήματος είναι τόσο χαμηλό; Η αντιφατικότητα αυτή, που αποτυπώνεται και στη μεγάλη αύξηση της αποχής, των λευκών και των άκυρων, είναι μια ένδειξη για την ύπαρξη μιας μεγάλης ζώνης που έχει οργιστεί και διαφωνεί με το μνημόνιο και την πολιτική του, αλλά δεν έχει καθόλου πεισθεί ότι μπορεί να τα ανατρέψει.
Οι πολιτικές κινήσεις στρατηγικού χαρακτήρα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και γενικότερα της Αριστεράς, είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθούν μέσα στο ευρύτερο πεδίο των απρόβλεπτων οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών περιπλοκών της κρίσης, πρώτα από όλα σε εθνικό, αλλά και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, με γεγονότα που θα επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα, τις εγχώριες εξελίξεις.
Κατ’ αρχάς, η παγκόσμια ανάκαμψη του καπιταλισμού από την κρίση, δεν είναι μόνο εξαιρετικά ασθενής, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΔΝΤ, αλλά στηρίζεται κυρίως στις αναδυόμενες οικονομίες, ενώ οι ΗΠΑ νοσούν βαριά κι η κρίση διευρύνεται στην ευρωζώνη, με την Ιρλανδία και Πορτογαλία να ακολουθούν την Ελλάδα στο Μηχανισμό Στήριξης (βλέπε, σελ. 23). Ο εφιάλτης της «διπλής πτώσης» (νταμπλ ντιπ) είναι παρών. Ταυτόχρονα, η διεθνής κρίση παίρνει τη μορφή ενός ανελέητου νομισματικού και εμπορικού ενδοϊμπεριαλιστικού πολέμου, όπως αποδεικνύεται από τη σύνοδο των G20, στη Σεούλ, όπου ο καθένας επιχειρεί να ρίξει τα βάρη της κρίσης, εκτός από τους εργαζόμενους και στις πλάτες του άλλου. Στην Ελλάδα, η ελεγχόμενη χρεοκοπία είναι προ των πυλών, ενώ δεν έχει αποσοβηθεί ούτε η ανεξέλεγκτη. Το «μνημόνιο 1» έχει αποτύχει παταγωδώς, όπως δείχνει η κατάρρευση του προβλεπόμενου ρυθμού ανόδου των εσόδων του κράτους και η βουτιά του ΑΕΠ κατά 4,5%. Ενώ ετοιμάζεται ένα «μνημόνιο 2» μέχρι το 2020, με αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους σε όφελος των πιστωτών, και –σύμφωνα με τους Παπαδήμα και Προβόπουλο– με μαζική εκποίηση ακινήτων του Δημοσίου, ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων στο ξένο κεφάλαιο, δεκάδες χιλιάδες απολύσεις στο δημόσιο και νέες μειώσεις μισθών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Ο υπερφίαλος υπολογισμός του Γ. Παπανδρέου και της στενής αστικής μερίδας που εκφράζει, ότι με την πρωτοφανή ληστεία του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος ο ελληνικός καπιταλισμός θα καταφέρει να κρατηθεί και, αργότερα, να ανέβει στο διεθνή ανταγωνισμό, οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα: στη διεθνή υποβάθμιση.

Ταυτόχρονα, η απότομη και απρόβλεπτη κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, ένα μόλις χρόνο μετά το θρίαμβό του, μαζί με τη νέα πτώση της ΝΔ, δεν έχει αφήσει χρόνο για επαρκή προετοιμασία της αναγκαίας αναδιάταξης του αστικού πολιτικού σκηνικού, για μια «εθνική κυβέρνηση προσωπικοτήτων» με διεύρυνση προς τα αριστερά και τα δεξιά. Οι εκλογές είναι αναπόφευκτες, αλλά το πιθανότερο, όχι άμεσες.
Σ’ αυτή τη ρωγμή του πολιτικού χρόνου πρέπει να γίνουν οι πρώτες αναγκαίες πολιτικές κινήσεις στρατηγικού χαρακτήρα, με τολμηρές πρωτοβουλίες της κομμουνιστικής, επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, ειδικά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πολιτικές κινήσεις που αφορούν την ίδια, αφορούν και ολόκληρη την Αριστερά, αλλά με το βλέμμα στραμμένο στο μοναδικό παράγοντα που η άνοδός του μπορεί να ανατρέψει το τοπίο: στο μαζικό εργατικό και λαϊκό κίνημα.
Σίγουρα, χρειάζεται χρόνος, σκέψη και ανταλλαγή γνωμών για ένα σοβαρό, συγκεκριμένο σχέδιο. Ωστόσο, ορισμένες κατευθύνσεις μπορούν να τεθούν και ήδη αποτελούν βάση των πρώτων συζητήσεων. Η πρώτη πολιτική κίνηση είναι η εμβάθυνση της ενότητας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποσαφήνιση της πολιτικής πρότασης για μια «αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης» με ένα «ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα», σε σύνδεση με μια σύγχρονη στρατηγική της επανάστασης, της εργατικής εξουσίας και της νέας σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής προοπτικής. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, ως ανατροπή της επίθεσης να νοείται μόνο μια «διέξοδος από την κρίση» με «παύση πληρωμών και διαγραφή του χρέους», ως μέσο μια γενικόλογη «άνοδος των αγώνων» και ως προοπτική ένας ασαφής «αντικαπιταλισμός». Η δεύτερη πολιτική κίνηση είναι η οργανωτική και βαθιά πολιτιστική μετατροπή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε «ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών της» και όχι μόνο των κορυφών της. Το «γίνε μέλος» δεν έχει νόημα εάν τα υπάρχοντα μέλη της βάσης παραμένουν κομπάρσοι, περισσότερο δε εάν κυριαρχήσει η πρακτική των «κομματικών καπέλων», ειδικά επί των ψηφοδελτίων. Ας διδαχτούμε και από την αρνητική πείρα του «ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών του». Η τρίτη πολιτική κίνηση παρουσιάζεται στη διπλανή στήλη.



Δημοτικοί λαϊκοί «θεσμοί» κατά «Καλλικράτη»

 ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ ΓΙΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ωστόσο, υπάρχει ένα μεγάλο ερώτημα που έφερε (ευτυχώς) το εκλογικό αποτέλεσμα: Πώς θα επικοινωνήσει, θα συγκινήσει και, τελικά, θα στρατεύσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εάν όχι όλους, τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος των δεκάδων χιλιάδων νέων ψηφοφόρων της;
Ενώ απαιτείται ταχύτητα, κάθε βιαστική κίνηση εντυπωσιασμού, κάθε αίσθηση μικροκομματικής στράτευσης, η οποία δεν παίρνει υπόψη την απόσταση που χωρίζει ακόμη αυτές τις χιλιάδες από το πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, θα καταλήξει σε αποτυχία. Από πού να αρχίσουμε, λοιπόν;
Εδώ, μόνο ορισμένες αρχικές σκέψεις μπορεί να κατατεθούν για συζήτηση: Η πρώτη είναι, ότι η εκλογική μάχη και η ψήφος που δόθηκε, παρά τον καθαρά πολιτικό χαρακτήρα της, αφορά στις Περιφέρειες και του δήμους του «Καλλικράτη» και το πλατύ, αλλά συγκεκριμένο εύρος γύρω από το οποίο κινείται το περιεχόμενό τους (κυρίως στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και του περιβάλλοντος).
Παράλληλα, όλα τα ψηφοδέλτια της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς συμφωνούν, ότι ενάντια στον «Καλλικράτη», στο μνημόνιο κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ και στην αντιδραστική επίθεση, πρέπει να «ιδρυθούν» λαϊκοί αντι-θεσμοί, λαϊκά όργανα δράσης και ανατροπής, ενάντια σε κάθε Δήμο και συνολικά, στις Περιφέρειες. Δεν θα μπορούσε να πρωτοστατήσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ειδικά τα ψηφοδέλτια (ή, όπου δεν υπάρχουν, αντίστοιχα αντικαπιταλιστικά σχήματα) σε μια πρωτοβουλία για τη δημιουργία τους, καλώντας σε κοινή δράση τα άλλα αριστερά ψηφοδέλτια, ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που συμφωνούν, ακόμη και της ΝΔ, για κοινή οργάνωση και αγώνα;
Η δεύτερη πρωτοβουλία θα έπρεπε να κινηθεί στο άμεσο ζήτημα ζωής και θανάτου της εργατικής πάλης, που δεν είναι άλλο από την αντίσταση στη διάλυση των συλλογικών συμβάσεων και στη μετατροπή της σύγχρονης εργατικής τάξης και ειδικά της νεολαίας σε μια εξαθλιωμένη μάζα ατομικών διαπραγματευτών, με μια μεγάλη συσπείρωση σωματείων, συνδικαλιστών και αυθεντικών επιτροπών αγώνα, που θα αγωνιστεί για την επιβολή αξιοπρεπών συμβάσεων, σε ανεξαρτησία και αντιπαλότητα με τη ΓΣΕΕ.
Η τρίτη πρωτοβουλία θα έπρεπε να αφορά τη δημιουργία μιας πλατιάς κίνησης για τη δημοκρατία και την ελευθερία του συλλογικού αγώνα, ενάντια στη «χούντα» κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ και στο σύγχρονο κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό. Με ένταξη σε αυτήν, της ιδιαίτερης, αναγκαίας αιχμής για την αντιμετώπιση της παλιάς και νέας ακροδεξιάς απειλής, η οποία είναι δημιούργημα των μηχανισμών του αστικού κράτους και του μιντιακού υπερκράτους των επιχειρηματιών (όπως ακριβώς το αμερικανικό Tea Party και τα «τάγματα τάξης» του Σ. Μπερλουσκόνι).


ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΨΗΦΟΣ
Ανατρεπτική κοινή δράση
ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟ ΤΟ ΚΚΕ

Η τρίτη αναγκαία πολιτική κίνηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η αποσαφήνιση της ενωτικής πρότασης προς τις άλλες αριστερές δυνάμεις για μια αριστερή μετωπική κοινή δράση μέσα στο μαζικό κίνημα, με σκοπό την ανατροπή της επίθεσης γενικότερα (τα μνημόνια είναι πολλαπλά), καθώς και οι πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση, χωρίς «προνομιακότητες». Η πρόταση αυτή του ΝΑΡ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των ψηφοδελτίων που στήριξε, αποκτά ποιοτικά αναβαθμισμένη σημασία, στις νέες, μετεκλογικές συνθήκες. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, μπορεί με καλύτερους όρους, μετά τις εκλογές, να προσανατολιστεί και η αρκετά αντιφατική αλλά θετική συνεισφορά του Αριστερού Βήματος για το Διάλογο και την Κοινή Δράση, η επιτυχία του οποίου, όπως έδειξε το διήμερο διεθνές Συνέδριο, πρέπει να προβληματίσει σοβαρά όλους.
Το εκλογικό αποτέλεσμα έβγαλε ενισχυμένη την Αριστερά εκείνη, η οποία είχε μια μαχητική, σχετικά καθαρή, σταθερή πολιτική γραμμή και μια αναβαθμισμένη στρατηγική φυσιογνωμία. Κερδισμένα σε ψήφους και ποσοστά είναι τα ψηφοδέλτια που στήριξε το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, των δυνάμεων εκείνων που είχαν την πιο αντι-ΕΕ στάση και που, έστω αντιφατικά δίνουν βάρος στο μαζικό κίνημα σε ανεξαρτησία από τη ΓΣΕΕ και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σηματοδοτούνται από μια πιο στρατηγική πρόταση εξουσίας και από μια σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική. Ο νέος συσχετισμός επιβάλει την αναγνώριση ότι καμία κοινή δράση και καμία αντιμετώπιση της επίθεσης δεν μπορεί να γίνει με κάποια προνομιακή «αντιδογματική ενότητα». Ωστόσο, δεν θα είναι απλή υπόθεση η κοινή δράση με τις δυνάμεις του ΚΚΕ. Και αυτό όχι γιατί η κύρια αντίφασή του είναι ο «σεχταρισμός της ηγεσίας του και η λαϊκότητα της βάσης του», όπως συχνά λέγεται, αλλά γιατί το ΚΚΕ ταλαντεύεται ανάμεσα σε ένα εργατικό κίνημα της «ελαχίστης αντίστασης» για την κοινοβουλευτική κομματική ενίσχυση και σε ένα εργατικό κίνημα ανατροπής της επίθεσης για την προετοιμασία της επανάστασης. Δεν είναι σωστή μια σύγκριση των ποσοστών του ενωμένου ΣΥΡΙΖΑ των βουλευτικών του 2009, με το άθροισμα των ποσοστών που πήραν οι συνδυασμοί που στήριξε ο ΣΥΝ, η ΔΗΑΡΙ και το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής. Εκφράζουν διαφορετικές πολιτικές προτάσεις, όσο κι αν επικοινωνούν μεταξύ τους. Η δε ΔΗΑΡΙ, μόνο με το ζόρι κατατάσσεται ακόμη στην Αριστερά και όχι στην Κεντροαριστερά. Γενικά, το αποτέλεσμα πιστώνει οπωσδήποτε μια ήττα στην πρόταση του αντινεοφιλελεύθερου μετώπου σε όλες τις παραλλαγές του, στη χαοτική προγραμματική «πολυφωνία», στη λογική «ενότητα για την ενότητα» και στην υποταγή στη ΓΣΕΕ.
Ωστόσο, τα ποσοστά που πήραν τόσο το ψηφοδέλτιο Αλ. Μητρόπουλου, όσο και αυτό του Αλ. Αλαβάνου δεν είναι και μικρά –παρά τις αυταπάτες που είχαν– και δεν μπορεί να αντιμετωπιστούν από τους (προσωρινά) «νικητές» με ελαφρόμυαλη υπεροψία. Δεν είναι και λίγο να παίρνεις επίσης 30.000 ψήφους στην Αττική μαζί με μια χούφτα αγωνιστών και με όλη την επίθεση κατά της ριζοσπαστικής διαφοροποίησης του Αλ. Αλαβάνου.
Ο Συνασπισμός συνεχίζει να διασχίζεται παραλυτικά από την οξύτατη, πλέον, αντίφαση ανάμεσα στην «ανανέωση» της συμμετοχής του στο νέο αστικό σκηνικό που ετοιμάζεται και στο «ριζοσπαστικό» προσανατολισμό του στο μαζικό κίνημα, που εμπόδιζε μέχρι τώρα μια συνεπή κοινή δράση. Η δε αποτυχία της «συνάντησης με το σοσιαλιστικό χώρο» δεν μπορεί να πιστωθεί προσωπικά στον Αλ. Μητρόπουλο, αλλά στο ότι μια τέτοια «συνάντηση» σήμερα θα γίνει κυρίως στη βάση, με αριστερόστροφη ανατρεπτική πολτική και όχι εκλογικά, δεξιόστροφα και μέσω των κορυφών του ΠΑΣΟΚ, όπως στη δεκαετία του '80.
Από εκεί και πέρα, το ερώτημα για τις δυνάμεις του Μετώπου Ανατροπής και Αλληλεγγύης, αλλά και άλλες, όπως η ΑΚΟΑ, ή τα σοβαρά ρεύματα του Συνασπισμού, είναι εάν θα συνεχίσουν να εγκλωβίζονται στις αντιφάσεις του ΣΥΝ εντός του ΣΥΡΙΖΑ, ή εάν θα ακολουθήσουν πραγματικά το ριζοσπαστικό, αντικαπιταλιστικό και με σύγχρονο κομμουνιστικό προσανατολισμό, δρόμο.

0 Τοποθετησεις: