Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

ΘΕΜΑ: Σημάδια κλονισμού του σκηνικού

Κόκκινη ψήφος αγωνιστική, όχι λευκό, ούτε αποχή

«Η πλήρης και μέχρι τέλους εφαρμογή των μέτρων που έχουν σχεδιαστεί δεν είναι κάτι που θα μπορέσει να υλοποιηθεί από την παρούσα κυβέρνηση»
  


ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Έστω και με καθυστέρηση, ο Γ. Παπανδρέου υποχρεώθηκε να παραδεχθεί δημοσίως ότι οι επικείμενες εκλογές δεν αφορούν πρωτίστως την αυτοδιοίκηση ή τον Καλλικράτη, αλλά αποτελούν κορυφαία πολιτική αναμέτρηση και μάλιστα από τις πλέον κρίσιμες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Ίσως ο ίδιος να νόμισε προς στιγμήν ότι μπορεί να περάσει από το φουσκωμένο ποτάμι χωρίς να βραχεί...

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ



 Όμως, σχεδόν οι πάντες είχαν συνειδητοποιήσει εξαρχής ότι η συγκεκριμένη αναμέτρηση δεν θα είναι «μία από τα ίδια»: η συντριπτική πλειοψηφία του λαού που ψάχνει ευκαιρία να εκφράσει την οργή και τη διαμαρτυρία του, τα περισσότερα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που είχαν γυρίσει την πλάτη στον πρόεδρό τους αρνούμενα να θέσουν υποψηφιότητα, αλλά και η πλειοψηφία των κομμάτων της αντιπολίτευσης, κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής, πλην της θλιβερής Δημοκρατικής Αριστεράς και των ανεκδιήγητων Οικολόγων Πράσινων.
Αυτή η στροφή αποτελεί, δίχως αμφιβολία, μια πρώτη ξεκάθαρη πολιτική ήττα για τον «ΓΑΠ», που αντιλήφθηκε ότι εάν δεν δώσει πολιτική μάχη, τότε κινδυνεύει να μην βρει ούτε την... ψήφο του στις κάλπες. Πλέον, ουδείς αμφιβάλλει ότι οι εκλογές της 7ης Νοεμβρίου (και δευτερευόντως της 14ης) θα είναι αντικειμενικά ένα δημοψήφισμα για την κυβέρνηση, για την τρόικα, για το Μνημόνιο – και τελικά, για την κυρίαρχη αντεργατική πολιτική. «Ψήφος για πλάκα δεν υπάρχει», όπως επιτυχώς επισήμανε στα Νέα ένας από τους σεσημασμένους φιλοκυβερνητικούς κονδυλοφόρους, στις τάξεις των οποίων έχει σημάνει επίσης συναγερμός.
Υπό αυτό το πρίσμα, δεν υπάρχει περιθώριο για αυταπάτες, ειδικά στο κατεξοχήν πολιτικοποιημένο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας: την Αριστερά. Ούτε οι χιλιάδες άνθρωποι της ανυπακοής και του αγώνα, που αρνούνται να σκύψουν το κεφάλι και πρωταγωνιστούν στις καθημερινές μικρές και μεγάλες μάχες που δίνονται στις γειτονιές και τους χώρους δουλειάς, έχουν την πολυτέλεια να πουν «δεν βαριέσαι, μια από τα ίδια είναι». Από την στιγμή που ο πρωθυπουργός, ως επικεφαλής του αντιδραστικού μπλοκ εξουσίας, θέτει διλήμματα του τύπου «Παπανδρέου ή χρεοκοπία», κατά το πρότυπο του «Καραμανλής ή τανκς», μας δίνεται μια πρώτης τάξης ευκαιρία να του πετάξουμε κατάμουτρα ένα μεγαλοπρεπές και περήφανο «όχι». Να μην του δώσουμε την ψήφο εμπιστοσύνης που ζητά!
Ακόμη και εκείνοι που συνήθως μέχρι σήμερα επέλεγαν την αποχή ή το λευκό/άκυρο, προκειμένου να εκφράσουν την αποστροφή τους σε όλο το διεφθαρμένο αστικό σύστημα, σήμερα έχουν ένα ισχυρό λόγο να ενισχύσουν τα ψηφοδέλτια ελπίδας και αγώνα που υποστηρίζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ταυτόχρονα να δώσουν την δική τους απάντηση σε ένα δίλημμα το οποίο, αντικειμενικά, θέτει υπό αμφισβήτηση την κυρίαρχη πολιτική του συστήματος, η συνοχή του οποίου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ριζική αλλαγή του τοπίου σε βάρος των εργαζομένων. Έτσι απλά.



Βασικό μέλημα της αστικής τάξης είναι να θωρακίσει την κυβέρνηση και τον μηχανισμό επιβολής των αντεργατικών αλλαγών που περιλαμβάνει το Μνημόνιο. Η απειλή μεγάλης πτώσης του ΠΑΣΟΚ στις επικείμενες εκλογές ανάγκασε τον Παπανδρέου να τις ανακηρύξει σε δημοψήφισμα για την πολιτική του, παίρνοντας το ρίσκο μιας ήττας που θα επιφέρει αποσταθεροποίηση και θα δρομολογήσει σοβαρές πολιτικές ανακατατάξεις.



Μπλόφα ή σχέδιο; Το ερώτημα αυτό τίθεται εκ των πραγμάτων και σφραγίζει τις πολιτικές εξελίξεις μετά τα όσα είπε ο Παπανδρέου την Δευτέρα, προσπαθώντας να σώσει την παρτίδα. Από τη μία, είναι προφανές ότι η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες μετά από ενδεχόμενο μαύρισμα των κυβερνητικών υποψηφίων στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές θα συνιστά περίπου πολιτική αυτοκτονία για τον ίδιο, καθώς θεωρείται απολύτως βέβαιο ότι θα απολέσει την κοινοβουλευτική του αυτοδυναμία. Από την άλλη, όμως, είναι σαφές ότι το πολιτικό σύστημα κλονίζεται από τις αναταράξεις που προκαλεί το Μνημόνιο και βλέπει τις κοινωνικές συμμαχίες του να απειλούνται. Πρακτικά, θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι η πλήρης και μέχρι τέλους εφαρμογή των μέτρων που έχουν σχεδιαστεί δεν είναι κάτι που θα μπορέσει να υλοποιηθεί από την παρούσα κυβέρνηση, κάτι που σημαίνει ότι απαιτούνται συμπράξεις και σχήματα που θα εγγυώνται ευρύτερες πλειοψηφίες και όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα.
Ήδη, η αστική τάξη έχει αρχίσει εδώ και καιρό – για την ακρίβεια, από την επομένη της ανάληψης της κυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, πριν από ένα χρόνο – να κινητοποιεί τις εφεδρείες της και να προετοιμάζει τις δεύτερες και τρίτες λύσεις. «Όταν η χώρα σου αντιμετωπίζει το φάσμα της χρεοκοπίας, εκείνο που προέχει είναι να φτιάξεις την καλύτερη εθνική ομάδα που μπορείς να φανταστείς», όπως έγραφε ο διευθυντής της Καθημερινής την Τετάρτη, σε πρωτοσέλιδο σχόλιό του.
Η αποχώρηση της «έτοιμης για όλα» Ντόρας από την ΝΔ και το υπό ίδρυση κόμμα της (έχει δηλώσει ότι θα το ανακοινώσει στις 21 Νοεμβρίου), καθώς και ο παρά φύση συνεταιρισμός της με τον Καρατζαφέρη, ο οποίος έχει μετατραπεί σε ένα είδος γραφείου Τύπου του Παπανδρέου, συνθέτουν το ένα εναλλακτικό σενάριο συμμαχικής διακυβέρνησης – στο οποίο, ως «τσόντα», θα προσπαθήσει να μπει και η Δημοκρατική Αριστερά. Μάλιστα, το προδιαγραφόμενο (βελούδινο) διαζύγιο του Βορίδη με τον ΛΑΟΣ, δήθεν εξαιτίας των σχέσεων του πρώτου με το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο και τον ακροδεξιό Λεπέν, ερμηνεύεται ήδη από πολλούς ως κίνηση «κάθαρσης» του συγκεκριμένου κόμματος και διευκόλυνσης της περαιτέρω προσέγγισής του με το ΠΑΣΟΚ.
Το άλλο σενάριο δεν είναι άλλο από τη δημιουργία ενός «μεγάλου συνασπισμού» ανάμεσα στα δύο παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, η τελευταία συνεργασία των οποίων σε κυβερνητικό επίπεδο πραγματοποιήθηκε το 1989-’90, με την βραχύβια οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα. Το μοντέλο αυτό είναι της μόδας τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη (Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία, Βέλγιο κ.λπ.) – ωστόσο, υπό τις παρούσες συνθήκες και με τη ΝΔ του Σαμαρά να έχει κάνει πολιτική «σημαία» την αντίθεση στο Μνημόνιο (όχι, βεβαίως, στην ουσία του), η εφαρμογή του στην Ελλάδα φαντάζει πολύ δύσκολη, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση, ούτε η τρόικα ούτε η ελληνική αστική τάξη βλέπουν με καλό μάτι τις ανατροπές στο πρόγραμμα εφαρμογής των μέτρων και τις μεγάλες αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό που πιθανότατα θα επιφέρει η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Είναι χαρακτηριστική, από αυτή την άποψη, τόσο η εκτίναξη των σπρεντ (από τις 680 μονάδες ξεπέρασαν μέσα σε δύο 24ωρα τις 800) όσο και οι «διαρροές» που είδαν το φως της δημοσιότητας μία μέρα μετά τη συνέντευξη Παπανδρέου, περί «Βέτο ΔΝΤ για τις πρόωρες εκλογές» – φράση η οποία ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος του Έθνους, την Τετάρτη.
Θα άξιζε, μάλιστα, να κάνει κάποιος τον κόπο να διαβάσει το σχετικό ρεπορτάζ που συνοδεύει τον συγκεκριμένο τίτλο, για να καταλάβει ότι μια... υπόδειξη μετατράπηκε σε είδηση. Διότι θα διαπίστωνε ότι ο συγκεκριμένος τίτλος δεν στηρίχθηκε σε καμία δημόσια ή κατ’ αποκλειστικότητα δήλωση – από τον Στρος Καν ή, έστω, από έναν εκπρόσωπο Τύπου του διεθνούς οργανισμού – αλλά σε ένα ανώνυμο σχόλιο «πηγών που έχουν σχέση με το Ταμείο», που επισημαίνουν απλώς ότι οι πρόωρες εκλογές θα είχαν ως συνέπεια «να ακυρωθεί από μόνο του το μνημόνιο».
Και ο ίδιος Παπανδρέου όμως, παρά τα όσα λέει, κάθε άλλο παρά αποφασισμένος είναι να στήσει κάλπες. Με μια τέτοια κίνηση, εξάλλου, θα διακινδύνευε την πολιτική κυριαρχία του, ενώ κατά πάσα πιθανότητα θα αναγκαζόταν να μοιραστεί την εξουσία που διαθέτει σήμερα. Όμως, ο ορατός κίνδυνος να εκτροχιαστεί το τρένο των «μεταρρυθμίσεων» τον ανάγκασε να ποντάρει τα ρέστα του. Θα κινδυνεύσει δε να τα χάσει όλα (όχι μόνο αυτός, φυσικά) μόνο σε μία περίπτωση, όπως πολύ εύγλωττα είπε ένας τηλεσχολιαστής μεγάλου καναλιού: εάν ο λαός αποφασίσει, με τους αγώνες και την ψήφο του σε αυτή τη συγκυρία, να του πει «τα βλέπω».
«Πάει για να κερδίσει ή να χάσει. Και το παίρνει όλο επάνω του», ξεκαθάρισε ο επικεφαλής μιας από τις γνωστές εταιρείες δημοσκοπήσεων, τα γραφεία των οποίων έχουν πάρει φωτιά υπολογίζοντας όλους τους δυνατούς συνδυασμούς. «Το μόνο σίγουρο είναι ότι εάν ο πολιτικός εκβιασμός του πέσει στο κενό, ο πρωθυπουργός θα έχει ο ίδιος ακυρώσει τη δυνατότητά του να κυβερνήσει», τόνισε από την πλευρά του αρθρογράφος μεγάλης καθημερινής εφημερίδας.
Πάντως, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο εκβιασμός των πρόωρων εκλογών απέδειξε ότι η ΝΔ είναι, για την ώρα, πολύ «λίγη» πολιτικά και αδύναμη να σηκώσει το βάρος μιας τόσο σημαντικής αναμέτρησης. Γι’ αυτό και δεν σήκωσε το «γάντι» που της πέταξε ο Παπανδρέου, προσπαθώντας κάτι να ψελλίσει περί «υπεύθυνης στάσης». Ο Σαμαράς και τα κορυφαία στελέχη του μπορεί να δικαιώθηκαν για την επιλογή τους να δώσουν πολιτικό χαρακτήρα στις εκλογές της 7ης και 14ης Νοεμβρίου (αν και, όχι τυχαία, δεν την υποστήριξαν με αντίστοιχης εμβέλειας υποψήφιους), ωστόσο παραμένουν εκτεθειμένοι από το πρόσφατο κυβερνητικό παρελθόν της παράταξής τους (παρά τις μαζικές εκκαθαρίσεις αντιφρονούντων), καθώς και τις πρόσφατες εξαγγελίες τους – οι οποίες αποδεικνύουν ότι μπορεί κάλλιστα να εξαπολυθεί αντεργατική επίθεση ακόμη και χωρίς να υπάρχει ο μανδύας του Μνημονίου.
Στο μυαλό του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρίσκεται, όπως φαίνεται, το ουγγρικό μοντέλο. Φιλοδοξεί, δηλαδή, αφού η νυν κυβέρνηση φέρει σε πέρας το μεγαλύτερο μέρος της βρόμικης δουλειάς και φορτωθεί το πολιτικό κόστος, να έρθει ο ίδιος ως «σωτήρας» από τις δαγκάνες του ΔΝΤ – όπως κάνει, δηλαδή, αυτή την περίοδο ο Βίκτορ Όρμπαν. Μόνο που, δυστυχώς για τον Σαμαρά και όσους καταστρώνουν σχέδια «ομαλής διαδοχής» στο πλαίσιο του συστήματος, η Ελλάδα δεν είναι Ουγγαρία, για πολλούς λόγους.
Ένας από αυτούς είναι ότι το «κοινωνικό ντάμπινγκ» που πρέπει να γίνει εδώ είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο και πιο επώδυνο σε σχέση με την χώρα του πρώην «ανατολικού μπλοκ», όπου και οι μισθοί και το κοινωνικό κράτος ήταν πολύ πιο υποβαθμισμένα. Ένας άλλος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει πολύ μεγαλύτερο χρέος από ότι η Ουγγαρία και ταυτόχρονα είναι μέλος της ευρωζώνης, οπότε στην περίπτωσή της δεν επιτρέπονται... λεονταρισμοί. Και ένας τρίτος προκύπτει από τη διαπίστωση ότι ο σημερινός πρωθυπουργός δεν αντέχει πολιτικά να κάνει όλα όσα θα ήθελε ο Σαμαράς προκειμένου να του παραδώσει στη συνέχεια το μαγαζί σχετικά καθαρό.
Βεβαίως, θα ήταν αφέλεια να νομίζουμε ότι ο Παπανδρέου έκανε ό,τι έκανε για να ασελγήσει επί του «πτώματος» της ΝΔ, όπως ισχυρίζονται κάποιοι που τον κατηγορούν ότι λειτουργεί με βάση μικροκομματικά κριτήρια. Επί της ουσίας δε, από τα όσα λέει και κάνει, ένα είναι το πιο ισχυρό του χαρτί, το οποίο συμπύκνωσε στην εξής φράση κατά τη διακαναλική συνέντευξη: «Ζητώ ψήφο ελπίδας και αλλαγής απέναντι στην ψήφο διαμαρτυρίας».
Με άλλα λόγια, μας είπε ότι μόνο αυτός και εκείνοι που τον στηρίζουν διαθέτουν συγκεκριμένη και ολοκληρωμένη πρόταση διαχείρισης και εξουσίας, ενώ όλοι οι άλλοι είτε καλούν απλώς τον κόσμο ρίξει μια εντυπωσιακή φωτοβολίδα και μετά να κάτσει στα αυγά του – όπως η ΝΔ, αλλά και ο Γ. Δημαράς, ο οποίος ήδη έχει ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τους πρώην συντρόφους του στο ΠΑΣΟΚ – είτε απλώς δεν τον πείθουν ότι υπάρχει ένας ρεαλιστικός άλλος δρόμος, που αντιστοιχεί στα δικά του συμφέροντα και αξίζει τις θυσίες τις οποίες καλείται να κάνει. Κι αυτό το τελευταίο αφορά κυρίως την Αριστερά, καταρχήν την επίσημη, αλλά με ένα άλλο τρόπο και την εκτός των τειχών...


ΠΡΟΒΟΠΟΥΛΟΣ - ΔΝΤ
Κόβουν έως και τα ΚΑΠΗ, ανεβάζουν τον ΦΠΑ
ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΥΡΟ!

Τι κι αν ο Γ. Παπανδρέου μας διαβεβαίωσε τηλεοπτικώς ότι δεν πρόκειται να πληγούν περαιτέρω οι μισθοί και οι συντάξεις; Τι κι αν ο Γ. Παπακωνσταντίνου λέει ακριβώς το ίδιο όπου βρεθεί και όπου σταθεί; Τα γεγονότα μας οδηγούν στο ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα: ότι το 2011 θα είναι εξίσου, αν όχι ακόμη πιο βαρύ για την πλειοψηφία των εργαζομένων και ειδικά των μισθωτών, των συνταξιούχων και, φυσικά, των ανέργων και των νέων.
«Ακόμη και οι διαβεβαιώσεις ότι τα νέα μέτρα δεν θα πλήττουν τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους τελούν υπό την αίρεση της τρόικας και του Όλι Ρεν», έγραψε στο καθιερωμένο σχόλιό του γνωστή τηλεπερσόνα, που εσχάτως έχει κηρύξει «αντάρτικο», διαβλέποντας πιθανότατα ότι η υπόθεση του Μνημονίου δεν θα έχει καλό τέλος. Και υπό την αίρεση της κυβέρνησης, θα προσθέταμε εμείς, η οποία περιμένει τα νέα στοιχεία για το έλλειμμα – θα δημοσιοποιηθούν από την Γιούροστατ στις 15 Νοέμβρη, μία ημέρα μετά τον δεύτερο γύρο των εκλογών και ένα ή δύο 24ωρα προτού γίνει γνωστό το σχέδιο προϋπολογισμού για το επόμενο έτος – προκειμένου να μας πει και πάλι ότι δεν ήξερε και δεν γνώριζε και τώρα βρίσκεται στην δυσάρεστη θέση να μας φορτώσει μεριά ακόμη βάση.
Αλλά, βεβαίως, όποιος εξακολουθεί να έχει αμφιβολίες ότι έπεται άγρια συνέχεια, κακό του κεφαλιού του. Διότι αυτά που έχει υπογράψει ο ΓΑΠ με την τρόικα είναι γνωστά, παρ’ ότι μας υπόσχεται ότι αν είμαστε καλά παιδιά και ψηφίσουμε τους δικούς του μπορεί να παρακαλέσει να μας κάνουν μια... καλύτερη τιμή: Αύξηση του ΦΠΑ για τα είδη πρώτης ανάγκης και πλατιάς κατανάλωσης, τουλάχιστον κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες. Περικοπή ή και κατάργηση της επικουρικής σύνταξης. Αυξήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ, των άλλων ΔΕΚΟ και των συγκοινωνιών. Νέες περικοπές στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, με το πρόσχημα του ενιαίου μισθολογίου και της μείωσης των υπερωριών. Πλήρης διάλυση των συστημάτων δωρεάν παιδείας και υγείας. Αλήθεια, αν όλα αυτά δεν αποτελούν «νέα μέτρα» σε βάρος μισθωτών και συνταξιούχων, τότε τι ακριβώς είναι;
Ούτε ο αρχιτραπεζίτης Προβόπουλος μας άφησε πολλά περιθώρια να αμφιβάλλουμε για τη συνέχεια. Στην ετήσια έκθεσή του, απαίτησε μαζικές απολύσεις εργαζομένων στους δήμους (ελέω Καλλικράτη, φυσικά), επανεξέταση από «ειδικούς» των κοινωνικών επιδομάτων και πολλά ακόμη, ενώ έφτασε να ζητήσει μέχρι και την κατάργηση των ΚΑΠΗ! Ο δε Στρος-Καν, ο οποίος έρχεται στις αρχές Δεκεμβρίου στην Αθήνα για να μας επιθεωρήσει, μας θυμίζει διαρκώς ότι ο Γολγοθάς μόλις άρχισε.
Η κοροϊδία, όμως, δεν σταματά εκεί. Ο πρωθυπουργός διηγήθηκε πρόσφατα έναν διάλογο που είχε με εκπροσώπους των επιχειρηματιών. Τους πρότεινε – λέει – να μειώσει τη φορολογία ακόμη και στο μισό, αρκεί να του εγγυηθούν ότι τα ποσά θα μπαίνουν στα δημόσια ταμεία στο σύνολό τους και στην ώρα τους. Επειδή, όμως, αυτοί απάντησαν ότι αδυνατούν να δώσουν τέτοιες εγγυήσεις, τους δήλωσε ότι δεν θα είναι τόσο γενναιόδωρος – προφανώς, δηλαδή, θα τους ελαφρύνει λιγότερο από ό,τι θα ήθελε. Βεβαίως, ο Παπανδρέου ίσως να ξέχασε ότι υπάρχουν κάποιοι που πληρώνουν αδιαλείπτως τους φόρους τους, οπότε θα μπορούσε να τους κάνει αντίστοιχη πρόταση να τους μειώσει, ως ένδειξη αναγνώρισης στη συνέπεια που επιδεικνύουν.
Αλλά ας είναι. Μετά τις εκλογές έρχεται και η 17 Νοέμβρη, μια μόλις μέρα πριν την κατάθεση του νέου σφαγιαστικού προϋπολογισμού και είναι μια καλή ευκαιρία για να τους απαντήσουμε. Αυτή τη φορά στους δρόμους και κάθε άλλο παρά επετειακά.



Το εφιαλτικό πρόσωπο των ΜΜΕ
ΠΡΩΤΟΦΑΝΕΣ ΦΙΑΣΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΝΑΛΙΚΗΣ, ΠΟΥ ΕΞΕΘΕΣΕ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ

«Είναι βέβαιο ότι το επίπεδο και η ποιότητα της ενημέρωσης δεν θα επηρεασθούν καθόλου». Αυτό ισχυριζόταν η Καθημερινή στο πρωτοσέλιδο σχόλιό της την Τετάρτη, το οποίο ήταν αφιερωμένο στις προτάσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για συρρίκνωση του αριθμού των κρατικών καναλιών και διοχέτευση του χαρατσιού που πληρώνουμε για την ΕΡΤ στην αποπληρωμή του δημόσιου χρέους. Αν πάρουμε ως μέτρο την τελευταία συνέντευξη του Παπανδρέου, τότε αναμφίβολα η εφημερίδα έχει δίκιο – θα έπεφτε, μάλιστα, διάνα εάν πρότεινε και το κλείσιμο των περισσότερων ιδιωτικών καναλιών, έτσι ώστε να γλιτώσουμε από το υπέρογκο κόστος της διαφήμισης και τον κόπο του τηλεκοντρόλ, το οποίο μας προσφέρει την δυνατότητα εναλλαγής ανάμεσα σε παρόμοια και συνήθως προκάτ προϊόντα.
Το γιατί μάλλον είναι προφανές. Οι ίδιοι οι συμμετέχοντες δημοσιογράφοι – άπαντες πρώτα βιολιά των δελτίων ειδήσεων και του πολιτικού ρεπορτάζ – παραδέχονται ότι η συνέντευξη στην ουσία ολοκληρώθηκε στα πρώτα 5-10 λεπτά και στα αρχικά 2-3 ερωτήματα, όταν δηλαδή τέθηκε και απαντήθηκε το ζήτημα των πρόωρων εκλογών. Όσο για τις υπόλοιπες δύο και πλέον ώρες, αυτές έμοιαζαν με ένα βαρετό σόου του αυτοκράτορα στο παλάτι (δηλαδή στο Μαξίμου), παρέα με τους άνοστους κομπάρσους του και με συντονιστή τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, έτσι ώστε κανείς από αυτούς να μην διανοηθεί να παραβιάσει την «ιερή μορφή» του Γεωργίου Ανδρέα Παπανδρέου, όπως την έχτιζαν τα περίτεχνα πλάνα των σκηνοθετών.
Η συνέντευξη αυτή, με την οργάνωση, τη μορφή και το περιεχόμενό της, προσέφερε αναμφίβολα πολλά ακόμη ισχυρά επιχειρήματα σε όσους – δικαίως – ισχυρίζονται ότι η ενημέρωση είναι σήμερα απολύτως κατευθυνόμενη, ενώ τα Μέσα κατέχονται στην πλειονότητά τους από κρατικά εξαρτημένους ιδιοκτήτες (ειδικά τώρα με την κρίση) και ελέγχονται από «βαποράκια» δημοσιογράφους, οι οποίοι άνετα και κάθε στιγμή μπορούν να μεταπηδήσουν στον ρόλο του κυβερνητικού εκπροσώπου. Ανέδειξε δε, για μια ακόμη φορά και με επιτακτικό τρόπο, την αναγκαιότητα η υπόθεση της ενημέρωσης να αναβαθμιστεί στις προτεραιότητες των κινημάτων εργαζομένων και νεολαίας.
Αυτή την περίοδο, εξάλλου, γίνεται ολοένα πιο αισθητή στην κοινωνία η κραυγή αγωνίας που βγαίνει από τα χείλη χιλιάδων εργαζομένων στα ΜΜΕ, οι οποίοι «ματώνουν» μακριά από το γυαλί και τα πρωτοσέλιδα. Όχι μόνο επειδή χάνουν κατά εκατοντάδες τη δουλειά τους, αλλά και επειδή βιώνουν με τον πλέον οδυνηρό τρόπο την πλήρη αποξένωση από το προϊόν που οι ίδιοι παράγουν.

0 Τοποθετησεις: