Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Πολιτικό χρήμα: Από τη βρομιά στην κάθαρση

  Ως βασική επιδίωξη της «νέας διακυβέρνησης» Παπανδρέου έχει διακηρυχθεί η πάταξη της διαφθοράς εν γένει, και ειδικά η πάταξη του λεγόμενου μαύρου ή βρόμικου «πολιτικού χρήματος».


Κώστας Μάρκου
Προς αυτή την κατεύθυνση υποτίθεται πως κινείται η διερεύνηση των σκανδάλων της Ζίμενς και του Βατοπαιδίου, καθώς και ο νέος εκλογικός νόμος. Πέρα από την προσπάθεια αποπροσανατολισμού του λαού από τα βάρβαρα μέτρα του Μνημονίου μέσω του... θεάματος πολιτικών που πετιούνται στα θηρία των μέσων μαζικής ενημέρωσης, από την κυβέρνηση τίθεται ένα υπαρκτό πρόβλημα: Tο πολιτικό σύστημα κοστίζει πολύ ακριβά και ο τρόπος λειτουργίας του διαφθείρει τους πολιτικούς. Πράγματι, σύμφωνα με δημοσιεύματα, για να εκλεγεί ένας βουλευτής αστικού κόμματος στη Β’ Eκλογική Περιφέρεια Αθηνών, απαιτούνται δεκάδες χιλιάδες ευρώ, κυρίως για την ηλεκτρονική προπαγάνδα. Θα αντιμετωπίσει, άραγε, το πρόβλημα η κατεύθυνση των μέτρων της κυβέρνησης; Η απάντηση είναι όχι.Η πηγή της διαφθοράς οφείλεται στο ότι η μεταλλαγμένη αστική κοινοβουλευτική «δημοκρατία» είναι πλήρως υποταγμένη στη δύναμη των σύγχρονων υπερμονοπωλίων, των πολυεθνικών πολυκλαδικών ομίλων και ειδικά της παντοδύναμης αριστοκρατίας του χρήματος. Ορισμένοι από τους εγχώριους και ξένους ομίλους έχουν αποκτήσει τόση δύναμη ώστε να εξαγοράζουν για λογαριασμό τους, μεγάλες ομάδες βουλευτών και των δυο κομμάτων. Η υπόθεση Ζίμενς και τα ποσά προς Τσουκάτο (ένα εκατομμύριο μάρκα) και προς Μαντέλη (200.000 ευρώ) είναι ενδεικτικά.Ωστόσο, η κατεύθυνση του ΠΑΣΟΚ δεν είναι η μείωση και ο έλεγχος της δύναμης των υπερμονοπωλίων. Το αντίθετο ακριβώς. Η κατεύθυνση τους δεν είναι διαφορετική από αυτήν που επικράτησε στις ΗΠΑ, όταν άρχισε να κυριαρχεί ο νεοφιλελευθερισμός. Και στο τέλος της δεν βρίσκεται το χτύπημα του βρόμικου πολιτικού χρήματος, αλλά η νομιμοποίησή του. Όπως γράφει ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ στο εξαιρετικό βιβλίο του Νεοφιλελευθερισμός (εκδ. Καστανιώτη), «η υποτιθέμενα “προοδευτική’’ εκστρατεία για τους περί χρηματοδότησης νόμους του 1971 στην πραγματικότητα νομιμοποίησε τη διαφθορά της πολιτικής». Πράγματι, η εκστρατεία αυτή, στην οποία αναμείχθηκαν εταιρείες που ήλεγχαν το μισό του τότε ΑΕΠ των ΗΠΑ, οδήγησε, το 1976, σε μια σειρά αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου, οι οποίες έδωσαν το δικαίωμα στις εταιρείες να χρηματοδοτούν νόμιμα τα κόμματα με ποσά χωρίς όρια. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: Kανένας πρόεδρος δεν μπορεί να κάνει τίποτε εναντίον των χρηματοδοτών του.Ήδη, έχουν κάνει την εμφάνισή τους στον ελληνικό Τύπο απόψεις που ζητούν ανάλογα μέτρα. Κάτι τέτοιο θα απενοχοποιούσε τους πολιτικούς και τις εταιρείες, θα γλίτωνε τις εταιρείες κάποια εκατ. φόρους για χορηγίες. Μόνο που θα οδηγούσε σε ένα πιο ακριβό πολιτικό σύστημα μέσω του ανταγωνισμού για την «αγορά πολιτικής», όπως στις ΗΠΑ. Η απάντηση για το λαϊκό κίνημα βρίσκεται στην αντίθετη κατεύθυνση: εργατικός και κοινωνικός έλεγχος στις επιχειρήσεις, άνοιγμα των λογιστικών τους βιβλίων, αποδυνάμωση της οικονομικής και πολιτικής δύναμης των υπερμονοπωλίων, εκλογή εντολοδόχων εκπροσώπων «βουλευτών» από τις παραγωγικές μονάδες, άμεση ανακλητότητά τους και μισθός μέσου εργαζόμενου.