Εφημερίδα της ανεξάρτητης Αριστεράς

Η υποβάθμιση τεκμήριο τηςαποτυχίας των μέτρων ΔNT-EE-ΠAΣOK


Τη γνωστή κινηματογραφική ατάκα, «αν είναι τόσο έξυπνος γιατί είναι νεκρός;», θύμισε η άτυπη διαβεβαίωση των ελεγκτών της τρόικας για την καλή πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά την επίσκεψή τους την προηγούμενη εβδομάδα, μετά την ανακοίνωση της υποβάθμισής της από τον οίκο αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Μούντι’ς.




Λεωνίδας Βατικιώτης





 Η απόφαση του αμερικανικού οίκου να υποβαθμίσει την ελληνική οικονομία κατά τέσσερις ολόκληρες κατηγορίες, που ισοδυναμεί με κατακρήμνιση, δεν έχει πρόσφατο προηγούμενο σε καμιά άλλη χώρα. Κι ούτε φυσικά μπορεί να αποδοθεί στην υστέρηση των στοιχείων, με τα οποία έγινε η αξιολόγηση, όπως έσπευσε να δηλώσει το υπουργείο Οικονομικών, υποβαθμίζοντας τη σημασία της εξέλιξης. Η πραγματικότητα είναι πως η ανακοίνωση των Μούντι’ς υπογραμμίζει με τον πιο επίσημο και αδιάψευστο τρόπο την αποτυχία της οικονομικής πολιτικής που επέβαλε το Mνημόνιο συνεργασίας της κυβέρνησης με την ΕΕ και το ΔΝΤ. Αρκεί να θυμηθούμε τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού ότι η υπαγωγή στο μηχανισμό ΔΝΤ - ΕΕ θα θωρακίσει την Ελλάδα από τις κερδοσκοπικές επιθέσεις, δημιουργώντας κλίμα σταθερότητας και αισιοδοξίας στις διεθνείς αγορές. Με τέτοιες αερολογίες δεν χρύσωναν το χάπι του ΔΝΤ;Η ανακοίνωση των Μούντι’ς συμπυκνώνει τις ζοφερές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, με επίκεντρο τη διαφαινόμενη ύφεση, όπως αυτές προωθούνται από το σύνολο των μέτρων που έχουν επιβληθεί. Η έκρηξη του πληθωρισμού, η υστέρηση των δημοσίων εσόδων, η συρρίκνωση του ΑΕΠ και της βιομηχανικής παραγωγής, η αύξηση της ανεργίας και η κάθετη πτώση της καταναλωτικής ζήτησης, όσο κι αν αποτελούν προδιαγεγραμμένα αποτελέσματα μιας θεραπείας - σοκ, δεν παύουν να προμηνύουν τα χειρότερα για μια οικονομία. Αυτές ακριβώς τις προοπτικές αντανακλά η υποβάθμιση κατά τέσσερις μονάδες. Επίσης, η υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας συμπυκνώνει πολύ πιθανά τις ανησυχίες τραπεζικών κύκλων για τα σενάρια αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους, όπως έσπευσε να αποκαλύψει μια μέρα μετά η ιταλική εφημερίδα Κοριέρε ντε λα Σέρα, που έφερε στη δημοσιότητα επαφές του υπουργού Οικονομικών, Γ. Παπακωνσταντίνου, με την εταιρεία Λαζάρ που εξειδικεύεται σε αυτό το αντικείμενο. Οι ζοφερές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σχετίζονται και με την ευρύτερη ανησυχία που υπάρχει για τις τράπεζες. Σε όλη την ΕΕ τις προηγούμενες εβδομάδες υπήρχε μια βαθιά διχογνωμία σε πολιτικό επίπεδο για το κατά πόσο θα δοθούν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα των ελέγχων, στους οποίους υποβλήθηκαν οι 25 μεγαλύτερες τράπεζες της ΕΕ. Ο λόγος είναι απλός: Aκόμη και γι’ αυτούς τους κολοσσούς οι πληροφορίες που υπήρχαν ήταν ότι στηρίζονται σε πήλινα πόδια, μη διαθέτοντας την απαραίτητη κεφαλαιακή επάρκεια που θα τις καταστήσει ικανές να αντεπεξέλθουν σε μια μακρόχρονη περίοδο ύφεσης όπως αυτή που διακρίνεται με σαφήνεια στον ορίζοντα. Αυτή η προοπτική δεν είναι αποτέλεσμα κινδυνολογίας. Η απόφαση του Βερολίνου να ανακοινώσει ένα τεράστιο σε έκταση πρόγραμμα περικοπών της τάξης των 80 δισ. ευρώ, ταυτόχρονα με την επίσημη εγκατάλειψη κατά την προηγούμενη εβδομάδα από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία δειλών έστω επεκτατικών πολιτικών στήριξης της ζήτησης μέσω κρατικών ενισχύσεων και την προώθηση αντίστοιχων προγραμμάτων λιτότητας στη Γαλλία και την Ισπανία, για την οποία πληθαίνουν οι φήμες που τη θέλουν να υπάγεται επίσημα στο κρεματόριο του ΔΝΤ, υπογραμμίζουν ότι είμαστε μάρτυρες μιας πολιτικής αλλαγής. Ότι αυτή τη στιγμή σε όλη τη γη υιοθετούνται χωρίς καμία επιφύλαξη ή αναστολή στο ακέραιο εκείνες οι πολιτικές που έριξαν την παγκόσμια οικονομία στην άβυσσο της κρίσης του ’30. Οι δραματικές προοπτικές περιγράφονται με σαφήνεια από μια σειρά οικονομολόγους που κράτησαν αποστάσεις από τον άγριο νεοφιλελευθερισμό και βλέπουν τώρα να υιοθετείται αργά και σταθερά από την Ευρώπη και τον Ομπάμα. «Η γερμανική λιτότητα θα επιδεινώσει την κρίση στην ευρωζώνη καθιστώντας πιο δύσκολο για την Ισπανία και τις άλλες προβληματικές οικονομίες να ανακάμψουν» τόνιζε ο Πολ Κρούγκμαν σε αρθρογραφία του την Πέμπτη 17 Ιούνη, υπογραμμίζοντας τον τρόπο που η γερμανική λιτότητα οξύνει τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ και περισσότερο της ευρωζώνης, τορπιλίζοντας τις προοπτικές ανάκαμψης. Τελείωνε δε με τα εξής (που δείχνουν πόσο επιπόλαιες και ρηχές είναι οι πρόσφατες διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου ότι βαδίζουμε σε καλό δρόμο): «Αυτό που ξέρω είναι ότι η οικονομική πολιτική σε όλο τον κόσμο έχει πραγματοποιήσει μια μείζονος σημασίας λάθος στροφή σε όλο τον κόσμο κι οι πιθανότητες μιας παρατεταμένης κρίσης αυξάνονται μέρα με τη μέρα». Εν είδει παρενθέσεως αξίζει να τονιστούν τα αυξανόμενα ποσοστά αποδοκιμασίας των ευρωπαίων πολιτών απέναντι στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα και την οικονομική πολιτική φυσικά που συμπυκνώνει και προωθεί. Έρευνα έτσι που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Λε Μοντ την Τρίτη 15 Ιούνη αναφέρει πως άνω του 62% των Γάλλων (οι δύο στους τρεις) πιστεύουν ότι το ευρώ επιδεινώνει τις επιπτώσεις της κρίσης. Για να επανέλθουμε, το ερώτημα επομένως που κλήθηκαν να απαντήσουν οι έλεγχοι ήταν αν οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα αντέξουν το επερχόμενο σοκ. Η απόφαση που έλαβαν τελικά μόλις την Παρασκευή οι πολιτικοί ηγέτες της ΕΕ (κι αναφερόμαστε σε επίπεδο Μέρκελ και Σαρκοζί!) ήταν να δοθούν τελικά στην δημοσιότητα τα αποτελέσματα. Ακόμη κι αυτός ο έλεγχος όμως δεν θα αφορά στις πολλές εκατοντάδες μικρές τράπεζες της Γερμανίας (κρατιδιακές) και της Ισπανίας (κάχας) που βρίσκονταν επί χρόνια εκτός καθεστώτος ρύθμισης και εποπτείας που επέβαλαν οι σχετικά αυστηροί παλιοί και νεώτεροι κανόνες της Βασιλείας με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι αυτός ο παράλληλος τραπεζικός τομέας αποτελεί ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του τραπεζικού συστήματος της Ευρώπης λόγω της έκθεσης τους στην καταναλωτική πίστη και τα στεγαστικά δάνεια, αντιστοίχως. Τεράστια πολιτική σημασία ωστόσο έχει ότι κι αυτή η απόφαση λήφθηκε ταυτόχρονα με τη συμφωνία των ευρωπαίων ηγετών να ξεκινήσουν μια δεύτερη επιχείρηση διάσωσης των ιδιωτικών τραπεζών, ακόμη πιο δαπανηρή από την πρώτη που στοίχισε στους έλληνες φορολογούμενους 28 δισ. ευρώ. Για τις 27 δε χώρες της ΕΕ συνολικά ο λογαριασμός από τον Σεπτέμβρη του 2008 για τη διάσωση των τραπεζών ανήλθε στο μυθικό ποσό των 4,13 τρισ. ευρώ. Σαν να μην έφθαναν αυτά τα χρήματα, τώρα ο ευρωπαίος επίτροπος, Χοακίν Αλμούνια, με συνέντευξή του την Πέμπτη 17 Ιούνη στη γερμανική εφημερίδα Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ θεώρησε πιθανό οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Ισπανίας να χρειαστεί να χρηματοδοτήσουν νέα σχέδια διάσωσης των ελληνικών τραπεζών! Λεφτά υπάρχουν επομένως ακόμη και τώρα αλλά είναι για τους τραπεζίτεςŸ Αξίζει εδώ να θαυμάσουμε την υποκρισία, τα διαφορετικά μέτρα και σταθμά που χρησιμοποιούνται για τις τράπεζες και τις κοινωνίες. Στην περίπτωση της Ισπανίας μόνο το μήνα Μάιο οι τράπεζές της (που κλυδωνίζονται λόγω της έκθεσής τους στην πύρινη μέχρι πριν λίγα χρόνια αγορά ακινήτων) άντλησαν από την ΕΚΤ 85 δισ. ευρώ, τη στιγμή που η Ελλάδα για να εξασφαλίσει την πρώτη δόση του δανείου στις 19 Μαΐου, ύψους 22 δισ. ευρώ, θυσίασε τον 13ο και 14ο μισθό δημόσιων υπαλλήλων και συνταξιούχων, συντάξεις και εργασιακές σχέσεις, επέβαλε υπέρογκες αυξήσεις σε φόρους, κοκ. Τον ίδιο φαρμακερό λογαριασμό ωστόσο πλήρωσαν κι οι Ισπανοί για να μπορέσουν οι τράπεζές «τους» να γευτούν τις αφειδώλευτες ενέσεις ρευστού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σε μια επίδειξη αυταρχισμού, που έχει εξόφθαλμες ομοιότητες με τις πρακτικές της κυβέρνησης Παπανδρέου, ο Θαπατέρο επέβαλε μέσω βασιλικών διαταγμάτων (το αντίστοιχο των προεδρικών διαταγμάτων στη χώρα του Φράνκο) τη μείωση των αποζημιώσεων και τη διευκόλυνση των απολύσεων. Η ολιγαρχική οδός των βασιλικών διαταγμάτων επιλέχθηκε επειδή πολύ πρόσφατη προσπάθεια της σοσιαλιστικής κυβέρνησης της Ισπανίας να περάσει από τη Βουλή πακέτο μέτρων λιτότητας οδήγησε σε μια πύρρεια νίκη, με το νομοσχέδιο να γίνεται νόμος με τη διαφορά μόλις μιας ψήφου! Ποιος το διακινδύνευε λοιπόν τώρα; Ειρήσθω εν παρόδω δεν περνούν απαρατήρητες οι ομοιότητες που εμφανίζει η πολιτική ζωή της Ισπανίας ως προς αυτή της Γερμανίας, με την αστάθεια να αποτελεί το τίμημα που πληρώνουν κι οι δύο κυβερνήσεις για τη σκληρή ταξική πολιτική που εφαρμόζουν στο όνομα της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Στο Τέταρτο Ράιχ μάλιστα οι τριγμοί δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερη αβεβαιότητα στην αστική τάξη, καθώς η κυβέρνηση συμμαχίας μεταξύ συντηρητικών και φιλο-επιχειρηματικών Ελεύθερων Δημοκρατών (με τους οποίους συναντήθηκε και η Ντόρα την προηγούμενη εβδομάδα) είναι μόλις οκτώ μηνών και μάλιστα αποτελούσε το βέλτιστο σενάριο για την Μέρκελ ώστε να εφαρμοστούν όλα τα αντιλαϊκά μέτρα χωρίς τους ενδοιασμούς των σοσιαλδημοκρατών. Παρ’ όλα αυτά η αμφισβήτηση κι η λαϊκή αποδοκιμασία είναι το πολιτικό κόστος αυτής της πολιτικής είτε στο μεσογειακό νότο ή στον ευρωπαϊκό βορρά. Στην περίπτωση της Ελλάδας οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες είναι εξ ίσου σοβαροί και σχετίζονται στην καλύτερη περίπτωση με τους κλυδωνισμούς που θα προκύψουν σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων χρεοκοπιών και χρόνιας ύφεσης. Ήδη πιστωτικές επιστολές που εκδίδουν ακόμη και οι μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες δεν γίνονται δεκτές στη διεθνή αγορά. Τράπεζες και κρατικοί φορείς του εξωτερικού απορρίπτουν ως αναξιόπιστες τις πιστωτικές επιστολές που κομίζουν γιγαντιαίες ελληνικές πολυεθνικές επιχειρήσεις για να διεκδικήσουν τη συμμετοχή τους σε δουλειές. Επομένως ας μην απορούν ούτε να εξανίστανται κυβερνητικοί και κοινοτικοί για την υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τη Μούντι’ς όταν οι μεν την προετοίμασαν με την υιοθέτηση του Mνημονίου κι οι δε την ενθαρρύνουν ανακοινώνοντας μια μέρα μετά την αποτίμηση της αξίας των ελληνικών ομολόγων που ενεχυριάζονται στην ΕΚΤ στο 95% της τιμής τους. Ξέρουν άλλωστε κι οι δύο σε ποιους θα μεταβιβαστεί κι αυτός ο λογαριασμόςŸ