"ΠΑΣΟΚ, ΔΗΑΡΙ και Οικολόγοι Πράσινοι καθώς και Ντ. Μπακογιάννη και ΛΑΟΣ πρωταγωνιστούν σε μια εκστρατεία υποβάθμισης της πολιτικής σημασίας των αυτοδιοικητικών εκλογών και αποσύνδεσης τους από την ασκούμενη στρατηγική των ΔΝΤ-ΕΕ-αστικής τάξης τόσο για να δικαιολογήσουν συμμαχίες υπερ της του κεφαλαίου όσο και για τον περιορισμό μιας ισχυρής αριστερής διαμαρτυρίας-και ιδιαίτερα εργατικής κινητοποίησης- απέναντι στα νέα σαρωτικά μέτρα."
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΖΙΑΝΤΖΗΣ
«Καμένη» θωρούν ήδη αρκετά στελέχη του ΠΑΣΟΚ την «υπερκομματική» υποψηφιότητα του Γ. Καμίνη για τη δημαρχία της Αθήνας. Ωστόσο ο «Συνήγορος του Πολίτη» ανακοίνωσε ήδη την παραίτηση του από την «ανεξάρτητη αρχή» ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την υποψηφιότητα του στο Δήμο της Αθήνας. Η υποψηφιότητα είναι τόσο «ακομμάτιστη» και «αυτοδιοικητική» που ο Γ. Καμίνης ήδη διαμήνυσε ότι «αποσύρει το ενδιαφέρον του» αν δεν τον στηρίξει το ΠΑΣΟΚ καθώς τόνισε σε τηλεοπτική εκπομπή ότι «δεν μπορώ να περιοριστώ στα στενά περιθώρια ενός κόμματος, (σ.σ ΔΗΑΡΙ), το οποίο ακόμα δεν έχει μετρήσει τις δυνάμεις του». Την υποψηφιότητα του Γ. Καμίνη για τη δημαρχία της Αθήνας ανακοίνωσε και επισήμως η Δημοκρατική Αριστερά, σε συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της, ως κίνηση πίεσης προς το ΠαΣοΚ για εκλογική συνεργασία στον μεγαλύτερο δήμο της χώρας. Οι Οικολόγοι Πράσινοι σύμφωνα με πληροφορίες του Βήματος –παρά τις διαφωνίες που εκφράστηκαν- «έσπευσαν και αυτοί να στηρίξουν την υποψηφιότητα Καμίνη». Το ΠΑΣΟΚ ωστόσο ακόμα το σκέφτεται καθώς οι πρώτες μετρήσεις της απήχησης της υποψηφιότητας ήταν απογοητευτικές. Στο «περίμενε» κρατάει το ΠΑΣΟΚ τη ΔΗΑΡΙ και στη Θεσσαλονίκη όπου το κόμμα του Φ. Κουβέλη ανακοίνωσε την επίσημη υποστήριξη του στο Γ. Μπουτάρη, ο οποίος ήδη ανακοίνωσε «πολιτική λιτότητας» α-λά ΔΝΤ και για το Δήμο της Θεσσαλονίκης σε περίπτωση εκλογής του και ζήτησε από τους πολίτες να μην περιμένουν «έργα που απαιτούν δαπάνες»!
Νέες λέξεις δεν προστίθενται στα λεξικά μόνο μέσω των νέων τεχνολογιών και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (όπως το «de-friend” του facebook) αλλά και από τις δρομολογούμενες πολιτικές συμμαχίες που προκύπτουν στη πολιτική σκηνή. Την περασμένη βδομάδα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιώργος Πεταλωτής έριξε την πέτρα του αναθέματος σε όσους επενδύουν στη «νεομετρολογία» και «νεομνημολογία» (!), κάτι που –κατά τον ίδιο- έχει αρνητικές επιπτώσεις στην «εθνική προσπάθεια της κυβέρνησης».
Ωστόσο αυτό που συζητήθηκε όσο καμία άλλη την βδομάδα που μας πέρασε είναι η απίθανη λέξη «από-μνημονιοποίηση» των αυτοδιοικητικών εκλογών, της οποίας η πατρότητα αποδίδεται στο Φώτη Κουβέλη, κάτι που ωστόσο αμφισβητείται. Αυτό που δεν αμφισβητείται ωστόσο είναι ότι ΠΑΣΟΚ, ΔΗΑΡΙ και Οικολόγοι Πράσινοι καθώς και Ντ. Μπακογιάννη και ΛΑΟΣ πρωταγωνιστούν σε μια εκστρατεία υποβάθμισης της πολιτικής σημασίας των αυτοδιοικητικών εκλογών και αποσύνδεσης τους από την ασκούμενη στρατηγική των ΔΝΤ-ΕΕ-αστικής τάξης τόσο για να δικαιολογήσουν συμμαχίες υπερ της του κεφαλαίου όσο και για τον περιορισμό μιας ισχυρής αριστερής διαμαρτυρίας-και ιδιαίτερα εργατικής κινητοποίησης- απέναντι στα νέα σαρωτικά μέτρα. Το ΠΑΣΟΚ ειδικά προσπαθεί να διαμορφώσει προκαταβολικά ένα έδαφος αποστασιοποίησης των εκλογικών αποτελεσμάτων και της προβλεπόμενης φθοράς του από την ουσία της αντιδραστικής πολιτικής του.
Η φιλοτροϊκή, (για να είμαστε στο πνεύμα των ημερών), «συμμαχία των προθύμων» προχώρησε σε μπαράζ δηλώσεων μεταξύ των οποίων ξεχώρισαν οι δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Γ. Πεταλωτή ο οποίος τόνισε ότι «όποιος κινείται και προσπαθεί να εκμεταλλευθεί αυτές τις εκλογές για ιδιοτελείς σκοπούς, αδικεί και τη χώρα και την πολύ μεγάλη, επανάσταση που γίνεται στην αυτοδιοίκηση». Στο ίδιο πνεύμα ο Σπύρος Λυκούδης της ΔΗΑΡΙ χαρακτήρισε «πολιτικό παραλογισμό το δίλημμα υπερ ή κατά του μνημονίου». Ο Φώτης Κουβέλης δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν είναι δυνατόν να προκύψουν συσπειρώσεις εναντίον του μνημονίου με τη δικαιολογία ότι «εναντίον του τάσσεται και η Νέα Δημοκρατία» και οπότε η μόνη κοινή βάση που μπορεί να υπάρξει είναι τα αυτοδιοικητικά προβλήματα. Ενώ μάλιστα, αναλύοντας τη γενικότερη τακτική της παράταξής του, δεν έκρυψε ότι αυτή προσβλέπει να δώσει απάντηση και στο λεγόμενο κυβερνητικό πρόβλημα της χώρας.
Ο αποπροσανατολισμός που επιχειρείται με τις «κεντροαριστερές» συνεργασίες και τη συμμετοχή της οικολογίας της αγοράς, καθώς και με την πασαρέλα λαμπερών προσώπων και τα μακιαβελικά παιχνίδια εξουσίας στο εσωτερικό των κομμάτων σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το εκρηκτικό κοινωνικό μείγμα οργής, αγανάκτησης και ανασφάλειας που αναπόφευκτα θα εκδηλωθεί με τον έναν ή τον άλλο τροπο -με όλες τις αντιφάσεις του- και στις επόμενες εκλογές. Γι’αυτό και στην κρίσιμη μάχη του Νοεμβρίου έχει ξεχωριστή πολιτική σημασία να προσανατολιστεί αυτή η οργή όχι σε πλασματικές τεχνητές εκτονώσεις κάθε είδους αλλά για να ενισχυθεί το βασικό πολιτικό μέτωπο της ευρύτερης εργατικής συσπείρωσης και πάλης που μπορεί να επιβάλλει ουσιαστικές «λύσεις» και νίκες.